Η ιουδαιοελληνική φιλοσοφία.
Η προώθηση του Ελληνισμού προς τις χώρες της Ανατολής και την Αίγυπτο με την εγκαθίδρυση των ελληνικών κρατών των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έγινε αφορμή για να επιδράσει η ελληνική φιλοσοφία πάνω στους λαούς που κατοικούσαν στα κράτη αυτά. Επειδή δε ο περισσότερο ανεπτυγμένος ήταν ο εβραϊκός λαός, τόσο από άποψη ηθικής όσο και από την πολιτιστική άποψη, δημιουργήθηκε μια αλληλεπίδραση μεταξύ των δογμάτων της ελληνικής φιλοσοφίας και του ηθικού και θεολογικού περιεχομένου της Παλαιάς Διαθήκης. Η αλληλεπίδραση αύτη σημειώθηκε κυρίως στην Αλεξάνδρεια, όπου ζούσε ένα μεγάλο πλήθος Εβραίων. Ό εβραϊκός αυτός πληθυσμός συνδέθηκε τόσο στενά με τον ελληνικό, ώστε με την πάροδο του χρόνου λησμόνησε την γλώσσα του. Παρουσιάσθηκε έτσι η ανάγκη να μεταφρασθούν τα Ιερά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης στην ελληνική γλώσσα, για να γίνουν καταληπτά στους Ιουδαίους που μιλούσαν ελληνικά.
Το ιστορικόν της μετάφρασης μας το παρέχει η «Επιστολή του Αριστέα» που γράφηκε περίπου το 100 π.Χ. Η μετάφραση έγινε την εποχή του Πτολεμαίου του Β' του Φιλαδέλφου (285-247 π.Χ.). Σύμφωνα με την παραπάνω επιστολή κατά προτροπή του Δημητρίου του Φαληρέως ο Πτολεμαίος ζήτησε από τον αρχιερέα της Ιερουσαλήμ Ελεάζαρ να του στείλει μεταφραστές για την Ιερά Βίβλο. Ούτος έστειλε 6 μεταφραστές από κάθε μια από τις 12 φυλές του Ισραήλ, ήτοι συνολικά 72 άτομα. Αυτοί απομονώθηκαν στη νήσο Φάρο και μετέφρασαν ο καθένας ξεχωριστά σε 72 μέρες την Βίβλο. Όπως μάλιστα λέει η παράδοση, παρότι εργάσθηκαν χωριστά, το κείμενο παρουσίασε μια καταπληκτική κατά λέξιν συμφωνία. Επεξηγώντας το παράδοξο αυτό φαινόμενο ο Φίλων στο βίο του Μωυσή γράφει: «Ένθουσιώντες προφήτευον, ούκ άλλα άλλοι, τά δ΄ αυτά πάντες ονόματα και ρήματα, ώσπερ υποβολέως εκάστοις αοράτως ενηχούντος» δηλαδή «Καταληφθέντες υπό προφητικού ενθουσιασμού δεν προφήτευαν ο καθένας διάφορα πράγματα, αλλά όλοι τις ίδιες λέξεις και εκφράσεις ωσάν να τους υπαγόρευε διά μυστικού ήχου κάποιος αόρατος υποβολέας». Φαίνεται ότι κατ’ αρχάς μεταφράσθηκε ή «Πεντάτευχος», κατόπιν δε τα «Προφητικά» και τα υπόλοιπα βιβλία. Έτσι δημιουργήθηκε η μετάφραση, η γνωστή υπό την επωνυμία «Μετάφραση των εβδομήκοντα».
Εκτός όμως από την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Ιουδαίων στην Αίγυπτο και η διασπορά της εβραϊκής φυλής και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος και της Ιταλίας συνετέλεσε στο να υποστεί το εβραϊκό έθνος την επίδραση του Ελληνισμού. Η επίδραση αυτή είναι φανερή και στις δύο μεγάλες ιουδαϊκές αιρέσεις των Θεραπευτών και των Εσσαίων, που μαρτυρούν την ανάμιξη των ιουδαϊκών αντιλήψεων με τις ελληνικές όρφικο-πυθαγορικές δοξασίες. Η αίρεσης των Θεραπευτών εμφανίσθηκε στην Αίγυπτο. Τις γνώσεις μας για αυτήν τις αντλούμε από το σύγγραμμα του Φίλωνος «Περί βίου θεωρητικού». 0ι θεραπευτές ήσαν ασκητικός σύλλογος πιστών, οι οποίοι ζούσαν ηθικόν βίον, ασχολούμενοι με την αλληγορική θεωρία. Η ευσέβεια τους ήταν κράμα ιουδαϊκής ευλάβειας και νέοπυθαγορικής θρησκευτικότητας. 0ι Εσσαίοι ζούσαν στη Παλαιστίνη και αναφέρεται ότι αποτελούσαν ήδη από το 160 π.Χ., σύμφωνα με μαρτυρία του Ιωσήπου, ιδιαίτερη αίρεση χωριστή από τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους. Ζούσαν κοινοβιακό βίο, απέφευγαν τις αιματηρές θυσίες, δεν έτρωγαν κρέας, ούτε έπιναν κρασί και πίστευαν στην προΰπαρξη και στην αθανασία της ψυχής. Πίστευαν στην ύπαρξη των αγγέλων και θεωρούσαν το ηλιακό φώς, σαν αποκάλυψη της θεότητας. Υψίστη επιβράβευση της ευσέβειας ήταν για αυτούς το χάρισμα της προφητείας. Δεχόντουσαν ότι στον κόσμο υπάρχει βασική αντίθεση μεταξύ του καλού και του κακού, του άρρενος και του θήλεος.
Φιλολογική απόδειξης της επελθούσης προσέγγισης μεταξύ του ελληνικού και ιουδαϊκού πνεύματος, μπορεί να θεωρηθεί το υπόμνημα στην «Πεντάτευχον» που συγγράφηκε από τον λεγόμενο Ιουδαίο περιπατητικό Αριστόβουλο, το αφιερωμένο στον Πτολεμαίο τον Φιλομήτορα (181—145 π. Χ.). Από το υπόμνημα αυτό μας διέσωσαν αποσπάσματα ο Κλήμης και ο Ευσέβιος. Ο Αριστόβουλος πρώτος προέβαλε τον ισχυρισμό ότι όχι μόνον ο Πυθαγόρας και ο Πλάτων, αλλά και οι πλέον παλαιοί από τους Έλληνες φιλοσόφους είχαν γνώση των συγγραμμάτων του Μωυσή. Στα αποσπάσματα του εκφράζει την δοξασία ότι ο Θεός είναι νους και μάλιστα ότι μόνο διά του νου είναι ορατός. Προχωρά δε σε αλληγορικές εξηγήσεις των ανθρωπομορφικών εκφράσεων της Αγίας Γραφής. Έτσι ερμηνεύοντας αλληγορικά το φώς, το οποίο δημιουργείται πρώτα από τον θεό, λέγει ότι το φως συμβολίζει την θεία σοφία. Στον αριθμό των επτά ημερών που απαιτήθηκαν για την δημιουργία αποδίδει συμβολική έννοια, ακολουθώντας τις πυθαγόρειες αριθμολογικές δοξασίες. Ο κόσμος διοικείται «θεία δυνάμει», ο δε θεός δημιουργεί μόνον το αγαθό. Ελληνική στωική επίδραση φανερώνει και ο «Εκκλησιαστής» (Κοχελέθ), που θεωρείται ότι γράφτηκε κατά το 200 π.Χ. και το βιβλίο «Σοφία Σολομώντος», που θεωρείται ότι γράφτηκε το 30 π.Χ..όπου παρουσιάζεται επίδραση πυθαγορείων και πλατωνικών δοξασιών. Στο βιβλίο αυτό η σοφία προσωποποιείται, θεωρούμενη ως «απαύγασμα» του αιωνίου φωτός και ως «έσοπτρον ακηλίδωτον» και «απόρροια» της θείας δύναμης. Αποδίδεται στην σοφία ότι ζει μαζί με τον Θεό «συμβίωσις Θεού», διότι είναι «μύστις τής του Θεού επιστήμης και αιρέτις των έργων αυτού» (έχει μυηθεί στην επιστήμη του Θεού και καθορίζει τα έργα του). Ίστατο πλησίον του Θεού ή σοφία, όταν δημιουργούσε τον κόσμο έξ «αμόρφου ύλης».
Όπως ήταν επόμενο, σημειώθηκαν και έντονες αντιθέσεις μεταξύ Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού. Αυτό συνέβηκε κυρίως κατά το 167 π.Χ., οπότε ο Αντίοχος ο Επιφανής, στηριζόμενος σε μεγάλη μερίδα ελληνιζόντων Ιουδαίων, επεχείρησε να εξελληνίσει διά της βίας τον εβραϊκό λαό. Οι ορθόδοξοι Εβραίοι αντιστάθηκαν και δημιουργήθηκε σε πολλές πόλεις ισχυρή αντιεβραϊκή κίνηση.
Το ιστορικόν της μετάφρασης μας το παρέχει η «Επιστολή του Αριστέα» που γράφηκε περίπου το 100 π.Χ. Η μετάφραση έγινε την εποχή του Πτολεμαίου του Β' του Φιλαδέλφου (285-247 π.Χ.). Σύμφωνα με την παραπάνω επιστολή κατά προτροπή του Δημητρίου του Φαληρέως ο Πτολεμαίος ζήτησε από τον αρχιερέα της Ιερουσαλήμ Ελεάζαρ να του στείλει μεταφραστές για την Ιερά Βίβλο. Ούτος έστειλε 6 μεταφραστές από κάθε μια από τις 12 φυλές του Ισραήλ, ήτοι συνολικά 72 άτομα. Αυτοί απομονώθηκαν στη νήσο Φάρο και μετέφρασαν ο καθένας ξεχωριστά σε 72 μέρες την Βίβλο. Όπως μάλιστα λέει η παράδοση, παρότι εργάσθηκαν χωριστά, το κείμενο παρουσίασε μια καταπληκτική κατά λέξιν συμφωνία. Επεξηγώντας το παράδοξο αυτό φαινόμενο ο Φίλων στο βίο του Μωυσή γράφει: «Ένθουσιώντες προφήτευον, ούκ άλλα άλλοι, τά δ΄ αυτά πάντες ονόματα και ρήματα, ώσπερ υποβολέως εκάστοις αοράτως ενηχούντος» δηλαδή «Καταληφθέντες υπό προφητικού ενθουσιασμού δεν προφήτευαν ο καθένας διάφορα πράγματα, αλλά όλοι τις ίδιες λέξεις και εκφράσεις ωσάν να τους υπαγόρευε διά μυστικού ήχου κάποιος αόρατος υποβολέας». Φαίνεται ότι κατ’ αρχάς μεταφράσθηκε ή «Πεντάτευχος», κατόπιν δε τα «Προφητικά» και τα υπόλοιπα βιβλία. Έτσι δημιουργήθηκε η μετάφραση, η γνωστή υπό την επωνυμία «Μετάφραση των εβδομήκοντα».
Εκτός όμως από την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Ιουδαίων στην Αίγυπτο και η διασπορά της εβραϊκής φυλής και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος και της Ιταλίας συνετέλεσε στο να υποστεί το εβραϊκό έθνος την επίδραση του Ελληνισμού. Η επίδραση αυτή είναι φανερή και στις δύο μεγάλες ιουδαϊκές αιρέσεις των Θεραπευτών και των Εσσαίων, που μαρτυρούν την ανάμιξη των ιουδαϊκών αντιλήψεων με τις ελληνικές όρφικο-πυθαγορικές δοξασίες. Η αίρεσης των Θεραπευτών εμφανίσθηκε στην Αίγυπτο. Τις γνώσεις μας για αυτήν τις αντλούμε από το σύγγραμμα του Φίλωνος «Περί βίου θεωρητικού». 0ι θεραπευτές ήσαν ασκητικός σύλλογος πιστών, οι οποίοι ζούσαν ηθικόν βίον, ασχολούμενοι με την αλληγορική θεωρία. Η ευσέβεια τους ήταν κράμα ιουδαϊκής ευλάβειας και νέοπυθαγορικής θρησκευτικότητας. 0ι Εσσαίοι ζούσαν στη Παλαιστίνη και αναφέρεται ότι αποτελούσαν ήδη από το 160 π.Χ., σύμφωνα με μαρτυρία του Ιωσήπου, ιδιαίτερη αίρεση χωριστή από τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους. Ζούσαν κοινοβιακό βίο, απέφευγαν τις αιματηρές θυσίες, δεν έτρωγαν κρέας, ούτε έπιναν κρασί και πίστευαν στην προΰπαρξη και στην αθανασία της ψυχής. Πίστευαν στην ύπαρξη των αγγέλων και θεωρούσαν το ηλιακό φώς, σαν αποκάλυψη της θεότητας. Υψίστη επιβράβευση της ευσέβειας ήταν για αυτούς το χάρισμα της προφητείας. Δεχόντουσαν ότι στον κόσμο υπάρχει βασική αντίθεση μεταξύ του καλού και του κακού, του άρρενος και του θήλεος.
Φιλολογική απόδειξης της επελθούσης προσέγγισης μεταξύ του ελληνικού και ιουδαϊκού πνεύματος, μπορεί να θεωρηθεί το υπόμνημα στην «Πεντάτευχον» που συγγράφηκε από τον λεγόμενο Ιουδαίο περιπατητικό Αριστόβουλο, το αφιερωμένο στον Πτολεμαίο τον Φιλομήτορα (181—145 π. Χ.). Από το υπόμνημα αυτό μας διέσωσαν αποσπάσματα ο Κλήμης και ο Ευσέβιος. Ο Αριστόβουλος πρώτος προέβαλε τον ισχυρισμό ότι όχι μόνον ο Πυθαγόρας και ο Πλάτων, αλλά και οι πλέον παλαιοί από τους Έλληνες φιλοσόφους είχαν γνώση των συγγραμμάτων του Μωυσή. Στα αποσπάσματα του εκφράζει την δοξασία ότι ο Θεός είναι νους και μάλιστα ότι μόνο διά του νου είναι ορατός. Προχωρά δε σε αλληγορικές εξηγήσεις των ανθρωπομορφικών εκφράσεων της Αγίας Γραφής. Έτσι ερμηνεύοντας αλληγορικά το φώς, το οποίο δημιουργείται πρώτα από τον θεό, λέγει ότι το φως συμβολίζει την θεία σοφία. Στον αριθμό των επτά ημερών που απαιτήθηκαν για την δημιουργία αποδίδει συμβολική έννοια, ακολουθώντας τις πυθαγόρειες αριθμολογικές δοξασίες. Ο κόσμος διοικείται «θεία δυνάμει», ο δε θεός δημιουργεί μόνον το αγαθό. Ελληνική στωική επίδραση φανερώνει και ο «Εκκλησιαστής» (Κοχελέθ), που θεωρείται ότι γράφτηκε κατά το 200 π.Χ. και το βιβλίο «Σοφία Σολομώντος», που θεωρείται ότι γράφτηκε το 30 π.Χ..όπου παρουσιάζεται επίδραση πυθαγορείων και πλατωνικών δοξασιών. Στο βιβλίο αυτό η σοφία προσωποποιείται, θεωρούμενη ως «απαύγασμα» του αιωνίου φωτός και ως «έσοπτρον ακηλίδωτον» και «απόρροια» της θείας δύναμης. Αποδίδεται στην σοφία ότι ζει μαζί με τον Θεό «συμβίωσις Θεού», διότι είναι «μύστις τής του Θεού επιστήμης και αιρέτις των έργων αυτού» (έχει μυηθεί στην επιστήμη του Θεού και καθορίζει τα έργα του). Ίστατο πλησίον του Θεού ή σοφία, όταν δημιουργούσε τον κόσμο έξ «αμόρφου ύλης».
Όπως ήταν επόμενο, σημειώθηκαν και έντονες αντιθέσεις μεταξύ Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού. Αυτό συνέβηκε κυρίως κατά το 167 π.Χ., οπότε ο Αντίοχος ο Επιφανής, στηριζόμενος σε μεγάλη μερίδα ελληνιζόντων Ιουδαίων, επεχείρησε να εξελληνίσει διά της βίας τον εβραϊκό λαό. Οι ορθόδοξοι Εβραίοι αντιστάθηκαν και δημιουργήθηκε σε πολλές πόλεις ισχυρή αντιεβραϊκή κίνηση.
Πηγή:
Εγκυκλοπαίδεια «Ηλίου»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου