Μ. Τόμπρος, μνημείο
για τον Ρ. Μπρουκ και την «αθάνατη ποίηση», στη Σκύρο
Δύο
μυθικοί ιδεαλιστές που «έμειναν» για πάντα στην Ελλάδα
Ο Ρούπερτ Μπρουκ, ο
«νεαρός Απόλλων με την χρυσή κόμη», συνάντησε στη Σκύρο το όνειρό του: «μια
γωνιά ξένης γης, που είναι Αγγλία για πάντα»
Από τον Νίκο Παπουτσόπουλο
Στις πολύχρυσες Μυκήνες αναπαύεται
ο Χάμφρι Πέιν, ανάμεσα στα κλέη του παρελθόντος. Στο μαρτυρικό Μεσολόγγι τους
στίχους του Νόελ Μπάιρον συνοδεύει ο ανεπαίσθητος κυματισμός της λιμνοθάλασσας,
και ο Ρούπερτ Μπρουκ, ο «νεαρός Απόλλων με τη χρυσή κόμη», συνάντησε στη Σκύρο
το όνειρό του: «μια γωνιά ξένης γης, που είναι Αγγλία για πάντα». Στη Σκύρο,
εκεί όπου οι αφροί του πελάγους λευκό πλέκουν στέφανο, στον άτυχο ποιητή, που
δεν πρόφθασε να πολεμήσει κάτω από τα τείχη της δικής του Τροίας, και ανακαλούν
τους στίχους του Διονυσίου Σολωμού, καθώς αποδίδει στον «Πόρφυρα» τον τραγικό
θάνατο Άγγλου στρατιώτη: «αφρέ μου, να βαστάς και να 'μαι γυρισμένος / με δυο
φιλιά της μάνας μου, με φούχτα γης της γης μου».
Ο Πέιν λάτρεψε την Ελλάδα,
και το πάθος του για την Ιστορία της χώρας, που γέννησε τον πολιτισμό, οδήγησε
τα βήματά του εδώ, όπου έζησε σε χώρους και στιγμές μύθου και πραγματικότητας.
Στο επιτύμβιό του χάραξαν το επίγραμμα «Μη θρηνείτε τον Αδωνι».
Ο Μπάιρον, ο πρώτος
ποιητής μιας ενιαίας ευρωπαϊκής κοινότητας, άφησε ανεξίτηλα ίχνη στην παγκόσμια
λογοτεχνία, καθώς εισήγαγε νέες μορφές και νέες αξίες μέσα σε ανεπανάληπτα
θυελλώδη ατμόσφαιρα εξελίξεων και ανατροπών. Προτάσσει ηρωικές μορφές που
συγκρούονται με το κατεστημένο, αναζητούν την απόλυτη ελευθερία, διψούν για
περιπέτεια και κοινωνική δράση, προκειμένου να ανακαλύψουν ένα περιβάλλον που
να ικανοποιεί τις βαθύτερες επιθυμίες τους.
«Δύο τραγωδίες υπάρχουν
στη ζωή: η μία είναι όταν δεν εκπληρώνονται οι επιθυμίες και η άλλη όταν
εκπληρώνονται» (Οσκαρ Ουάιλντ).
Οι επικοί πρωταγωνιστές του
Μπάιρον εμφανίζονται ακριβώς στην ανήσυχη εποχή κατά την οποία οι κοινωνίες
μέσα από διαρκείς συγκρούσεις και εξεγέρσεις είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους
στα ιδεαλιστικά πρότυπα, που με ακόρεστη δίψα για έντονες συγκρούσεις και
περιπέτειες, θάρρος, ρεαλισμό και σαφήνεια υποδεικνύουν διεξόδους προς την
ελευθερία και αποκαλύπτουν, ταυτόχρονα, τις αδικίες και τα παράλογα εγκλήματα
της εξουσίας.
Ένα παρόμοιο περιβάλλον
είχε συναντήσει ο Ρούπερτ Μπρουκ όταν έγινε δεκτός στο Κέμπριτζ, μόλις λίγα
χρόνια πριν από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και, όπως ήταν
αναμενόμενο, ο νεαρός φοιτητής της Φιλολογίας, με την ιδιαίτερα ελκυστική
φυσιογνωμία και το αθλητικό παράστημα, ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα στην
ακαδημαϊκή κοινότητα, καθώς και στενές επαφές με κύκλους πολιτικών, καλλιτεχνών
και κυρίως διανοουμένων, μεταξύ των οποίων ο Ε. Μ. Φόρστερ, ο Μέιναρντ Κέινς, η
Βιρτζίνια Γουλφ, ο Εντουαρντ Τόμας και μέλη της Φαβιανής Εταιρείας, που σκοπό
είχε τη διακίνηση και τη διάδοση προοδευτικών σοσιαλιστικών ιδεών, ιδρυτικό
στέλεχος της οποίας ήταν και ο Μπέρναρντ Σο. Η εποχή αυτή χαρακτηρίζεται από
τις φιλελεύθερες λογοτεχνικές προτιμήσεις, που αποτυπώνουν τον απολιτικό
ατομικισμό ως νέα μορφή προσπάθειας για την κατάκτηση της ατομικής ελευθερίας.
Είναι εμφανής η κλίση προς την παραδοξολογία, με εκπληκτικά εντυπωσιακό τρόπο
απόδοσης και ερμηνείας: οι εκφραστικές ιδιοτροπίες, η άψογη άρθρωση των
προτάσεων και η δομή των στίχων, η λεξιθηρία, οι παρομοιώσεις και οι μεταφορές
σε τόπο και χρόνο ουτοπίας καταδεικνύουν την αγωνία της κατάκτησης της
πνευματικής ελευθερίας που υπερβαίνει τα όρια της υποκριτικής ηθικής.
Στο πρότυπο του βυρωνικού
ήρωα, προμάχου και υπερασπιστή των «όπου γης αδικημένων και κατατρεγμένων», που
πολύ σύντομα ακύρωσε η Γαλλική Επανάσταση και απέρριψε αβίαστα ο αμετάθετος
κοινωνικός συντηρητισμός, ο Μπρουκ ταξιδεύει και περιπλανάται στον κόσμο,
εξερευνά και ανακαλύπτει συνεχώς νέες πηγές έμπνευσης και δημιουργίας. Είχε
συνδεθεί με τη Φράνσις Κροφτς, απόγονη του Δαρβίνου, την οποία είχε ενθαρρύνει
να δημοσιεύσει την πρώτη ποιητική συλλογή της στα 1910. Η μητέρα της, Ελεν
Γουόρντσγουορθ Κροφτς, είχε στενό σύνδεσμο με την Τζέιν Ελεν Χάρισον, λέκτορα
των Αρχαίων Ελληνικών στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, μια από τις πρώτες
μαθήτριες του επιφανούς εθνολόγου, λαογράφου και ελληνιστή σερ Τζέιμς Τζον
Φρέιζερ. Μαθήτρια της πρωτοπόρου αρχαιοελληνίστριας και θρησκειολόγου Χάρισον,
η Τζέσι Στιούαρτ («my first first»), πρόγονος της Μάργκαρετ Αλεξίου, συγγραφέως
της εξαίρετης μελέτης «Ο τελετουργικός θρήνος στην ελληνική παράδοση».
Λόρδος Βύρων - Ρούπερτ Μπρουκ - Χαμφρι Πέιν
Η Χάρισον είχε συνδεθεί
επίσης με τον ποιητή και καθηγητή της Αρχαίας Φιλοσοφίας Φράνσις Μακντόναλντ
Κόρνφορντ, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της εργασίας της, όπου υποστήριζε με
παρρησία την επίδραση των θρησκευτικών πεποιθήσεων των αρχαίων Ελλήνων στις
φιλοσοφικές αντιλήψεις και στα κοινωνικά δρώμενα. Επισκέφθηκε την Ελλάδα ύστερα
από πρόσκληση του Βίλχελμ Ντέρπφελντ και του Ερνστ Κούρτιους, κατά τη διάρκεια
των ανασκαφικών εργασιών στην Αρχαία Ολυμπία. Διέκοψε τις σχέσεις της με τον
Μακντόναλντ Κόρνφορντ, όταν εκείνος νυμφεύθηκε την ποιήτρια Φράνσις Κροφτς.
Επειδή ο Ρούπερτ Μπρουκ έφυγε από τη ζωή ακριβώς τη χρονιά που το ζεύγος
Κόρνφορντ απέκτησε τον δεύτερο γιο του, αποφάσισαν να δώσουν στο παιδί το όνομα
του «Απόλλωνα με τη χρυσή κόμη», όπως αποκαλούσαν οι Κόρνφορντ τον άτυχο
ποιητή. Ωστόσο, ο γιος τους έμεινε γνωστός με το όνομα Τζον, ο ποιητής και
κομμουνιστής, που έχασε τη ζωή του στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο τα Χριστούγεννα
του 1936, στη μάχη της Λοπέρα.
Πολλοί νεαροί ιδεαλιστές,
που θεωρούσαν τον θάνατο ηρωική πράξη πατριωτισμού, έχασαν τη ζωή τους στη
φρίκη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος για τον Μπέρναρντ Σο και πολλά από τα
προοδευτικά πνεύματα της εποχής αντιπροσώπευε την οριστική απομυθοποίηση και τη
χρεοκοπία του καπιταλιστικού συστήματος. Στην αμέσως μετά τον πόλεμο εποχή οι
διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες αποτυπώνουν στο έργο τους την πικρία και την
απόγνωση για την πολιτική και την κοινωνία. «Το σώμα του ήρωα ανοίγει τον δρόμο
του για την αθανασία τριζοβολώντας και λάμποντας: “...μια δόξα που δε θα
πεθάνει ποτέ./ Σίγουρα το ξέραμε πολύ νωρίτερα, / ξέραμε πάντα ότι ήταν
φτιαγμένος / για ένα γοργό λαμπρό πρωινό, για / μια γοργή νυχτερινή σκιά
θυσίας” (Charles Hamilton Sorley, “In Memoriam”).
Πρόκειται για μια
φαντασίωση και μια πραγματικότητα που ξανάζησαν οι νέοι που πολέμησαν στον Α΄
και στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ιδιαίτερα κατά τη σύρραξη του 1914-18 πολλοί
στρατιώτες κουβαλούσαν στη μάχη αντίγραφα του Ομήρου, του Ησιόδου, του Ηροδότου
και του Ευριπίδη. Μερικοί χρησιμοποίησαν την κλασική τους παιδεία ως πηγή
έμπνευσης και παρηγοριάς. Άλλοι αναγνώρισαν το απελπιστικό γεγονός ότι οι
άσχημα μελετημένες, κακοσχεδιασμένες και δυσοίωνες συρράξεις αποτελούν ένα
επαναλαμβανόμενο μοτίβο στην ανθρώπινη Ιστορία. Διάβαζαν ξανά και ξανά εκείνα
τα χωρία της «Ιλιάδας» που συνιστούν μια καταδικαστική και βροντερή αποτύπωση
των ανακολουθιών και της μιαρότητας του πολέμου, όπου ο Ομηρος αναγνωρίζει ότι
οι έχθρες και οι συμμαχίες, τα κίνητρα και οι στρατηγικές των Ελλήνων και των
Τρώων ήταν εύθραυστες σαν γυαλί φτιαγμένο από λεπτό κρύσταλλο”» (B. Hyghes, “Η
Ωραία Ελένη”). Η ακτινοβολία και η αίγλη του ρομαντικού ιδεολόγου με τις
εσώτατες αντιφάσεις της κοινωνικής του υπόστασης υποχωρεί, χάνει τη λάμψη της
και παραδίδει τη θέση της σε μια μακρά περίοδο εκκωφαντικής σιγής.
Στην οξύτητα της νέας
πραγματικότητας ενός αδίστακτου οικονομικού συστήματος, το οποίο περιορίζει
ασφυκτικά τα περιθώρια της ειρήνης και της ανοχής, οι κοινωνίες οδηγούνται
εκβιαστικά στα ανάκλιντρα των ψυχοθεραπευτών. Ο πολιτισμός που υπόσχεται
ειρήνη, πρόοδο και ασφάλεια και που αναπτύσσεται με την προοπτική της ελπίδας
και της απεξάρτησης από την τυραννία του ανάλγητου εξουσιαστικού συστήματος
μεταλλάσσεται και μεταμορφώνεται πίσω από θλιβερά προσωπεία ευτελούς αγυρτείας.
Οι απώλειες των συμμαχικών
δυνάμεων κατά την προσπάθεια αποβίβασης στην Καλλίπολη, τον Απρίλιο 1915, ήταν
τεράστιες, ωστόσο ο Ρούπερτ Μπρουκ, ο οποίος συμμετείχε στο αγγλικό
εκστρατευτικό σώμα, έμεινε για πάντα στη Σκύρο, όπου άφησε την τελευταία του
πνοή λίγο πριν από τη μοιραία απόβαση, μακριά από τον «κόκκινο θάνατο, τους
καπνούς και τις κραυγές της αντάρας του πολέμου».
Από το νησί του Λυκομήδη ο
Μπρουκ, ο «ανέστιος πλάνητας» του Μπάιρον, ψιθυρίζει «στην ατάραχη μαγεία του
χρόνου» τους νεανικούς και αυθόρμητους στίχους, που «μεταλλάσσονται από
φαντασία σε εξαιρετική ένταση πάθους» στον ήλιο και στα κύματα του Αιγαίου,
στις ίδιες ακτίνες και στην ίδια θάλασσα που συνόδευσαν άλλοτε, σε άλλην εποχή,
έναν άλλον «Απόλλωνα», τον Αχιλλέα, στο μοιραίο του ταξίδι στην απέναντι ακτή.
«Οι νέοι, που έφθασαν εδώ στο έρμο νησί στο χείλος του κόσμου, δώθε απ' τ'
όνειρο και κείθε από τη γη», έφεραν το σώμα του «σε μιαν από τις ωραιότερες
τοποθεσίες της Σκύρου, με σταχτοπράσινες ελιές τριγύρω, και ακόμη μια, που
γέρνει σαν να κλαίει επάνω του, ενώ κάθε χρώμα στον ουρανό και στη θάλασσα
απέτιε τιμές». Τον Ιούνιο του ίδιου έτους έχασε τη ζωή του και ο αδελφός του
Ρούπερτ, ο Ουίλιαμ Αλφρεντ Μπρουκ, κατά τη διάρκεια πολεμικής επιχείρησης.
Η Τζέιν Ελεν Χάρισον, η
οποία έδωσε μια διαφορετική ερμηνεία και διάσταση στην προέλευση και την
καταγωγή των ελληνικών μύθων, απέφυγε να επισκεφθεί ξανά την Ελλάδα μετά τον
πόλεμο, αν και «ένας καινούργιος άνεμος φύσηξε μέσα στην Αγγλική Σχολή, όταν
στα 1925 ήρθαν να πάρουν τη διεύθυνσή της τα νιάτα του Πέιν». Ο «Αδωνις» της
βρετανικής αρχαιολογίας Χάμφρι Πέιν, με τον ευφάνταστο αλλά δημιουργικό
βυρωνικό ρομαντισμό, απόγονος του ιππότη Ρίτσαρντ Πέιν-Νάιτ, γνωστού συλλέκτη
αρχαιοτήτων και ανταγωνιστή του λόρδου Ελγιν, έλαμψε στο στερέωμα της Κλασικής
Αρχαιολογίας για ένα μικρό χρονικό διάστημα στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Όταν έφθασε στην Ελλάδα,
στα 1924, η χώρα προσπαθούσε να βρει τις ισορροπίες μετά τον πόλεμο, την
ολέθρια περιπέτεια της Μικράς Ασίας, την ήττα και τη διάψευση της Μεγάλης
Ιδέας.
Μια χώρα που συνέχιζε να
αγωνίζεται για την ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα, σε μιαν
ατμόσφαιρα απογοήτευσης και οργής όμοιας με εκείνην που είχε περιγράψει με κάθε
λεπτομέρεια στις επιστολές του έναν αιώνα πριν ο Λόρδος Μπάιρον: «Έφθασα στην
Ελλάδα να πολεμήσω για την Ελευθερία της, όμως οι Έλληνες είναι έτοιμοι για
Ελευθερία;»
Όπως ο Μπρουκ, και ο Πέιν
έχασε τη ζωή του από μόλυνση του αίματος, την άνοιξη (Μάιος) του 1936, σε
ηλικία 34 ετών, και σύμφωνα με την επιθυμία του το σώμα του φιλοξενούν οι
Μυκήνες, η μυθική πολιτεία, απ' όπου, στην αχλύ της Ιστορίας, ο «ατρόμητος
πολεμιστής Μενέλαος» θα ξεκινούσε το μακρύ ταξίδι και τον Μεγάλο Πόλεμο, για
την «υπέροχη Βασίλισσά του».
http://www.dimokratianews.gr/content/85507/dyo-mythikoi-idealistes-poy-emeinan-gia-panta-stin-ellada
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου