Γιατί
δεν έπρεπε να εκραγεί η ατομική βόμβα στην
Χιροσίμα
Οι σοφοί που ελευθέρωσαν τη δύναμη του
ατόμου προσπάθησαν να εμποδίσουν την καταστροφή της Χιροσίμα αλλά ο κίτρινος
φάκελος που περιείχε την έκκληση τους δεν έφτασε ποτέ στον Πρόεδρο τον ΗΠΑ.
ΔΕΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΚΡΑΓΕΙ
Το άρθρο αυτό τον Φλέτσερ Νέμπελ και Τσαρλς
Μπαίηλευ δημοσιεύτηκε στις 13 Αυγούστου 1963 στο αμερικανικό περιοδικό Λουκ. Οι δύο
συγγραφείς του είχαν από το 1959 ζήτηση την άδεια να συμβουλευτούν τα μυστικά
αρχεία των ατομικών σχεδίων τον ΗΠΑ αλλά δεν τους δόθηκε. Επανέλαβαν την αίτησή
τους μετά την εκλογή του Κένεντι στις αρχές του 1961 αυτή τη φορά τους
επέτρεψαν να συμβουλευτούν ένα μέρος των αρχείων υπό τον όρο ότι οι σημειώσεις
τους θα ελέγχονταν και θα υπέβαλλαν το άρθρο τους στο υπουργείο Αμύνης στο
State Department και στην Eπιτροπή Aτομικής Eνέργειας πριν το δημοσιεύσουν. Oι σημειώσεις τους πέρασαν από λογοκρισία. Tο άρθρο τους υποβλήθηκε στις αρχές την 31η
Οκτωβρίου 1961 και το State Department απαγόρευσε την δημοσίευσή του. H άδεια της δημοσίευσης δόθηκε τελικά στις
13 Ιουνίου 1963. Δεν είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι το State
department απέσυρε το βέτο του τη στιγμή που ο Κένεντι ετοιμαζόταν να υπογράψει
με τον Κρούτσεφ, τότε πρόεδρο της Σοβιετικής Ένωσης, μία συμφωνία για την απαγόρευση των ατομικών
δοκιμών. Η προβολή της μάχης που προηγήθηκε της εξ απολύσεως της πρώτης
ατομικής βόμβας επρόκειτο να συμβάλει στη δημιουργία ευνοϊκού κλίματος στις
Ηνωμένες Πολιτείες για την υπογραφή αυτής της συμφωνίας.
Όταν ο Χάρυ Τρούμαν διέταξε να ριφθεί στην
Ιαπωνία η πρώτη ατομική βόμβα προκάλεσε συγχρόνως μία διαμάχη που θα διαρκεί
όσο υπάρχουν άνθρωποι για να γράφουν την ιστορία. Κανένας δεν μπορεί να
αμφισβητήσει τα κίνητρα και την τιμιότητα των ανθρώπων που πήραν αυτήν την
μοιραία απόφαση. Τρία χρόνια σκληρών και αιματηρών μαχών είχαν περάσει. Ωστόσο ένα ερώτημα απασχόλησε όλους εκείνους
που μελέτησαν αυτήν την υπόθεση. Αυτοί που κρατούσαν στα χέρια τους την ατομική
δύναμη, δηλαδή οι ατομικοί επιστήμονες, είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν χωρίς
περιορισμούς τις απόψεις τους; Και να η
απάντηση πού κρυβόταν ως τώρα πίσω από το πέπλο του μυστηρίου, που κάλυπτε τα ατομικά σχέδια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Μπροστά στο σοβαρότερο ηθικό δίλημμα που
γνώρισε η ανθρωπότητα ο πρόεδρος Τρούμαν δεν μπόρεσε ποτέ να λάβει γνώση των
αναφορών των πολυάριθμων Αμερικανών ατομικών επιστημόνων που αντιτάχθηκαν στο
σχέδιο εξ απολύσεως της ατομικής βόμβας,
χωρίς προειδοποίηση, εναντίον της Χιροσίμα. Αυτή την εκπληκτική απάντηση
προσφέρουν τα επίσημα αρχεία του σχεδίου Μανχάταν.
Τα επίσημα ντοκουμέντα αναφέρουν σημείο
προς σημείο τις μάταιες προσπάθειες που ανέπτυξαν οι επιστήμονες των μεγάλων
ατομικών εργαστηρίων του Σικάγου και του Ωκ Ριτζ, για να μεταπείσουν τον Τρούμαν
ώστε να μην δοκιμάσει στην Ιαπωνία την τρομακτική ισχύ της πυρηνικής ενέργειας. Η διαμάχη εξελίχθηκε σε
μία ατμόσφαιρα που οι σημερινοί κατήγοροι κρίνουν σκόπιμο να την αγνοούν. Δεν
πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε την κυριότερη φροντίδα του προέδρου και των συμβούλων
του, πού ήταν ο μεγάλος αριθμός των αμερικανών στρατιωτών, τους οποίους οι
Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να θυσιάσουν, σε περίπτωση κατά μέτωπον επίθεσης για
την εξουδετέρωση της Ιαπωνίας.
Στις 18 Ιουνίου 1945 συνήλθε στο Λευκό Οίκο
ένα πολεμικό συμβούλιο. Ο στρατηγός
Τζορτζ Μάρσαλ αρχηγός του επιτελείου του στρατού ανήγγειλε ότι κατά τη γνώμη
του μία εισβολή στην Ιαπωνία θα έθετε εκτός μάχης 31.000 άνδρες μόνον κατά τον
πρώτο μήνα των επιχειρήσεων. Ορισμένοι στρατιωτικοί στρατηγοί έδειξαν ακόμα
περισσότερη απαισιοδοξία. Ο ναύαρχος
Έρνεστ Κινγκ (Ernest Joseph King) αρχηγός των ναυτικών επιχειρήσεων υπολόγιζε ρεαλιστικότερη σε 31.000 έως 42.000
τις απώλειες μόνον για την κατάκτηση της νήσου Kyushu, δηλαδή κατά την πρώτη
από τις δύο επιθέσεις, που προβλέπονταν εναντίον της Ιαπωνίας. Ο ναύαρχος Ουίλιαμ Λίχι (William D. Leahy) αρχηγός του επιτελείου του προέδρου σκεπτόταν
ότι οι απώλειες θα μπορούσαν να φτάσουν στα 35% των 766 χιλιάδων ανδρών που
περιελάμβαναν οι δυνάμεις εισβολείς. Τέλος
ο υπουργός των στρατιωτικών Χένρυ Στίμσον (Henry Stimson) ανέβαζε σε ένα
εκατομμύριο τις ενδεχόμενες απώλειες, αν η Ιαπωνία ανθίστατο μέχρι τέλους.
Η Ουάσιγκτον και ολόκληρη η χώρα είχαν
κουραστεί από την αιματοχυσία. Το να κερδίσουν γρήγορα τον πόλεμο, με τις
ελάχιστες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, γινόταν ο υπ’ αριθμόν ένα αντικειμενικός
σκοπός. Ο Χάρι Τρούμαν δήλωσε στους στρατιωτικούς
αρχηγούς του, ότι οι διαταγές του θα δίδονταν
με «σκοπό να σωθούν όσον το δυνατόν περισσότερες αμερικανικές ζωές». Ήλπιζε
να αποφύγει μία γενικοποιημένη Οκινάουα,
από την μία ως την άλλη άκρη της Ιαπωνίας.
Έτσι αυτοί που του έθεταν το πρόβλημα της
χρησιμοποίησης της ατομικής βόμβας έβρισκαν τους λιγότερο υπεύθυνους και εχθρικά
διατιθέμενος προς κάθε απόφαση παρατάσεως του πολέμου. Ωστόσο η διαμάχη
συνεχιζόταν πίσω από το τείχος μυστικότητας του σχεδίου Μανχάταν.
Μολονότι αυτή η ιστορία είναι παλιά
διατηρεί πάντα την επικαιρότητα της. Γι’
αυτό και η έως τώρα μυστηριώδης μάχη, είναι το φόντο της διαμάχης που διαιρεί
τον κόσμο στο θέμα των ατομικών εξοπλισμών και πού κατέληξε στην υπογραφή των
συμφωνιών της Μόσχας. Από τα αρχεία, που
για πολλά χρόνια κρατήθηκαν μυστικά, βγαίνει ότι, πριν ακόμα να είναι βέβαιοι
ότι η τρομερή εφεύρεση τους θα λειτουργούσε, οι ατομικοί επιστήμονες είχαν
προβλέψει το δίλημμα στο οποίο έθεταν την ανθρωπότητα.
Ο ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
Η πρώτη μεγάλη ηθική μάχη της ατομικής
εποχής δόθηκε μεταξύ δύο ανδρών εξίσου αποφασιστικών. Μεταξύ ενός επιστήμονα που είχε καταφύγει
στην Αμερική και ενός στρατηγού. Σε
αυτόν τον μυστικό πόλεμο έλαβαν μέρος και άλλοι, αλλά ο επιστήμων και ο
στρατηγός έμειναν τα σύμβολά του.
Αντίπαλος της βόμβας ο Λέο Τσιλαρντ (Leo
Szilard). Λαμπρός επιστήμονας ουγγρικής καταγωγής ο Τσιλαρντ σπούδασε στο
Βερολίνο, αλλά κατέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν ο Χίτλερ κατέλαβε την
εξουσία. Περισσότερο από κάθε άλλον
επιστήμονα, αυτός έπεισε τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ να δώσει προτεραιότητα στις
έρευνες για την ατομική βόμβα. Μαζί με
τον Enrico Fermi, έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο, στο
πανεπιστήμιο του Σικάγου, στην εξέλιξη της πρώτης ελεγχόμενης πυρηνικής αντίδρασης.
Οπαδός της ατομικής βόμβας ήταν ο ταξίαρχος
Λέσλι Ρίτσαρντ Γκροουβς (Leslie R.
Groves, Jr), στρατιωτικός μηχανικός της σχολής του West Point. Αυτός κατασκεύασε το πεντάγωνο πριν αναλάβει
τη διεύθυνση του μηχανικού τμήματος του πρότζεκτ Μανχάταν που επρόκειτο να
κατασκευάσει την ατομική βόμβα. Ψηλός κομψός και τολμηρός, βρέθηκε επικεφαλής
ενός στρατού επιστημόνων, τεχνικών και Αξιωματικών για να πραγματοποιήσει το
κατόρθωμα που επρόκειτο να αλλάξει για πάντα την όψη του κόσμου.
Οι
δύο άνδρες ζουν πάντοτε (σημ. kgrek Σεπτ. 1963) και επιμένουν στα επιχειρήματά
τους. Ο Τσιλαρντ στα 65 του χρόνια και ο
Γκροουβς στα 66 στέκονται στις θέσεις που υιοθέτησαν πριν από 18 χρόνια. Ο Γκροουβς πιστεύει πάντοτε ότι η απόφαση που
πάρθηκε ήταν καλή. Ο Τσιλαρντ κρίνει ότι ήταν κακή. Ιδού όμως πως μας αποκαλύπτουν τα ντοκουμέντα
του σχεδίου Μανχάταν τα μεγάλα στάδια αυτής της επικής μάχης.
Πολλές αναφορές και δηλώσεις, ως επί το
πλείστον αντίθετες με την άνευ περιορισμού χρησιμοποίηση της ατομικής βόμβας
εναντίον της Ιαπωνίας δεν έφτασαν ποτέ στα χέρια του προέδρου Τρούμαν. Και όμως αυτές οι αναφορές απευθύνονταν
προσωπικά σ’ αυτόν και ο Συνταγματάρχης Κένεθ Νίκολς (Kenneth David Nichols),
αρχηγός της παραγωγής στο σχέδιο Μανχάταν, είχε πίεση τον Γκροουβς Να
παρουσιαστούν αυτές οι αναφορές στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών με τα
κατάλληλα σχόλια.
Ο κυριότερος Αμερικανός στρατιωτικός
αρχηγός του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο στρατηγός Τζορτζ Μάρσαλ, ζήτησε να
μην χρησιμοποιηθεί η ατομική βόμβα εναντίον της Ιαπωνίας, χωρίς να ειδοποιηθεί
προηγουμένως αυτή η χώρα. Ο Μάρσαλ
δήλωσε: «Θα αποφύγουμε έτσι την
κατακραυγή πού θα ξεσπάσει η χρησιμοποίηση ενός τέτοιου όπλου». Οι απόψεις του δεν υιοθετήθηκαν.
Είναι φανερό ότι μόνον μερικές
αντιτιθέμενες δηλώσεις έφτασαν ως τον Τρούμαν και μεταξύ αυτών το κατηγορητήριο
που απηύθυνε εναντίον της βόμβας ο Οσβαλντ Μπριούστερ (Oswald C. Brewster) ένας
από τους συνεργάτες του σχεδίου Μανχάταν. «Δεν πρέπει να επιτρέψετε την ύπαρξη
στη γη ενός τέτοιου όπλου» έγραφε. Ο Ραλς Μπαρντ Υφυπουργός των ναυτικών έδωσε
επίσης αντίθετη γνώμη κρίνοντας ότι έπρεπε να ειδοποιηθούν οι Ιάπωνες.
Από
τις 30 Σεπτεμβρίου 1944 πολλούς μήνες πριν δοκιμαστεί το πρώτο ατομικό εγχείρημα
και πριν ακόμα οι ειδικοί του σχεδίου να είναι βέβαιοι ότι θα λειτουργούσε δύο
επιφανείς Αμερικανοί ο Τζαίημς Κοναντ (James Bryant Conant) πρύτανης του
πανεπιστημίου Χάρβαρντ και ο Βανεβάρ Μπους (Vannevar Bush) πρόεδρος του OSRD στη διάρκεια του πολέμου ειδοποιούσαν τον Υπουργό των στρατιωτικών Χένρυ Στίμσον
(Henry Stimson) και επέσυραν την προσοχή του επί της δυνατότητος υπέρ-υπέρ-βομβών
που θα μπορούσαν να σταλούν με
τηλεκατευθυνόμενα βλήματα. Ζητούσαν επίμονα όπως η αμερικανική κυβέρνηση κάνει
επίδειξη της πρώτης ατομικής βόμβας προς την Ιαπωνία πριν τη χρησιμοποιήσει
εναντίον της.
Η προσωρινή επιτροπή που δημιουργήθηκε με
πρόταση του Χένρυ Στίμσον την άνοιξη του 1945 για να μελετήσει όλα τα
προβλήματα που έθετε η ύπαρξη της ατομικής βόμβας άρχισε τις εργασίες της με
την πεποίθηση ότι η βόμβα θα χρησιμοποιούταν όταν θα ήταν έτοιμη και δεν
εξέτασε ποτέ στα σοβαρά την άποψη αυτών που ήσαν εναντίον της χρησιμοποίηση της.
Σχεδόν όλοι οι Αμερικανοί που γνώριζαν το
πυρηνικό μυστικό, επιστήμονες, στρατιωτικοί, πολιτικοί φοβόντουσαν μία πιθανή
παράνομη ενέργεια της Ρωσίας, η οποία ήταν σύμμαχος τότε, και γι’ αυτό δεν έδειχναν
καμία διάθεση να αποκαλύψουν την πρόοδο στα θέματα ατομικής ενέργειας από τις
ΗΠΑ. Στο σημείο ήταν όλοι σύμφωνοι.
Δεν φαίνεται πουθενά στα ντοκουμέντα του
σχεδίου ότι ο Πρόεδρος Τρούμαν πήρε ποτέ θετικά και συγκεκριμένα την απόφασή
της εξαπόλυσης άμεσα της ατομικής βόμβας καθώς φαίνεται μάλλον ότι πίστευε πως
η βόμβα θα χρησιμοποιούταν μόλις ετοιμαζόταν. Tα ντοκουμέντα τείνουν να
επιβεβαιώσουν αυτήν την πρόσφατη δήλωση του Γκρόουβς σύμφωνα με την οποία ο Τρούμαν
ήταν όπως ένα μικρό παιδί που το έσερνε ένα έλκηθρο και που στην πραγματικότητα
δεν είχε ποτέ τη δυνατότητα να πει ναι το μόνο που μπορούσε να κάνει κατά τον Γκρόουβς
ήταν να πει όχι. Αυτό το όχι ο Πρόεδρος
δεν το πρόφερε ποτέ .
Ο Τζαίημς Κοναντ (James Bryant Conant) και
ο Βανεβάρ Μπους (Vannevar Bush) ήταν οι πρώτοι που έριξαν φως στα ηθικά
προβλήματα που θα ξεσήκωνε η χρησιμοποίηση της ατομικής βόμβας μέσα από ένα
μακροσκελές γράμμα που απηύθυναν από κοινού στο Στίμσον στις 30 Σεπτεμβρίου
1944, δηλαδή 10 μήνες πριν η ατομική βόμβα κονιορτοποίησει τη Χιροσίμα.
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΔΕΙΞΗ
Αυτό το αξιόλογο γράμμα ζητούσε την
επιβολή διεθνούς ελέγχου επί της πυρηνικής ενέργειας για να εμποδιστεί μία
τρομακτική κούρσα εξοπλισμών. Μία παράγραφος αυτού του προφητικού γράμματος ανέφερε:
«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την δυνατότητα εξαπολύσεως εναντίον εχθρικών στόχων
είτε βομβών που βρίσκονται τώρα υπό μελέτη, είτε μιας υπέρ-υπέρ-βόμβας με
αεροπλάνα, πυραύλους η τηλεκατευθυνόμενα βλήματα».
Ο Τζαίημς Κοναντ και ο Βανεβάρ Μπους ζήτησαν
να αποκαλυφθεί η ιστορία της ατομικής βόμβας στον κόσμο, μόλις θα δίνονταν οι
αποδείξεις της δύναμης της. Μία τέτοια επίδειξη έπρεπε να γίνει προ της αμέσου στρατιωτικής
χρησιμοποιήσεως της. Όπως ζητούσαν και σημείωναν, αυτή η επίδειξη θα μπορούσε
να γίνει σε εχθρικό έδαφος και ύστερα να
ειδοποιηθούν οι Ιάπωνες ότι η βόμβα θα χρησιμοποιηθεί εναντίον τους αν δεν
συνθηκολογήσουν αμέσως.
Η
μεγάλη διαμάχη που διαίρεσε την ατομική κοινότητα άρχισε κατά το χειμώνα του
1944 έως 1945 τη στιγμή που φαινόταν καθαρά ότι το ναζιστικό καθεστώς θα κατέρεε
πριν ετοιμαστεί η ατομική βόμβα. Μερικοί επιστήμονες εξεγέρθηκαν εναντίον της
ιδέας της χρησιμοποίησης της ατομικής βόμβας κατά της Ιαπωνίας η οποία φλεγόταν
κιόλας από τις βόμβες των Β-29. Οι άλλοι ήθελαν να εξαπολυθεί η ατομική βόμβα
μόνο για μία φορά για να επιταχυνθεί το τέλος της παγκόσμιου συρράξεως.
Μεταξύ των σπάνιων αντιβομβικών
ντοκουμέντων που έφτασαν ως τον Τρούμαν είναι και το τριών χιλιάδων λέξεων
γράμμα του Οσβαλντ Μπριούστερ ο οποίος γνώριζε τα μυστικά των ατομικών βομβών. Μολονότι
απευθυνόταν στον Πρόεδρο το γράμμα του Μπριούστερ δεν ταχυδρομήθηκε αλλά δόθηκε
σε ένα πράκτορα των υπηρεσιών ασφαλείας του σχεδίου Μανχάταν.
Μερικές
μέρες αργότερα έφτασε στο γραφείο του Στίμσον. Ο υπουργός των στρατιωτικών
εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ ώστε ζήτησε από το στρατηγό Μάρσαλ να διαβάσει αυτό το
αξιόλογο ντοκουμέντο, με την εκπληκτική λογική και ύστερα ο Στίμσον το έδωσε
προσωπικά το γράμμα αυτό στον πρόεδρο Τρούμαν και σημείωσε την ημερομηνία της
επιστροφής του από τον Λευκό Οίκο στο γραφείο του. Ήταν 2 Ιουνίου 1945.
Ο
Μπριούστερ υποστήριξε ότι αν η Αμερική
έπαιρνε την πρωτοβουλία της χρησιμοποίησης ατομικών όπλων ένας διεφθαρμένος και
λυσσασμένος δημαγωγός θα ζητούσε μία μέρα να κατακτήσει τον κόσμο με ατομικές βόμβες,
για να ικανοποιήσει την τρέλα του.
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε την ύπαρξη
παρόμοιου όπλου στη γη» έγγραφε στον Πρόεδρο, «δεν πρέπει να γίνουμε ο πιο
επίφοβος και ο πιο μισητός Λαός του κόσμου, όποιος και αν είναι οι καλές μας
προθέσεις μας. Όσο υπήρχε η γερμανική απειλή έπρεπε να δράσουμε όσο το δυνατό
γρηγορότερα για να θέσουμε τέλος σε αυτήν εφόσον όμως η γερμανική απειλή δεν
υπάρχει πια πρέπει να παραιτηθούμε από αυτό το σχέδιο».
Ο Μπριούστερ ζητούσε να γίνει μία επίδειξη προ των Ιαπώνων πριν η βόμβα χρησιμοποιηθεί πραγματικά. «Σας
ικετεύω κύριε» έγραφε « να μην απορρίψετε αυτά τα επιχειρήματα γιατί είμαι
άγνωστος και χωρίς επιρροή» και προσέθετε, «Ωστόσο υπάρχουν βεβαίως σ’ αυτή τη χώρα
άνθρωποι προς τους οποίους μπορείτε να στραφείτε και από τους οποίους μπορείτε
να ζητήσετε να μελετήσουν το πρόβλημα να συγκεντρώσουν τα γεγονότα και να
βγάλουν αμερόληπτα συμπεράσματα».
Μερικές
ημέρες αργότερα στις 28 Μαΐου ο Άρθουρ Χόλι Κόμπτον αρχηγός του μεταλλουργικού
τμήματος του σχεδίου Μανχάταν υπέβαλε στους ανωτέρους του μία δήλωση : «το πιο
επείγον ερώτημα που τίθεται», σημείωνε «είναι πως θα χρησιμοποιηθεί η πρώτη
ατομική βόμβα. Αυτό το ερώτημα ανήκει περισσότερο στους πολιτικούς παρά στους
στρατιωτικούς και πραγματικά θέτει για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας
το πρόβλημα της μαζικής καταστροφής». Εδώ ο στρατηγός Γκρόουβς σημείωσε στο
περιθώριο της δηλώσεως με μολύβι: «Ο μαζικός χαρακτήρας δεν λείπει τελείως μετά
από τις μαζικές επιδρομές εναντίον της Γερμανίας». Πρέπει επίσης να
αντιμετωπίσουμε τις πολιτικές συνέπειες με τέτοιες πράξεις επί του εχθρού, εκτός
αν η ολοκληρωτική καταστροφή του αποφασίστηκε αμετάκλητα. Αυτό το πρόβλημα ίσως
έχει γίνει κιόλας αντικείμενο της επισταμένης μελέτης που απαιτείται. Το
σημειώνω γιατί πρόκειται για ένα πρόβλημα που ανησύχησε τους ανθρώπους μας από
ανθρωπιστικής πλευράς.
Πριν ακόμα να συνέλθει επιτροπή η απαίτηση
της χρησιμοποίησης της βόμβας είχε ήδη τεθεί με υπόμνημα της 1ης Μαΐου 1945 που συντάχθηκε από
τον Χάρρισον και το Στίμσον και διατηρήθηκε στους φακέλους του αρχείου και
αποδεικνύει καθαρά την προαποφασισθείσα ενέργεια. «Δοθέντος ότι δεν μας μένει
αρκετός χρόνος προ της Στρατιωτικής χρησιμοποιήσεως της …… ορισμένα πράγματα
πρέπει να γίνουν τώρα πριν από την χρησιμοποίηση της αν θέλουμε να
απομακρύνουμε τον κίνδυνο σοβαρών αντανακλάσεων …. Και πιο κάτω ….. Όσο το δυνατόν γρηγορότερα,
μετά τη χρησιμοποίηση, θα χρειαστούμε να εξασφαλίσουμε τα μέτρα για να
αντιμετωπίσουμε και να αποκαταστήσουμε τους βασικούς ελέγχους που θα απαιτήσουν
η κατασκευή και η χρησιμοποίηση της βόμβας μετά τον πόλεμο.
Η «Προσωρινή Επιτροπή» συνήλθε 8 φορές από
τις 9 Μαΐου έως τις 19 Ιουλίου 1945. Η αποφασιστική συνεδρίασης έγινε στις 31
Μαΐου στο Πεντάγωνο από τις 10:00 το πρωί έως τις 16:15 το απόγευμα με μία ώρα
διακοπή για τα για το γεύμα εκείνης της ημέρας. Η επιτροπή συνεδρίασε με το
συμβουλευτικό σώμα της αποτελούμενο από τέσσερις επιστήμονες. Το πρόγραμμα της
συνεδριάσεως περιελάμβανε ένα κατάλογο από πέντε ερωτήματα αλλά κανένα από αυτά
δεν αφορούσε τη χρησιμοποίηση της βόμβας. Δεν γινόταν παρά ένας μόνο υπαινιγμός
για αυτήν τη χρησιμοποίηση στα πρακτικά της συνεδριάσεως: «Αφού συνεζήτησε επί
των διαφόρων στόχων και των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων ο υπουργός Στίμσον
εξέφρασε τα ακόλουθα συμπεράσματα επί των οποίων επήλθε γενική συμφωνία. Δηλαδή
ότι δεν θα μπορούσαμε να δώσουμε καμία προειδοποίηση στους Ιάπωνες, ότι δεν θα
μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε την επίθεσή μας σε μία αστική ζώνη, αλλά, ότι
έπρεπε να προξενήσουμε βαθιά ψυχολογική εντύπωση σε όσο το δυνατόν
περισσότερους κατοίκους. Απαντώντας σε μία πρόταση του δόκτορα Κόναντ ο
υπουργός συμφώνησε ότι ένα πολεμικό εργοστάσιο με μεγάλο αριθμό εργατών και
περιστοιχιζόμενος από κατοικίες εργαζομένων θα ήταν ο κυριότερος στόχος.
Μερικές
μέρες αργότερα στις 6 Ιουνίου ο υπολοχαγός Γκόρντον Άρνεσον γραμματέας της
προσωρινής επιτροπής έστειλε ένα υπόμνημα στο Χάρισσον, αναφέροντας τις απόψεις
της επιτροπής για την χρησιμοποίηση της βόμβας: α. Η μεγάλη βόμβα πρέπει να ριφθεί
στην Ιαπωνία όσο το δυνατόν γρηγορότερα β. πρέπει να έχει διπλό στόχο, δηλαδή
μία στρατιωτική εγκατάσταση ή ένα εργοστάσιο όπλων περιστοιχιζόμενος από
κατοίκους ή άλλα ακίνητα που θα μπορούσε να πλήξει η βόμβα γ. πρέπει να ριφθεί
χωρίς προειδοποίηση.
Ο Κόναντ ο οποίος γνώριζε τον ηθικό
αναβρασμό που βασίλευε στους επιστημονικούς κύκλους είχε γράψει σχετικά στον Στίμσον
στις 5 Μαΐου. Κατά τον Κόναντ οι απόψεις μερικών από τους μεγαλύτερους
επιστήμονες έπρεπε να ανακοινωθούν στο Τρούμαν είτε αμέσως είτε μέσω της
προσωρινής επιτροπής πράγμα που θα επέτρεπε στην κυβέρνηση, όπως έλεγε, να
έχεις σε αυτόν τον τομέα την πλήρη υποστήριξη του επιστημονικού κόσμου.
Αλλά η επιτροπή δεν είχε την ίδια γνώμη. Στις
12 Ιουνίου δεχόταν μία αναφορά επτά ατομικών επιστημόνων των εργαστηρίων του
Σικάγου. Οι επτά επικεφαλής των οποίων
βρισκόταν ο James Franco βραβείο Νόμπελ Φυσικής έκριναν ότι η εξαπόλυση μιας
επιθέσεως εναντίον της Ιαπωνίας χωρίς να αναγγελθεί δεν συνιστάτο και ότι αν οι
Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να χρησιμοποιήσουν πρώτες αυτά τα μέσα τυφλής
καταστροφής θα έχαναν την υποστήριξη του κόσμου, θα προκαλούσαν κούρσα
εξοπλισμών και θα μείωναν τις πιθανότητες διεθνούς ελέγχου της ατομικής βόμβας.
Ο ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΣΙΛΛΑΡΝΤ
Ο γραμματέας της επιτροπής Άρνεσον
συζήτησε την έκθεση Φρανκ με πολλά μέλη της επιτροπής μεταξύ των οποίων τον
Άρθουρ Κομπτον, τον Μπερνς και τον Χάρισον και ανέγραψε στα πρακτικά των
συζητήσεων: «Ο Χάρισον αποφάσισε ότι η συμβουλευτική επιστημονική επιτροπή και
όχι η προσωρινή επιτροπή θα έπρεπε να ασχοληθεί με το υπόμνημα των επιστημόνων
του Σικάγου».
Στις 21 Ιουνίου ο Χάρισον γνωστοποίησε
στην επιτροπή ότι η επιστημονική επιτροπή αφού ζύγισε τα υπέρ και τα κατά των
αντιρρήσεων που διατυπώθηκαν από τους επιστήμονες του Σικάγου, αποφάσισε ότι
δεν υπήρχε αποδεκτή αντιπρόταση για την άμεση στρατιωτική χρησιμοποίηση. Αυτή η
επιτροπή αποτελείται από τέσσερις επιστήμονες τον Άρθουρ Κόμπτον, τον Ενρίκο
Φέρμι τον Έρνεστ Λάουρενς, διευθυντή του εργοστασίου ακτινοβολιών του Μπέρκλεϊ
και τον Ρόβερτ Οπενχάϊμερ διευθυντή των εργαστηρίων της ατομικής βόμβας στο Λος
Άντζελες.
Η έκθεσή τους επί της χρησιμοποιήσεως της
βόμβας ήταν συνταγμένη έτσι: «Οι γνώμες των συναδέλφων μας ως προς την
χρησιμοποίηση αυτών των όπλων είναι μοιρασμένες. Οι προτάσεις τους αρχίζουν από
την καθαρά τεχνική επίδειξη και τελειώνουν στη στρατιωτική εφαρμογή που είναι
ικανότερη να προκαλέσει την παράδοση. Αυτοί που τάσσονται υπέρ της καθαρής
τεχνικής επιδείξεως θα ήθελαν την απαγόρευση της χρησιμοποίησης των ατομικών
όπλων και εξέφρασαν το φόβο ότι η θέση μας θα κλονιστεί κατά τις μελλοντικές
διαπραγματεύσεις αν χρησιμοποιήσουμε αυτά τα όπλα τώρα. Άλλοι υπογραμμίζουν την
ευκαιρία που προσφέρετε να σωθούν αμερικανικές ζωές χάρη στην άμεση στρατιωτική
χρησιμοποίηση της βόμβας και πιστεύουν ότι μία τέτοια χρησιμοποίηση θα
βελτιώσει τις διεθνείς προοπτικές εμποδίζοντας ένα νέο πόλεμο. Όσον αφορά τις
γενικές όψεις της χρησιμοποιήσεως της ατομικής ενέργειας είναι φανερό ότι εμείς
ως άνθρωποι της επιστήμης δεν έχουμε κανένα δικαίωμα ιδιοκτησίας. Είναι αλήθεια
ότι συμπεριλαμβανόμαστε μεταξύ των λίγων πολιτών που είχαν την ευκαιρία να
μελετήσουν προσεκτικά αυτά τα προβλήματα κατά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο δεν
ισχυριζόμαστε ότι είμαστε ιδιαιτέρως αρμόδιοι για να λύσουμε τα πολιτικά,
κοινωνικά και στρατιωτικά προβλήματα που δημιούργησε η εμφάνιση της ατομικής
ενέργειας».
Ο Οπενχάϊμερ υπέβαλε αυτή την έκθεση στην «Προσωρινή
Επιτροπή». Υπήρχαν πολλές αναφορές και δηλώσεις προερχόμενες από επιστημονικούς
κύκλους οι περισσότερες από αυτές αποδοκίμαζαν τη χρησιμοποίηση της ατομικής
βόμβας εναντίον της Ιαπωνίας. Αλλά κανένα από αυτά τα ντοκουμέντα δεν έφτασε
ποτέ στον Πρόεδρο Τρούμαν ενώ απευθύνονταν σε αυτόν για να τα εξετάσει κατά την
ώρα της λήψης της αποφάσης.
Στις 25 Ιουλίου την ημέρα που ο Στίμσον
υπουργός των στρατιωτικών επικύρωσε την
οριστική διαταγή της εξαπολύσεως χωρίς προειδοποίηση μιας ατομικής βόμβας
εναντίον της Ιαπωνίας μετά την 8η Αυγούστου ο Συνταγματάρχης Νίκολς του
ατομικού κέντρου του Ωκ Ριτζ εμπιστευόταν στις φροντίδες ενός ειδικού υπαλλήλου
αποσπασμένου στο σχέδιο Μανχάταν ένα πακέτο γράμματα και αναφορές για να δοθούν
στο στρατηγό Γκρόουβς στην Washington.
Το σπουδαιότερο από όλα αυτά τα
ντοκουμέντα ήταν ένα γράμμα στο φάκελο του οποίου υπήρχε η σφραγίδα «Ταχυδρομική
θυρίδα 5.207 Chicago 80» και με μελάνι η διεύθυνση προς τον πρόεδρο των
Ηνωμένων Πολιτειών. Επρόκειτο για την αναφορά του Τσίλλαρντ προς τον Τρούμαν την
οποία προσυπέγραψαν οι επιφανείς ατομικοί επιστήμονες Ράλφ Λάπ, Ευγένιος Βινγκ
και Ουώλτερ Μπαρτκυ. Ο Τσίλλαρντ και οι συνάδελφοί του παρακαλούσαν επιμόνως
τον Τρούμαν να μη χρησιμοποιήσει τη βόμβα εκτός αν οι όροι που θα επιβάλλονται
στην Ιαπωνία δεν θα δημοσιεύονταν λεπτομερώς και αν οι Ιάπωνες αρνιόντουσαν να
αποδεχθούν αυτούς τους όρους παραδόσεως τους. «Σ’ αυτήν την περίπτωση η απόφαση
χρησιμοποιήσεως ή όχι ατομικών βομβών να ληφθεί από σας προσωπικώς υπό το φως
των σκέψεων που εκτίθενται σε αυτήν την αναφορά και λαμβανομένων υπόψη των
ηθικών ευθυνών που θα προκύψουν από τη χρησιμοποίηση της».
Ήταν ένας συμβιβασμός γιατί στο πρώτο
σχέδιο αναφοράς που συντάχθηκε στις 3 Ιουλίου ο Τσίλλαρντ ζητούσε από τον Τρούμαν
να μη χρησιμοποιήσει την βόμβα καθόλου. Όταν η πρώτη αναφορά άρχισε να
κυκλοφορεί στα εργαστήρια του Σικάγου ο Γκλόβερ Τομψον, ένας αξιωματικός της
Ασφάλειας, ανακοίνωσε το γεγονός στο στρατηγό Γκρόουβς. Ο τελευταίος δήλωσε ότι
η αναφορά μπορούσε να κυκλοφορήσει υπό τον όρο ότι δεν θα έπεφτε στα χέρια
επιστημόνων λιγότερο πληροφορημένων από τον Τσίλλαρντ για την πρόοδο των εργασιών.
Η πρώτη έκδοση της αναφοράς Τσίλλαρντ τελείωνε με αυτά τα λόγια: «Οι υπογεγραμμένοι σας προσκαλούν ευσεβάστως
να ασκήσετε τις εξουσίες ως αρχηγός του κράτους για να μην καταφύγουν οι Ηνωμένες
Πολιτείες στα ατομικά όπλα κατά τη σημερινή φάση του πολέμου».
Υστερα από συζητήσεις με πολλούς
συναδέλφους του ο Τσίλλαρντ τροποποίησε το κείμενο της έκθεσης και αντί να
ζητήσει να μην χρησιμοποιηθεί η ατομική βόμβα εναντίον της Ιαπωνίας ζήτησε να
μην χρησιμοποιηθεί χωρίς προειδοποίηση. Το οριστικό κείμενο της εκθέσεως
συγκέντρωσε 70 υπογραφές.
Η
δέσμη των ντοκουμέντων που απευθύνονταν στον Γκρόουβς περιελάμβανε επίσης μία
αναφορά που ήταν υπογεγραμμένη από 68 επιστήμονες του Ωκ Ριτζ, οι οποίοι
ζητούσαν όπως προ της χρησιμοποιήσεως αυτού του όπλου, στη σημερινή σύρραξη,
περιγραφούν οι δυνάμεις του και αποδειχθούν με κατάλληλο τρόπο ώστε να δοθεί
στους Ιάπωνες η δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης
αρνήσεως συνθηκολόγησης.
ΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΕΩΣ
Δεκαοκτώ επιστήμονες του Σικάγου είχαν
υπογράψει μια άλλη αναφορά. Στα γενικά σημεία συμφωνούσαν με τον Τσίλλαρντ, αλλά
εξέφραζαν τη θέση τους με περισσότερη ακρίβεια: «Σας παρακαλούμε ευσεβάστως ως
αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας να μην επιτρέψετε τη χρησιμοποίηση ατομικών
όπλων, ιδιαιτέρως εναντίον πόλεων παρά υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: 1. Να
προσφερθεί στους Ιάπωνες η δυνατότητα να παραδοθούν υπό όρους που θα τους
εξασφαλίσουν τη δυνατότητα ενός ειρηνικού μέλλοντος στη Χώρα τους. 2. Να τους
γίνουν σοβαρές προειδοποιήσεις ώστε να αντιληφθούν ότι μία άρνηση παράδοσης θα
ακολουθηθεί από τη χρησιμοποίηση ενός νέου όπλου 3. Η ευθύνη της χρησιμοποίησης
ατομικών βομβών θα μοιραστεί με τους συμμάχους».
Υπήρχε επίσης το αποτέλεσμα της
σφυγμομέτρησης της γνώμης 150 επιστημόνων Σικάγου. 0 Φαρρινγκτον Ντάνιελς,
διευθυντής εργαστηρίου, τους ζήτησε να διαλέξουν μεταξύ 5 δυνατών λύσεων. Μία
μεγάλη μειοψηφία 46% περίπου ετάχθη υπέρ «μιας στρατιωτικής επιδείξεως στην
Ιαπωνία που θα την ακολουθούσε μία έκκληση παράδοσης, προ της απεριόριστου
χρησιμοποιήσεως του νέου όπλου». Σε ένα συνημμένο γράμμα διευκρινίζετο ότι αυτή
η μέθοδος συνέλεξε τους περισσότερους ψήφους και συμπίπτει, προσέθεσε, με τις
προτιμήσεις μας και από ότι μπορώ να κρίνω είναι αυτή που την υποδέχθηκαν
καλύτερα όσοι ασχολήθηκαν με αυτό το πρόβλημα».
Οι όροι στρατιωτική επίδειξη στην Ιαπωνία
ερμηνεύτηκαν γρήγορα από τους οπαδούς της βόμβας ως «επιθέσεις άνευ προειδοποιήσεως»,
μολονότι πολλοί επιστήμονες που ρωτήθηκαν σχετικά υποστήριξαν ότι σήμαινε
ακριβώς το αντίθετο και ότι οι φράσεις «προ της οριστικής χρησιμοποιήσεως αυτού
του όπλου έδειχνε καθαρά ότι ήθελαν πρώτα μια ατομική επίδειξη που δεν θα
προκαλούσε πολυάριθμα θύματα. Δύο από τα γράμματα που υπήρχαν στο δέμα ήταν
υπέρ της βόμβας. Το ένα προερχόταν από το χημικό του Ωκ Ριτζ Έβαν Γιουνγκ ο
οποίος σημειώνοντας τις αντιρρήσεις των συναδέλφων του δήλωνε ότι οι
εμπρηστικές βόμβες που είχαν ριφθεί στην Ιαπωνία είχαν κιόλας επιβάλει στη Χώρα
τα μαρτύρια της κολάσεως. Ένας άλλος ειδικός της ατομικής χημείας είχε συντάξει
το δεύτερο γράμμα. Ζητούσε την ευρύτερη στρατηγική χρησιμοποίηση της βόμβας για
να αποφευχθούν οι Αμερικανικές απώλειες και να επιτευχθεί η πιο αποφασιστική Νίκη
επί των ιαπώνων.
Στέλνοντας αυτό το πακέτο στον Γκρόουβς ο
συνταγματάρχης Νίκολσον πρόσθεσε ένα δικό του γράμμα. Κατ’ αυτόν «αντίθετα προς
τις ελπίδες του Λεό Τσίλλαρντ …. πιστεύετε ότι αυτές οι ομαδικές δηλώσεις
επιδοκιμάζουν γενικά τα σημερινά σχέδια χρησιμοποίησης αυτών των όπλων». Στις
25 Ιουλίου ο Νίκολς επέμεινε να παραδοθούν αυτά τα ντοκουμέντα στον Πρόεδρο των
Ηνωμένων Πολιτειών συνοδευόμενα με κατάλληλα σχόλια αλλά ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν
επρόκειτο να τα δει ποτέ αφού συμμετείχε στη διάσκεψη του Πόσδαμ με τον Στάλιν
και τους Βρετανούς. Κατά τους φακέλους του σχεδίου Μανχάταν ο Γκρόουβς κράτησε
το πακέτο ως την 1η Αυγούστου την ημερομηνία κατά την οποία ένας κλητήρας τα
πήγε στο γραφείο του Σιμπσον. Ο Τρούμαν ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στο Αυγούστα
με προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες στις 6 Αυγούστου. Η ατομική βόμβα εξερράγη
στη Χιροσίμα ενώ ο Πρόεδρος έπλεε ακόμα στον Ατλαντικό.
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΜΑΡΣΑΛ
Ο στρατηγός Μάρσαλ σημείωσε ο Μακ Κλου,
δήλωσε ότι κατά τη γνώμη του αυτά τα όπλα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πρώτα
κατά καθαρά στρατιωτικών στόχων, π.χ.
κατά μιας μεγάλης ναυτικής εγκαταστάσεως και ύστερα αν η επιχείρηση δεν έφερνε
κανένα αποτέλεσμα θα ήταν δυνατόν να διαλέξουν οι ΗΠΑ ευρείς βιομηχανικές ζώνες
και να ειδοποιήσουν τους Ιάπωνες για την πρόθεσή να καταστρέψουμε αυτά τα
κέντρα αφού προειδοποιηθούν οι πληθυσμοί τους.
«Καμία βιομηχανική ζώνη δεν πρέπει να
αναφερθεί για να αγνοούν οι Ιάπωνες που θα εκδηλωθεί η επίθεση. Θα οριστεί ένας
αριθμός τέτοιων ζώων και ο βομβαρδισμός θα γίνεται συνεχώς. Πρέπει να
καταβληθούν όλες οι προσπάθειες για να δοθεί καθαρή η προειδοποίηση μας. Με αυτά τα μέτρα θα μπορέσουμε να αποφύγουμε
την καταισχύνη που θα μπορούσε να προκύψει από την αλόγιστη χρησιμοποίηση μιας
τέτοιας δύναμης».
Ο Μάρσαλ πρόσθετε ότι αντιμετώπιζε την
περιορισμένη χρησιμοποίηση ενός μη θανατηφόρου αερίου εναντίον των ιαπωνικών
εστιών αντιστάσεως. Δήλωνε επίσης ότι αυτά τα αέρια δεν θα σκότωναν αλλά θα
επέτρεπαν να εξουδετερωθούν γρήγορα οι Ιάπωνες. Αντιλαμβανόταν ότι η κοινή
γνώμη δεν θα επιδοκίμαζε τη χρησιμοποίηση αερίων αλλά προσθέτει ότι αυτό δεν θα
ήταν περισσότερο απάνθρωπο από την χρησιμοποίηση φωσφόρου και φλογοβόλων.
Παρά τις αμφιβολίες που εκφράστηκαν ο
μηχανισμός που επρόκειτο να προετοιμάσει την εξαπόλυση της ατομικής βόμβας
εναντίον της Ιαπωνίας άρχισε να λειτουργεί. Στις 19 Ιουλίου τρεις ημέρες μετά
το πρώτο επιτυχές πείραμα πυρηνικής εκρήξεως ο Γκρόουβς έγραφε στον Οπενχάιμερ: Αγαπητέ κύριε Οπενχάιμερ έλαβα το τηλεγράφημα
σας στις 19 Ιουλίου 1945 και συζήτησa το θέμα με μερικούς από τους συνεργάτες μας στην Ουάσιγκτον. Για λόγους
ανεξάρτητους της θελήσεώς μας είναι αδύνατο να λάβουμε άλλη απόφαση πέρα από
αυτήν που προβλέπεται από το σχέδιο. Είναι ανάγκη να ρίξουμε το πρώτο Little Boy και τον πρώτο Batman και αναμφιβόλως και
ένα δεύτερο σύμφωνα με το υπάρχον σχέδιο.
Την
ημέρα που η πρώτη πυρηνική βόμβα κατέστρεφε τη Χιροσίμα χωρίς προειδοποίηση ή «επίδειξη»
ο Λέο Τσίλλαρντ ζητούσε την άδεια να δημοσιεύσει το κείμενο της έκκλησης του
στον Πρόεδρο Τρούμαν δηλαδή την αναφορά με την οποία ζητούσε από τον πρόεδρο να
μην χρησιμοποιήσει τη βόμβα πριν λυθούν τα ηθικά προβλήματα. Στις 9 Αυγούστου την ημέρα που η δεύτερη
βόμβα έπεσε στο Ναγκασάκι ο Τσίλλαρντ δεχόταν μία απάντηση υπό μορφή μηνύματος
που του απηύθυνε ένας από τους αξιωματικούς του Γκρόουβς : «η αίτηση
απορρίπτεται». Ο Γκρόουβς κυβερνούσε πάντοτε τον τρομακτικό οργανισμό του. Την
επομένη ο Γκρόουβς πληροφορούσε το στρατηγό Μάρσαλ ότι η συναρμολόγηση της τρίτης
βόμβας θα επιταχυνόταν κατά τρεις ημέρες και ότι θα ήταν έτοιμη να ριφθεί κατά
της Ιαπωνίας στις 17 ή στις 18 Αυγούστου.
Η
Ιαπωνία παραδόθηκε στις 14 Αυγούστου και η τρίτη βόμβα δεν ρίχτηκε ποτέ. Το
επίσημο μυστικό κλειδώθηκε στα αρχεία του Σχεδίου Μανχάταν. Σήμερα 18 χρόνια
αργότερα (σημ. kgrek 6.9.1963) ο Τσίλλαρντ
μαθαίνει επιτέλους ότι ο Πρόεδρος Τρούμαν δεν είχε διαβάσει ποτέ ούτε την
αναφορά του, ούτε την αναφορά των συναδέλφων του, πρίν η ατομική βόμβα της
Χιροσίμα αλλάξει το ρου της ιστορίας.
ΕΜΠΡΟΣ 6.9.1963