Σαν
βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δεν θα με περιμένει...
Ένα διαχρονικό και πάντα επίκαιρο άρθρο από μια παλιά "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Της
Μαρίας Κατσουνάκη
Μαζί με τη δεδομένη
διαπίστωση «αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία», προκύπτει και το ακανθώδες ερώτημα
«ποιος αποφασίζει αν αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία;». Ο Βρετανός σκηνοθέτης Τζον
Κρόουλι, μάλιστα, στην ταινία του «Boy A», διατυπώνει την καίρια απορία: ποια
είναι η αξία του σωφρονισμού αν ο αποφυλακιζόμενος παραμένει αιωνίως
στιγματισμένος; Ο πρωταγωνιστής του, 24 χρονών, ύστερα από 15 χρόνια φυλάκισης,
αναζητεί μια νέα ζωή. Όμως ο φόβος δεν επιτρέπει στην κοινωνία να τον
συγχωρέσει, η αλήθεια θα στοιχειώνει πάντα το νεαρό αγόρι και οι ενοχές θα τον
κρατούν καθηλωμένο στην εφηβεία. Η ενηλικίωση, που έρχεται μέσα από την
αποδοχή, παραμένει ένα χαμένο στοίχημα.
Επάνοδος ή μια άλλη
ιδιότυπη φυλάκιση, μια υπό όρους ελευθερία; Το μακρύ και συχνά ανέφικτο ταξίδι
της επανένταξης, επανέφερε στην επικαιρότητα σε μια εκδήλωσηστον «Ιανό». ο
πρώην βαρυποινίτης, Νίκος Κοεμτζής που αποφυλακίστηκε το 1996 και έκτοτε
προσπαθεί να επιβιώσει. Το βιβλίο του «Το μακρύ ζεϊμπέκικο» και η ανάγκη να
αποκτήσει μια άδεια μικροπωλητή ώστε να μπορεί να το πουλάει νόμιμα ο ίδιος,
συγκέντρωσαν τους επώνυμους φίλους του σε μια βραδιά, στην οποία ακούστηκαν
πολλές αλήθειες και όχι ευχάριστες. «Η Δικαιοσύνη τέλειωσε με τον Κοεμτζή»,
είπε ο Διονύσης Σαββόπουλος. «Είναι η κοινωνία τώρα που τον τιμωρεί». Και ο
εγκληματολόγος Νέστωρ Κουράκης ανέφερε ότι «οι τέσσερις στους πέντε
αποφυλακιζόμενους στα επτά χρόνια ελευθερίας ξαναμπαίνουν στη φυλακή». Όσο για
τον Ν. Κοεμτζή, όταν κατέγραφε τις εικόνες από την αίθουσα του δικαστηρίου το
1973, δεν έτρεφε καμία ψευδαίσθηση: «Ο κόσμος στην αίθουσα με κοιτούσε άλλος με
λύπηση και συμπάθεια, άλλος με κακία, άλλος με περιφρόνηση. Από ένστικτο ο
κόσμος και οι συγγενείς ξέρανε πλέον ποιους έπρεπε να αγκαλιάσουν, και
αγκαλιάζανε τον Θωμά (Καραμάνη) και τον Δημοσθένη (Κοεμτζή) γιατί αυτοί θα
ζούσανε ανάμεσά τους και στην κοινωνία. Εγώ, δεν είχα πλέον καμιά θέση ανάμεσά
τους, γιατί από δω και στο εξής ανήκω στο δικό μου κόσμο, στον άλλον κόσμο τον
ξεχασμένο».
Η
«επάνοδος»
Επιστρέφοντας ο
φυλακισμένος στην κοινωνία βρίσκει, κατ' αρχάς, τα σπαράγματα μιας ζωής που
άφησε πίσω του, ένα τραυματισμένο στενό περιβάλλον, την αφιλόξενη
πραγματικότητα της μη αποδοχής και την απουσία θεσμών που θα τον υποδεχτούν και
θα τον στηρίξουν.
«Η προσπάθεια επανένταξης
ξεκινάει από την πρώτη μέρα της φυλάκισης», υποστηρίζει η κοινωνική λειτουργός
και διευθύντρια της «Επανόδου» (Κέντρο Επανένταξης Αποφυλακισμένων), Βίνα
Τσιλιμιγκάκη. «Εννοούμε, από την παραδοχή της πράξης, τη συνειδητοποίηση
ευθυνών, την αντιμετώπιση της καινούργιας κατάστασης, της φυλακής. Γι' αυτό
είναι σημαντικό να υπάρχουν προγράμματα δραστηριοποίησης του ανθρώπου που
εγκλείεται. Όταν βγαίνει, η προσπάθεια θα πρέπει να έχει συνέχεια».
Στο ερώτημα «τι κάνω
μετά», η απάντηση είναι αποσπασματική και τυχαία. «Το βασικότερο αίτημα είναι η
αναζήτηση εργασίας», λέει η κ. Τσιλιμιγκάκη. «Παρά την προσπάθεια που γίνεται
δεν υπάρχει δίκτυο εργοδοτών ήδη ευαισθητοποιημένων οι οποίοι θα έχουν δηλώσει
την πρόθεσή τους να απασχολήσουν αποφυλακισμένους. Για τους αλλοδαπούς τα
πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα».
Απόθεμα
αντοχών
Το στίγμα ακολουθεί τον
κρατούμενο, τον προσδιορίζει. Πολλαπλασιάζει το ψυχικό βάρος. Όσοι ασχολούνται
με το θέμα γνωρίζουν ότι «το μεγάλο πρόβλημα ξεκινάει μετά την αποφυλάκιση».
Απαιτείται μεγάλο απόθεμα αντοχής. Να μπορούν να απορροφούν την απόρριψη, να
ξαναπροσπαθούν.
«Η έξοδος στην κοινωνία
είναι διαδικασία επώδυνη και όχι απελευθέρωση», προσθέτει ο κλινικός ψυχολόγος
και υπεύθυνος του θεραπευτικού προγράμματος ΚΕΘΕΑ - Εν δράσει, Γιάννης Τέντης.
«Οι αποφυλακισμένοι καλούνται να αντιμετωπίσουν όχι μόνο προσωπικά, αλλά και
κοινωνικά προβλήματα, που άπτονται τόσο στις οικογενειακές σχέσεις όσο και
στους στόχους που πρέπει να επιλέξουν. Χρειάζεται θεραπευτικό υποστηρικτικό
πλαίσιο για να ενταχτούν με τους λιγότερους κλυδωνισμούς. Χρειάζεται να
δοκιμάσουν τον εαυτό τους στις κανονικές συνθήκες και όχι στις εικονικές της
φυλακής. Στη διαδικασία της «αποϊδρυματοποίησης» πρέπει να βρει ο
αποφυλακισμένος νέα ενδιαφέροντα, να «δει» τον εαυτό του κοινωνικά δραστήριο,
παραγωγικό πολίτη και μακριά από τα ναρκωτικά. Και συγχρόνως να είναι
αυτόνομος. Να μην εξαρτάται ούτε από την οικογένειά του ούτε να έχει προσωπικές
εξαρτητικές σχέσεις ούτε καν εξάρτηση από το πρόγραμμα υποστήριξης».
Ζητάμε πολλά. Και τι
προσφέρουμε; Ελάχιστη ανοχή, ένα πλέγμα φόβου, προκατάληψης και στερεοτύπων,
δίπλα σε λίγα και ανεπαρκώς στελεχωμένα προγράμματα, που πάσχουν από έλλειψη
συντονισμού και κατακερματισμό. Προγράμματα που μοιάζουν περισσότερο με φιλανθρωπία,
όπως επισημαίνει ο ψυχίατρος Δημήτρης Μοσχονάς.
Η τελευταία «λέξις», του
«Δημοσθένους»: «Κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή κανείς δε θα με περιμένει / οι
δρόμοι θα 'ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη...».
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/17.1.2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου