Ο (μαραθώνιος) δρόμος έχει τη δική του ιστορία
Αγωνιστική κορωνίδα του Παναθηναϊκού Σταδίου
Γράφει ο Πέτρος Λινάρδος
ΑΠΟ ΤΟΤΕ που αναβίωσε το Παναθηναϊκό Στάδιο, δεκάδες αγωνίσματα που
ανήκουν στον στίβο, στην πάλη, στη γυμναστική, στην καλαθόσφαιρα
γνώρισαν επί έναν αιώνα μέρες και στιγμές δόξας στο Καλλιμάρμαρο.
Μοναδικό στον κόσμο, αυτό που στην αρχαιότητα (κτίσθηκε επί Λυκούργου,
άρχοντα της Αθήνας) το 330 π.Χ. προκάλεσε τον θαυμασμό επιφανών ανδρών.
Ακριβώς τη λέξη «θαύμα» είχαν χρησιμοποιήσει για να εκφράσουν τον
εντυπωσιασμό τους. Ο ασυναγώνιστος περιηγητής Παυσανίας μιλάει για το θαύμα του πεντελικού μαρμάρου και ο σπουδαιότερος των αρχαίων συγγραφέων, ως προς την άθληση, Φιλόστρατος
το θεωρεί «έργον υπέρ πάντα τα θαύματα». Ο θαυμασμός κληροδοτήθηκε ως
τα σήμερα γι' αυτό το «Λευκόν όνειρον» που μας θυμίζει σε ένα κείμενό
του ο αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΤΕΦΑΑ) και
ιστορικός του Αθλητισμού Θ. Γιαννάκης.
Αλλά μέσα από όλα αυτά τα αθλήματα και τα αγωνίσματα όπου Ελληνες έχουν
στεφανωθεί με τον κότινο των ολυμπιακών, πανευρωπαϊκών και βαλκανικών
επιτυχιών, το αγώνισμα που ιδιαίτερα έχει συνδεθεί με το Παναθηναϊκό
Στάδιο είναι ο μαραθώνιος. Από το 1896 ως τις ημέρες μας στο
Παναθηναϊκό Στάδιο ο μαραθωνοδρόμος (στα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί
και η γυναίκα) ζωντανεύει το «Νενικήκαμεν...»
.
Τσίλερ (1869), δύο από τις
τέσσερις Ζάππειες Ολυμπιάδες ή «Ολύμπια», το 1870 και το 1875. Τα
«Ολύμπια» οφείλονται στο όραμα και στην οικονομική γενναιοδωρία του
μεγάλου ευεργέτη Ευαγγέλη Ζάππα και οι εκτιμήσεις των ιστορικών
του Αθλητισμού συγκλίνουν στο ότι χάραξαν τον δρόμο για την αναβίωση του
θεσμού των Ολυμπιακών Αγώνων.
Φυσικά στην καρδιά του θρύλου συναντούμε τον Σπύρο Λούη. Ταξιδεύει,
πάντα, με τα φτερά της Ιστορίας. Αλλά μια και μιλάμε για ιστορία πρέπει
να υπενθυμίσουμε δύο στοιχεία που εκφράζουν πρωτογενώς το Παναθηναϊκό
Στάδιο, πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και για λόγους, στο
κάτω κάτω της γραφής, εθνικής αυτογνωσίας δεν επιτρέπεται να μένουν στην
άγνοια των Ελλήνων. Το ένα στοιχείο αφορά την τέλεση στο ανασκαμμένο
Παναθηναϊκό Στάδιο, με πρόχειρες τεχνικές παρεμβάσεις, μετά την
«αποκάλυψή» του από τον Ερνέστο
Το άλλο στοιχείο που συνδέεται νομοτελειακά με τον μαραθώνιο είναι ότι
πριν από τον Σπύρο Λούη (τότε που κατά τον χρονικογράφο της εποχής
Μπάμπη Αννινο το «τι έγινεν κατά την ώραν εκείνην εις το Παναθηναϊκόν
Στάδιον η γραφίς αδυνατεί να περιγράψη...») άλλοι δύο έλληνες δρομείς τερμάτισαν τον «μαραθώνιον άθλον» τους στο Καλλιμάρμαρο. Ο ένας λεγόταν Γ. Γρηγορίου
(ανήκε στον ιστορικό Εθνικό ΓΣ) και στις 11 Φεβρουαρίου του 1896 ήταν
το «πειραματόζωο» και εκάλυψε μόνος του όλην τη, στη συνέχεια
αποκληθείσα, «κλασική διαδρομή» για να εντοπιστούν οι λακκούβες, οι
ατέλειες, οι παγίδες του δρόμου και να βελτιωθεί η κατάσταση εν όψει των
Ολυμπιακών. Ο Γρηγορίου, ένας πολύ καλός δρομέας, έτρεξε μαραθώνιο και
στους πανελλήνιους αγώνες, στις 10 Μαρτίου του 1896, κατατάχθηκε πέμπτος
και προκρίθηκε για την Ολυμπιάδα και εκεί εγκατέλειψε. Ηταν επόμενο με
τρεις μαραθωνίους μέσα σε διάστημα ενάμιση μήνα (!), κάτι το αδιανόητο,
ανεφάρμοστο και απαγορευτικό σήμερα. Ο άλλος δρομέας ήταν μεγάλη
αθλητική φυσιογνωμία, ο ανεξάρτητος Χαρίλαος Βασιλάκος
(στη συνέχεια αθλητής του επίσης ιστορικού Πανελλήνιου ΓΣ), που είναι
και ο πρώτος χρονομετρηθείς αθλητής στην κλασική διαδρομή (3 ώρες 18'). Ο
Βασιλάκος κατατάχθηκε δεύτερος στους Ολυμπιακούς. Κατ' εξοχήν ευγενική
μορφή, ένας πραγματικός τζέντλεμαν του αθλητισμού, αργότερα στάθηκε ο
πρωτοπόρος του βάδην στην Ελλάδα. Και τι δεν έχει γραφεί για το
κατόρθωμα του Σπύρου Λούη. Και μόνον ότι έχει μείνει ως λαϊκή ρήση
(έγινε Λούης...) αρκεί...
Εκείνο όμως που δεν έχει τονιστεί, όσο του
αξίζει, είναι ότι ο Λούης σε μιαν εποχή ελιτίστικου αθλητισμού, καθώς
τουλάχιστον σε επίπεδο πρωταθλητισμού ήταν προνόμιο της «ανώτερης
τάξης» και των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, ήρθε, αυτό το «παιδί του λαού»
από το Μαρούσι, να αλλάξει τη ροή ενός κοινωνικού κατεστημένου, αυτός ο
«ουρανοκατέβατος» νικητής. Να θυμίσουμε επίσης ότι ο μαραθώνιος δρόμος
δεν είχε προβλεφθεί στο αρχικό πρόγραμμα των Ολυμπιακών του 1896 καθώς
ως αγώνισμα δεν είχε γεννηθεί ακόμη. Η πρόταση προήλθε από ένα διαπρεπή
γάλλο πνευματικό άνθρωπο και ένθερμο φιλέλληνα, τον ακαδημαϊκό Μισέλ Μπρεάλ,
και έγινε αποδεκτή από τον Κουμπερτέν και τους συν αυτώ. Μάλιστα ο
Μπρεάλ αθλοθέτησε βαρύτιμο κύπελλο με την επιγραφή «Ολυμπιακοί Αγώνες
1896 Μαραθώνιον άθλον έδωκεν Μιχαήλ Μπρεάλ». Στο περιθώριο της
Ιστορίας, της μικρής που ακουμπά ωστόσο στη μεγάλη, καταγράφεται και η
απόπειρα μιας πάμπτωχης Ελληνίδας, της Σταμάτας Ρεβίθη (ή Μελπομένης),
που αποπειράθηκε στις 30 Μαρτίου 1896 να τρέξει όλην την κλασική
διαδρομή (μήπως και συγκινηθεί ο δήμαρχος και της δώσει δουλειά) αλλά τη
σταμάτησαν στα Παραπήγματα, στον Ευαγγελισμό, όπου και χάθηκαν τα ίχνη
της. Πολλά και διάφορα, σοβαρά και ευτράπελα έχουν γραφεί στις
εφημερίδες της εποχής (που τα επεξεργάστηκε ο Αθ. Ταρασουλέας αλλά και
άλλοι ερευνητές στο εξωτερικό).
Από το 1896 ο μαραθώνιος συνδέθηκε με το Παναθηναϊκό Στάδιο, μπήκε στο
πετσί του Ελληνα, καρπώθηκε τη συγκίνησή του αλλά το 1906 στη
«μεσολυμπιάδα» δεν επαναλήφθηκε. Νίκησε, προς μέγιστη απογοήτευση των
Πανελλήνων, ο Καναδός Σέρινγκ (2 ώρες 51' 23''6, ο χρόνος του Λούη ήταν 2
ώρες 58''50) και καλύτερος Ελληνας ήταν ο Μαρουσιώτης, επίσης, Γ.
Αλεπούς στην πέμπτη θέση. Ο μεγάλος σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής έγραψε «Μαραθωνοδρόμος ξένος και όλο θλίβεται το γένος...».
Στη ροή του χρόνου ο μαραθώνιος δρόμος ήταν το «κερασάκι στην τούρτα»
κάθε μεγάλης στιβικής εκδήλωσης στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η ψυχική έξαρση
πολλών δεκάδων φιλάθλων που κατακλύζανε το Καλλιμάρμαρο στη δεκαετία του
1930 με την ελληνική κυριαρχία αλλά και η δημιουργία στιβικής
συνείδησης στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο, στις Βαλκανιάδες, ήταν
πανηγυρική με τις νίκες μεγάλων μαραθωνοδρόμων όπως ο Σάρρας (1929,
1931), ο Κυριακίδης (1936, 1936, ο και θριαμβευτής για λογαριασμό της
ματωμένης ακόμη Ελλάδας, στη Βοστώνη, το 1946) ενώ παρέμεινε στα χρονικά
και ο Ρουμάνος Γκαλ.
Καθώς μετά το 1964 το Παναθηναϊκό Στάδιο έπαψε να χρησιμοποιείται για
αγώνες στίβου (το κέντρο βάρους μετατέθηκε στο Στάδιο Καραϊσκάκη) και
ενώ παρέμενε (ως το 1980) σκηνή των διεθνών αγώνων του μπάσκετ, με
αποκορύφωμα το Ευρωπαϊκό Κύπελλο της ΑΕΚ (1968), ο μαραθώνιος συνδέθηκε
ακόμη πιο στενά με το Στάδιο, ως χώρος τερματισμού του μαραθωνίου όλων
των διεθνών αλλά και των πανελλήνιων και άλλων διοργανώσεων (όπως στη
μνήμη του μεγάλου ειρηνιστή Γρηγόριου Λαμπράκη, πρωταθλητή του στίβου).
Ενδεικτικά να αναφερθεί ότι από το 1955 ως το 1979 ο ΣΕΓΑΣ διοργάνωσε 14
διεθνείς μαραθωνίους στην κλασική διαδρομή με τερματισμό στο Στάδιο.
Ορόσημα στη συμπόρευση Παναθηναϊκού Σταδίου - μαραθωνίου είναι τα δύο
ευρωπαϊκά πρωταθλήματα στίβου, του 1969 και του 1982. Νικητές,
αντίστοιχα, ο εξαίρετος βρετανός δρομέας Ρόναλντ Χιλ (2 ώρες 16'47´´8)
και ο Ολλανδός Γκέραλντ Νιζμπόερ (2 ώρες 15'16´´) ενώ αναδείχθηκε
νικήτρια σε πρώτη κούρσα μαραθωνίου των πανευρωπαϊκών αγώνων η περίφημη
Ρόζα Μότα από την Πορτογαλία, 2 ώρες 36'03´´9. Ορόσημο και ο «χρυσός
μαραθώνιος» της IAAF, με νικητή τον Μεξικανό Ροντόλφο Γκομέζ. Το ρεκόρ
της διαδρομής ανήκει στον Βρετανό Μπιλ Αντκοξ με 2 ώρες 11'07´´.
Και να που φθάσαμε στο 6ο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου, 101 χρόνια από τότε που μπήκε οπρώτος μαραθωνοδρόμος στο Παναθηναϊκό Στάδιο και δεν ήταν ούτε ο Λούης ούτε ο Βασιλάκος αλλά ο πρωτοπόρος Γρηγορίου, στον οποίον οφείλεται κάθε τιμή για το άδολο και ηρωικό των προσπαθειών του.
Μεστό το αγωνιστικό πρόγραμμα των δύο τελευταίων ημερών του Παγκόσμιου
Πρωταθλήματος. Η αυλαία της κάθε αγωνιστικής θα υψωθεί στις 8 π.μ. το
πρωί στον Μαραθώνα με τον αγώνα γυναικών στις 9 Αυγούστου και των ανδρών
στις 10 Αυγούστου για να αναθερμανθεί η δοξασμένη ιστορία του
Καλλιμάρμαρου και μέσα από τον μαραθώνιο δρόμο. Αγώνισμα που γεννήθηκε
από την αρχαιολατρία ενός ξένου και που ωθεί στα άκρα την ανθρώπινη
αντοχή, αλλά περιβάλλεται πάντα με την αίγλη του «Αθλου». Και όταν
μιλούμε για το Παναθηναϊκό Στάδιο και τον μαραθώνιο, πρέπει πάντα να
αναβλύζει από τη θύμησή μας ένα όνομα: Γεώργιος Αβέρωφ.
Δίχως το ψυχικό μεγαλείο και τη γενναιοδωρία του (περίπου ένα
εκατομμύριο χρυσές δραχμές πριν από έναν αιώνα) το Καλλιμάρμαρο δεν θα
υπήρχε αλλά και δεν θα μιλούσαμε ίσως και για την κληρονομιά της Αθήνας
του 1896). Η μερική αναμαρμάρωση του Σταδίου έγινε από τον αρχιτέκτονα
Αναστάση Μεταξά το 1896 και ολοκληρώθηκε αργότερα, για τη «μεσολυμπιάδα»
του 1906, όταν ανοίχθηκε η διαθήκη του Γεωργίου Αβέρωφ, χορηγού στην άψογη μορφή.
TO BHMA 3.8.1977
http://www.tovima.gr/sports/article/?aid=90115
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου