Translate -TRANSLATE -

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Ούτε αχ δεν θα πω




Ούτε αχ δεν θα πω

 


Με μαθηματική πρόοδο, εδώ και αρκετούς μήνες, σε μόνιμη πια βάση, κάθε 10-15 μέρες διαβάζουμε ή ακούμε για την προοπτική μείωσης στα εισοδήματά μας. Αυτό βέβαια ισχύει για όσους έχουν ακόμα κάποιο, μικρό έστω, μισθό ή εισόδημα από κάποια πηγή.

Προφανώς κάποιοι από την κυβέρνηση αφήνουν τεχνηέντως να διαρρεύσουν ειδήσεις στα κατάλληλα ΜΜΕ, ώστε να μπορούν στη συνέχεια να επιχειρήσουν να περάσουν τα μέτρα που θέλουν.

Η ουσία είναι ότι οι περισσότεροι πολίτες αυτής της χώρας έχουν πρόβλημα, όχι μόνο με τον ύπνο τους, αλλά και στο ξύπνιο τους νιώθουν συχνά καταστάσεις που μόνο σε εξαιρετικά δύσκολες περιπτώσεις γίνονταν αισθητές στην καθημερινότητα.

Επιφωνήματα όπως το αχ, που το αναφέραμε μόνο τραγουδώντας κάποια επιτυχία της κάθε εποχής, έχει γίνει πια μέρος της ζωής μας και, δεν ξέρω για σας, εγώ πιάνω τον εαυτό μου αρκετές φορές, χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο, περπατώντας να αναστενάζω ασυναίσθητα, με διάφορα επιφωνήματα.


Ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν και μέχρι τότε ας θυμηθούμε τις εποχές που οι αναστεναγμοί και τα διάφορα παρεμφερή επιφωνήματα ήταν μέρος κάποιου τραγουδιού που ακούγαμε σε κάποια συγκεκριμένη περίοδο στη ζωή μας.

Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, οι αναστεναγμοί στο τραγούδι σπάνια είχαν οικονομική προέλευση, συνήθως ο ερωτικός καημός είναι η αιτία που εμπνέει τους ποιητές και στιχουργούς, αλλά όποια και να είναι η προέλευση, δεν παύει να διαταράσσει την ψυχική μας ισορροπία.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης μάλλον θα πρέπει να ήταν αυτός που το αχ είχε τη συχνότερη παρουσία στα τραγούδια του. Το 1970, σε στίχους του Κώστα Βίρβου και μουσική του Θόδωρου Δερβενιώτη, τραγουδούσε το Πάρε τα χνάρια μου:

Αντιλαλούν οι ρεματιές όταν αναστενάζω
και απ' την καρδιά μου βγαίνουν φωτιές για σένα όταν σπαράζω.
Πάρε τα 'χνάρια να με βρεις και σώσε με, αφού μπορείς. 

Δύο χρόνια πριν, το 1968, τραγουδούσε κάτι παρόμοιο, αλλά για βιοποριστικούς μάλλον λόγους:

Αναστενάζω, βγαίνει φωτιά,
κλαίω, ραγίζουν τα βουνά από τα βάσανά μου τα βαριά
κι ο ουρανός αστράφτει και βροντά. 

Η συνεργασία του Γιώργου Νταλάρα με τον Σταύρο Κουγιουμτζή μάς έχει χαρίσει τραγούδια, όπως τα Οταν ανθίζουν πασχαλιές:

Χελιδονάκι του Μαγιούπόσο πολύ σου μοιάζω 
όταν ανθίζουν πασχαλιές κι όταν αναστενάζω, 

και Αχ χελιδόνι μου, που είναι σαφώς γραμμένο σε μια άλλη εποχή, που όμως πια είναι αρκετά κοντά στη σημερινή από πλευράς ανέχειας:

Αχ χελιδόνι μου, πώς να πετάξεις
σ' αυτόν το μαύρο τον ουρανό, αίμα σταλάζει το δειλινό
και πώς να κλάψεις και πώς να κλάψεις, αχ χελιδόνι μου.
Αχ παλικάρι μου, τα τρένα φύγαν, δεν έχει δρόμο για μισεμό
κι όσοι μιλούσαν για λυτρωμό πες μου πού πήγαν, πες μου πού πήγαν,
αχ παλικάρι μου. 

Ο Μάνος Χατζιδάκις, ως στιχουργός, πάντα έπιανε το κλίμα της εποχής και για την Οδό Ονείρων, το 1962, έγραφε για τον Δημήτρη Χορν Το πάρτι: 

Αυτή η γειτονιά είναι για όλους μας ένα κλουβί,
κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα θέλε να ζει,
γιατί το όνειρο είναι μια στιγμή
κι όλες οι άλλες οι στιγμές απελπισία
μέσα σ' αυτό το δρόμο γεννιόμαστε, ζούμε και πεθαίνουμε,
μαζί με μας και τα όνειρά μας, μαζί με μας και τα παιδιά μας.
Γι' αυτό ένα πάρτι σ' αυτό το δρόμο
είναι κάτι πιο λυπητερό κι από τον θάνατο,
είναι ένα γραμμόφωνο που ολοένα ξεκουρδίζεται,
δυο ιδρωμένα χέρια στο άσπρο φόρεμα ενός κοριτσιού,
ένας σκύλος που απορεί,
ένα ποτήρι αδειανό στην άκρη της αυλής μου,
μια κόκκινη κορδέλα στα μαλλιά της,
ένας κρυφός αναστεναγμός. 

Δέκα χρόνια αργότερα, ο Δημήτρης Ψαριανός στο δικό του μέρος από τα Λιανοτράγουδα, που τραγουδά ντουέτο με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, στον Μεγάλο ερωτικό του Μάνου μάς ταξίδευε αλλού με λόγια όπως:

Της θάλασσας τα κύματα τρέχω και δεν τρομάζω
κι όταν σε συλλογίζομαι, τρέμω κι αναστενάζω. 

Δύσκολες στιγμές και το 1968, που εκφράζονται μέσα από τραγούδια όπως το Μέσα στο παλιό μου σπίτι, του Δήμου Μούτση, σε στίχους και ερμηνεία του Γιάννη Πουλόπουλου: 

Μεσ' απ' το παλιό μου σπίτι βγαίνει ένας καπνός,
είναι σαν φωνή που βγαίνει κι αναστεναγμός, είναι σύννεφο και μπόρα
και βαρύς καημός. 

Ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα το 1960, όταν ο Μίκης Θεοδωράκης σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη έγραφε και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ερμήνευε τη Δραπετσώνα: 

Ενα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά, στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά.
Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός, κάθε παράθυρό του κι ουρανός. 

Ανάλογο θέμα και ίδιοι συντελεστές στο Βρέχει στη φτωχογειτονιά. 

Αδιευκρίνιστα, αλλά μάλλον ερωτικά ήταν τα αίτια των στίχων του τραγουδιού Οταν πίνεις στην ταβέρνα, που έγραψε ο Βασίλης Τσιτσάνης το 1947 για τη Σωτηρία Μπέλλου: 

Οταν πίνεις στην ταβέρνα, κάθεσαι και δεν μιλάς.
Κάπου κάπου αναστενάζεις απ' τα φύλλα της καρδιάς.
Θα 'θελα να σε ρωτήσω και να πληροφορηθώ πιο μεράκι σ' έχει κάνει τόσο μελαγχολικό.


Ο Τσιτσάνης, πάλι σε στίχους του Βλάχου, έγραφε το 1940 το Ο,τι κι αν πω δεν σε ξεχνώ, με ερμηνευτή τον Στελλάκη Περπινιάδη:

Ο,τι κι αν πω δεν σε ξεχνώ
και μπρος στην πόρτα σου περνώ, σου λέω λόγια μαγικά με το μπουζούκι μου γλυκά.
Κλαίω με δάκρυα και καημό και με πικρό αναστεναγμό πως πάντα λιώνω και πονώ
για σε μικρό μελαχρινό. 

Τα Διάφανα Κρίνα είχαν πάντα έναν δικό τους τρόπο έκφρασης και αυτό φαίνεται και στον Αναστεναγμό: 

Αναστεναγμός, άλλος ένας στεναγμός.
Είναι μέρες που δουλεύεις σαν σκυλί μέσα στη φάτνη σου,
είναι νύχτες που κοιτάς μες στον καθρέφτη για να υπάρχεις,
είναι μέρες που τα μάτια σου υπόκρυφα θρηνούνε,
είναι νύχτες που και οι άλλοι, όλοι μέσα μου φοβούνται. 

Το επιφώνημα αχ είναι συνήθως ερωτικής προέλευσης, όπως στα τραγούδια Ούτε αχ δεν θα πω του Ακη Πάνου, με τη Βίκυ Μοσχολιού (1969), Αχ η αγάπη που χάθηκε στη σκόνη-Τερμίτες, με τον Γιώργο Νταλάρα (1984), Αχ Βαλεντίνα-Μαρίκα Νίνου και Γιώργος Μητσάκης (1950), Αχ, να σε δω-Ορφέας Περίδης (1996), Αχ, ας μπορούσα-Γιώτα Λύδια (1960) και αρκετά ακόμα, με αποκορύφωμα το Αχ Ελλάδα, σ' αγαπώ του 1984, σε μουσική της Βάσως Αλλαγιάννη και στίχους του Μανώλη Ρασούλη με πρώτη ερμηνεύτρια την Ανθή Κουφουδάκη:

Αχ Ελλάδα, σ' αγαπώ
και βαθιά σ' ευχαριστώ γιατί μ' έμαθες και ξέρω, ν' ανασαίνω όπου βρεθώ,
να πεθαίνω όπου πατώ και να μην σε υποφέρω.
Αχ Ελλάδα, θα στο πω, πριν λαλήσεις πετεινό, δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι,
μ' εκβιάζεις, μου κολλάς, σαν το νόθο με πετάς, μα κι απάνω μου κρεμιέσαι. 


Εκεί ακουμπάμε και εκεί ποντάρουν αυτοί που εδώ και αρκετούς μήνες έχουν αλλάξει σημαντικά τη ζωή μας, βάζοντας το αχ και τον αναστεναγμό στην καθημερινότητά μας.

http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=285260

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: