Ησυχία!
Ψάχνουμε εξωγήινους
Επί
μισόν και πλέον αιώνα, οι επιστήμονες του SETI αφουγκράζονται το σύμπαν, προσπαθώντας να
εντοπίσουν σήματα πολιτισμών από άλλους πλανήτες.
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ
Το δίκτυο ραδιοτηλεσκόπιων
Allen, 500 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Σαν Φρανσίσκο, λαμβάνει ένα σήμα με
ασυνήθιστα χαρακτηριστικά. Σε λίγο, το σήμα επαναλαμβάνεται, περίπου στην ίδια
μορφή. Οι επιστήμονες, μάλιστα, έχουν εντοπίσει πλέον τον αστέρα από τον οποίο
προέρχεται, έχουν στρέψει προς τα εκεί και άλλα τηλεσκόπια από διαφορετικά
σημεία της Γης, τα οποία καταγράφουν κι εκείνα πανομοιότυπες εκπομπές. Όλοι
αποκλείουν πια το ενδεχόμενο να πρόκειται για κάποιο επίγειο ραντάρ ή
οποιαδήποτε φυσική πηγή ραδιοκυμάτων. Η μόνη εξήγηση πλέον είναι πως τα σήματα
προέρχονται από κάποιον εξωγήινο πολιτισμό, ο οποίος με αυτό τον τρόπο δηλώνει
την παρουσία του στο σύμπαν. Ο άνθρωπος θα καταφέρει -επιτέλους- να έρθει, για
πρώτη φορά στην ιστορία του, σε επαφή με μιαν άλλη νοήμονα μορφή ζωής που
κατοικεί χιλιάδες έτη φωτός μακριά. Κι έτσι θα δοθεί απάντηση σε ένα ερώτημα το
οποίο απασχόλησε όλους τους πολιτισμούς που έχουν περάσει από αυτό τον πλανήτη:
είμαστε μόνοι μας στο σύμπαν;
Έτσι περίπου φαντάζεται το
αίσιο τέλος των προσπαθειών του SETI (Search for Extraterrestrial Intelligence,
Αναζήτηση για Εξωγήινη Νοημοσύνη) ο Seth Shostak, ο οποίος από τη δεκαετία του
'80 εργάζεται ως επικεφαλής αστρονόμος στο ομώνυμο ινστιτούτο, προσπαθώντας με
τους συναδέλφους του να ανιχνεύσουν ραδιοσήματα από άλλους ευφυείς πολιτισμούς.
Το τέλος αυτό, σύμφωνα με τον Shostak, θα ανοίξει έναν νέο κύκλο προσπαθειών:
«Το να εντοπίσουμε μια εξωγήινη μορφή ζωής από τα ραδιοκύματα που εκπέμπει, δεν
σημαίνει πως αυτομάτως θα μπορούμε να καταλάβουμε και τι θέλει να μας πει». Γι'
αυτόν το σκοπό θα χρειαστούν ακόμη πιο ευαίσθητα τηλεσκόπια και εκατοντάδες
ειδικοί. «Πάντως, η είδηση θα είναι τόσο συνταρακτική, που σίγουρα θα βρεθούν
και τα χρήματα και οι απαραίτητοι επιστήμονες», συμπληρώνει.
Η
πρώτη προσπάθεια
Φέτος ολοκληρώνονται πενήντα
πέντε χρόνιααπό το πρώτο ανάλογο πείραμα στα 1960, το πρότζεκτ Ozma: ο
αστρονόμος Frank Drake είχε χρησιμοποιήσει ένα ραδιοτηλεσκόπιο επί 60 ημέρες,
αναζητώντας εξωγήινα ραδιοσήματα σε δύο κοντινούς μας αστέρες, τον Τ του Κήτους
και τον Ε του Ηριδανού. Η ιδέα είχε προταθεί για πρώτη φορά το 1959, όταν, σε άρθρο
τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature, οι φυσικοί Giuseppe Cocconi και
Philip Morrison μίλησαν για πρώτη φορά για το ενδεχόμενο ανίχνευσης εξωγήινων
πολιτισμών από τα ραδιοκύματα τους. Αν αυτοί οι πολιτισμοί ήθελαν να
επικοινωνήσουν με νοήμονα είδη από άλλους πλανήτες, σημείωναν, τότε θα
χρησιμοποιούσαν ραδιοφωνικά σήματα τα οποία μπορούν να διασχίζουν σχεδόν
αναλλοίωτα τεράστιες αποστάσεις στο Διάστημα.
Βέβαια, το επιχείρημα τους
βασιζόταν σε μία προϋπόθεση, την οποία δεν έθιγε το άρθρο: πόσο πιθανό είναι να
υπάρχουν τέτοιες ευφυείς μορφές ζωής στο σύμπαν, με αρκετά προηγμένο πολιτισμό;
Το 1961, ωστόσο, ο Drake με άλλους επιστήμονες προσπάθησαν να απαντήσουν
μαθηματικά, καταλήγοντας στη διάσημη (αλλά και αμφιλεγόμενη) εξίσωση Drake, η
οποία εκτιμούσε πως ο αριθμός τους θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ χιλίων και
ενός δισεκατομμυρίου. Αριθμός που, όπως ήταν φυσικό, έκανε πολλούς επιστήμονες
να πιστεύουν πως η προσπάθεια άξιζε τον κόπο. Και μάλιστα, ακολουθώντας τις
υποδείξεις των Cocconi και Morrison, που προσδιόριζαν την περιοχή των
συχνοτήτων στην οποία θα έπρεπε να επικεντρωθούν οι αναζητήσεις, καθώς
πρόκειται για την πιο... ήσυχη στο σύμπαν.
Τι
άλλαξε στα 50 χρόνια
Έκτοτε, όλα τα πρότζεκτ
του SETI ακολούθησαν ουσιαστικά αυτήν τη φιλοσοφία. «Αυτό που κάνουμε είναι να
ψάχνουμε σε εκατομμύρια "κανάλια" γύρω από τη συγκεκριμένη περιοχή
συχνοτήτων για σήματα με χαρακτηριστικά -όπως η μεγάλη ένταση- τα οποία τα
ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο "θόρυβο" που προκαλείται από φυσικές
ραδιοπηγές», λέει ο Shostak.
Σε κάθε τέτοιο πρότζεκτ
χρησιμοποιείται ένα ραδιοτηλεσκόπιο το οποίο «σημαδεύει» ένα προς ένα τα άστρα
που πρόκειται να μελετήσει, καταγράφοντας τα ραδιοκύματα που προέρχονται από
αυτό. Στη συνέχεια, οι μετρήσεις εισάγονται σε ένα ή περισσότερα κομπιούτερ, τα
οποία αναλαμβάνουν την επεξεργασία τους ώστε να εντοπίσουν σήματα με τέτοια
ασυνήθιστα χαρακτηριστικά. Η μόνη ίσως αξιοσημείωτη διαφορά σε αυτά τα 55
χρόνια είναι η ταχύτητα: ενώ στις πρώτες δεκαετίες οι υπολογιστές χρειάζονταν
μερικά 24ωρα για να ολοκληρώσουν την επεξεργασία, οι σημερινοί αναλύουν τις
μετρήσεις σχεδόν αυτοστιγμεί.
Μέχρι το 2010 πραγματοποιήθηκαν
98 προγράμματα αναζήτησης εξωγήινων ραδιοσημάτων. Σε αυτά συμμετείχαν
εκατοντάδες αστρονόμοι - μόνο στο ινστιτούτο SETI απασχολούνται αυτήν τη στιγμή
ενενήντα και πλέον ερευνητές. Πολλά από αυτά τα πρότζεκτ έγιναν από το ίδιο το
ινστιτούτο, ενώ τα υπόλοιπα εκπονήθηκαν στο πλαίσιο ανεξάρτητων ερευνών από
διάφορα αμερικανικά, αυστραλιανά και ιταλικά πανεπιστήμια. Σπάνια
κατασκευάστηκαν ραδιοτηλεσκόπια ειδικά γι' αυτόν το σκοπό, με πιο σημαντική
εξαίρεση το τηλεσκόπιο «Big Ear» του Πανεπιστημίου του Ohio, το οποίο
λειτούργησε από το 1965 έως και το 1988. Τις περισσότερες φορές, οι επιστήμονες
αγόραζαν για τις μετρήσεις χρόνο χρήσης σε μερικά από τα μεγαλύτερα
ραδιοτηλεσκόπια του κόσμου, όπως το Parkes στην Αυστραλία και το Arecibo στο
Πουέρτο Ρίκο.
Το
σήμα «Wow!»
Οι απόψεις των αστρονόμων
στις πιθανότητες επιτυχίας αυτών των προσπαθειών διίστανται. Από τη μία,
επιστήμονες διεθνούς κύρους και νομπελίστες τάχθηκαν υπέρ της ιδέας, θεωρώντας
ότι «σήμερα είναι η πρώτη φορά που έχουμε τα τεχνικά μέσα για να απαντήσουμε
στο ερώτημα αν "υπάρχει κανείς εκεί έξω" και δεν πρέπει να χάσουμε
την ευκαιρία», όπως λέει ο Shostak. Από την άλλη, μια μερίδα ειδικών
αντιμετώπιζαν όλα αυτά τα χρόνια το SETI σαν μια πρωτοβουλία που κινείται στις
παρυφές της επιστημονικής ορθοδοξίας, θεωρώντας στην καλύτερη περίπτωση πως,
ακόμη κι αν είναι θεμιτό να ψάξουμε για νοήμονες πολιτισμούς σε μακρινούς
πλανήτες, η μέθοδος που χρησιμοποιούμε δεν πρόκειται να τα καταφέρει. Ακόμη και
πολιτικοί έχουν μιλήσει για μια «πανάκριβη πολυτέλεια», όπως ο γερουσιαστής
Richard Bryan από τη Νεβάδα, ο οποίος το 1993 πρωτοστάτησε σε απόφαση του
Κογκρέσου που έκτοτε περιέκοψε κάθε οικονομική βοήθεια προς το ινστιτούτο.
Οι αμφισβητήσεις αυτές
φαίνεται να ενισχύονται από το γεγονός ότι, στα πενήντα πρώτα χρόνια, τα
πρότζεκτ δεν πρόσφεραν κάποιο απτό αποτέλεσμα. Ένα από τα επιχειρήματα που
χρησιμοποιείται από τους επικριτές του SETI είναι το «παράδοξο της Μεγάλης
Σιωπής» -ή «παράδοξο του Fermi», αφού πρωτοδιατυπώθηκε το 1950 από
τον νομπελίστα φυσικό E. Fermi: αν οι προηγμένοι εξωγήινοι πολιτισμοί αφθονούν
όντως στο σύμπαν, δεν θα έπρεπε μέχρι σήμερα να έχουμε βρει κάποια σαφή ένδειξη
για την παρουσία τους; Ο Shostak πάντως διαφωνεί. «Παρόλο που έχουμε ελέγξει
μερικές χιλιάδες αστέρια, ο αριθμός τους είναι ελάχιστος ακόμη και μπροστά στο
πλήθος των άστρων του Γαλαξία μας», απαντά. «Είναι σαν να συμπεραίνεις πως δεν
υπάρχουν ελέφαντες στην Αφρική, έχοντας εξερευνήσει μόλις ένα τετραγωνικό μέτρο
της Μαύρης Ηπείρου».
Έτσι
κι αλλιώς, η Μεγάλη Σιωπή δεν ήταν ακριβώς... σιωπή, αφού στο παρελθόν έχουν
εντοπιστεί εκατοντάδες «ύποπτα» ραδιοκύματα. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι το
σήμα «Whow!»-από το επιφώνημα που έγραψε αυθόρμητα ο ερευνητής Jerry Ehman στο
περιθώριο των εκτυπωμένων μετρήσεων-, το οποίο καταγράφηκε τον Αύγουστο του
1977 στο Big Ear. Η διάρκεια αλλά και η πρωτοφανής ένταση του συνηγορούσαν στο
γεγονός ότι προερχόταν από κάποια τεχνητή πηγή στον αστερισμό του Τοξότη,
ωστόσο δεν εντοπίστηκε ποτέ ξανά. «Μόνο που το σήμα αναλύθηκε αρκετά 24ωρα μετά
την καταγραφή του », λέει ο αστρονόμος, «επομένως δεν είχαμε πλέον τη
δυνατότητα να το επαληθεύσουμε παίρνοντας κι άλλες μετρήσεις».
Μέρα
με τη μέρα, ο Shostak αισθάνεται ότι το SETI πλησιάζει όλο και πιο κοντά στο
στόχο του, και όχι μόνο επειδή οι επιστήμονες πλέον θα ενημερώνονται σχεδόν σε
πραγματικό χρόνο για ραδιοκύματα σαν το «Whow!» ώστε να δράσουν ανάλογα.
Τουλάχιστον θεωρητικά, άλλωστε, σήμερα αυξάνονται οι πιθανότητες για ανάλογα
ευρήματα: από τον Σεπτέμβριο 2010 λειτουργούν ήδη οι πρώτες 42 κεραίες ενός
δικτύου το οποίο «αφουγκράζεται» το σύμπαν σε 24ωρη βάση. Οι κεραίες αυτές
αποτελούν μέρος ενός συστήματος από 350 δέκτες - του δικτύου Allen, όπως
βαφτίστηκε, παίρνοντας το όνομα του Paul Allen, του συνιδρυτή της Microsoft που
χρηματοδότησε την κατασκευή του με 25 εκατ. δολάρια. Επίσης, τα τελευταία
χρόνια ερευνητές του ινστιτούτου έχουν επικεντρωθεί στα οπτικά σήματα, στην
αναζήτηση δηλαδή δεσμών λέιζερ οι οποίες, σύμφωνα με τον Shostak, αποτελούν και
αυτές ένα εξίσου πιθανό μέσο διαγαλαξιακής επικοινωνίας. «Αν μάλιστα το δίκτυο
Allen ολοκληρωθεί σύντομα, τότε, με βάση την εξίσωση Drake, υπολογίζω ότι θα
εντοπίσουμε το πρώτο επιβεβαιωμένο σήμα το αργότερο το 2030», συμπληρώνει.
Από
τη στιγμή που χρειάζονται άλλα 25 εκατ. δολάρια για να εγκατασταθούν και οι 350
κεραίες, πότε τοποθετεί αυτό το «σύντομα»; Όσο κι αν είναι παράξενο, εδώ δεν
θέλει να κάνει κάποια συγκεκριμένη χρονική πρόβλεψη. Απλώς δηλώνει ότι
αισιοδοξεί, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι τα τελευταία 17 χρόνια το
ινστιτούτο έχει καταφέρει να συγκεντρώσει 55 εκατ. δολάρια από χορηγούς.
«Δεν
υπάρχουν αποδείξεις. Οι ενδείξεις, όμως, με κάνουν να ελπίζω»
Μάνος
Δανέζης,
Επίκουρος
καθηγητής Αστροφυσικής
στο
τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Το ερώτημα για την
ύπαρξη ζωής σε άλλους πλανήτες, σύμφωνα με τον κ. Δανέζη, είναι τόσο σημαντικό για
κάθε ερευνητή, όσο και για οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο. «Νομίζω ότι κάθε έρευνα
στην αστρονομία, ακόμη και η πιο εξειδικευμένη, τελικά θέλει να βάλει το δικό
της λιθαράκι στην προσπάθεια της επιστήμης να απαντήσει στα υπαρξιακά ερωτήματα
που απασχολούν το είδος μας από τότε που εμφανίστηκε στη Γη - και ένα τέτοιο
ερώτημα είναι το "αν υπάρχει κανείς άλλος εκεί έξω"», σημειώνει.
Απλώς, συμπληρώνει, όλη αυτή η ακατάσχετη... ουφολογία των τελευταίων
δεκαετιών, με τις υποτιθέμενες επισκέψεις εξωγήινων και τις απαγωγές
περαστικών, έχουν κάνει τους περισσότερους επιστήμονες να διστάζουν να μιλήσουν
δημόσια για τέτοια θέματα, νιώθοντας τον κίνδυνο να χαρακτηριστούν γραφικοί.
Υπάρχει όμως κανείς άλλος εκεί έξω; «Αν μιλήσω από τη σκοπιά του επιστήμονα, θα
απαντήσω ότι ακόμα δεν υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο- αν μιλήσω από τη
σκοπιά ενός ανθρώπου με τη δική του ιδιαίτερη κοσμοθεωρία, θα πω πως όλες οι
ενδείξεις με κάνουν να ελπίζω», λέει χαρακτηριστικά. Και σε αυτές τις
ενδείξεις, ο κ. Δανέζης τοποθετεί πρώτα από όλα το γεγονός ότι, στον ασύλληπτα
μεγάλο αριθμό ηλιακών συστημάτων που υπάρχουν στο Διάστημα, είναι στατιστικά
απίθανο να μην υπάρχει ένας πλανήτης παρόμοιος με τη Γη. «Αλλά και τις
ανακαλύψεις των τελευταίων χρόνων, οι οποίες μας έδειξαν πως οι προϋποθέσεις
για τη δημιουργία ζωής -όπως για παράδειγμα η ύπαρξη νερού-συναντώνται πολύ πιο
συχνά απ' ό,τι πίστευαν μέχρι πρόσφατα οι αστροφυσικοί και οι βιολόγοι».
«Οι
προσπάθειες του SETI βασίζονται σε φιλόδοξο σενάριο»
Ιωάννης
Δαγκλής
Διευθυντής Ερευνών στο
Ινστιτούτο Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Αστεροσκοπείου
Αθηνών
Αν και οι ερευνητές του
SETI υπολογίζουν ότι ο αριθμός των εξωγήινων πολιτισμών μπορεί να φτάνει και το
ένα δισεκατομμύριο, αρκετοί ειδικοί υποστηρίζουν πως η εμφάνιση νοημόνων ειδών
στον πλανήτη μας ήταν το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού μοναδικών συμπτώσεων. «Από
τη στιγμή που δεν έχουμε ακόμα πληροφορίες για το πώς μοιάζουν οι εξωτικοί
«κόσμοι» μακριά από τη Γη, είναι φυσιολογικό οι απόψεις των επιστημόνων να
διαφέρουν τόσο πολύ», σχολιάζει ο κ. Δαγκλής. Έτσι, σύμφωνα με τον Έλληνα αστροφυσικό,
προς το παρόν η επιστήμη αδυνατεί να απαντήσει στο «αν υπάρχει ζωή αλλού στο
σύμπαν» και επικεντρώνεται στο «πόσο πιθανό είναι να συμβαίνει αυτό». «Το
σημαντικότερο είναι πως οι εκτιμήσεις μας βασίζονται πλέον σε δεδομένα και όχι
σε υποθέσεις», συμπληρώνει· «σε παρατηρήσεις δηλαδή δορυφόρων σαν τον Kepler,
που αναζητούν πλανήτες με γενικά χαρακτηριστικά όπως αυτά της Γης». Αυτό δεν
σημαίνει πως οι προσπάθειες του SETI ήταν άχρηστες επειδή ήταν πρόωρες. Ωστόσο,
για τον Έλληνα επιστήμονα, βασίζονται σε ένα μάλλον φιλόδοξο σενάριο, αφού
υποθέτουν όχι απλώς την ύπαρξη εξωγήινων όντων, αλλά εξελιγμένων μορφών ζωής με
νοημοσύνη. «Ακόμη και αν όντως υπάρχουν τέτοια είδη, αναρωτιέμαι πόσο πιθανή θα
είναι η επικοινωνία μαζί τους, από τη στιγμή που δεν έχουμε καταφέρει να
επικοινωνήσουμε με τα ζώα του πλανήτη μας, τα οποία διαθέτουν μια, βασική έστω,
νοημοσύνη - τουλάχιστον τόση ώστε να επικοινωνούν μεταξύ τους!»
"Κ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου