Η
δήθεν Ευρωπαϊκή Ένωση και η καταστροφή της Ελλάδος
Γράφει ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η Ελλάδα εντάχθηκε με
μεγάλο ενθουσιασμό και πολλές προσδοκίες στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική
Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1981. Υπερίσχυσε το γεωπολιτικό κριτήριο, ότι δηλαδή τα
σύνορα της Ελλάδος θα γίνονταν και σύνορα της Ευρώπης. Υπερίσχυσε επίσης η
πίστη ότι η ΕΟΚ θα εξελισσόταν γρήγορα σε μια πραγματική πολιτική Ένωση, με
κοινή ανάπτυξη, κοινή ευημερία και κοινό πεπρωμένο.
Ήταν η ιδέα του Στρατηγού
Ντε Γκωλ για την Ευρώπη. Η ιδέα όμως αυτή τελικά δεν επικράτησε. Επεβλήθη εκ
των πραγμάτων, υπό την πίεση των γεωπολιτικών εξελίξεων, την κατάρρευση κατά
πρώτο λόγο της Σοβιετικής Ένωσης, την επανένωση της Γερμανίας και την ανάδυση
της παγκοσμιοποίησης, μια άλλη Ευρώπη. Η τελευταία έχει σημαία τον ακραίο
νεοφιλελευθερισμό και την πλήρη εγκατάλειψη του προτύπου της μεικτής εθνικής
οικονομίας και της πολιτικής του Κεϋνσιανισμού, που κυριάρχησε κατά τα
μεταπολεμικά χρόνια. Η εικονική οικονομία των πιστωτικών αγορών κατέλαβε την πρώτη
θέση και υποσκέλισε την πραγματική, παραγωγική οικονομία.
Για πρώτη φορά στην
ιστορία, η δημιουργία ενιαίου νομίσματος, αντί να ακολουθήσει και να είναι η
επιτομή της ολοκληρώσεως της πολιτικής ενοποιήσεως της Ευρώπης, ακολούθησε τον
αντίθετο και παράλογο από κάθε άποψη δρόμο. Δημιουργήθηκε το Ευρώ, όχι ως κοινό
αλλά ως ενιαίο νόμισμα, κατά πρωθύστερο τρόπο, με τη λογική ότι η εισαγωγή του
θα εξανάγκαζε τα κράτη-μέλη να κάνουν γρήγορα άλματα προς την ενοποίηση για να
συμμορφωθούν προς τις επιταγές που επιβάλλει η ύπαρξη ενιαίου νομίσματος.
Η διαρροή του χρόνου και η
δοκιμασία μέσα σ’ αυτόν του ενιαίου νομίσματος απεκάλυψε, για ορισμένες χώρες
με τραγικό τρόπο, τις εκ γενετής αδυναμίες του ευρώ. Εφόσον η πολιτική
ενοποίηση δεν ολοκληρώθηκε και η λεγόμενη Ευρωπαϊκή Ένωση παρέμεινε ουσιαστικά
μια κοινή Ευρωπαϊκή αγορά, ταυτιζόμενη επιπλέον με τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό
και την παγκοσμιοποίηση, οι πολιτικές της διαμορφώνονται από την κυριαρχία των
αγορών και τους συσχετισμούς ισχύος μέσα σ’ αυτές. Είναι φυσικό, μέσα στο
πλαίσιο αυτό, η οικονομικά ισχυρότερη χώρα, η Γερμανία, να αναδεικνύεται σε
ηγεμονική Ευρωπαϊκή χώρα.
Εάν είχε ολοκληρωθεί η
πολιτική ενοποίηση, η κυριαρχία των αγορών και η δεσπόζουσα ηγεμονική θέση της
οικονομικά ισχυρότερης χώρας, της Γερμανίας, θα αντισταθμιζόταν και θα
μετριαζόταν από πολιτικές αποφάσεις μεταφοράς πόρων, κοινής αναπτύξεως και
συνοχής και αλληλεγγύης. Υποτίθεται ότι τον ρόλο αυτό διαδραματίζουν
εναλλακτικά τα Κοινά Ευρωπαϊκά Ταμεία και οι συνδεόμενες μ’ αυτά πολιτικές. Η
δράση όμως των Ταμείων αυτών δεν είναι επαρκής, εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι ο
συνολικός Ευρωπαϊκός προϋπολογισμός ανέρχεται μόνο στο 1% περίπου του
ακαθάριστου Ευρωπαϊκού προϊόντος.
Ο ομοσπονδιακός
προϋπολογισμός των ΗΠΑ, π.χ., ανέρχεται στο 20%. Η διάθεση επίσης των πόρων από
τα Ταμεία αυτά συνδέεται με όρους και προϋποθέσεις για τη μείωση της παραγωγής
σε πολλούς κρίσιμους τομείς, ώστε η συνολική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενώσεως να
συμβαδίζει με την παγκοσμιοποίηση και την πολιτική των ανοικτών συνόρων.
Η Ελλάδα, με γνωστές τις
αδυναμίες της οικονομίας της και τα ελλείμματά της στο δημοσιονομικό και το
εμπορικό ισοζύγιο, έσπευσε, υπό τη σπουδή και την πίεση του μοιραίου
πρωθυπουργού της Κώστα Σημίτη, να ενταχθεί στο Ευρώ. Η ένταξη έγινε με την
προπαγάνδα ότι η Ελλάδα θα έμπαινε στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης και ότι θα
γινόταν με το Ευρώ πιο ισχυρή.
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός
Μάργκαρετ Θάτσερ έβλεπε ήδη από το 1989, πριν δηλαδή από την εισαγωγή του Ευρώ,
τα προβλήματα που θα δημιουργούσε για τις ασθενέστερες χώρες του Ευρωπαϊκού
Νότου. Γράφει, π.χ., στα Απομνημονεύματά της για τα χρόνια της ως πρωθυπουργού
στην Ντάουνινγκ Στριτ, για τις συζητήσεις που γίνονταν στις Βρυξέλλες για το
Ευρώ. «Έχουμε τώρα», λέει, «και ένα άλλο πρόβλημα, εκτός από την πολιτική
ενοποίηση, το Ευρώ. Το παράξενο είναι ότι πρωτοστατούν στην εισαγωγή του χώρες
του Ευρωπαϊκού Νότου, που ενώ είναι βέβαιο ότι θα καταστραφούν με το Ευρώ,
έχουν την αυταπάτη ότι τα υποσχόμενα πακέτα που θα εισαχθούν, μαζί με το Ευρώ,
θα είναι ικανό αντιστάθμισμα για την αποτροπή της καταστροφής».
Η Μάργκαρετ Θάτσερ αναφέρει
ονομαστικά ως παράδειγμα την Ελλάδα. Αυτό όμως που έβλεπε η «αντι-Ευρωπαία»
Θάτσερ δεν το έβλεπε ούτε ο μοιραίος για την Ελλάδα πρωθυπουργός ούτε η
αντιπολίτευση. Η Ελλάδα δεν έπρεπε, για κανέναν λόγο, να ενταχθεί σ’ ένα ενιαίο
νόμισμα, χωρίς την εγγύηση της πολιτικής αλληλεγγύης, που προκύπτει από την
πολιτική ενοποίηση ή την κατάκτηση προηγουμένως ενός επιπέδου αναπτύξεως, που
θα εγγυόταν την ανταγωνιστική συμμετοχή της.
Η κατασπατάληση των
Ευρωπαϊκών πόρων από την κακή διαχείρισή τους και η αποτυχία Σημίτη να
χρησιμοποιήσει τη ρευστότητα που έδωσε το ευρώ για τη χρηματοδότηση ενός
αναπτυξιακού προγράμματος είναι άλλες όψεις της μνημειώδους αποτυχίας της
πολιτικής του δήθεν «εκσυγχρονισμού». Η πολιτική αυτή λειτούργησε, στην
πραγματικότητα, ως πρόδρομος της καταστροφής, που ακολούθησε μετά τη δήθεν
κρίση του 2008 – 2009.
Η Ελλάδα δεν εθίγη σοβαρά,
σε πρώτη φάση, από τη διεθνή αυτή κρίση, λόγω του περιθωριακού ρόλου της στη
διεθνή και στην Ευρωπαϊκή οικονομία. Εθίγη, σε δεύτερη φάση, μέσω του συστήματος
του Ευρώ. Η κρίση ήταν διεθνής και οι επιπτώσεις της στην Ευρώπη θα έπρεπε να
αντιμετωπισθούν ως Ευρωπαϊκό πρόβλημα από τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Ανεδείχθησαν όμως, με την ευκαιρία της κρίσεως, οι εγγενείς αδυναμίες ενός
νομίσματος, που εισήχθη πρωθυστέρως και οι εγωισμοί των ισχυρών χωρών-μελών.
Για να μην πληγούν
Ευρωπαϊκές τράπεζες, που ήταν εκτεθειμένες σε Ελληνικά ομόλογα, και για να μην
τεθεί σε κίνδυνο το Ευρώ, πιέσθηκε η Ελλάδα, για να αποφύγει δήθεν τη
«χρεοκοπία», να κάνει bail out (διάσωση) των Ευρωπαϊκών και των Ελληνικών
τραπεζών και να μετατρέψει σε δημόσιο χρέος ένα δυσθεώρητο ποσό, το οποίο με
τίποτε δεν είναι βιώσιμο και εξοφλήσιμο για τη χώρα.
Η χώρα, με τη συνενοχή
θλιβερών και αναξίων ηγεσιών, καταδικάσθηκε σ’ ένα εφιαλτικό αδιέξοδο, από το
οποίο δεν φαίνεται ελπίδα φωτός, χωρίς ριζοσπαστικές ανατροπές. Πώς θα
αναπτυχθεί η χώρα, χωρίς να έχει τα μέσα να εφαρμόσει μια εθνική στρατηγική;
Πώς θα αναπτυχθεί η επιχειρηματικότητα, όταν καταδικάζεται εκ των προτέρων με
βαρύτατη φορολογία και δημοσιονομικά πλεονάσματα; Πώς θα αξιοποιήσει τον εθνικό
της πλούτο, όταν αυτός αλλοτριώνεται, διαρπάζεται και λεηλατείται από ξένες
πολυεθνικές και ταμεία (funds); Πώς θα γυρίσει στην κανονικότητα, με
αλλοτριωμένο και υποθηκευμένο το τραπεζικό της σύστημα και με επιβεβλημένη
λιτότητα μέχρι το 2060 και πέραν;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να
συγκαλύψει την καταστροφή που επέβαλε στην Ελλάδα, με πρόσχημα τη διάσωση.
Είναι κρίμα και ντροπή οι Ελληνικές ηγεσίες να συμπράττουν σ’ αυτήν την
προπαγάνδα και παραπλάνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου