Ο
Τάφος του Αχιλλέα
Ένα
από τα αινίγματα της Ιστορίας ψάχνει τη λύση του!
Του Γιώργου Ν. Παντούλα
«...Κα! αν σου πούνε
κάποτε που δεν υπάρχει πουθενά της γης η νήσος Λευκή, κι ούτε υπήρξε ποτέ, μην
πιστέψεις τα αστόχαστα λόγια. Πάντα υπάρχει, πέρα από εκείνα που βλέπουν τα γήινα
μάτια μας, μια κρυμμένη αλήθεια και μια αιώνια ομορφιά...» [Γιώργου Γεραλή, Ο
Θάνατος του Ισόθεου]
Είναι γνωστό ότι τα αρχαία
μυστήρια τραβάνε σα μαγνήτης τη φαντασία των συγγραφέων. Μετά τον περίφημο
«Κώδικα Ντα Βίντσι» του Νταν Μπράουν, έρχεται τώρα «Ο Τάφος του Αχιλλέα» του
Τομ Χάρπερ, φιλοδοξώντας ανάλογη φήμη και πωλήσεις! Όμως η πραγματικότητα, η
αληθινή έρευνα και η αναζήτηση των μυστηρίων του αρχαίου κόσμου είναι, τις
περισσότερες φορές, πολύ πιο ενδιαφέρουσα, συναρπαστική και απίστευτη από τα όποια
δημιουργήματα της φαντασίας. Ο τάφος του Αχιλλέα, του μεγαλυτέρου από τους
ήρωες του Τρωικού Πολέμου, είναι αναμφίβολα ένα από τα άλυτα αινίγματα της
Ιστορίας καθώς η θέση του στα παράλια του Ελλησπόντου έχει αμφισβητηθεί ήδη από
την αρχαιότητα. Ακόμα και ο μεγάλος γεωγράφος Στράβων αναφέρει το «Αχίλλειον»
της περιοχής της Τρωάδας ως απλό μνημείο ή κενοτάφιο προς τιμήν του Αχιλλέα και
αποφεύγει πολύ προσεκτικά να πει καθαρά ότι ο ήρωας ήταν πραγματικά θαμμένος
εκεί! (Χ1111, 32, 39,46).
Και παρ' όλο που στον
τύμβο εκείνον προσκύνησε ο άλλος μεγάλος Έλληνας, ο Αλέξανδρος, μόλις πέρασε
τον Ελλήσποντο και πάτησε το πόδι του στην Ασία, κανείς, ακόμα και τότε, δεν
ήταν σε θέση να πει με βεβαιότητα αν το πανάρχαιο μνημείο ήταν ο αληθινός τάφος
του Αχιλλέα ή κενοτάφιο. Η παράδοση και μόνο αυτή μίλαγε για τάφο. Ή καλύτερα,
εκτός από την παράδοση, ένα μοναδικό απόσπασμα της Οδύσσειας, μια και η Ιλιάδα
δεν αναφέρει καθόλου τον θάνατο του Αχιλλέα. Η Οδύσσεια (XXIV ραψωδία, στ. 36)
λέει ότι ο μεγάλος ήρωας σκοτώθηκε στην Τροία, ότι το σώμα του τυλίχθηκε με
πολύτιμο ύφασμα και κάηκε στην πυρά. Στη συνέχεια αναφέρει ότι τα οστά του
τοποθετήθηκαν σε χρυσή λήκυθο μαζί με εκείνα του Πάτροκλου και ότι οι Έλληνες
ύψωσαν στην ακτή του Ελλησπόντου ένα μεγάλο και ψηλό τύμβο ώστε να φαίνεται από
μακριό από τη θάλασσα και από τη στεριά, για να τον βλέπουν οι άνθρωποι εκείνης
της εποχής, αλλά και εκείνοι που θα ζούσαν στις μελλοντικές!
Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με
όσα αφήνει να εννοηθούν ο Όμηρος, ο Αχιλλέας θα πρέπει να θάφτηκε στην παραλία
του Ελλησπόντου, εκεί που ο κάμπος της Τροίας συναντούσε τη θάλασσα. Και καθώς
περνούσαν οι αιώνες και η ιστορία του Τρωικού Πολέμου τραγουδιόταν από τους
αρχαίους ραψωδούς όπως την είχε περιγράψει ο Όμηρος, τελικά επικράτησε η άποψη
ότι ο Αχιλλέας ήταν θαμμένος μαζί με τον Πάτροκλο στο σημείο του τύμβου που
αναφερόταν στην Οδύσσεια. Και η αλήθεια, όποια κι ήταν αυτή, φαίνεται να χάθηκε
μέσα στις ομίχλες του χρόνου.
Αχίλλεια
μνημεία
Ο Σλήμαν, αυτός ο μεγάλος
ερευνητής της αρχαιότητας που απέδειξε περίτρανα ότι τα Ομηρικά έπη δεν ήταν
παραμύθι αλλά πραγματική ιστορία με τις συγκλονιστικές ανακαλύψεις του,
προσπάθησε να βρει τα ερείπια ή ότι είχε απομείνει από τον τάφο του Αχιλλέα στα
παράλια του Ελλησπόντου. Γράφει για το θέμα αυτό: «...Σε απόσταση 250 ποδών από την ακροθαλασσιά τον Ελλησπόντου, στους
πρόποδες του Ακρωτηρίου Σιγκαίου, στο σημείο που κάποτε βρισκόταν το αρχαίο
Αχίλλειον, υπάρχει ένας χωμάτινος τύμβος με ύφος 4 μέτρα στη νότια πλευρά του
και 12 μέτρα στην βόρεια, τον οποίο θεωρούσαν ήδη από την πρώιμη αρχαιότητα ως
τον τάφο του Αχιλλέα. Το 1882 εξερεύνησα τον τύμβο αυτόν αλλά δεν βρήκα το
παραμικρό ίχνος οστών, στάχτης ή αποκαΐδια από ταφική πυρά» (llios, σελ. 862).
Ο Σλήμαν πιστεύει ότι ο
συγκεκριμένος τύμβος, που θεωρείτο ότι ανήκε στον Αχιλλέα, όπως ακριβώς και ο
αντίστοιχος του Πάτροκλου και έξι ακόμα ταφικοί τύμβοι, τους οποίους επίσης
ερεύνησε, ήταν απλά κενοτάφια, μνημεία στη μνήμη των ηρώων του Τρωικού Πολέμου,
που αποτελούσαν τόπους προσκυνήματος από τα πρώτα μεταομηρικά χρόνια έως και το
τέλος της ρωμαϊκής περιόδου.
Μνημεία προς τιμήν του
Αχιλλέα δημιουργήθηκαν και σε πολλές ελληνικές πόλεις της αρχαιότητας καθώς ο
ήρωας είχε θεοποιηθεί σχεδόν αμέσως μετά τον Πόλεμο. Ο Παυσανίας (Βιβλίο VI, 23, 3) περιγράφει τον συμβολικό τάφο
του στην πόλη της Ηλιδας στην Πελοπόννησο, που φτιάχτηκε από τους κατοίκους της
μετά από χρησμό του μαντείου των Δελφών.
Όμως, πριν από λίγα χρόνια,
την Άνοιξη του 2002, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα σημαντικότατο
εύρημα. Στη θέση Καμάρι της Θήρας, βρέθηκε ένα αρχαϊκό κτίσμα, θραύσματα
κεραμικών της ίδιας περιόδου με σκηνές από τις μάχες του Τρωικού Πολέμου και
επιγραφές με αφιερώσεις στο όνομα του μεγάλου ήρωα. H σημασία του ευρήματος έγκειται στο
ότι πρόκειται για το μοναδικό, έως σήμερα, Ιερό στον ελλαδικό χώρο αφιερωμένο
στον, θεοποιημένο πλέον, Αχιλλέα που ταυτίζεται με τη λατρεία του. Μία λατρεία
που φαίνεται να ήταν διαδομένη τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε ολόκληρο τον αρχαίο
κόσμο των Πελασγικών φύλων που απλωνόταν έως την Ουκρανία, τη νότια Ρωσία, σε
όλα τα παράλια του Πόντου, τη Μικρά Ασία, τη Βαλκανική Χερσόνησο, την Ιταλία
και, ίσως ακόμα δυτικότερα στις περιοχές των Κελτών.
Η
μυστηριώδης νήσος Λευκή
Η αναζήτηση μας για τον
τάφο του μεγάλου θεοποιημένου ήρωα θα μας οδηγήσει πολύ μακριά, στα άγρια νερά
της Μαύρης Θάλασσας, απέναντι ακριβώς από το δέλτα του Δούναβη, του Ίστρου των
αρχαίων Ελλήνων. Εκεί βρίσκεται ένα μικροσκοπικό νησάκι που διατηρεί το
ελληνικό όνομα Λευκή από τα πανάρχαια χρόνια και μάλιστα -και αυτό έχει
ιδιαίτερη σημασία- από πολύ πριν να αρχίσει το μεγάλο κύμα του αποικισμού των
ακτών του Πόντου τον 7ο - 6ο π.Χ. αιώνα! Το νησί αυτό ταυτίζεται ακόμα και με
την περίφημη νήσο των Μακάρων, ενώ μία ακόμα ονομασία του ήταν Αχίλλειος Νήσος
ή Αχίλλεια!
Πρόκειται για μία
ασβεστολιθική βραχονησίδα, τη μοναδική της Μαύρης Θάλασσας που έχει σχηματιστεί
από τεκτονικές δυνάμεις, σε σχήμα «Χ», που έχει διαστάσεις 662x440 μέτρα και επιφάνεια μόλις 0,17 τ.
χλμ. Το ψηλότερο σημείο της είναι 41 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας
και απέχει περίπου 35 χλμ. από τις ακτές της Ουκρανίας και της Ρουμανίας, στο
σημείο ακριβώς που εκβάλλει ο Δούναβης.
Τις τελευταίες δεκαετίες η
νησίδα αυτή αποτελεί το μήλο της Έριδος ανάμεσα στις δυο χώρες με τη Ρουμανία
να έχει προσφύγει για το θέμα αυτό στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Σήμερα
ανήκει στην Ουκρανία και διοικητικά υπάγεται στη Νομαρχία της Οδησσού. Εκεί
ζουν περίπου 100 κάτοικοι, συνοριοφύλακες και οι οικογένειες τους κυρίως, καθώς
και επιστημονικό προσωπικό που εργάζεται στη μόνιμη ερευνητική αποστολή του
Εθνικού Πανεπιστημίου της Οδησσού που λειτουργεί από το 2003.
H ανάπτυξη του νησιού τα τελευταία
χρόνια είναι ραγδαία. Λειτουργεί μικρό ελικοδρόμιο και το 2002 κατασκευάστηκε
προβλήτα στην οποία έχουν τη δυνατότητα να δένουν πλοία με βύθισμα έως και οκτώ
μέτρα. Παράλληλα έχουν αρχίσει εργασίες για την κατασκευή κανονικού λιμανιού.
Τέλος, στο νησί λειτουργούν ταχυδρομείο, τηλεφωνικό κέντρο, Τράπεζα, Σταθμός Α'
Βοηθειών, αναμεταδότες δορυφορικών τηλεοπτικών προγραμμάτων, κινητής
τηλεφωνίας, καθώς και κόμβος για το Διαδίκτυο. Ο φάρος που βρίσκεται στο
ψηλότερο σημείο του νησιού φτιάχτηκε από το ρωσικό αυτοκρατορικό ναυτικό το
καλοκαίρι του 1843 και από τότε λειτουργεί συνεχώς.
H νήσος Λευκή αναφέρεται για πρώτη φορά
ως τόπος ταφής του Αχιλλέα στο έργο «Αιθιοπίς» του επικού ποιητή Αρκτίνου, από
τη Μίλητο. Ο Αρκτίνος συνέχισε την ιστορία της Ιλιάδας από το σημείο που
σταματάει ο Όμηρος και μετά. Περιγράφει τον θάνατο του Αχιλλέα από το μοιραίο
βέλος του Πάρη, που οδήγησε ο Απόλλωνας στη φτέρνα του ήρωα, το μοναδικό τρωτό
του σημείο, τη φοβερή μάχη που έγινε γύρω από το σώμα του όπου τελικά ο
Οδυσσέας και ο Αίαντας κατάφεραν να το πάρουν από τα χέρια των Τρώων και να το
φέρουν στο στρατόπεδο των Ελλήνων.
Τότε έφτασε εκεί η μητέρα
του Αχιλλέα, η Θέτις, μαζί με τις αδελφές της, τις υπόλοιπες Νηρηίδες και τις
Μούσες. Αφού τον θρήνησαν, η Θέτις πήρε τα λείψανα του γιου της από την πυρά,
μαζί με εκείνα του αχώριστου φίλου του, του Πάτροκλου, και τα έφερε στη Νήσο
Λευκή απέναντι από
τις εκβολές του Ίστρου (Δούναβη). Και εκεί οι Αχαιοί ύψωσαν ένα τύμβο και πραγματοποίησαν ταφικούς
αγώνες. (Homeri Carmina et cycli epici reliquiae, Edition Didot,
| σελ. 583).
Έτσι, στην κλασική αρχαιότητα
επικρατούσαν δύο εκδοχές για τον τόπο που
είχαν τελικά ταφεί τα λείψανα του
Αχιλλέα. H πρώτη ήταν αυτή που αναφέρεται στην Οδύσσεια του Ομήρου που
τοποθετεί τον τάφο στην παραλία του Ελλησπόντου και, η δεύτερη, του Αρκτίνου
που λέει ότι τα λείψανα του μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν στη Νήσο Λευκή. Αυτή η
δεύτερη εκδοχή υποστηρίχθηκε από
πολλούς μεγάλους Έλληνες αλλά και Ρωμαίους συγγραφείς στη συνέχεια
με αποτέλεσμα να θεωρείται από ένα μεγάλο αριθμό σύγχρονων ιστορικών και
ερευνητών ως η πλέον πιθανή. Και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, τα ιστορικά
δεδομένα, αλλά και τα αρχαιολογικά ευρήματα συνηγορούν προς αυτή την
κατεύθυνση.
Οι
αρχαίες πηγές
Αχχιλέας και Έκτορας
H πλέον λεπτομερής
περιγραφή της Νήσου Λευκής -ή Αχίλλειου Νήσου, όπως επίσης ονομαζόταν- ανήκει
στον Φλάβιο Αρριανό από τη Νικομήδεια ο οποίος στο έργο του «Περίπλους Ευξείνου
Πόντου» (2ος αιώνας μ.Χ.) μας δίνει ένα πλήθος πληροφοριών σχετικά με την περιοχή
της Μαύρης Θάλασσας. Γράφει λοιπόν ο Αρριανός: «Κοντά στο στόμιο τον Ίστρου,
που ονομάζεται Ψιλόν Στόμιον, αν κάποιος ταξιδέψει με τον βόρειο άνεμο, υπάρχει
ένα νησί στην ανοιχτή θάλασσα που κάποιοι ονομάζουν Νήσο του Αχιλλέως και άλλοι
Δρόμο του Αχιλλέως και κάποιοι άλλοι ακόμα, λόγω του χρώματος του, Νήσο Λευκή.
Λέγεται ότι η θεά Θέτις ύψωσε το νησί αυτό πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας
για τον γιο της τον Αχιλλέα, ο οποίος και κατοικεί εκεί. Εδώ είναι ο ναός του
και το ξύλινο άγαλμα του (σ.σ. ξόανο), αρχαία έργα.
Το νησί δεν κατοικείται
και πάνω του τριγυρίζουν κατσίκια, όχι πολλά, τα οποία αυτοί που τυχαίνει να
φτάσουν εκεί με τα πλοία τους θυσιάζουν στον Αχιλλέα. Στον ναό αυτόν επίσης
έχουν αφεθεί πάρα πολλά ιερά δώρα και αφιερώματα, κρατήρες, δαχτυλίδια και
πολύτιμοι λίθοι που έχουν προσφερθεί στον Αχιλλέα με ευγνωμοσύνη. Ακόμα μπορεί
κανείς να διαβάσει επιγραφές γραμμένες στα ελληνικά και λατινικά αφιερωμένες
προς τιμήν του Αχιλλέα. Κάποιες από αυτές είναι αφιερωμένες και στον Πάτροκλο,
γιατί αυτοί που θέλουν να έχουν την εύνοια του Αχιλλέα τιμούν ταυτόχρονα και
τον Πάτροκλο.
Υπάρχουν ακόμα στο νησί
αυτό και αμέτρητα θαλασσοπούλια που φροντίζουν τον ναό του Αχιλλέα. Κάθε πρωί,
με την ανατολή του ήλιου, πετάνε προς την ανοιχτή θάλασσα, βρέχουν τα φτερά
τους με νερό, γυρίζουν γρήγορα στον ναό και τον ραντίζουν μ' αυτό. Και όταν
τελειώσουν με το ράντισμα καθαρίζουν με τα φτερά τους την εστία του βωμού του
ναού.
Και άλλοι λένε ακόμα
περισσότερα: ότι κάποιοι άνθρωποι που φτάνουν στο νησί αυτό πάνε εκεί με κάποιο
σκοπό. Κουβαλάνε ζώα με τα πλοία τους, τα οποία προορίζονται για θυσία. Κάποια
από τα ζώα τα θυσιάζουν και άλλα τα αφήνουν ελεύθερα στο νησί προς τιμήν του
Αχιλλέα. Υπάρχουν και άλλοι που αναγκάζονται από τις καταιγίδες να αράξουν στο
νησί. Καθώς δεν έχουν μαζί τους ζώα για θυσία, προσεύχονται να τα προμηθευτούν
από τον ίδιο τον θεό του νησιού και συμβουλεύονται το μαντείο του Αχιλλέα.
Ζητάνε την άδεια να θυσιάσουν τα θύματα που διάλεξαν ανάμεσα στα ζώα που ζουν
ελεύθερα στο νησί και για αντάλλαγμα να αφήσουν εκεί χρήματα που αντιστοιχούν
σε μία τιμή που τη θεωρούν δίκαιη. Αλλά στην περίπτωση που το μαντείο τους
αρνηθεί την άδεια, γιατί υπάρχει μαντείο εδώ, προσθέτουν κάτι παραπάνω στην
τιμή· και αν πάλι το μαντείο αρνηθεί την άδεια προσθέτουν κάτι ακόμα, έως ότου,
τελικά, το μαντείο να συμφωνήσει ότι η τιμή είναι η πρέπουσα. Και τότε το ζώο
που προορίζεται για θυσία σταματάει να τρέχει τριγύρω, αλλά σταματάει με τη
θέληση του και αφήνει να το πιάσουν. Έτσι υπάρχει μεγάλη ποσότητα ασημιού εδώ,
αφιερωμένη στον ήρωα, ως αντίτιμο για τα ζώα που θυσιάζονται. Σε κάποιους από
τους ανθρώπους που φτάνουν στο νησί αυτό εμφανίζεται ο Αχιλλέας στα όνειρα τους
και σε κάποιους άλλους ακόμα εμφανίζεται στη διάρκεια του ταξιδιού τους, όταν
περνάνε κοντά από το νησί, και τους δίνει οδηγίες σε πιο σημείο του νησιού θα
ήταν καλύτερα να αγκυροβολήσουν με τα πλοία τους» (Περίπλους Ευξείνου Πόντου,
32, 33).
Στη Νήσο Λευκή αναφέρεται
επίσης και ο μεγάλος περιηγητής της αρχαιότητας, ο Παυσανίας, ο οποίος γράφει:
«...Υπάρχει στον Εύξεινο Πόντο, κοντά στο στόμιο του Ίστρου, ένα νησί
αφιερωμένο στον Αχιλλέα, σκεπασμένο από δάση και γεμάτο από ζώα, κάποια άγρια,
κάποια ήμερα. Στο νησί αυτό υπάρχει ακόμα το Ιερό του Αχιλλέα και το άγαλμα
του» (111,19,11).
Ο Παυσανίας όμως μας δίνει
και άλλες ιδιαίτερα σημαντικές πληροφορίες για τη Νήσο Λευκή, μέσα από τις
οποίες αποκαλύπτονται και κάποιες ασυνήθιστες ιδιότητες του θεοποιημένου
Αχιλλέα, όπως αυτές του θεραπευτή! Στο ίδιο βιβλίο του, (111, 19, 13) λέει
λοιπόν ότι, σύμφωνα με πανάρχαιες παραδόσεις, πολεμιστές που τραυματιζόντουσαν
σοβαρά ή και θανάσιμα σε μάχες, αν μεταφερόντουσαν εκεί, γινόντουσαν καλά!
Δίνει μάλιστα το
συγκεκριμένο παράδειγμα του Λεώνυμου, άρχοντα του Κρότωνα, που είχε
τραυματιστεί στο στήθος σοβαρά σε μία μάχη με τους Λοκρούς και για πολύ καιρό
το τραύμα του δεν θεραπευόταν και τον βασάνιζε. Τελικά κατέφυγε στο Μαντείο των
Δελφών για να μάθει αν θα γινόταν ποτέ καλά. Η Πυθία τον συμβούλευσε τότε ότι ο
μόνος τρόπος για να ξαναβρεί την υγεία του ήταν να πάει στο Ιερό του Αχιλλέα
στη Νήσο Λευκή, απέναντι από τις εκβολές του Ίστρου. Ο Λεώνυμος ακολούθησε τη
συμβουλή της και πράγματι με τον τρόπο αυτό θεραπεύτηκε από το τραύμα του!
Ακόμα και ο Ρωμαίος συγγραφέας Αμμιανός Μαρκελίνος (Βιβλίο ΧΧΙΙ, σελ. 8),
αναφέρει ότι στη Νήσο Λευκή υπήρχαν πηγές με ιαματικά νερά που μπορούσαν να
θεραπεύσουν τα πάντα!
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος,
τον οποίο ο Βάρρο χαρακτηρίζει ως τον «πολυμαθέστερο των Ρωμαίων», μας λέει
καθαρά ότι ο τύμβος με τον τάφο του Αχιλλέα βρισκόταν στο νησί που είναι
αφιερωμένο στον ήρωα και ονομάζεται Νήσος Αχιλλίς ή Νήσος Αχιλλέα και βρίσκεται
σε απόσταση 50 ρωμαϊκών μιλίων μακριά από το δέλτα του Ίστρου. Εκεί βρισκόταν
επίσης ένας ναός αφιερωμένος στον μεγάλο ήρωα. Μάλιστα αναφέρει ότι στην εποχή
του ο τύμβος δεν ήταν πλέον ορατός: «Insula Achillis tumulo eius viri ε1ατα».(Φυαική Ιστορία IV, 27.1)
Ο Ρωμαίος γεωγράφος Μέλα,
για τον οποίο λεγόταν ότι χρησιμοποιούσε πάντοτε τις πλέον αξιόπιστες πηγές της
αρχαιότητας, αναφέρει ότι ο Αχιλλέας είναι θαμμένος στο νησί που ονομάζεται
Αχίλλεια ή Λευκή ανάμεσα στο Βορύσθενο
και στον Ίστρο. Γράφει συγκεκριμένα: «...ibi Achillis situs est» (De
situ orbis, 11,7).
Ο Έλληνας γεωγράφος
Διονύσιος ο Περιηγητής από τη Βιθυνία, που έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα
Δομητιανού, γράφει τα παρακάτω: «Πάνω στην αριστερή πλευρά του Ευξείνου Πόντου,
μπροστά από το Βορύσθενο -το μπράτσο του δέλτα του Δούναβη που ονομαζόταν
Βόρειον Στόμιον- βρίσκεται στη θάλασσα ένα πολύ γνωστό νησί που ονομάζεται
Λευκή, γιατί τα άγρια ζώα που ζουν εκεί είναι λευκά.
Λέγεται ότι εκεί, στο νησί Λευκή, αναπαύονται οι ψυχές του Αχιλλέα και άλλων
ηρώων και ότι περιπλανώνται στις ακατοίκητες κοιλάδες του νησιού αυτού. Με τον
τρόπο αυτόν ο Δίας βράβευσε τους άνδρες που ξεχώρισαν για τους τρόπους και την
ανδρεία τους, γιατί με τους τρόπους τους κατάφεραν να αποκτήσουν αιώνια τιμή»
(Περιγραφή της Γης, 541).Έτσι η Νήσος Λευκή ταυτίζεται και με τη Νήσο των
Μακάρων των αρχαίων, όπου ζούσαν στην αιωνιότητα οι ψυχές των μεγάλων ηρώων.
Ο Φιλόστρατος γράφει ότι
οι ναυτικοί μπορούσαν να αράξουν στο νησί αλλά όχι να χτίσουν οτιδήποτε, ή
ακόμα και να διανυκτερεύσουν εκεί, γιατί πιστευόταν ότι ο Αχιλλέας και η Ελένη
κάθε βράδυ γιόρταζαν εκεί, τραγουδούσαν τον έρωτα τους και έκανα απαγγελία
ομηρικών επών! Προσθέτει ακόμα ότι στο Ιερό, εκτός από το άγαλμα του Αχιλλέα,
υπήρχε και το άγαλμα της Ελένης. Τέλος αναφέρει ότι στο νησί ζούσαν αιώνια και
οι ψυχές των άλλων ηρώων του Τρωικού Πολέμου όπως του Αίαντα, του Πάτροκλου
κ.λπ. των οποίων ο Αχιλλέας ήταν ο αρχηγός.
Ακόμα και ο μεγάλος Ρωμαίος
ποιητής Οβίδιος, που έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και πέθανε
εξόριστος στην Τομή (σημερινή Κωνστάντζα), λίγο νοτιότερα από τη Νήσο Λευκή,
αναφέρει ότι εκεί βρισκόταν ο πανάρχαιος τάφο και το Ιερό του Αχιλλέα.
Ο μεγάλος ποιητής Αλκαίος
συνδέει άμεσα τον Αχιλλέα με τη Σκυθία και τον ονομάζει «Άρχοντα του Πόντου» ή
«Ποντάρχη». Ο χαρακτηρισμός αυτός είναι απόλυτα ενδεικτικός της επιρροής των
πανάρχαιων Πελασγών στην περιοχή αυτή του Βορρά όπου η αρχαιολογική έρευνα τις
τελευταίες δεκαετίες έχει αποδείξει την εξάπλωση των πελασγικών φυλών εκεί πολύ
πριν το μεγάλο κύμα του αποικισμού στον Πόντο αιώνες αργότερα.
Ο Αχιλλέας της Νήσου
Λευκής λατρευόταν έως και την ύστερη ρωμαϊκή εποχή ως ο «Κύριος και ο Αρχών της
Μαύρης Θάλασσας» και ως ο κυριότερος προστάτης της ναυτιλίας στις περιοχές
εκείνες. Τα επίθετα και οι ιδιότητες αυτές, καθώς και ο τίτλος του ως «Βασιλεύς
της Σκυθίας» αποτελούν με την πρώτη ματιά μυστήριο από ιστορικής απόψεως καθώς
δεν τα συναντάμε στον ελληνικό νότο. Η προέλευση τους φαίνεται να χάνεται στα
βάθη του χρόνου όπως αναφέρουν οι Κόχλερ (Memoire, σελ. 578, 634 - 643),
Ουβαρόφ (Recherches sur les antiquites de la Russie Meridionale, 11, σελ. 46)
και ο Λυκόφρων, όπως είδαμε λίγο πιο πάνω.
Αυτή η αρχέγονη ανάμνηση
για τον μεγάλο Αχιλλέα και τις ιδιότητες του, που ξεκινάει από τα πανάρχαια
χρόνια, παρέμεινε ζωντανή για χιλιάδες χρόνια ανάμεσα στους λαούς, βασικά
πελασγικούς, που ζούσαν γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα. Ηταν η εποχή στην οποία η
Νήσος Λευκή φαίνεται να είχε κυριαρχικά δικαιώματα σε ολόκληρο τον Πόντο, πάντα
κάτω από την αιγίδα του θεοποιημένου ήρωα, και επίσης φαίνεται να κυριαρχούσε
στον έλεγχο της ναυτιλίας και της κυκλοφορίας των διαφόρων προϊόντων μέσω αυτής
της θάλασσας. Πιθανότατα ασκούσε, σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις,
σημαντική επιρροή σε πολλά εμπορικά λιμάνια του Αιγαίου και της Αδριατικής που
ήταν και αυτά αφιερωμένα στον Αχιλλέα. Τέτοια λιμάνια ήταν το Αχίλλειον στη
Μεσσηνία που αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος, το Αχίλλειο στη Λακωνία (Παυσανίας
111, 25,4) και το γνωστό Ακουίλια στην Αδριατική.
Έτσι στη Νήσο Λευκή ο
μεγάλος ήρωας δεν ήταν απλά θεός των νεκρών αλλά και θεραπευτής, προστάτης των
ναυτικών, αλλά και μάντης. Αρχικά το νησί ανήκε διοικητικά στην πόλη της
Ποντικής Ολβίας που έλεγχε και μεριμνούσε για το Ιερό του Αχιλλέα ο οποίος ήταν
συγχρόνως και προστάτης της. Ανάμεσα στα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν
εκεί, υπάρχει και μία επιγραφή με ένα ψήφισμα του 4ου αιώνα π.Χ. από την πόλη
Ολβία στο οποίο επαινείται κάποιος που κατάφερε να νικήσει και να διώξει τους
πειρατές που ζούσαν στο Ιερό Νησί για κάποια περίοδο. Όμως, από τα τέλη το 1ου
αιώνα μ.Χ., ο έλεγχος της Λευκής πέρασε σε άλλες ελληνικές πόλεις της ρωμαϊκής
επαρχίας της Κάτω Μοισίας.
Οι
ανασκαφές στο νησί
Οι αρχαιολογικές έρευνες
στο νησί ξεκίνησαν στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα και αποκάλυψαν τα
ερείπια ενός κτιρίου που πιστεύεται ότι ήταν ο πανάρχαιος ναός του Αχιλλέα. H
πρώτη οργανωμένη αρχαιολογική ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το 1823 με εντολή της
Ακαδημίας Επιστημών της Αγίας Πετρούπολης. Επικεφαλής ήταν ο πλωτάρχης
Κριτζίκλι και η έρευνα έφερε στο φως σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα που
φαίνεται να επιβεβαιώνουν τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων.
Χωρίς αμφιβολία το
σημαντικότερο από αυτά ήταν ο μεγαλειώδης τετράγωνος ναός με ανατολικό
προσανατολισμό, που η κάθε πλευρά του είχε μήκος 29,76 μέτρα και η κατασκευή
του ήταν ακριβώς ίδια με τις αντίστοιχες κυκλώπειες κατασκευές που έχουν
ανακαλυφθεί στην Τίρυνθα, τις Μυκήνες και σε άλλες τοποθεσίες στην Ελλάδα. Οι
τοίχοι του ναού, που σε κάποια σημεία υψωνόντουσαν μέχρι και 1,66 μέτρα πάνω
από το έδαφος το 1823, ήταν χτισμένοι από μεγάλους επεξεργασμένους ασβεστολιθικούς
ογκόλιθους, τοποθετημένους χωρίς συνδετικό υλικό ο ένας πάνω στον άλλο.
Το κτίριο ήταν
χαρακτηριστικό δείγμα μνημειακής αρχιτεκτονικής των αρχαϊκών χρόνων. Ήταν
πλούσια διακοσμημένο με λευκό Παριανό μάρμαρο γεγονός που διαπιστώθηκε από τον
μεγάλο αριθμό μαρμάρινων θραυσμάτων γλυπτών που βρέθηκαν γύρω από το κτήριο,
αλλά και με αρχιτεκτονικά στοιχεία από πηλό. Ακόμα βρέθηκαν και δύο πέτρινες
ενεπίγραφες βάσεις αγαλμάτων. Γράφει για το θέμα αυτό ο Κόχλερ στο έργο του
«Αναμνήσεις»: «...Πολυάριθμα θραύσματα από μία αριστοτεχνικά δουλεμένη μετώπη,
μερικά από τα οποία είχαν μήκος μεγαλύτερο του ενός μέτρου και άλλα θραύσματα,
φαίνεται να ήταν τμήματα από τα βάθρα κάποιων αγαλμάτων. Τα πιο αξιόλογα
τμήματα, καθώς και ένα κιονόκρανο από λευκό μάρμαρο κλάπηκαν το 1814 από τον
πλοίαρχο ενός ιταλικού πλοίου».
Εκτός από τους τοίχους του
ναού βρέθηκαν επίσης στην ανατολική και δυτική πλευρά του νησιού τα ερείπια
τριών ακόμα μεγάλων κτιρίων φτιαγμένων με τα ίδια υλικά και με τον ίδιο
αρχιτεκτονικό ρυθμό όπως ο ναός. Πιθανότατα ο αρχικός λειτουργικός ρόλος τους
ήταν να χρησιμοποιούνται ως δευτερεύοντα ιερά ή χώροι κατοικίας των ιερέων του
κυρίως ναού ή, ακόμα, ως ξενώνες για τη φιλοξενία προσκυνητών.
Όπως περιγράφεται στις
αναφορές των Ρώσων αξιωματικών του 1823, το εσωτερικό του ναού ήταν χωρισμένο
με ένα τοίχο που είχε κατεύθυνση βορρά - νότου, ενώ το δυτικό τμήμα του
χωριζόταν επίσης σε τρεις αίθουσες. Κοντά στο βόρειο τμήμα του ναού υπήρχε ένας
ακόμα χωριστός χώρος που περιέκλειε μία στέρνα.
Τέλος στη βορειοδυτικά
πλευρά, κοντά στον τοίχο υπήρχε ένα πηγάδι βάθους πέντε μέτρων, με στρογγυλό
άνοιγμα, λαξευμένο στον σκληρό βράχο και στη δυτική πλευρά δύο ακόμα πηγάδια με
τετράγωνα στόμια. Τα πηγάδια αυτά φαίνεται πως εξυπηρετούσαν, σύμφωνα με το
πανάρχαιο τελετουργικό, τις ανάγκες του ναού όπως επίσης και το αναγκαίο
εξαγνιστικό πλύσιμο των χεριών και των ποδιών των προσκυνητών.
H όλη κατασκευή του ναού
και των βοηθητικών κτιρίων γύρω από αυτόν δείχνουν ότι η λατρεία του Αχιλλέα
στη Νήσο Λευκή ήταν ανάλογη με τις αντίστοιχες των μεγάλων θεών της αρχαιότητας
και ο ήρωας θεωρείτο ως πρωτεύουσα θεότητα.
Δυστυχώς σήμερα δεν έχει
απομείνει σχεδόν τίποτα από όλα εκείνα τα ερείπια κτηρίων που βρέθηκαν το 1823
διασκορπισμένα στο νησί. Το 1837, όταν το ρωσικό ναυτικό άρχισε να κατασκευάζει
τον φάρο που λειτουργεί ακόμα και σήμερα, χρησιμοποίησε το έτοιμο δομικό υλικό
των πανάρχαιων κτηρίων για την κατασκευή του!
Παρ' όλα αυτά οι έρευνες
στη Νήσο Λευκή δεν σταμάτησαν και συνεχίζονται ακόμα και σήμερα. Οι πιο γνωστές
αρχαιολογικές αποστολές είναι αυτές των Ν. Μουρζάκεβιτς (1841), Ν. Πγιατίσεβα
(1944) και Σ. Μπουλάτοβιτς (1968). Από το 1988 έχουν αρχίσει και πάλι
συστηματικές ανασκαφές από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Οδησσού υπό την εποπτεία
των αρχαιολόγων Σ. Οχότνικοφ και Α. Οστρόβερχοφ. Στη διάρκεια των ανασκαφών
αυτών ερευνήθηκε επίσης και ο υποθαλάσσιος χώρος κοντά στις ακτές του νησιού με
πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Βρέθηκαν πάρα πολλά αντικείμενα, τα περισσότερα
από τα οποία φαίνεται να είχαν φτάσει στην περιοχή από μακριά, το χώρο του
Αιγαίου, τη Μικρά Ασία κ.λπ.
Τα αρχαιότερα κεραμικά που
βρέθηκαν στο νησί χρονολογούνται στα τέλη του 7ου και στις αρχές του 6ου π.Χ.
αιώνα και είναι χαρακτηριστική η παντελής απουσία χρηστικής κεραμικής. Όλα τα
ευρήματα αυτής της κατηγορίας ανήκουν σε τελετουργικού χαρακτήρα πλούσια
διακοσμημένα κεραμικά που -και αυτό είναι πολύ σημαντικό- προέρχονται από
σχεδόν κάθε σημείο του αρχαίου κόσμου, γεγονός που δείχνει τη σημασία του Ιερού
του Αχιλλέα.
Το ίδιο συμβαίνει και με
το πλήθος των νομισμάτων που βρέθηκαν στο νησί, που χρονολογούνται σε διάφορες
ιστορικές περιόδους, από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά και αποτελούν ένα ακόμα
τεκμήριο της δημοτικότητας της λατρείας του μεγάλου ήρωα. Ήρθαν στο φως ακόμα
πολλές επιγραφές, ενεπίγραφα τμήματα των τοίχων του ναού, ένας μεγάλος αριθμός
διαφόρων αναθημάτων στον Αχιλλέα όπως κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα,
όστρακα αγγείων και άγκυρες πλοίων.
Θα πρέπει να πούμε ακόμα ότι
μία μερίδα ιστορικών και αρχαιολόγων, κυρίως από Ρουμανία, Ουκρανία, Ρωσία και
άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζουν ότι η Νήσος Λευκή, πριν την ταφή του
Αχιλλέα και τη δημιουργία του μεγάλου λατρευτικού του κέντρου, ήταν κέντρο της
λατρείας του Απόλλωνα των Υπερβορείων.
Σύμφωνα με την άποψη αυτή
το νησί χρησιμοποιήθηκε αρχικά, από τα πανάρχαια χρόνια για τη λατρεία του
Απόλλωνα, κάτι ανάλογο με τη Δήλο στο Αιγαίο και, στη συνέχεια για τη λατρεία
του θεοποιημένου Αχιλλέα μετά την ταφή του εκεί. Πάντως, σύμφωνα με όλα τα
υπάρχοντα στοιχεία και ευρήματα, αλλά και όλους τους αρχαίους συγγραφείς η
θεωρία περί λατρευτικού κέντρου του Απόλλωνα δεν φαίνεται να μπορεί να σταθεί.
ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ τ.168/2009
Φιδονήσι
Εύξεινου πόντου
Το Φιδονήσι (Ουκρανικά :
Острів Зміїний) είναι νησί του Εύξεινου πόντου που ανήκει στην Ουκρανία στα
σύνορα της χώρας με την Ρουμανία κοντά στο Δέλτα του Δούναβη. Το νησί ήταν
επίκεντρο συνοριακής διαφοράς μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας, τα εδαφικά όρια
της υφαλοκρηπίδας γύρω από το Φιδονήσι οριοθετήθηκαν από το Διεθνές Δικαστήριο
το 2009.
Γεωγραφία
Το νησί είναι κυρίως
πετρώδες και βρίσκεται 35 χιλιόμετρα από την ακτή, ανατολικά από τις εκβολές
του ποταμού Δούναβη. Οι συντεταγμένες του νησιού είναι 45 ° 15'18 "N 30 °
12'15" E . Το νησί είναι σχήματος Χ, από ΝΔ προς ΒΑ έχει μήκος 690 μέτρα
από 682 μέτρα από ΒΔ προς ΝΑ, καλύπτει μια έκταση 0,205 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Το ψηλότερο σημείο του είναι 41 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η πλησιέστερη πόλη είναι
στην ακτή της Ρουμανίας η Σουλινάς σε απόσταση 45 χιλιομέτρων. Η πλησιέστερη
πόλη της Ουκρανίας είναι η Vylkove σε απόσταση 50 χλμ χιλιομέτρων.
Μέχρι το τέλος του 2011
στα παράκτια ύδατα της νήσου καταγράφηκαν 58 είδη ψαριών (12 από τα οποία
περιλαμβάνονται στο κόκκινο βιβλίο της Ουκρανίας), επίσης έχουν καταγραφεί έξι
είδη καβουριών. Με το προεδρικό διάταγμα της 9ης Δεκεμβρίου 1998, αριθμός
1341-1398, το νησί και τα παράκτια ύδατα κηρύχθηκε προστατευόμενη περιοχή. Η
συνολική προστατευόμενη περιοχή καλύπτει 232 εκτάρια.
Πληθυσμός και υποδομές
Το Φιδονήσι έχει περίπου
100 κάτοικους, ως επί το πλείστον συνοριοφύλακες στρατιωτικοί με τις
οικογένειές τους και τεχνικό προσωπικό. Από το 2003 με πρωτοβουλία του Εθνικού
πανεπιστημίου της Οδησσού δημιουργήθηκε θαλάσσιος ερευνητικός σταθμός στον
οποίο επιστήμονες και φοιτητές από το πανεπιστήμιο κάθε χρόνο διεξάγουν έρευνες
για την τοπική πανίδα, τη χλωρίδα, τη γεωλογία, μετεωρολογία, ατμοσφαιρική
χημεία, Υδροβιολογία, κλπ.
Το νησί είναι σήμερα
αποστρατιωτικοποιημένο και με ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης. Σύμφωνα με συνθήκη
μεταξύ της Ρουμανίας και της Ουκρανίας το 1997, οι ουκρανικές αρχές απέσυραν
μια μεραρχία, κατεδάφισαν το στρατιωτικό ραντάρ , και δημιούργησαν νέες
υποδομές για εγκατάσταση πολιτών. Οι διεθνείς σχέσεις Ρουμανίας και Ουκρανίας
κλονίστηκαν όταν η Ρουμανία ισχυρίστηκε ότι το νησί δεν είναι τίποτα
περισσότερο από ένα βράχο στη θάλασσα. Τον Φεβρουάριο του 2007 η Ουκρανική
πλευρά ενέκρινε τη δημιουργία αγροτικού οικισμού ως μέρος της πόλης Vylkove που
βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση, ωστόσο το νησί κατοικείται από πριν.
Στο Φιδονήσι υπάρχει ένα
ελικοδρόμιο που κατασκευάστηκε το 2002, μια προβλήτα για πλοία με βύθισμα έως 8
μέτρων ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή λιμένα. Η ηλεκτρική ενέργεια
παρέχεται από έναν σταθμό ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιεί ηλιακή ενέργεια
και ντίζελ για την παραγωγή ρεύματος. Στο Φιδονήσι υπάρχουν ακόμα ένας
ερευνητικός σταθμός, ταχυδρομείο, τράπεζα (υποκατάστημα της Ουκρανικής τράπεζας
"Aval"), σταθμός πρώτων βοηθειών, πάροχος δορυφορικής τηλεόρασης,
τηλεφωνικό δίκτυο, και σύνδεση στο ίντερνετ. Τα περισσότερα κτίρια του οικισμού
βρίσκονται είτε στο κέντρο του νησιού ή στην περιοχή της προβλήτας.
Ο
Φάρος
Ο Φάρος στο Φιδονήσι χτίστηκε
το φθινόπωρο του 1842 από το στόλο της Μαύρης Θάλασσας της Ρωσικής
Αυτοκρατορίας. Ο φάρος είναι ένα οκταεδρικό κτήριο σε σχήμα, 12 μέτρα ύψος, που
βρίσκεται κοντά στη ψηλότερη περιοχή του νησιού, 40 μέτρα πάνω από την
επιφάνεια της θάλασσας. Ο φάρος χτίστηκε σε θέση που προηγουμένως υπήρχε ο
αρχαίος ναός του Αχιλλέα. Τα απομεινάρια του ελληνικού ναού βρέθηκαν το 1823.
Το 1860 προστέθηκαν νέοι,
σύγχρονοι τότε, λαμπτήρες που αγοράστηκαν στην Αγγλία. Στις αρχές της δεκαετίας
του 1890 εγκαταστάθηκε λάμπα κηροζίνης με φωτιστικό εξοπλισμό και εκ περιτροπής
με φακούς. Η εγκατάσταση αυτή βελτίωσε την ορατότητα στον φάρο μέχρι και τα 20
μίλια (32 χλμ.).
Ο φάρος υπέστη σοβαρές
ζημιές κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου από την σοβιετική αεροπορία
που κατά την γερμανική υποχώρηση. Ο φάρος αποκαταστάθηκε στο τέλος του 1944, το
1949 ανακατασκευάστηκε και εξοπλίστηκε εκ νέου από τον στόλο της Μαύρης
Θάλασσας. Ο φάρος αναβαθμίστηκε περαιτέρω το 1975 και το 1984. Το 1988
προστέθηκε ο ραδιοφάρος "KPM-300" που έδινε ραδιοσήμα στα 150 μίλια
(240 χιλιόμετρα).
Τον Αύγουστο του 2004 ο
φάρος εξοπλίστηκε με έναν ραδιοφάρο "Yantar-2M-200" που παρέχει σήμα
διόρθωσης διαφορικό αλλά δορυφορικό σύστημα πλοήγησης GPS και GLONASS .
Ιστορία
Το νησί πήρε το όνομά του
από τους αρχαίους Έλληνες που το ονόμαζαν "Λευκός", παρομοίως αργότερα
ονομάστηκε από τους Ρωμαίους ως "Άλμπα", πιθανώς λόγω των σχηματισμών
λευκού μαρμάρου που υπάρχουν στο νησί. Αργότερα ονομάστηκε "Νησί του
Αχιλλέα" και κτίστηκε ιερό του ήρωα. Στο νησί βρέθηκαν ερείπια ναού του
θεού Απόλλωνα ενώ υπάρχουν και βυθισμένα ερείπια κτιρίων.
Σύμφωνα με την ελληνική
μυθολογία τα σώματα του Αχιλλέα και του Πάτροκλου έφερε στο νησί η Θέτιδα μετά
τον θάνατο τους στον Τρωικό πόλεμο. Το νησί αναφέρεται από πολλούς αρχαίους
συγγραφείς όπως ο Οβίδιος, ο Πτολεμαίος και ο Στράβων[5]. Το νησί περιγράφεται
και από τον Πλίνιο στην φυσική ιστορία του , IV.27.1. Στο Φιδονήσι έχουν βρεθεί
πολλές αρχαίες επιγραφές .
Κατά τη διάρκεια της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποκαλούνταν από τους Έλληνες Φιδονήσι όπου επικράτησε
έως σήμερα. Το νησί έδωσε το όνομά του στη ναυμαχία μεταξύ του Οθωμανικού και
Ρωσικού στόλου το 1788, κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πόλεμου του
1787-1792 .
Το 1829, μετά το
Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-1829 , το νησί έγινε μέρος της Ρωσικής
Αυτοκρατορίας μέχρι το 1856. Το 1877, μετά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878
, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέλαβε το νησί και το έδωσε μαζί με τη Βόρεια
Δοβρουτσά στη Ρουμανία, ως αποζημίωση για τη ρωσική προσάρτηση της νότιας
Βεσσαραβίας.
Μέχρι το 1948 το φιδονήσι
θεωρούνταν μέρος της ρουμανικής παράκτιας πόλης Σουλιμά. Το 1948 οι Σοβιετικοί
ανάγκασαν την ρουμανική πλευρά (κατεχόμενη από τα σοβιετικά στρατεύματα) να
αποδεχθεί τη «μεταφορά» του φιδονησίου στη Σοβιετική Ένωση, καθώς και να δεχθεί
να μετακινήσει τα ρουμανικά σύνορα στο Δέλτα του Δούναβη προς τα δυτικά, προς
όφελος της ΕΣΣΔ. Η Ρουμανία αμφισβήτησε έντονα την εγκυρότητα αυτής της
«συνθήκης», δεδομένου ότι δεν επικυρώθηκε ποτέ από καμία από τις δύο χώρες και
θεωρεί το φιδονήσι ρουμανικό έδαφος.
Την ίδια χρονιά, το 1948,
κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου , η Σοβιετική ένωση έχτισε στο νησί ραντάρ.
Σε συνθήκη μεταξύ Ρουμανίας και ΕΣΣΔ που υπογράφηκε στο Βουκουρέστι στις 27
Φεβρουαρίου 1961 αναγνωρίστηκε η κατοχή του Φιδονησίου από την ΕΣΣΔ.
Μεταξύ 1967 και 1987, η
ΕΣΣΔ και η ρουμανική πλευρά ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της
υφαλοκρηπίδας. Η ρουμανική πλευρά αρνήθηκε να δεχθεί την Σοβιετική προσφορά για
ορισμό υφαλοκρηπίδας από 4000 έως 6000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γύρω από το νησί.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 το φιδονήσι πέρασε στην
επικράτεια της Ουκρανίας. Η Ρουμανική πλευρά διεκδίκησε εκ νέου το νησί.
Σύμφωνα με τη ρουμανική πλευρά, στις συνθήκες ειρήνης του 1918 και 1920 (μετά
τον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο), το νησί θεωρήθηκε μέρος της Ρουμανίας, και δεν
αναφέρθηκε στην συνθήκη του 1947 που ανακαθόρισε τα σύνορα μεταξύ της Ρουμανίας
και της Σοβιετικής Ένωσης .
Το 1997, η Ρουμανία και η
Ουκρανία υπέγραψαν μια συνθήκη με την οποία και τα δύο κράτη επιβεβαιώνουν ότι
τα υφιστάμενα μεταξύ τους σύνορα είναι απαραβίαστα και, ως εκ τούτου, θα πρέπει
να απέχουν, τώρα και στο μέλλον, από οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια κατά των
συνόρων, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, ή πράξη, την κατάσχεση και
σφετερισμό μέρους ή του συνόλου του εδάφους του συμβαλλόμενου μέρους. Ωστόσο,
οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι η κάθε πλευρά μπορεί να πάει στο Διεθνές
Δικαστήριο για να διεκδικήσει οριστική απόφαση.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 2004,
η ρουμανική πλευρά έφερε την υπόθεση κατά της Ουκρανίας στο Διεθνές Δικαστήριο
Δικαιοσύνης (ICJ), η υπόθεση αφορούσε τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δύο κρατών
στη Μαύρη Θάλασσα. Στις 3 Φεβρουαρίου 2009, το Διεθνές Δικαστήριο εξέδωσε την
απόφασή του και οριοθέτησε οριστικά τα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών.
Από τη Βικιπαίδεια, την
ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου