Ο δρόμος προς την ελευθερία
Ξεκίνησε από την απόλυτη αφάνεια, ως πολίτης δεύτερης κατηγορίας και
απόκληρος μεταξύ αποκλήρων, για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου,
εξασφαλίζοντας μια θέση συμβόλου εκεί ψηλά στο πάνθεον με τους
«αθάνατους» της σύγχρονης ιστορίας.
Χρειάστηκε βέβαια πρώτα να περάσει διά πυρός και σιδήρου, γεγονός που
ωστόσο δεν τον λύγισε. Αντιθέτως, ενίσχυσε το άστρο του μετατρέποντας
τον ίδιο σε πανανθρώπινο φάρο ελευθερίας. Για τον Νέλσον Μαντέλα, ο
δρόμος προς την ελευθερία ήταν όντως μακρύς και γεμάτος περιπέτειες,
όπως άλλωστε περιγράφει και ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του με τον τίτλο
«Ο Μακρύς Δρόμος προς την Ελευθερία». Για την ακρίβεια, η συγκεκριμένη
πορεία διήρκεσε επισήμως 46 χρόνια (1944-1990) από τα οποία τα 27
(1962-1990) εκτυλίχθηκαν πίσω από τα σίδερα της φυλακής, τα 18 εξ αυτών
σε ένα κελί μόλις τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων που πλέον έχει μείνει
στην ιστορία ως «κελί πέντε».
Κι όμως, ο άνθρωπος που νίκησε το
απαρτχάιντ γεννήθηκε αφανής μεταξύ αφανών σε ένα μικρό και ξεχασμένο
χωριό της ΝΑ Αφρικής, τόσο ξεχασμένο που σπανίως πατούσε εκεί πόδι
λευκού αποικιοκράτη. Αν και «αριστοκρατικής» καταγωγής (ο προπάππος του
ήταν βασιλιάς τοπικής φυλής), ο μικρός Μαντέλα μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια
εκτελώντας χρέη... βοσκού. Από την οικογένειά του, ήταν ο πρώτος που
πήγε σχολείο ενώ στο σχολείο ήταν που, έπειτα από πρωτοβουλία της
δασκάλας του, αυτός «βαφτίστηκε» Νέλσον (από Ρολιχλαχλά που ήταν το
αρχικό του όνομα) προκειμένου να ταιριάξει στο δυτικόφερτο περιβάλλον.
Στην τρυφερή ηλικία των 9 ετών ο Νέλσον έμεινε ορφανός από πατέρα και
στα 22 του, αφού πρώτα αρνήθηκε να παντρευτεί τη γυναίκα που του
υπέδειξαν στο πλαίσιο συνοικεσίου, το έσκασε στο Γιοχάνεσμπουργκ. Εκεί,
εργάστηκε αρχικά ως νυχτοφύλακας σε ορυχεία και εν συνεχεία ως
μαθητευόμενος στο δικηγορικό γραφείο ενός φιλελεύθερου Εβραίου όπου
έμελλε να έρθει σε πρώτη επαφή και με την κομμουνιστική ιδεολογία. Σπίτι
του ήταν ένα παράπηγμα χωρίς ηλεκτρικό και τρεχούμενο νερό σε μια από
τις αχανείς παραγκουπόλεις της νοτιοαφρικανικής μεγαλούπολης.
Τα φοιτητικά χρόνια
Σε πείσμα των αντιξοοτήτων, ο Μαντέλα συνέχισε τις σπουδές του. Μάλιστα, στη νομική σχολή του Γουίτγουότερσραντ που γράφτηκε ήταν μοναδικός μαύρος φοιτητής. Είχε δε να αντιμετωπίσει και έναν πρύτανη ο οποίος τον θεωρούσε λόγω του χρώματός του φυσικά ανίκανο να γίνει δικηγόρος. Κι όμως, ο Μαντέλα τον διέψευσε στην πράξη. Οχι απλά πήρε το πτυχίο του αλλά προχώρησε ακόμη παραπέρα, ανοίγοντας το πρώτο δικηγορικό γραφείο στη χώρα με ιδιοκτήτες μαύρους. Εν τω μεταξύ βέβαια, ο Νέλσον είχε ήδη (από τα μέσα της δεκαετίας του 1940) ενταχθεί στις τάξεις του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου (ANC) αναλαμβάνοντας μάλιστα και την ηγεσία της νεολαίας του κόμματος που προπαγάνδιζε υπέρ των δικαιωμάτων των μαύρων. Ο Μαντέλα συνελήφθη για πρώτη φορά το 1952 κατηγορούμενος ως κομμουνιστής. Η δεύτερη σύλληψη ήρθε τον Δεκέμβριο του 1956 (με την κατηγορία της ύψιστης προδοσίας) και έβαλε τον Μαντέλα σε μια δικαστική περιπέτεια που, αν και δεν οδήγησε σε καταδίκη, έμελλε να κρατήσει πέντε χρόνια.
Η αρχή της δεκαετίας του 1960 βρήκε τη Ν. Αφρική στα πρόθυρα του
εμφυλίου. Οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν ανοίξει πυρ εναντίον μαύρων
διαδηλωτών σκοτώνοντας 69 και τραυματίζοντας εκατοντάδες. Σε αντίδραση,
οι μαύροι βγήκαν στους δρόμους και συγκρούστηκαν βίαια με το λευκό
κατεστημένο. Οσο για τον ίδιο τον Μαντέλα, αυτός βγήκε στην παρανομία
και μεταμφιεσμένος σε σοφέρ, κηπουρό και θυρωρό, άρχισε να προωθεί τον
ένοπλο αγώνα στρατολογώντας μέλη και οργανώνοντας επιθέσεις.
Το
1961 ίδρυσε τη «Λόγχη του Εθνους» (το στρατιωτικό σκέλος του ANC) και
έφυγε στο εξωτερικό, σε Αλγερία και Αιθιοπία, προκειμένου να λάβει
στρατιωτική εκπαίδευση. Κατά την επιστροφή του στη χώρα, τον Αύγουστο
του 1962, συνελήφθη και οδηγήθηκε στη φυλακή κατηγορούμενος για
υποκίνηση εργατών σε απεργιακές κινητοποιήσεις και απόπειρα παράνομης
εξόδου από τη χώρα (θα ακολουθούσε άλλη μια καταδίκη το 1964, ετούτη τη
φορά σε ισόβια κάθειρξη, με την κατηγορία της απόπειρας ανατροπής της
κυβέρνησης).
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ Η νομιμοποίηση του ANC και η εκλογή στην προεδρία
Τα έτη από το 1962 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο Μαντέλα τα
πέρασε στις φυλακές του νησιού Ρόμπεν, σε ένα κελί μόλις πέντε
τετραγωνικών μέτρων. Το μέγεθος του κελιού, ωστόσο, δεν ήταν το
μεγαλύτερο πρόβλημα μέσα στη φυλακή. Από τις επτά έως τις έντεκα κάθε
πρωί, επτά ημέρες την εβδομάδα, ο Μαντέλα έσπαγε πέτρες κάτω από τον
ήλιο χωρίς καν να του επιτρέπεται να φοράει γυαλιά, γεγονός που έμελλε
να τραυματίσει ανεπανόρθωτα την όρασή του. Τα βράδια μελετούσε νομικά,
με στόχο να αποκτήσει πτυχίο εξ αποστάσεως (πράγμα που κατάφερε), ενώ οι
μοναδικές του επαφές με τον έξω κόσμο ήταν ένα γράμμα και μία επίσκεψη
(κι αυτά λογοκριμένα) κάθε... εξάμηνο. «Οι δυσκολίες κάποιους άνδρες
τους λυγίζουν, αλλά κάποιους άλλους τους κάνουν άνδρες», έγραφε σε
επιστολή προς τη γυναίκα του από το νησί Ρόμπεν το 1975.
Στην
πορεία, οι συνθήκες κράτησης βελτιώθηκαν ελαφρώς και ο Μαντέλα
μεταφέρθηκε σε άλλες φυλακές. Στις αρχές του 1985 η κυβέρνηση της χώρας
τού προσέφερε την ελευθερία του, ζητώντας του ωστόσο ως προϋπόθεση να
αποκηρύξει τον ένοπλο αγώνα. Η απάντησή του ήταν άμεση και αρνητική.
«Μόνο οι ελεύθεροι μπορούν να διαπραγματεύονται», είχε διακηρύξει τότε.
Να σημειωθεί πως την περίοδο εκείνη ο Μαντέλα δεν ήταν ακόμη ο κοινά
αποδεκτός ήρωας που είναι σήμερα. Αντιθέτως, ο Ρόναλντ Ρίγκαν τον είχε
κατατάξει στη λίστα με τους τρομοκράτες και ο Ντικ Τσένεϊ (τότε
βουλευτής των Ρεπουμπλικάνων) ζητούσε την παραμονή του στη φυλακή.
Οι κοσμοϊστορικές εξελίξεις στα τέλη της δεκαετίας του 1980 (κατάρρευση
της ΕΣΣΔ κ.ά.) έφεραν αλλαγές και στην Αφρική. Το 1989 ο Πίτερ Μπότα
αντικαταστάθηκε στην προεδρία από τον Φρεντερίκ Ντε Κλερκ, ο οποίος
λίγους μήνες μετά, θα απελευθέρωνε τον Μαντέλα και θα νομιμοποιούσε το
ANC. Οι δυο τους θα μοιράζονταν το Νόμπελ Ειρήνης του 1993. Το 1994,
στις πρώτες πολυφυλετικές εκλογές της Νοτίου Αφρικής, ο Μαντέλα θα
έγραφε ιστορία ως ο πρώτος μαύρος, δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της
χώρας (αξίωμα που θα διατηρούσε έως το 1999).
Ως πρόεδρος ο
Μαντέλα θα έδειχνε αξιομνημόνευτη συμφιλιωτική διάθεση απέναντι στους
πρώην βασανιστές του. Μάλιστα, όλοι συμφωνούν πως χάρη σε αυτόν είναι
που παρέμεινε η χώρα ενωμένη. Αξιομνημόνευτη (και ιδιαιτέρως επίκαιρη
στα καθ' ημάς) είναι η φράση από την αυτοβιογραφία του: «κανείς δεν
γεννήθηκε να μισεί τον άλλον για το χρώμα του δέρματός του ή το
περιβάλλον του ή τη θρησκεία του. Οι άνθρωποι... εάν μπορούν να
μαθαίνουν να μισούν, μπορούν να μαθαίνουν και να αγαπούν γιατί η αγάπη
έρχεται πιο φυσικά από το μίσος». Ανησυχητικά επίκαιρη είναι και μια
φράση από την ομιλία του στο ευρωκοινοβούλιο το 1990: «ο μεγάλος θυμός
και η βία δεν μπορούν ποτέ να χτίσουν ένα έθνος».
Σε προσωπικό
επίπεδο, ωστόσο, ο Αφρικανός δεν κατάφερε (ή μάλλον δεν θέλησε) να είναι
το ίδιο συμφιλιωτικός. Ο Μαντέλα παντρεύτηκε τρεις φορές. Η πρώτη ήταν
στα 26 του και η τελευταία στα... 80. Τα παιδιά του ωστόσο μιλούν για
έναν ψυχρό πατέρα και οι γυναίκες του για ένα μουρντάρη (σε μερικές
περιπτώσεις μάλιστα βίαιο) σύζυγο που είχε αδυναμία στο ωραίο φύλο (εξ
ου και οι εξωσυζυγικές σχέσεις) και τα ακριβά ρούχα. «Δεν είμαι
άγγελος», παραδεχόταν ο ίδιος όταν άκουγε να τον ωραιοποιούν.
gskafidas@pegasus.gr
http://www.ethnos.gr
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΙΖΟΣ :
Ο "Μαντίμπα" που γνώρισα...
Ενα τεράστιο πλήθος συγκεντρώθηκε στους δρόμους της Νοτίου Αφρικής για
να εκφράσει τον σεβασμό και την αγάπη του στον πρώτο μαύρο πρόεδρο της
χώρας, τον «Μαντίμπα» που έσπασε το καθεστώς του απαρτχάιντ και
άλλαξε τον ρου της Ιστορίας για εκατομμύρια ανθρώπους.
Στις γειτονιές του Σοβέτο τραγουδούσαν κοντά στην παλιά του κατοικία κρατώντας τη σημαία της χώρας. Ο εμβληματικός αγώνας ανέδειξε τον Νέλσον Μαντέλα ως μια παγκόσμιας εμβέλειας φυσιογνωμία.
Κάπου ανάμεσα στο πλήθος βρισκόταν και ο συνοδοιπόρος του Μαντέλα από τα νεανικά χρόνια, ο κ. Γιώργος Μπίζος. Πιστός φίλος και συνεργάτης. Είναι ο άνθρωπος που ξεκίνησαν μαζί τον νομικό αγώνα για τα δικαιώματα του ανθρώπου, ο δικηγόρος ο οποίος τον υπερασπίστηκε αξιοποιώντας γνώση από τη δίκη του... Σωκράτη. Ο θάνατος του Μαντέλα σε ηλίκια 95 ετών συγκέντρωσε τα βλέμματα όλου του κόσμου και προκάλεσε τη συγκίνηση σε κάθε άκρη του πλανήτη. Ηταν από τις ελάχιστες περιπτώσεις προσωπικοτήτων που είχαν κερδίσει την παγκόσμια αποδοχή.
«Ηταν ο άνθρωπος που έφερε στο προσκήνιο τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο ίδιος ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει την ελευθερία του, ακόμα και τη ζωή του, για να αποκτήσουν όλοι ανθρώπινα δικαιώματα», λέει ο κ. Γιώργος Μπίζος στο «Εθνος της Κυριακής» λίγες ώρες μετά τον θάνατο του Νέλσον Μαντέλα.
Στις γειτονιές του Σοβέτο τραγουδούσαν κοντά στην παλιά του κατοικία κρατώντας τη σημαία της χώρας. Ο εμβληματικός αγώνας ανέδειξε τον Νέλσον Μαντέλα ως μια παγκόσμιας εμβέλειας φυσιογνωμία.
Κάπου ανάμεσα στο πλήθος βρισκόταν και ο συνοδοιπόρος του Μαντέλα από τα νεανικά χρόνια, ο κ. Γιώργος Μπίζος. Πιστός φίλος και συνεργάτης. Είναι ο άνθρωπος που ξεκίνησαν μαζί τον νομικό αγώνα για τα δικαιώματα του ανθρώπου, ο δικηγόρος ο οποίος τον υπερασπίστηκε αξιοποιώντας γνώση από τη δίκη του... Σωκράτη. Ο θάνατος του Μαντέλα σε ηλίκια 95 ετών συγκέντρωσε τα βλέμματα όλου του κόσμου και προκάλεσε τη συγκίνηση σε κάθε άκρη του πλανήτη. Ηταν από τις ελάχιστες περιπτώσεις προσωπικοτήτων που είχαν κερδίσει την παγκόσμια αποδοχή.
«Ηταν ο άνθρωπος που έφερε στο προσκήνιο τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο ίδιος ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει την ελευθερία του, ακόμα και τη ζωή του, για να αποκτήσουν όλοι ανθρώπινα δικαιώματα», λέει ο κ. Γιώργος Μπίζος στο «Εθνος της Κυριακής» λίγες ώρες μετά τον θάνατο του Νέλσον Μαντέλα.
Στον Παρθενώνα και το Σούνιο
Μαζί οι δύο φίλοι είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα πριν από περίπου μία δεκαετία. Το 2002 έμειναν για δύο εβδομάδες στη χώρα μας, επισκέφθηκαν διάφορες περιοχές, ενώ ο Μαντέλα θαύμασε τον Παρθενώνα και αγνάντευε το Αιγαίο από τον ναό του Σουνίου.
«Είχε μάθει για τον Ελληνισμό και έλεγε ότι η Ελλάδα είναι η μητέρα της Δημοκρατίας και ότι ευχόταν πως η Νότιος Αφρική να είναι μία από τις καλές θυγατέρες της», εξιστορεί ο κ. Μπίζος. Ο αγώνας του ήταν πολυποίκιλος και σε διάφορα μέτωπα, καθώς η μεταβατική περίοδος ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη, εκτιμά ο Ελληνας συνεργάτης του.
«Η προσφορά του ήταν ότι κατάφερε να αποσοβήσει έναν εμφύλιο πόλεμο στη Νότιο Αφρική. Ηταν μια ειρηνική απόφαση που έσωσε πολλές ψυχές. Ισως δεν κατορθώσαμε να ζήσουμε όλοι, όπως πρέπει -διότι έχουμε φτώχεια και άλλα προβλήματα- αλλά το μεγάλο του έργο ήταν ότι απέτρεψε τη σφαγή ανθρώπων.
Εφερε στο προσκήνιο τα ανθρώπινα δικαιώματα, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουμε ένα πολύ καλό Σύνταγμα. Γενικώς, η Δημοκρατία μας προστατεύει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Ασφαλώς αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια προκειμένου να κάνουμε τα πράγματα λίγο καλύτερα για όλους», επισημαίνει ο κ. Γ. Μπίζος.
Η φωνή του Ελληνα δικηγόρου από τη Νότιο Αφρική είναι γεμάτη συγκίνηση όταν μιλά για τον επί δεκαετίες επιστήθιο φίλο του με τον οποίο συνδέθηκαν μέσα από κοινούς αγώνες και στόχους.
Κοινός αγώνας
«Η γνωριμία μας έγινε το 1948 στο πανεπιστήμιο. Εκείνος ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερος από εμένα αλλά άρχισε αργά τη Νομική. Γνωριστήκαμε φοιτητές και έπειτα συνεργαστήκαμε ως δικηγόροι σε διάφορες υποθέσεις, αντιμετωπίζοντας τη νομοθεσία του απαρτχάιντ τότε. Αθωώθηκαν πολλοί άνθρωποι χάρη σε αυτόν, αλλά ο ίδιος τελικώς το πληρωσε ακριβά με 27 χρόνια στη φυλακή. Από την εποχή που ήμασταν φοιτητές θυμάμαι ότι το όνειρό του ήταν η απελευθέρωση του καταπιεσμένου κόσμου στη Νότιο Αφρική. Ηθελε την ψήφο, την ελευθερία, ήθελε να καταργηθούν οι νόμοι που έκαναν τους λευκούς αθώους και τους μαύρους καταδικασμένους», εξηγεί ο κ. Μπίζος για την περίοδο του απαρτχάιντ, όταν το χρώμα του δέρματος ήταν καθοριστικό για το τότε καθεστώς σχετικά με την αντιμετώπιση των ανθρώπων σε κάθε έκφανση της δημόσιας ζωής.
«Ο Μαντέλα τα κατάφερε όλα αυτά. Ομως, είναι και κάτι άλλο σημαντικό. Είναι ένα παράδειγμα που έδωσε: ο επαναστάτης να μη θέλει να γίνει δικτάτορας ούτε εθνοσωτήρας. Με αυτό το σκεπτικό κάθισε μόνο για μία θητεία ως πρόεδρος της χώρας, αν και τον πίεζαν να συνεχίσει και για μία δεύτερη, όπως είχε το δικαίωμα. Οχι, έλεγε, θέλω να δώσω το παράδειγμα, όχι μόνο στη Νότιο Αφρική, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, ότι η εξουσία δεν είναι η περιουσία ενός ανθρώπου», καταλήγει ο πιστός φίλος και συνεργάτης του «Μαντίμπα», Γ. Μπίζος.
Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ
Με έμπνευση από.... Σωκράτη έσωσε τον Νέλσον
Με έμπνευση από.... Σωκράτη έσωσε τον Νέλσον
Σήμερα, σε ηλικία 85 ετών, ο Γιώργος Μπίζος εξακολουθεί να αγωνίζεται για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Οπως έκανε πρόσφατα στη μεγάλη δίκη για τον θάνατο 34 απεργών στα ορυχεία από τις δυνάμεις ασφαλείας. Η «Οδύσσεια» του Γ. Μπίζου ξεκίνησε στο Βασιλίτσι της Μεσσηνίας το 1928. Τον Οκτώβριο του 1941, στην αρχή της Κατοχής, ο πατέρας του είχε προστατεύσει επτά Νεοζηλανδούς στρατιώτες από τους ναζί. Με μια μικρή ψαρόβαρκα προσπάθησε να τους μεταφέρει στην Κρήτη και ύστερα από τρεις ημέρες, μέσα στα κύματα, ένα συμμαχικό πλοίο τούς μετέφερε στην Αλεξάνδρεια. Ηταν μόλις 13 ετών όταν μαζί με τον πατέρα του αποβιβάστηκαν στο λιμάνι του Ντέρμπαν χωρίς να μιλούν αγγλικά και με ελάχιστα χρήματα. Ο νεαρός Τζορτζ ασφαλώς δεν φανταζόταν ότι το όνομά του θα είχε συνδεθεί με τον αγώνα για την ελευθερία και τον Νέλσον Μαντέλα.
Η υπόθεση που τον έκανε διάσημο
Η φήμη του εκτινάχθηκε όταν ανέλαβε την υπεράσπιση του Μαντέλα στην περίφημη δίκη της Ριβόνια το 1963. Ο ίδιος ο κ. Μπίζος έχει αφηγηθεί κατά καιρούς τη βασική ιδέα της υπερασπιστικής γραμμής χάρη στην οποία ο Μαντέλα γλίτωσε την καταδίκη σε θάνατο. «Πρότεινα στον Νέλσον να πει ότι ήλπιζε να ζήσει και να υλοποιήσει τα ιδανικά του, αλλά αν χρειαζόταν ήταν έτοιμος να πεθάνει. Συμφωνήσαμε σε αυτό. Αυτό που επηρέασε την πρότασή μου ήταν η ιδέα ότι ο Σωκράτης ίσως να είχε σωθεί αν δεν είχε προκαλέσει με τόσο αποφασιστικό τρόπο τους Αθηναίους ενόρκους. Επεισα τον Μαντέλα να προσθέσει το -εάν είναι αναγκαίο- ώστε η δήλωσή του να μην εκληφθεί από το καθεστώς ως πρόθεση να γίνει μάρτυρας και καταδικαστεί σε θάνατο αντί για φυλάκιση».
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου