Ηθική, φιλοσοφία,
επιστήμη. Από τις όχθες του Ιλισού, Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης. Πως οι
τρεις κλασικοί φιλόσοφοι της Αρχαίας Αθήνας έθεσαν τα βάθρα της σύγχρονης
γνώσης. Και γιατί παραμένουν οι διασημότερες προσωπικότητες όλων των εποχών.
BIGGER THAN JESUS!
Από τον Μάρκο Καρασαρίνη
Όταν την άνοιξη του 1966 ο Τζον
Λένον, σε μια κρίση μεγαλομανίας ή προκλητικότητας ταιριαστής προς τα ειωθότα
του ροκ, δήλωνε στο αμερικανικό περιοδικό «Datebook» ότι οι Beatles
ήταν πλέον «δημοφιλέστεροι από τον Χριστό», το αποτέλεσμα ήταν οργισμένες
διαδηλώσεις στις Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ, δίσκοι ριγμένοι στην πυρά και
απειλητικές επιστολές για το συγκρότημα. Όταν στις 14 Μαρτίου 2014 το «New York Times Magazine» δημοσίευσε τα
πορίσματα των ερευνών της ομάδας Macro Connections του περίφημου Media Lab του Πανεπιστημίου ΜΙΤ τα οποία τεκμηρίωναν ότι ο Ιησούς είναι
μόλις τρίτος σε διασημότητα παγκοσμίως σήμερα, δεν κουνήθηκε φύλλο. Ίσως οι
καιροί είναι λιγότερο συντηρητικοί. Ίσως από τον Λένον να έλειπε η αρωγή της
στατιστικής, προκειμένου να γίνει πιστευτός. Ίσως η απουσία αντιδράσεων να
οφείλεται στα ονόματα που προηγούνται. Γιατί, συμφωνά με τα στοιχεία της
πολιτισμικής παραγωγής από το 4000 π.Χ. ως το 2010, τα οποία αναλύει από το 2011
το πρότζεκτ «Πάνθεον» υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Συστημάτων Μηχανικής του
ΜΙΤ, Σέζαρ Χιντάλγκο, στην κορυφή της πυραμίδας 40 αιώνων διασημότητας
βρίσκονται δύο αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι, ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων - με έναν
τρίτο, τον Σωκράτη, να ακολουθεί στην τέταρτη θέση.
Για να είμαστε ειλικρινείς, οι
θέσεις σε τέτοιες κατατάξεις είναι θέμα ορισμών και μετρήσεων. Για παράδειγμα,
ένας από τους κανόνες που τέθηκαν από τους μελετητές του ΜΙΤ ήταν να υπάρχει
για το κάθε πρόσωπο ανεξάρτητη σελίδα στη Wikipedia σε τουλάχιστον 25 γλώσσες. Μεγαλύτερη βαρύτητα δόθηκε
στο πλήθος των απτών επιτευγμάτων, βιβλίων, καλλιτεχνικών έργων ή επιστημονικών
ανακαλύψεων, σημείωνε στο περιοδικό ο Σέζαρ Χιντάλγκο - και κάπως έτσι
αποφύγαμε τον θρίαμβο της κάθε Κιμ Καρντάσιαν της επιούσιας. Ωστόσο, πέρα από
ευφυολογήματα ή εντυπωσιασμούς, η ουσία της συγκεκριμένης έρευνας αποτελεί την
πιο πρόσφατη απλώς υπενθύμιση της διαρκούς σημασίας της «αγίας τριάδας» των
κλασικών φιλοσόφων για τα θεμέλια του σύγχρονου κόσμου. Ένας αιώνας της Αρχαίας
Αθήνας, όπως συμπυκνώνεται στην προσφορά των τριών διασημότερων ίσως κατοίκων
της εποχής της, διάνοιξε για το μέλλον πλατιές οδούς γνώσης που η νεωτερική
περίοδος διεύρυνε στις σημερινές λεωφόρους της επιστήμης.
Ο αδέκαστος Σωκράτης
Ο ιστορικός Σωκράτης (470/469
π.Χ. - 399 π.Χ.), ως διακριτό πρόσωπο από τον Σωκράτη των πλατωνικών πορτρέτων,
είναι απόγονος ενός λιθοξόου και μιας μαίας, λιθοξόος και ο ίδιος στο
επάγγελμα, αυτοδίδακτος ως προς τη διανοητική σκευή του, αφιλοκερδής ως προς
την (προφορική) διδασκαλία του. Πιθανότατα ο Πλάτων καταγράφει πιστά τη
στρατιωτική του υπηρεσία, παραδίδοντας ότι διακρίθηκε σε τουλάχιστον σε τρεις,
σκληρές για τους Αθηναίους, μάχες κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Όσο για την
πολιτική του δραστηριότητα, αυτή ήταν καταγεγραμμένη στα ιστορικά αρχεία. Η
φυλή του Σωκράτη προΐστατο την ημέρα του 406 πΧ. που ήρθε στη Βουλή η
καταγγελία κατά των στρατηγών οι οποίοι είχαν μόλις νικήσει τους Σπαρτιάτες
στην κρίσιμη ναυμαχία των Αργινουσών, αλλά απέτυχαν να περισυλλέξουν τους
νεκρούς λόγω σφοδρής κακοκαιρίας, δίνοντας λαβή στους δημαγωγούς να ζητήσουν
την καταδίκη τους σε θάνατο επί ασέβεια και ο ίδιος, ως πρύτανης, ήταν αρμόδιος
για να τη δεχθεί ή να την απορρίψει. Ο Σωκράτης, κρίνοντας παράνομο το αίτημα
μιας συλλογικής δίκης και παρά τις απειλές καθαίρεσης και φυλάκισης, αρνήθηκε
ως το τέλος της ημερήσιας πρυτανείας του να θέσει το ζήτημα σε ψηφοφορία
(Παρεμπιπτόντως, την επόμενη ημέρα οι έξι παρόντες στρατηγοί καταδικάστηκαν
στην εσχάτη των ποινών.) Η ηθική ακεραιότητα του, σύμφωνη με τα όσα Πλάτωνας,
Ξενοφώντας και άλλες διάσπαρτες πηγές της αρχαιότητας καταγράφουν ως επί-κέντρο
των ιδεών του, τεκμηριώνεται και από μία άλλη πληροφορία που τον θέλει να αρνείται
επί Τριάκοντα Τυράννων (το καθεστώς ανδρεικέλων που εγκατέστησε η Σπάρτη στην
πόλη μετά τη νίκη της στον Πελοποννησιακό Πόλεμο) να συνδράμει στην προσαγωγή
ενός αθώου. Στη συγκεκριμένη περίσταση σώθηκε λόγω της κατάρρευσης τους και της
επιστροφής στη Δημοκρατία.
Η ηττημένη δημοκρατική Αθήνα του
403 π.Χ., βέβαια, δεν ήταν η ίδια με την ακμάζουσα δημοκρατική Αθήνα του
Περικλή. Εκτός από την αντικειμενική ισχύ και το γόητρο της πόλης, είχε τρωθεί
βαθιά και η αυτοπεποίθηση της. Όσοι στέκονταν κριτικά έναντι του πολιτεύματος
θα έβρισκαν την κοινή γνώμη λιγότερο ανεκτική. Η ηθική φιλοσοφία και στάση ζωής
του Σωκράτη, όπως αποτυπώνεται στους πλατωνικούς διάλογους, όχι μόνο κατέκρινε το πλήθος των αθηναίων δημαγωγών, αλλά έβρισκε και
αρκετές θετικές πλευρές στον τρόπο διακυβέρνησης του αντίπαλου δέους, της
Σπάρτης. Στα χρόνια της ηγεμονίας της πόλης η αντίδραση μπορεί να ήταν μια
ευμενής κλίση των πολλών να θεωρούν τον φιλόσοφο κάπως αγαθό: ο Αριστοφάνης τον
σατίριζε στις «Νεφέλες» το 423 π.Χ. ως σύμβουλο όσων ήθελαν να αποφύγουν τα
χρέη τους και ειδικό στο αεροκοπάνισμα. Στα χρόνια της πτώσης η απάντηση ήταν
πολύ πιο αυταρχική, μια δίκη του ως αιρετικού και διαφθορέα των νέων και μια
καταδίκη σε θάνατο.
Ο «φιλόσοφος-βασιλιάς»
του Πλάτωνα
Οι ιδέες του Σωκράτη γνώρισαν
πολύ μεγαλύτερη διάδοση μετά το 399 π.Χ., όταν υποχρεώθηκε να πιει το κώνειο,
παρά πριν. Μέρος της φιλοσοφικής γοητείας του μαθητή του, Πλάτωνα (428/427 -
348/347 π.Χ.), ο οποίος απηχεί ως έναν βαθμό τις θεωρίες του δασκάλου του,
είναι το λεγόμενο «σωκρατικό πρόβλημα» - το αίνιγμα του κατά πόσο ο Σωκράτης
των «Διαλόγων» αντιστοιχεί στο ιστορικό πρόσωπο και κατά πόσο αποτελεί όχημα
των εννοιών που ο διάδοχος του διατύπωνε στην Αθήνα του 4ου αι. π.Χ.
Επιστρέφοντας το 387 π.Χ. στην Αθήνα έπειτα από μακρά απουσία στην Αίγυπτο, τη
Λιβύη και την τότε Μεγάλη Ελλάδα (Ιταλία και Σικελία), ο Πλάτων ίδρυσε τη σχολή
του στη συνοικία της Ακαδημίας (δεξιά της σημερινής λεωφόρου Αθηνών), τον
προσφιλή τότε τόπο περιπάτου για τους Αθηναίους και όνομα που καθιερώθηκε
έκτοτε για τα ιδρύματα υψηλού επιπέδου γνώσης. Κατάληξη του δρόμου εκατέρωθεν
του οποίου βρισκόταν το λεγόμενο «Δημόσιον σήμα» (νεκροταφείο των επιφανών
πολιτών και των νεκρών του πολέμου), η περιοχή κοντά στον Κηφισό ποταμό ταυτίστηκε με
τον φιλόσοφο που δίδαξε επί 40 χρόνια, ως τον θάνατο του, το 347 π.Χ.
Καθιστώντας κεντρική φιγούρα του
έργου του τον Σωκράτη, ο Πλάτων δημιουργεί κατά τον βρετανό φιλόσοφο Μάρτιν
Κοέν «ένα είδωλο, ένα πρότυπο φιλοσόφου». Προοδευτικά, όπως αναγνωρίζουν πια οι
περισσότεροι μελετητές, όσο το έργο του προχωρεί από μια πρώιμη σε μια όψιμη
περίοδο, ο Πλάτων επεξεργάζεται τις δικές του συστηματικές αντιλήψεις για τον
κόσμο: αν η «Απολογία» του Σωκράτη ή ο «Κρίτων» μπορούν να θεωρηθούν πιο κοντά
σε μια απεικόνιση των σωκρατικών δογμάτων, η «Πολιτεία», ο «Φαιδρός», ο «Τίμαιος»
αντανακλούν τις δικές του ώριμες θέσεις. Αυτές έθεσαν τα θεμέλια του σύγχρονου
ιδεαλισμού, εφόσον για τον Πλάτωνα ο υπαρκτός κόσμος συνολικά αποτελεί ισχνή
αντανάκλαση του ιδεατού, ενός σύμπαντος ιδανικών αρχών που αποτελεί το πρότυπο
του υλικού. Μαζί με τη διαλεκτική λειτουργία του έργου του και την πρόταση για
έναν «φιλόσοφο-βασιλιά» ως άριστο κυβερνήτη της πολιτείας συνιστούν τα πιο
διαδεδομένα σημεία της σκέψης του, μέρος των οποίων επιχείρησε να εφαρμόσει
στην κοινωνία της εποχής του.
Είναι γνωστή η σχέση του με τον
τύραννο (και μαθητή του) Δίωνα των Συρακουσών, όπως και η απόπειρα εκπαίδευσης
του ανιψιού του,Διονυσίου Β', ως ιδανικού κυβερνήτη. Στην πρακτική πολιτική,
ωστόσο, ο Πλάτων απέτυχε: θείος και ανιψιός συγκρούστηκαν για την εξουσία και ο
ίδιος υποχρεώθηκε για καιρό να παραμείνει στις Συρακούσες παρά τη θέληση του.
Ωστόσο, η παραμονή του αυτή ήταν οπωσδήποτε λιγότερο οδυνηρή από την πρώτη του
επίσκεψη, έπειτα από πρόσκληση του τυράννου Διονυσίου Α' - οι διδασκαλίες του,
παραδίδει ο Πλούταρχος, εξόργισαν τον τύραννο, ο οποίος πούλησε τον Πλάτωνα ως
σκλάβο.
Η επίδραση των ιδεών του στη
σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη υπήρξε, παρ' όλα αυτά, τεράστια. Το σχόλιο του
βρετανού φιλοσόφου της επιστήμης Αλφρεντ Νορθ Γουάιτχεντ, συγγραφέα - από
κοινού με τον Μπέρτραντ Ράσελ - του μνημειώδους «Principia Mathematica», για το σύνολο
της ευρωπαϊκής φιλοσοφικής παράδοσης ως «μια σειρά υποσημειώσεων στον Πλάτωνα»
είναι ενδεικτικό της απήχησης του. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει
κανείς ότι επέζησε ουσιαστικά χάρη στην αποδοχή του από τη χριστιανική Εκκλησία
(ο Φρίντριχ Νίτσε καταδίκαζε τη χριστιανική ηθική ως «πλατώνισμό των μαζών»)
και τη διατήρηση της γνώσης του στο Βυζάντιο. Λίγα από τα κείμενα του είχαν
επιβιώσει στη Δύση: η οριστική του αναβίωση ταυτίζεται με την Αναγέννηση και
γίνεται με τις διαλέξεις του νεοπλατωνικού Γεωργίου Γεμιστού-Πλήθωνος στο
παρασκήνιο της εκκλησιαστικής συνόδου Φερράρας - Φλωρεντίας για την ένωση
Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας το 1438. Αν σήμερα μπορούν να γράφονται μπεστ
σέλερ όπως το «Πλάτωνας, όχι Πρόζακ» για τη διαχρονική αξία των ιδεών της
αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στην καθημερινή ζωή, αυτό γίνεται γιατί η
Αναγέννηση ανακαλύπτει τον Πλάτωνα εκθρονίζοντας τον Αριστοτέλη.
Ο Αριστοτέλης και τα
θεμέλια της επιστήμης
Αν ο Πλάτωνας ορίζει τη σύγχρονη δυτική
φιλοσοφία σε σημείο ώστε οι επίγονοί του να υποβιβάζονται σε απλούς συντάκτες υποσημειώσεων,
για πολλούς αιώνες το ίδιο λεγόταν για τον πιο διάσημο μαθητή του. Από τον 11ο
ως τον 15ο αιώνα μΧ, όσο η θεολογία και η σχολαστική φιλοσοφία κυριαρχούσαν, η
αριστοτελική σκέψη υπήρξε ο απόλυτος κανόνας του δυτικού στοχασμού σε σημείο
ώστε ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) να μη χρειάζεται καν να κατονομάζεται: ήταν
απλώς «ο Φιλόσοφος». Γεννημένος στα Στάγειρα της Χαλκιδικής, υπήρξε ουσιαστικά
υιοθετημένο τέκνο της Αθήνας, όπου έζησε συνολικά 32 χρόνια σε δύο περιόδους,
περίπου από το 366 ως το 347 πΧ στη σχολή του Πλάτωνα, και αργότερα, από το 335
ως το 322 π.Χ., ως δάσκαλος στη δική του Περιπατητική Σχολή, το Λύκειον. Ήταν
σε έναν πολυσύχναστο χώρο της σημερινής πόλης, την περιοχή ανάμεσα στο
Σαρόγλειο Μέγαρο και το Ωδείο Αθηνών, όπως έδειξε ανασκαφή του 1996, που ο
Αριστοτέλης καθόρισε τις απαρχές μεγάλου μέρους της επιστήμης.
Βασική προϋπόθεση της γνώσης για
εκείνον, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, ήταν η παρατήρηση. Εμπειριστής, και όχι
ιδεαλιστής, ο Αριστοτέλης έθεσε τα θεμέλια της τυπικής λογικής, έγραψε
πραγματείες περί ανατομίας, αστρονομίας, γεωλογίας, ζωολογίας, πολιτικής, ηθικής,
οικονομικών, ρητορικής, θεολογίας, λογοτεχνίας, αφήνοντας ένα ογκώδες σώμα
συγγραμμάτων το οποίο εικάζεται ότι αποτελεί μόλις το ΐ/3 της πλήρους παραγωγής
του. Διάσημα έργα, όπως τα «Φυσικά», «Μεταφυσικά» και τα «Πολιτικά», θεωρούνται
σήμερα κείμενα που προορίζονταν περισσότερο για τους μαθητές του παρά προς
δημοσίευση.
Από τη ρωμαϊκή αρχαιότητα η
αυθεντία του Αριστοτέλη διαδόθηκε σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο: η λατινική Δύση
διατήρησε τα περί Λογικής έργα του, η ισλαμική Ανατολή διά του Αβικέννα, του Αβερρόη
και άλλων αράβων λογίων τον ενσωμάτωσε στον πολιτισμό της. Για τη χριστιανική
Εκκλησία το γεωκεντρικό δόγμα του λειτούργησε ως βάση της θεολογίας, για τους
σχολαστικούς φιλοσόφους, όπως ο Θωμάς Ακινάτης, η γνώση του χρησιμοποιήθηκε για
να εδραιώσει την κατά βάση συντηρητική θεώρηση του κόσμου, για τους πλήθος
ηγεμόνες του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, η παιδαγωγική του σχέση με τον Μέγα
Αλέξανδρο στάθηκε το ιδεατό πρότυπο εκπαίδευσης μελλοντικών ηγετών.
Η νεωτερική σκέψη μπορεί να
ανέτρεψε τη συντηρητική εκδοχή του ως απόλυτης αυθεντίας, όμως ουσιαστικά βρήκε
μια άλλη δίοδο προς τα θεμέλια της μεθόδου του. Γιατί αυτό που ο Αριστοτέλης
κατέλιπε στη νεωτερικότητα, σύμφωνα με τον βρετανό φιλόσοφο σερ Αντονι Κένι,
μαζί με τη δημιουργία για πρώτη φορά ενός πραγματικού προγράμματος σπουδών και
ενός ερευνητικού ιδρύματος, είναι ούτε λίγο ούτε πολύ η ίδια η οργάνωση της
επιστήμης: «Υπήρξε ο πρώτος γνήσιος επιστήμονας της Ιστορίας (...) και όχι μόνο
κάθε φιλόσοφος, αλλά και κάθε επιστήμονας, του οφείλει χρέος».
BHmagazino·
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου