Αναφορά στον Κονδύλη
K. Αφεντούλης, Ν. Λυγερός
Κ. Αφεντούλης : Ποια είναι η γνώμη σας για την στρατηγική σκέψη του Παναγιώτη Κονδύλη ; Σε ποια σημεία ουσίας συμφωνείτε και σε ποια σημεία διαφωνείτε μαζί του ;
Από τα λίγα κείμενα σας που έχω διαβάσει προς το παρόν, έχω την αίσθηση ότι δεν διαφωνείτε με τις απόψεις του Κονδύλη. Απλά κινείστε σε άλλο, συμπληρωματικό ίσως επίπεδο. Δεν αμφισβητείτε ότι η ισχύς είναι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος. Δεν δίδετε όμως στην ισχύ την ίδια σημασία που της αποδίδει ο Κονδύλης, μάλλον επειδή λαμβάνετε ως δεδομένο ότι για τον Ελληνισμό, η ισχύς δεν υπάρχει η δεν επαρκεί σε σχέση με την ισχύ του αντιπάλου, κι έτσι επικεντρώνεστε στον τρόπο βελτιστοποίησης όλων των υπόλοιπων μέσων του αδύναμου, ώστε να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα και να προκύψει αποτέλεσμα.
Μία άλλη διαφορά μεταξύ σας που μου έρχεται στον νου έτσι πρόχειρα, καθώς γράφω αυτό το κείμενο, είναι ότι δίδετε μεγαλύτερη σημασία απ΄ότι ο Κονδύλης στην ένταξη Ελλάδας και Κύπρου στην Ευρωπαική Ενωση. Είναι έτσι;
Ν. Λυγερός : Δεν έχει μεγάλη σημασία η γνώμη μου για τη στρατηγική σκέψη του Παναγιώτη Κονδύλη. Σημασία έχει ότι ήταν από τις σπάνιες κορυφές της στρατηγικής στον χώρο του Ελληνισμού. Και για να σας απαντήσω όσο πιο αντικειμενικά, μπορώ να σας πω ότι έδωσα σε αξιωματικό σπουδαστή μου στη Σχολή Εθνικής Άμυνας ως θέμα εργασίας τη στρατηγική σκέψη κατά Κονδύλη σε συνέχεια με το έργο του Clausewitz.
Οι απόψεις του Κονδύλη φαίνονται ακραίες λόγω της ριζοσπαστικότητάς τους, ειδικά σε σχέση με τις διπλωματικές ικανότητες του κράτους. Δεν προσπάθησε να προσαρμόσει τη στρατηγική του σκέψη στα ελληνικά δεδομένα, επιλογή η οποία μπορεί να υποστεί κριτική στο χώρο της στρατηγικής, όπου χρησιμοποιούμε τα δεδομένα που έχουμε κι όχι αυτά που θα θέλαμε να έχουμε, αλλά παρέμεινε συνειδητά στο χώρο του πρέποντος. Με αυτήν την έννοια, θα μπορούσαμε να τον κατατάξουμε στη θεωρητική στρατηγική, διότι δεν απαντά στις απαιτήσεις που επιβάλλουμε στον στρατηγιστή για την επίλυση ενός πολεμολογικού προβλήματος. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει λόγος να αναρωτιέστε αν συμφωνώ ή διαφωνώ μαζί του.
Έχετε δίκιο λοιπόν όταν αναφέρεστε σε συμπληρωματικό επίπεδο. Παρόλο που κινούμαστε στο πλαίσιο της νοητικής στρατηγικής, θεωρούμε ότι ο ρόλος μας είναι να προσφέρουμε και πρακτικές και αποτελεσματικές λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα. Και για την Κύπρο και για την Ελλάδα προτείνομε στρατηγικές επίλυσης, οι οποίες είναι εφαρμόσιμες ακόμα κι αν δεν έχουν εφαρμοστεί στο παρελθόν. Η βελτιστοποίηση των μέσω εκτός ισχύς δεν είναι ούτε παράλογη ούτε καινοτόμα στη στρατηγική, ακολουθεί απλώς αρχικά νοητικά σχήματα του Sun Tsu. Με άλλα λόγια, δεν προσπαθούμε να πείσουμε τον Ελληνισμό ότι έχει ανύπαρκτες ικανότητες στο πολεμικό επίπεδο.
Τώρα όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι άδικο για τον Κονδύλη να θεωρούμε ότι δεν έδινε και μεγάλη σημασία, ειδικά για το θέμα της Κύπρου. Ο άνθρωπος πέθανε το 1998, πώς θα μπορούσε να προβλέψει τον ερχομό του Τάσσου Παπαδόπουλου και το έργο του; Μην ξεχνάτε ότι εκείνη την εποχή η ιδέα της ένταξης της Κύπρου του Κρανιδιώτη δεν ήταν μόνο ριζοσπαστική, αλλά περιθωριακή σε βαθμό που τον θεωρούσαν παλαβό… Έπειτα πώς να προβλέψει τις επιπτώσεις της απόρριψης του Σχεδίου Αναν και τις εξελίξεις το 2003, 2007, 2010 με το θέμα της κυπριακής ΑΟΖ.
Λόγω ιστορίας, ο Κονδύλης παρέμεινε σ' ένα πλαίσιο μετα-ψυχροπολεμικό, το οποίο έχει ακόμα τις επιρροές του παρελθόντος. Και αντιλαμβανόμαστε σε βάθος χρόνου ότι αυτή η ιδεολογική αντιμετώπιση δεν έχει νόημα και δεν αντικρούει την πραγματικότητα, αλλά την προηγούμενη. Στο έργο μας πρέπει να χρησιμοποιούμε τα νοητικά σχήματα του Κονδύλη, τα οποία είναι διαχρονικά και να τα επεκτείνουμε με αυτόν τον τρόπο και μόνο έτσι προσφέρουμε ένα φόρο τιμής στον στοχαστή που έχασε η πατρίδα μας.
του Παναγιώτη Καρακούλη
Γεννήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία to 1943 και πέθανε τον Ιούλιο του 1998 στην Αθήνα (από ιατρικό λάθος;). Έζησε στη Ν. Ερυθραία από πολύ μικρή ηλικία. Στην Ερυθραία τέλειωσε το Δημοτικό, στην Κηφισιά το Γυμνάσιο και από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών πήρε το πτυχίο του.
Το πατρικό του σπίτι ήταν στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου. Λέω ήταν γιατί τώρα στη θέση του βρίσκεται και ευδοκιμεί μια ψαροταβέρνα!
Ο Π. Κονδύλης ήταν παιδί της γειτονιάς μας. Δεν ήταν ο παιδικός μου φίλος, ήταν όμως πολύ κοντινός γνώριμος. Παίζαμε μάλιστα πολύ συχνά ποδόσφαιρο πίσω από το παλιό κτίριο του ΙΚΑ, σε μια αλάνα ανάμεσα στα πεύκα Είχε μεγάλο ταλέντο και στο ποδόσφαιρο. Τον θυμάμαι ακόμη πολύ καλά, σεμνό, με νηφάλιο βλέμμα και με εκείνο το χαρακτηριστικό του υπομειδίαμα.
Στα χρόνια της ωριμότητάς του, ολοκληρωμένος πλέον επιστήμων και φιλόσοφος με γενική αποδοχή, επισκεπτόταν συχνά την Ερυθραία (είχε και ένα μικρό στέκι στην Κηφισιά), για να μελετά απερίσπαστος και για να «γεμίζει τις μπαταρίες του» καθώς μου έλεγε. Μου δώριζε μάλιστα βιβλία του (στα Ελληνικά) με θερμές αφιερώσεις. Τα βιβλία του όμως με «θύμωναν» γιατί ήταν δυσπρόσιτα, καθότι αφορούσαν μυημένους και ειδικούς. Ήταν όμως πάντα διακριτικός και ποτέ δε με ρώτησε αν μου «άρεσαν». Κάτι ήξερε!
Το εύρος των γνώσεών του ήταν απέραντο. Μελετούσε ταυτόχρονα όλες σχεδόν τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Κατείχε και αντιμετώπιζε όλα τα βασικά θέματα του συνταγματικού και διεθνούς δικαίου, ενώ διαχειριζόταν με άνεση τη φιλοσοφία και την κοινωνιολογία του Δικαίου. Όταν απέκτησε το πτυχίο της κλασσικής φιλολογίας, στρατεύθηκε αμέσως και υπηρέτησε με την ειδικότητα του «μουλαρά». Προφανώς επειδή ήταν γνωστός για τις προοδευτικές και ρηξικέλευθες ιδέες του. Μετά τη διετή θητεία-τιμωρία στο στρατό διέφυγε στη Γερμανία. Εκεί σπούδασε συστηματικά νεότερη ιστορία και φιλοσοφία και αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας.
Έγραψε πλείστα βιβλία, τόσο στα ελληνικά όσο και στα Γερμανικά. Για το σύνολο της εργασίας του τιμήθηκε με βραβεία και αναγορεύθηκε εταίρος του Ιδρύματος Ανωτάτων Σπουδών του Βερολίνου!
Όμως, ο κολοσσός αυτός της διανόησης δεν έγινε αποδεκτός από το Πανεπιστήμιο των Αθηνών.
Οι ζηλότυποι καθηγητές της Φιλοσοφικής Σχολής σε συνεδρία τους (27 Μαρτίου 1981) απέρριψαν την υποψηφιότητά του με το αιτιολογικό ότι «το έργο του είναι μικρό» και «ότι πάσχει από μια επικίνδυνη παρατεινόμενη νεανική τάση». Απογοητευμένος κατάλαβε ότι έπρεπε να μπει στο στίβο της ελεύθερης πνευματικής δράσης, απερίσπαστος και μακριά, όπως έλεγε, από τον μικρόψυχο ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο.
Η παρουσία του στα ελληνικά γράμματα υπήρξε εξαιρετικά γόνιμη και άκρως εντυπωσιακή. Ήταν ένα ακάματος μεταφραστής (από πολλές γλώσσες) και επιμελητής κειμένων. Ο όγκος και η ποιότητα του έργου του προκαλούν κατάπληξη απορία και δέος.
Ενδεικτικά αναφέρω τη δίτομη έκδοση των έργων του Μακιαβέλλι (Κάλβος 1971), τη μετάφραση με σχολιασμό της διατριβής επί διδακτορία του Marx, τη μετάφραση σε συνεργασία με τον Κ. Παπαγιώργη, του περίφημου έργου του Μοντεσκιέ «Το πνεύμα των νόμων».
Επί 15 χρόνια διεύθυνε εκδοτικές σειρές φιλοσοφικών και πολιτικών κειμένων στους εκδοτικούς οίκους Νεφέλη και Γνώση.
Το 1981 δημοσιεύει το έργο ο «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός». Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια ουσιαστική παρέμβαση του «ορθού λόγου» στη νεότερη σκέψη, με μια καθοριστική κριτική στις μέχρι τώρα παραδεδεγμένες αξίες. Με το έργο αυτό, οι όποιοι πανεπιστημιακοί αμφισβητίες της Ευρώπης τον αποδέχθηκαν αμαχητί.
Ο γερμανικός τύπος διερωτήθηκε: «Πώς ένας Έλληνας εξωπανεπιστημιακός παρουσίασε τέτοιο συνθετικό έργο; Μήπως υστερούν τελικά τα πανεπιστήμιά μας με την υπερβολική εξειδίκευση;»
Το διαφωτιστικό του νυστέρι ανατέμνει τη βιβλιογραφία και τα σύγχρονα πολιτικά γεγονότα και επαναπροσδιορίζει τις έννοιες, όπως συντηρητισμός, φιλελευθερισμός , σοσιαλισμός και δημοκρατία, προκαλώντας ενστάσεις, αλλά και την αποδοχή.
Το βιβλίο, όμως, που πράγματι δίχασε την κριτική και προκάλεσε πολλές συζητήσεις ήταν η «Θεωρία πολέμου» (1988). Πρόκειται για μια νέα ερμηνεία των απόψεων του Πρώσσου στρατηγού Clausewitz.
Στη δεκαετία του ΄ 90 η όλη του πνευματική δραστηριότητα εστιάζεται στα φιλοσοφικά- πολιτικά ζητήματα της εποχής του. Βασικό προϊόν αυτού του προβληματισμού είναι τα βιβλία «Παρακμή του αστικού πολιτισμού» και «Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο».
Στα βιβλία αυτά προφητεύει το τέλος της αστικής τάξης και την κατίσχυση της μαζικής δημοκρατίας. Τις ίδιες πολιτικές -φιλοσοφικές απόψεις υποστήριξε με τακτική αρθρογραφία σε μεγάλες γερμανικές εφημερίδες.
Ενώ ήταν βαθύτατα φιλόσοφος, ο θεωρητικός του προβληματισμός αφορούσε κατά κύριο λόγο την πολιτική καθώς ήταν εξοικειωμένος με πληρότητα σε θέματα γεωπολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας.
Στηλίτευσε την Αριστερά (της Γερμανίας) για το συμβιβασμό της με τις επιταγές της ελεύθερης αγοράς και τη Δεξιά επίσης για τον αθεράπευτο επαρχιωτισμό της. Υποστήριζε ότι η Δυτική κοινωνία θα αυτοανατραπεί αναπόφευκτα, καθώς έχει επιδοθεί σε ένα υπέρμετρο καταναλωτισμό και ηδονισμό. Ο Τρίτος κόσμος θα πάρει την εκδίκησή του γιατί απαιτεί το μερίδιο (έστω σαν δόλωμα) που της έχει τάξει η Δύση.
Στα κείμενά του δεν προτείνει λύσεις, ωστόσο προβάλλει ένα μοντέλο ασκητισμού. Η «ασκητικότητα» αυτή εμπεριέχει τη συνειδητή διαφύλαξη του περιβάλλοντος, το σεβασμό των φυσικών πόρων και τη λογική χρήση των πρώτων υλών.
Για την Ελληνική πραγματικότητα είχε την εξής άποψη: «Οι ιδεολογικές θέσεις που κυριαρχούν στην Ελλάδα εκτρέφονται από την παλαιόθεν προσφιλή ημίν τραπεζοθεωρίαν και την εξωραϊσμένη με θεωρητικά πασαλείμματα λογοκοπία. Εννοώ τις ελληνοκεντρικές εξάρσεις οι οποίες βρίσκουν ευρύτερη απήχηση γιατί είμαστε έθνος που δέχεται συνεχείς εξευτελισμούς και χρειαζόμαστε ψυχικές υπεραναπληρώσεις. Στην αντίπερα όχθη επικρατεί η πεποίθηση των διαφόρων «ευρωπαϊστών» και «ορθολογιστών» ότι η πολιτισμένη Δύση μετουσιώνει σε πράξη την πνευματική της κληρονομιά και την διαδίδει στον κόσμο ολόκληρο με τη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας Οι μεν προτείνουν εξαγωγή ελληνικού πνεύματος, οι δε αγωνίζονται για την εισαγωγή ευρωπαϊκού ήθους. Αλλά ούτε οι μεν ούτε οι δε φαίνεται να έχουν σαφή αντίληψη για το ποια είναι η φυσιογνωμία του σημερινού πλανητικού κόσμου και ποιες μακροπρόσθεμες δυνάμεις την απεργάζονται. (Συνέντευξη στο περιοδικό Διαβάζω).
Οι αναφορές στο πνευματικό έργο του Π. Κονδύλη δεν έχουν τελειωμό καθότι είναι τεράστιο επειδή δούλεψε στη διάρκεια της σύντομης ζωής του με ένταση και σε βάθος, ενώ είχε το προνόμιο να είναι εξοπλισμένος με μια έμφυτη ακαταμάχητη πνευματική ισχύ (μεγαλοφυΐα) Αυτός ήταν περίπου ο Π. Κονδύλης. Και λέω περίπου, γιατί είναι δύσκολη υπόθεση να προσεγγίσεις το έργο του, όταν μάλιστα δεν είσαι ειδικός.
Θεώρησα όμως καθήκον μου να ασχοληθώ με το συντοπίτη μας επιχειρώντας έστω και μια ενδεικτική-συνοπτική επισήμανση του κολοσσιαίου έργου του.
Η Ερυθραία είναι, ίσως, μοναδική πόλη στην Ελλάδα που «γέννησε» και «στέγασε» μια τέτοια προσωπικότητα της σύγχρονης εποχής.
Πέρασαν 10 χρόνια από το θάνατό του. Ελάχιστοι, στην πόλη μας, γνωρίζουν ποιος ήταν ο Π. Κονδύλης και ποιο ήταν το έργο του, όταν στο εξωτερικό τον τιμούν συστηματικά.
Αναφέρω ενδεικτικά ότι στο Πανεπιστήμιο της Χαιδελβέργης έδωσαν το όνομά του σε μια αίθουσα. Η αναμνηστική πινακίδα γράφει στα ελληνικά και στα γερμανικά: ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΈΛΛΗΝΑ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ Π. ΚΟΝΔΥΛΗ. Επίσης, κάθε καλοκαίρι ομάδα Ευρωπαίων φιλοσόφων έρχεται στην Ελλάδα για να τιμήσει τον ομότεχνό τους.
http://www.sepik.net/nea/?p=2413
Από τα λίγα κείμενα σας που έχω διαβάσει προς το παρόν, έχω την αίσθηση ότι δεν διαφωνείτε με τις απόψεις του Κονδύλη. Απλά κινείστε σε άλλο, συμπληρωματικό ίσως επίπεδο. Δεν αμφισβητείτε ότι η ισχύς είναι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος. Δεν δίδετε όμως στην ισχύ την ίδια σημασία που της αποδίδει ο Κονδύλης, μάλλον επειδή λαμβάνετε ως δεδομένο ότι για τον Ελληνισμό, η ισχύς δεν υπάρχει η δεν επαρκεί σε σχέση με την ισχύ του αντιπάλου, κι έτσι επικεντρώνεστε στον τρόπο βελτιστοποίησης όλων των υπόλοιπων μέσων του αδύναμου, ώστε να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα και να προκύψει αποτέλεσμα.
Μία άλλη διαφορά μεταξύ σας που μου έρχεται στον νου έτσι πρόχειρα, καθώς γράφω αυτό το κείμενο, είναι ότι δίδετε μεγαλύτερη σημασία απ΄ότι ο Κονδύλης στην ένταξη Ελλάδας και Κύπρου στην Ευρωπαική Ενωση. Είναι έτσι;
Ν. Λυγερός : Δεν έχει μεγάλη σημασία η γνώμη μου για τη στρατηγική σκέψη του Παναγιώτη Κονδύλη. Σημασία έχει ότι ήταν από τις σπάνιες κορυφές της στρατηγικής στον χώρο του Ελληνισμού. Και για να σας απαντήσω όσο πιο αντικειμενικά, μπορώ να σας πω ότι έδωσα σε αξιωματικό σπουδαστή μου στη Σχολή Εθνικής Άμυνας ως θέμα εργασίας τη στρατηγική σκέψη κατά Κονδύλη σε συνέχεια με το έργο του Clausewitz.
Οι απόψεις του Κονδύλη φαίνονται ακραίες λόγω της ριζοσπαστικότητάς τους, ειδικά σε σχέση με τις διπλωματικές ικανότητες του κράτους. Δεν προσπάθησε να προσαρμόσει τη στρατηγική του σκέψη στα ελληνικά δεδομένα, επιλογή η οποία μπορεί να υποστεί κριτική στο χώρο της στρατηγικής, όπου χρησιμοποιούμε τα δεδομένα που έχουμε κι όχι αυτά που θα θέλαμε να έχουμε, αλλά παρέμεινε συνειδητά στο χώρο του πρέποντος. Με αυτήν την έννοια, θα μπορούσαμε να τον κατατάξουμε στη θεωρητική στρατηγική, διότι δεν απαντά στις απαιτήσεις που επιβάλλουμε στον στρατηγιστή για την επίλυση ενός πολεμολογικού προβλήματος. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει λόγος να αναρωτιέστε αν συμφωνώ ή διαφωνώ μαζί του.
Έχετε δίκιο λοιπόν όταν αναφέρεστε σε συμπληρωματικό επίπεδο. Παρόλο που κινούμαστε στο πλαίσιο της νοητικής στρατηγικής, θεωρούμε ότι ο ρόλος μας είναι να προσφέρουμε και πρακτικές και αποτελεσματικές λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα. Και για την Κύπρο και για την Ελλάδα προτείνομε στρατηγικές επίλυσης, οι οποίες είναι εφαρμόσιμες ακόμα κι αν δεν έχουν εφαρμοστεί στο παρελθόν. Η βελτιστοποίηση των μέσω εκτός ισχύς δεν είναι ούτε παράλογη ούτε καινοτόμα στη στρατηγική, ακολουθεί απλώς αρχικά νοητικά σχήματα του Sun Tsu. Με άλλα λόγια, δεν προσπαθούμε να πείσουμε τον Ελληνισμό ότι έχει ανύπαρκτες ικανότητες στο πολεμικό επίπεδο.
Τώρα όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι άδικο για τον Κονδύλη να θεωρούμε ότι δεν έδινε και μεγάλη σημασία, ειδικά για το θέμα της Κύπρου. Ο άνθρωπος πέθανε το 1998, πώς θα μπορούσε να προβλέψει τον ερχομό του Τάσσου Παπαδόπουλου και το έργο του; Μην ξεχνάτε ότι εκείνη την εποχή η ιδέα της ένταξης της Κύπρου του Κρανιδιώτη δεν ήταν μόνο ριζοσπαστική, αλλά περιθωριακή σε βαθμό που τον θεωρούσαν παλαβό… Έπειτα πώς να προβλέψει τις επιπτώσεις της απόρριψης του Σχεδίου Αναν και τις εξελίξεις το 2003, 2007, 2010 με το θέμα της κυπριακής ΑΟΖ.
Λόγω ιστορίας, ο Κονδύλης παρέμεινε σ' ένα πλαίσιο μετα-ψυχροπολεμικό, το οποίο έχει ακόμα τις επιρροές του παρελθόντος. Και αντιλαμβανόμαστε σε βάθος χρόνου ότι αυτή η ιδεολογική αντιμετώπιση δεν έχει νόημα και δεν αντικρούει την πραγματικότητα, αλλά την προηγούμενη. Στο έργο μας πρέπει να χρησιμοποιούμε τα νοητικά σχήματα του Κονδύλη, τα οποία είναι διαχρονικά και να τα επεκτείνουμε με αυτόν τον τρόπο και μόνο έτσι προσφέρουμε ένα φόρο τιμής στον στοχαστή που έχασε η πατρίδα μας.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ (1943-1998)
του Παναγιώτη Καρακούλη
Γεννήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία to 1943 και πέθανε τον Ιούλιο του 1998 στην Αθήνα (από ιατρικό λάθος;). Έζησε στη Ν. Ερυθραία από πολύ μικρή ηλικία. Στην Ερυθραία τέλειωσε το Δημοτικό, στην Κηφισιά το Γυμνάσιο και από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών πήρε το πτυχίο του.
Το πατρικό του σπίτι ήταν στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου. Λέω ήταν γιατί τώρα στη θέση του βρίσκεται και ευδοκιμεί μια ψαροταβέρνα!
Ο Π. Κονδύλης ήταν παιδί της γειτονιάς μας. Δεν ήταν ο παιδικός μου φίλος, ήταν όμως πολύ κοντινός γνώριμος. Παίζαμε μάλιστα πολύ συχνά ποδόσφαιρο πίσω από το παλιό κτίριο του ΙΚΑ, σε μια αλάνα ανάμεσα στα πεύκα Είχε μεγάλο ταλέντο και στο ποδόσφαιρο. Τον θυμάμαι ακόμη πολύ καλά, σεμνό, με νηφάλιο βλέμμα και με εκείνο το χαρακτηριστικό του υπομειδίαμα.
Στα χρόνια της ωριμότητάς του, ολοκληρωμένος πλέον επιστήμων και φιλόσοφος με γενική αποδοχή, επισκεπτόταν συχνά την Ερυθραία (είχε και ένα μικρό στέκι στην Κηφισιά), για να μελετά απερίσπαστος και για να «γεμίζει τις μπαταρίες του» καθώς μου έλεγε. Μου δώριζε μάλιστα βιβλία του (στα Ελληνικά) με θερμές αφιερώσεις. Τα βιβλία του όμως με «θύμωναν» γιατί ήταν δυσπρόσιτα, καθότι αφορούσαν μυημένους και ειδικούς. Ήταν όμως πάντα διακριτικός και ποτέ δε με ρώτησε αν μου «άρεσαν». Κάτι ήξερε!
Το εύρος των γνώσεών του ήταν απέραντο. Μελετούσε ταυτόχρονα όλες σχεδόν τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Κατείχε και αντιμετώπιζε όλα τα βασικά θέματα του συνταγματικού και διεθνούς δικαίου, ενώ διαχειριζόταν με άνεση τη φιλοσοφία και την κοινωνιολογία του Δικαίου. Όταν απέκτησε το πτυχίο της κλασσικής φιλολογίας, στρατεύθηκε αμέσως και υπηρέτησε με την ειδικότητα του «μουλαρά». Προφανώς επειδή ήταν γνωστός για τις προοδευτικές και ρηξικέλευθες ιδέες του. Μετά τη διετή θητεία-τιμωρία στο στρατό διέφυγε στη Γερμανία. Εκεί σπούδασε συστηματικά νεότερη ιστορία και φιλοσοφία και αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας.
Έγραψε πλείστα βιβλία, τόσο στα ελληνικά όσο και στα Γερμανικά. Για το σύνολο της εργασίας του τιμήθηκε με βραβεία και αναγορεύθηκε εταίρος του Ιδρύματος Ανωτάτων Σπουδών του Βερολίνου!
Όμως, ο κολοσσός αυτός της διανόησης δεν έγινε αποδεκτός από το Πανεπιστήμιο των Αθηνών.
Οι ζηλότυποι καθηγητές της Φιλοσοφικής Σχολής σε συνεδρία τους (27 Μαρτίου 1981) απέρριψαν την υποψηφιότητά του με το αιτιολογικό ότι «το έργο του είναι μικρό» και «ότι πάσχει από μια επικίνδυνη παρατεινόμενη νεανική τάση». Απογοητευμένος κατάλαβε ότι έπρεπε να μπει στο στίβο της ελεύθερης πνευματικής δράσης, απερίσπαστος και μακριά, όπως έλεγε, από τον μικρόψυχο ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο.
Η παρουσία του στα ελληνικά γράμματα υπήρξε εξαιρετικά γόνιμη και άκρως εντυπωσιακή. Ήταν ένα ακάματος μεταφραστής (από πολλές γλώσσες) και επιμελητής κειμένων. Ο όγκος και η ποιότητα του έργου του προκαλούν κατάπληξη απορία και δέος.
Ενδεικτικά αναφέρω τη δίτομη έκδοση των έργων του Μακιαβέλλι (Κάλβος 1971), τη μετάφραση με σχολιασμό της διατριβής επί διδακτορία του Marx, τη μετάφραση σε συνεργασία με τον Κ. Παπαγιώργη, του περίφημου έργου του Μοντεσκιέ «Το πνεύμα των νόμων».
Επί 15 χρόνια διεύθυνε εκδοτικές σειρές φιλοσοφικών και πολιτικών κειμένων στους εκδοτικούς οίκους Νεφέλη και Γνώση.
Το 1981 δημοσιεύει το έργο ο «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός». Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια ουσιαστική παρέμβαση του «ορθού λόγου» στη νεότερη σκέψη, με μια καθοριστική κριτική στις μέχρι τώρα παραδεδεγμένες αξίες. Με το έργο αυτό, οι όποιοι πανεπιστημιακοί αμφισβητίες της Ευρώπης τον αποδέχθηκαν αμαχητί.
Ο γερμανικός τύπος διερωτήθηκε: «Πώς ένας Έλληνας εξωπανεπιστημιακός παρουσίασε τέτοιο συνθετικό έργο; Μήπως υστερούν τελικά τα πανεπιστήμιά μας με την υπερβολική εξειδίκευση;»
Το διαφωτιστικό του νυστέρι ανατέμνει τη βιβλιογραφία και τα σύγχρονα πολιτικά γεγονότα και επαναπροσδιορίζει τις έννοιες, όπως συντηρητισμός, φιλελευθερισμός , σοσιαλισμός και δημοκρατία, προκαλώντας ενστάσεις, αλλά και την αποδοχή.
Το βιβλίο, όμως, που πράγματι δίχασε την κριτική και προκάλεσε πολλές συζητήσεις ήταν η «Θεωρία πολέμου» (1988). Πρόκειται για μια νέα ερμηνεία των απόψεων του Πρώσσου στρατηγού Clausewitz.
Στη δεκαετία του ΄ 90 η όλη του πνευματική δραστηριότητα εστιάζεται στα φιλοσοφικά- πολιτικά ζητήματα της εποχής του. Βασικό προϊόν αυτού του προβληματισμού είναι τα βιβλία «Παρακμή του αστικού πολιτισμού» και «Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο».
Στα βιβλία αυτά προφητεύει το τέλος της αστικής τάξης και την κατίσχυση της μαζικής δημοκρατίας. Τις ίδιες πολιτικές -φιλοσοφικές απόψεις υποστήριξε με τακτική αρθρογραφία σε μεγάλες γερμανικές εφημερίδες.
Ενώ ήταν βαθύτατα φιλόσοφος, ο θεωρητικός του προβληματισμός αφορούσε κατά κύριο λόγο την πολιτική καθώς ήταν εξοικειωμένος με πληρότητα σε θέματα γεωπολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας.
Στηλίτευσε την Αριστερά (της Γερμανίας) για το συμβιβασμό της με τις επιταγές της ελεύθερης αγοράς και τη Δεξιά επίσης για τον αθεράπευτο επαρχιωτισμό της. Υποστήριζε ότι η Δυτική κοινωνία θα αυτοανατραπεί αναπόφευκτα, καθώς έχει επιδοθεί σε ένα υπέρμετρο καταναλωτισμό και ηδονισμό. Ο Τρίτος κόσμος θα πάρει την εκδίκησή του γιατί απαιτεί το μερίδιο (έστω σαν δόλωμα) που της έχει τάξει η Δύση.
Στα κείμενά του δεν προτείνει λύσεις, ωστόσο προβάλλει ένα μοντέλο ασκητισμού. Η «ασκητικότητα» αυτή εμπεριέχει τη συνειδητή διαφύλαξη του περιβάλλοντος, το σεβασμό των φυσικών πόρων και τη λογική χρήση των πρώτων υλών.
Για την Ελληνική πραγματικότητα είχε την εξής άποψη: «Οι ιδεολογικές θέσεις που κυριαρχούν στην Ελλάδα εκτρέφονται από την παλαιόθεν προσφιλή ημίν τραπεζοθεωρίαν και την εξωραϊσμένη με θεωρητικά πασαλείμματα λογοκοπία. Εννοώ τις ελληνοκεντρικές εξάρσεις οι οποίες βρίσκουν ευρύτερη απήχηση γιατί είμαστε έθνος που δέχεται συνεχείς εξευτελισμούς και χρειαζόμαστε ψυχικές υπεραναπληρώσεις. Στην αντίπερα όχθη επικρατεί η πεποίθηση των διαφόρων «ευρωπαϊστών» και «ορθολογιστών» ότι η πολιτισμένη Δύση μετουσιώνει σε πράξη την πνευματική της κληρονομιά και την διαδίδει στον κόσμο ολόκληρο με τη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας Οι μεν προτείνουν εξαγωγή ελληνικού πνεύματος, οι δε αγωνίζονται για την εισαγωγή ευρωπαϊκού ήθους. Αλλά ούτε οι μεν ούτε οι δε φαίνεται να έχουν σαφή αντίληψη για το ποια είναι η φυσιογνωμία του σημερινού πλανητικού κόσμου και ποιες μακροπρόσθεμες δυνάμεις την απεργάζονται. (Συνέντευξη στο περιοδικό Διαβάζω).
Οι αναφορές στο πνευματικό έργο του Π. Κονδύλη δεν έχουν τελειωμό καθότι είναι τεράστιο επειδή δούλεψε στη διάρκεια της σύντομης ζωής του με ένταση και σε βάθος, ενώ είχε το προνόμιο να είναι εξοπλισμένος με μια έμφυτη ακαταμάχητη πνευματική ισχύ (μεγαλοφυΐα) Αυτός ήταν περίπου ο Π. Κονδύλης. Και λέω περίπου, γιατί είναι δύσκολη υπόθεση να προσεγγίσεις το έργο του, όταν μάλιστα δεν είσαι ειδικός.
Θεώρησα όμως καθήκον μου να ασχοληθώ με το συντοπίτη μας επιχειρώντας έστω και μια ενδεικτική-συνοπτική επισήμανση του κολοσσιαίου έργου του.
Η Ερυθραία είναι, ίσως, μοναδική πόλη στην Ελλάδα που «γέννησε» και «στέγασε» μια τέτοια προσωπικότητα της σύγχρονης εποχής.
Πέρασαν 10 χρόνια από το θάνατό του. Ελάχιστοι, στην πόλη μας, γνωρίζουν ποιος ήταν ο Π. Κονδύλης και ποιο ήταν το έργο του, όταν στο εξωτερικό τον τιμούν συστηματικά.
Αναφέρω ενδεικτικά ότι στο Πανεπιστήμιο της Χαιδελβέργης έδωσαν το όνομά του σε μια αίθουσα. Η αναμνηστική πινακίδα γράφει στα ελληνικά και στα γερμανικά: ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΈΛΛΗΝΑ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ Π. ΚΟΝΔΥΛΗ. Επίσης, κάθε καλοκαίρι ομάδα Ευρωπαίων φιλοσόφων έρχεται στην Ελλάδα για να τιμήσει τον ομότεχνό τους.
http://www.sepik.net/nea/?p=2413
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου