Με προτροπή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Α' Οικουμενική Σύνοδος (325μΧ),
στη Νίκαια της Βιθυνίας, καθόρισε τον εορτασμό του Πάσχα
στη Νίκαια της Βιθυνίας, καθόρισε τον εορτασμό του Πάσχα
Το Πάσχα στους πρώτοχριστιανικούς χρόνους
Των Στράτου Θεοδοσίου
Μάνου Δανέζη
Επικ. καθηγητών Αστροφυσικής
στο Τμήμα Φυσικής
του Πανεπιστημίου Αθηνών
ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΥΣ μετά Χριστόν χρόνους, η Ανάσταση του Κυρίου γιορταζόταν από ορισμένες Εκκλησίες την ημέρα που άρχιζε η περίοδος του εβραϊκού Πάσχα, ενώ άλλες τη γιόρταζαν την Κυριακή που υπήρχε μέσα στην εβραϊκή πασχαλινή εβδομάδα. Γεγονός είναι ότι πολλές χριστιανικές Εκκλησίες έδιναν μεγάλη σημασία στις ημερομηνίες που σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο Χριστός. Έτσι, γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα τη 14η Νισάν και μετά δύο ημέρες, χωρίς να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο αν η ημέρα αυτή τύχαινε να είναι Κυριακή, το Αναστάσιμο Πάσχα. Οι χριστιανοί αυτοί γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα μαζί με το Πάσχα των Εβραίων τη 14η Νισάν, και λόγω αυτού του γεγονότος ονομάστηκαν Τεσσαρεσκαιδεκατίται (Quatrodecimani).
Για τον προσδιορισμό του Σταυρώσιμου Πάσχα όμως το κύριο ερώτημα ήταν πώς θα έπρεπε να καταμετρηθεί το βράδυ της 14ης ημέρας. Ορισμένοι γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα το βράδυ της 14ης ημέρας, το οποίο όμως ανήκε στη 15η ημέρα, αφού, κατά τους Εβραίους, η ημέρα αλλάζει στις 6 μμ. Γι' αυτόν τον λόγο ονομάστηκαν Πεντεκαιδεκατίται (Quintodecimani).
Οι Τεσσαρεσκαιδεκατίται γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα το προηγούμενο από τους Πεντεκαιδεκατίτας βράδυ, αφού, κατά την εβραϊκή πρακτική, η δύση του Ηλίου ανήγγελλε μια καινούργια ημέρα. Και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές είχαν τους υποστηρικτές τους. Οι Ανατολικές χριστιανικές Εκκλησίες ακολουθούσαν την πρακτική των Τεσσαρεσκαιδεκατιτών, ενώ οι Δυτικές των Πεντεκαιδεκατιτών.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325, καταδίκασε τους Τεσσαρασκαιδεκατίτας ως «έχοντας παρανόηση την χριστιανικήν παράδοσιν και ως μη αναμένοντας την Αναστάσιμον Κυριακήν».
Οι Τεσσαρεσκαιδεκατίται, που αποτελούσαν την πλειονότητα των Εκκλησιών της Μικράς Ασίας, αρνήθηκαν να δεχτούν τις αποφάσεις των Συνόδων και συνέχιζαν να γιορτάζουν το Πάσχα στην παραπάνω ημερομηνία, περίπου μέχρι τον 6ο αι. Την ίδια πρακτική ακολουθούσε και η Παλαιά Εκκλησία της Αγγλίας, που την εποχή εκείνη ήταν μάλλον αποκομμένη από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές Εκκλησίες. Με την άφιξη όμως, στη Βρετανία το 596 ιεραποστόλων υπό τον Αυγουστίνο, αρχιεπίσκοπο Καντέρμπουρυ αποσταλέντων από τον Πάπα της Ρώμης Γρηγόριο Α΄ τον Μέγα, η νεοϊδρυθείσα Εκκλησία της Αγγλίας άλλαξε γνώμη.
Για τον προσδιορισμό του Σταυρώσιμου Πάσχα όμως το κύριο ερώτημα ήταν πώς θα έπρεπε να καταμετρηθεί το βράδυ της 14ης ημέρας. Ορισμένοι γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα το βράδυ της 14ης ημέρας, το οποίο όμως ανήκε στη 15η ημέρα, αφού, κατά τους Εβραίους, η ημέρα αλλάζει στις 6 μμ. Γι' αυτόν τον λόγο ονομάστηκαν Πεντεκαιδεκατίται (Quintodecimani).
Οι Τεσσαρεσκαιδεκατίται γιόρταζαν το Σταυρώσιμο Πάσχα το προηγούμενο από τους Πεντεκαιδεκατίτας βράδυ, αφού, κατά την εβραϊκή πρακτική, η δύση του Ηλίου ανήγγελλε μια καινούργια ημέρα. Και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές είχαν τους υποστηρικτές τους. Οι Ανατολικές χριστιανικές Εκκλησίες ακολουθούσαν την πρακτική των Τεσσαρεσκαιδεκατιτών, ενώ οι Δυτικές των Πεντεκαιδεκατιτών.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325, καταδίκασε τους Τεσσαρασκαιδεκατίτας ως «έχοντας παρανόηση την χριστιανικήν παράδοσιν και ως μη αναμένοντας την Αναστάσιμον Κυριακήν».
Οι Τεσσαρεσκαιδεκατίται, που αποτελούσαν την πλειονότητα των Εκκλησιών της Μικράς Ασίας, αρνήθηκαν να δεχτούν τις αποφάσεις των Συνόδων και συνέχιζαν να γιορτάζουν το Πάσχα στην παραπάνω ημερομηνία, περίπου μέχρι τον 6ο αι. Την ίδια πρακτική ακολουθούσε και η Παλαιά Εκκλησία της Αγγλίας, που την εποχή εκείνη ήταν μάλλον αποκομμένη από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές Εκκλησίες. Με την άφιξη όμως, στη Βρετανία το 596 ιεραποστόλων υπό τον Αυγουστίνο, αρχιεπίσκοπο Καντέρμπουρυ αποσταλέντων από τον Πάπα της Ρώμης Γρηγόριο Α΄ τον Μέγα, η νεοϊδρυθείσα Εκκλησία της Αγγλίας άλλαξε γνώμη.
Διαφωνίες και διενέξεις
Κάποιες χριστιανικές Εκκλησίες, αντίθετα με τους Τεσσαρασκαιδεκατίτας και τους Πεντεκαιδεκατίτας, έδιναν μεγάλη σημασία στην ημέρα της εβδομάδας που έπεφτε το Πάσχα. Έτσι, αν η 14η Νισάν έπεφτε ημέρα Παρασκευή, περίμεναν την επόμενη Παρασκευή για να γιορτάσουν τη Σταύρωση και μετά δύο ημέρες την Ανάσταση του Κυρίου. Εκτός όμως από τις διαφορές θρησκευτικής φύσεως, υπήρχαν και οι αστρονομικές διαφορές. Οι χριστιανικές Εκκλησίες διαφωνούσαν για την ακριβή αστρονομική ημερομηνία, στην οποία αντιστοιχούσε η 14η Νισάν. Ο εορτασμός του εβραϊκού Πάσχα - πριν οριστικοποιηθεί ότι πρέπει να εορτάζεται μετά την 27η Μαρτίου - έπεφτε, μερικές φορές, πριν από την εαρινή ισημερία. Πολλοί χριστιανοί λοιπόν δεν πρόσεχαν αυτήν την αστρονομική λεπτομέρεια και γιόρταζαν το Πάσχα, πριν από την ημερομηνία της εαρινής ισημερίας. Από αυτό το γεγονός, οι πιστοί αυτοί ονομάστηκαν Πρωτοπασχίται.
Η Δυτική Εκκλησία της Ρώμης θεωρούσε εσφαλμένα ως εαρινή ισημερία τη 18η Μαρτίου, ενώ η Εκκλησία της Αλεξανδρείας και οι άλλες Ανατολικές Εκκλησίες θεωρούσαν πολύ σωστά την 21η Μαρτίου. Για τον προσδιορισμό της εαρινής πανσελήνου, οι Ανατολικές Εκκλησίες χρησιμοποιούσαν τον κύκλο του Μέτωνος, όπως είχε προτείνει τον 3ο αι. ο Ανατόλιος, επίσκοπος Λαοδικείας της Συρίας.
Προκειμένου να προσδιοριστεί κοινός εορτασμός του Πάσχα από όλες τις χριστιανικές Εκκλησίες -πριν από τις αποφάσεις των Συνόδων-, οι επίσκοποι Σμύρνης Πολύκαρπος και Παλαιστίνης Ηγήσιππος επισκέφτηκαν το 158 τον πάπα Ανίκητο (155-166). Διαφώνησαν. Παρ' όλ' αυτά, αποχωρίστηκαν αγαπημένοι, καταλήγοντας στην απόφαση η κάθε Εκκλησία να γιορτάζει το Πάσχα κατά τη δική της πρακτική.
Μετά σαράντα χρόνια όμως μια σοβαρή διένεξη δημιουργήθηκε μεταξύ του πάπα Βίκτωρος Α΄ (189-199) και του Πολυκράτη, επισκόπου Εφέσου. Ο Πάπας Βίκτωρ Α' πρότεινε την Κυριακή ως ημέρα εορτασμού του Πάσχα και κατηγόρησε εκείνες τις Ανατολικές Εκκλησίες που γιόρταζαν το Πάσχα στις 14 του εβραϊκού μήνα Νισάν (Τεσσαρεκαιδεκατιταί). Ο Πολυκράτης στη Σύνοδο της Εφέσου, με συμμετοχή των επισκόπων της Δυτικής Μικράς Ασίας, απέρριψε την πρόταση και τις κατηγορίες του πάπα Βικτωρος Α' και του ζήτησε να τις ανακαλέσει. Ο πάπας Βίκτωρ Α΄ σε απάντηση, αφόρισε την επισκοπή Εφέσου. Οι απόψεις του υιοθετήθηκαν από τους Δυτικούς επισκόπους, όχι όμως και ο αφορισμός της αδελφής Εκκλησίας.
Το ζήτημα όμως εξακολουθούσε να υπάρχει. Για τον καθορισμό λοιπόν του Πασχαλίου, καταρτίστηκαν κατά τον 3ο αι. οι λεγόμενοι Πασχαλινοί Κανόνες, πρώτα στη Δύση (κανόνας του επισκόπου Ιππολύτου) και στα μέσα του ίδιου αιώνα από τον Διονύσιο Αλεξανδρείας (195-265), που πρότεινε έναν κανόνα για τον υπολογισμό της πασχαλινής πανσελήνου, βασισμένο σε 99 σεληνιακούς μήνες εντός κύκλου 8 ετών (οκταετηρίδα). Τελικά, με προτροπή του Μεγάλου Κωνσταντίνου (325), η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, στη Νίκαια της Βιθυνίας, καθόρισε τον εορτασμό της μεγάλης αυτής γιορτής της χριστιανοσύνης.
Των Στράτου Θεοδοσίου
Μάνου Δανέζη
Επικ. καθηγητών Αστροφυσικής
στο Τμήμα Φυσικής
του Πανεπιστημίου Αθηνών
ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ: ΠΑΣΧΑ ΕΟΡΤΩΝ ΕΟΡΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου