ΑΠΟΦΑΣΗ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΤΡΕΙΣ
ΕΝΟΧΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΜΑΡΦΙΝ
Το δικαστήριο επιδίκασε
αποζημίωση σε καθέναν από τους 24 εργαζόμενους της τράπεζας από 25.000 έως
6ο.οοο ευρώ. Στο πολυσέλιδο σκεπτικό των δικαστών καταγράφονται οι
«παραλείψεις» Αστυνομίας και Πυροσβεστικής και επισημαίνονται οι ευθύνες της
διοίκησης της τράπεζας, που συνέβαλαν στην τραγωδία τον Μάιο του 2010.
ΤΗΣ
ΣΟΦΙΑΣ ΦΑΣΟΥΛΑΚΗ
Η
τράπεζα Μαρφίν φλέγεται.
5 Μαΐου 2010, ώρα 2.00 το
μεσημέρι. Η τράπεζα Μαρφίν φλέγεται. Τρεις εργαζόμενοι βρίσκουν φρικτό θάνατο
από την εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα. Οι υπόλοιποι διασώζονται σκαρφαλώνοντας
στα διπλανά κτίρια και άλλοι πηδώντας από τα μπαλκόνια. Το Διοικητικό
Πρωτοδικείο, ύστερα από αγωγή 24 εργαζομένων για την αναγνώριση της ηθικής
βλάβης που έχουν υποστεί, είδε «παραλείψεις» τόσο από την Αστυνομία όσο και την
Πυροσβεστική, οι οποίες εάν δεν είχαν συντελεστεί θα είχε αποφευχθεί, όπως
αναφέρει η υπ' αριθμόν 776/2018 απόφαση, το μοιραίο γεγονός.
Στο πολυσέλιδο και
αναλυτικό σκεπτικό των διοικητικών δικαστών δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι έχει
και η διοίκηση της τράπεζας ευθύνη, η οποία όμως δεν θα μπορούσε να ερευνηθεί
από το Διοικητικό Πρωτοδικείο όπου προσέφυγαν οι ενάγοντες, αναζητώντας τις
ευθύνες των οργάνων του Δημοσίου και διεκδικώντας αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Μελετώντας έναν έναν τους
ισχυρισμούς των δύο αντίδικων πλευρών, το Διοικητικό Πρωτοδικείο κατέληξε στο
συμπέρασμα ότι εάν τα δύο όργανα του Δημοσίου είχαν δράσει προληπτικά, η
εξέλιξη των πραγμάτων θα ήταν διαφορετική.
Κάνοντας εν μέρει δεκτή
την αγωγή των εργαζομένων, έκρινε:
►
ότι η Πυροσβεστική δεν διενήργησε όλους εκείνους τους προληπτικούς ελέγχους για
την τήρηση των προβλεπόμενων μέσων πυροπροστασίας στο υποκατάστημα και
►
ότι υπήρξε παράλειψη των αρμόδιων αστυνομικών οργάνων να εκδώσουν απόφαση -το
πολύ μέχρι τα τέλη Ιουνίου του 2009- επιβάλλοντας στη διοίκηση της τράπεζας να
τοποθετήσει ρολά από συμπαγές υλικό και άθραυστους υαλοπίνακες μεγάλου πάχους,
όπως όριζε υπουργική απόφαση εκείνης της εποχής.
Με αυτό το διά ταύτα, το
δικαστήριο επιδικάζει αποζημίωση σε καθέναν από τους 24 εργαζομένους, από 25.000
έως 60.000 ευρώ, κρίνοντας ότι πρέπει να ικανοποιηθούν για την αποκατάσταση της
βλάβης που υπέστησαν «από τον κίνδυνο ζωής που διέτρεξαν, από την παρεπόμενη
σωματική τους ταλαιπωρία, τα απότοκα προβλήματα υγείας και όλη την ψυχική πίεση
με την οποία επιβαρύνθηκαν από την κρίσιμη ημέρα και εφεξής».
Με το ίδιο σκεπτικό, το
δικαστήριο με την υπ' αριθμόν 777/208 απόφαση του επιδικάζει αποζημίωση στον
σύζυγο και τους-γονείς της άτυχης Αγγελικής η οποία κυμαίνεται από 210.000 έως
300.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τους δικαστές,
το μοιραίο υποκατάστημα της τράπεζας, το οποίο στεγαζόταν στο ισόγειο και στον ημιώροφο
του κτιρίου, δεν διέθετε: α) πυροσβεστικό ερμάριο με εύκαμπτο σωλήνα με
ακροφύσιο, β) δύο εξόδους κινδύνου προς κοινόχρηστη οδό ή πόρτες προς διάδρομο
ή άλλους χώρους που να οδηγούν από διαφορετικές κατευθύνσεις σε δύο ανεξάρτητες
οδούς διαφυγής, παρά μόνο μία, στο ισόγειο κατάστημα. Και αυτή δεν άνοιγε μόνο
με μια απλή ώθηση από μέσα προς τα έξω, αλλά μόνο με τηλεχειριστήριο που
κρατούσε η διευθύντρια. Επιπλέον το πατάρι έπρεπε να διαθέτει έξοδο κινδύνου,
την οποία δεν είχε, όπως άλλωστε δεν είχε αντιβανδαλικά τζάμια.
ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΣΑΝ
ΝΑ ΓΛΙΤΩΣΟΥΝ
Μέσα από τα έγγραφα και
τις μαρτυρικές καταθέσεις, οι δικαστές περιγράφουν τις κρίσιμες ώρες που
πέρασαν οι εργαζόμενοι: «...Καταφέρνοντας 3-4 χτυπήματα κατόρθωσαν να θραύσουν
την τζαμαρία, να εκσφενδονίσουν εντός του καταστήματος εύφλεκτο υγρό, όσο και
βόμβες μολότοφ (...). Οι περισσότεροι υπάλληλοι στοιβάχτηκαν στον μικρό
φωταγωγό που επικοινωνούσε μέσω πλέγματος με την ταράτσα (...). Ένας εξ αυτών
κατόρθωσε και έσπασε το πλέγμα της οροφής του φωταγωγού με συνέπεια ένα κύμα
αέρα να εισέλθει στο κτίριο και να δώσει παράταση ζωής στους εκεί
συγκεντρωμένους υπαλλήλους, οι οποίοι (...) αναρριχήθηκαν στη στέγη, από όπου
υποχρεώθηκαν και πήδηξαν (...) σε κτίριο που στεγαζόταν κατάστημα, την τζαμαρία
χου οποίου έσπασαν με ένα καδρόνι, (...) για να κατέβουν στην οδό Σταδίου
(...). Ωστόσο δεν είχαν την ίδια τύχη όλοι οι υπάλληλοι. Ειδικότερα η Αγγελική
Παπαθανασοπούλου, η οποία διένυε τον τέταρτο μήνα της κυήσεως και λόγω της
κατάστασης αυτής δεν μπορούσε ή δεν αποτόλμησε να βγει από το κτίριο από τα
εξωτερικά μπαλκόνια (...) με αποτέλεσμα να εγκλωβιστεί εκεί και να πεθάνει λόγω
δηλητηρίασης (...). Περαιτέρω η Παρασκευή Ζούλια και ο Επαμεινώνδας Τσακάλης
δεν κατόρθωσαν να βγουν από το κτίριο καθώς υπέστησαν δηλητηρίαση, λόγω
εισπνοής καπνού και τοξικών αερίων».
ΕΚΑΝΑΝ
ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΟΥΣ
Σύμφωνα με σκεπτικό του
δικαστηρίου, ακόμη και αν είχε διατεθεί εκείνη την ημέρα μεγαλύτερη αστυνομική
δύναμη στην περιοχή, δεν θα ήταν επαρκώς ικανή να αποτρέψει το συμβάν. Μάλιστα
τονίζεται ότι τόσο η Αστυνομία όσο και η Πυροσβεστική «έπραξαν ό,τι ήταν
αντικειμενικά δυνατό και είχαν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα άκρας επιμέλειας
και σύνεσης, ήταν κατάλληλα προετοιμασμένοι, διαθέτοντας επιχειρησιακά όλες τις
διαθέσιμες δυνάμεις».
ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Οκτώ
χρόνια από την τραγωδία στην Marfin
Οι νεκροί παραμένουν χωρίς
δικαίωση, οι δράστες είναι ασύλληπτοι και πολλά ερωτήματα είναι ακόμη αναπάντητα,
οκτώ χρόνια μετά από τη δολοφονική επίθεση που σημάδεψε ανεξίτηλα τα χρόνια της
κρίσης στην Ελλάδα
Οκτώ χρόνια συμπληρώθηκαν από
το μεσημέρι της 5ης Μαΐου 2010, όταν τρεις εργαζόμενοι της τράπεζας Marfin
βρήκαν φριχτό θάνατο ύστερα από εμπρηστική επίθεση στο υποκατάστημα όπου
εργάζονταν κατά τη διάρκεια μεγάλου συλλαλητηρίου κατά του πρώτου μνημονίου.
Για την ακρίβεια πρόκειται
για "τρείς συν έναν" φόνους, αφού από την επίθεση έχασαν τη ζωή τους
ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης, 36 ετών, η Παρασκευή Ζούλια 35 ετών και η Αγγελική
Παπαθανασοπούλου 32 ετών, η οποία ήταν τεσσάρων μηνών έγκυος.
Η επίθεση σημειώθηκε όταν
τρία άτομα με καλυμμένα πρόσωπα έσπασαν το τζάμι του υποκαταστήματος της
Marfin, επί της οδού Σταδίου 23 πετώντας μέσα μια μολότοφ και ένα μπουκάλι
βενζίνη, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει η πυρκαγιά. Μέσα στην τράπεζα, που ήταν
κλειστή και κλειδωμένη καθώς η μεγάλη συγκέντρωση στο κέντρο ήταν σε εξέλιξη
βρίσκονταν την ώρα της επίθεσης οκτώ εργαζόμενοι. Οι πέντε από αυτούς
κατόρθωσαν να σωθούν με αναπνευστικά προβλήματα. Οι υπόλοιποι τρεις ωστόσο, η
έγκυος Αγγελική, ο Επαμεινώνδας και η Παρασσκευή, δεν στάθηκαν το ίδιο τυχεροί.
Αν και βγήκαν στα μικρά μπαλκόνια, ήταν αδύνατο να διαφύγουν, ενώ δεν μπορούσαν
να βγουν στην ταράτσα που ήταν επίσης κλειδωμένη. Και οι τρεις εργαζόμενοι
πέθαναν από ασφυξία.
Το σκηνικό στη Σταδίου και
τους πέριξ δρόμους ήταν εφιαλτικό, αν και η μεγάλη σε συμμετοχή και παλμό
συγκέντρωση είχε ξεκινήσει και κυλούσε ήρεμα και ειρηνικά. Τα επεισόδια
ξεκίνησαν στο ύψος της Κλαυθμώνος από κουκουλοφόρους.
Αφού ξέσπασε η φωτιά στην
τράπεζα, τα ΜΑΤ απάντησαν με δακρυγόνα στην άλλη πλευρά της Σταδίου. Την ώρα
που οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής πλησίαζαν στο σημείο, οι διαδηλωτές έκαναν
στην άκρη για να διευκολύνουν την πρόσβαση. Ωστόσο η ατμόσφαιρα από τους καπνούς
και τα χημικά ήταν αποπνικτική.
Μαρτυρίες αναφέρουν ότι
ομάδα ατόμων επιχείρησε να παρεμποδίσει την πρόσβαση των αρχών στο σημείο της
φωτιάς. Όταν αυτή έσβησε πια, ήταν ήδη πολύ αργά για τους τρεις εργαζόμενους.
Το επόμενο διάστημα, η
τραγωδία στην τράπεζα έχει σοκάρει την κοινή γνώμη. Άνθρωποι αφήνουν καθημερινά
λουλούδια και σημειώματα στο σημείο. Και οι έρευνες ξεκινούν εν μέσω
αλληλοκατηγοριών για την απόδοση ευθυνών.
Στη δίκη που ακολούθησε,
δύο άνδρες που κάθισαν στο εδώλιο, αθωώθηκαν ομόφωνα τον Οκτώβριο του 2016.
Καταδικαστικές αποφάσεις υπήρξαν κατά στελεχών της τράπεζας, για φόνο εξ
αμελείας, σωματικές βλάβες και παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και
εκπαίδευσης του προσωπικού, ενώ επιδικάστηκαν αποζημιώσεις στις οικογένειες των
θυμάτων και εγκλωβισμένους στο κτίριο.
Τα γεγονότα στην Marfin
σημάδεψαν για τα επόμενα χρόνια το πολιτικό βίο, το δημόσιο λόγο, αλλά και την
αντίδραση της κοινωνίας σε όσα βίωσε η χώρα στα οκτώ χρόνια της κρίσης, ενώ οι
δολοφόνοι των τριών δεν βρέθηκαν ποτέ.
news247
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου