ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ & ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
μέσα στον χρόνο
Αρχιμηνιά
κι αρχιχρονιά...
Tου Νίκου Αμμανίτη
Με
τις πιο θερμές και εγκάρδιες ευχές μας
για
τον καινούργιο χρόνο…
Το σημερινό αφήγημά μας
είναι αφιερωμένο σ’ ένα μεταπολεμικό κατάστημα της Αθήνας που δεν υπάρχει πια
και το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στην εμπορική πρόοδο της πρωτεύουσας και
ιδίως στην εορταστική εμφάνισή της τις ιδιαίτερες εκείνες ημέρες όπου «οι ουρανοί
αγάλλονται και χαίρει η φύσις όλη». Πρόκειται για λίγες σκόρπιες αναμνήσεις από
το ιστορικό υπερκατάστημα που αγάπησαν οι κάτοικοι αυτής της πόλεως και που
αδίστακτοι εμπρηστές κατακάψανε δύο απανωτές φορές, με το καμένο κουφάρι του να
υψώνεται και να προβάλει θλιβερό στην καρδιά της Αθήνας επί κοντά 30 ολόκληρα
χρόνια. Μια αναπόληση του αγαπημένου και αξέχαστου σε όλους «Μινιόν», με
ηττημένο τον ιδιοκτήτη και δημιουργό του, αν και ποτέ δεν το έβαζε κάτω…
Ήταν οι μέρες που, χωρίς
να το νιώθουμε καλά καλά, ο τόπος βρισκόταν σε ανάπτυξη. Η Κατοχή, με τη μαύρη
πείνα, είχε θερίσει τους ανθρώπους, αλλά ελάχιστα επηρέασε τον τρόπο ζωής των
Αθηναίων, που παρέμενε εν πολλοίς μικροαστικός και μισοκακόμοιρος. Οι κάτοικοι
της πρωτεύουσας στην πλειονότητά τους ήσαν πρόσφυγες Έλληνες της διασποράς, οι
οποίοι μόλις τα τελευταία προπολεμικά χρόνια απέκτησαν επίχρισμα πρωτευουσιάνου
και τώρα, ξαναβρίσκοντας τον «κοσμοπολίτικο βηματισμό» τους, ήσαν κατά κάποιον
τρόπο ευτυχείς επειδή ζούσαν και που οικονομικά τα κουτσοβόλευαν. Έτσι, στην
προσπάθειά τους να βγάλουν και λίγο βούτυρο για να το αλείψουν… στο ψωμί τους,
πάσχιζαν να κερδίσουν δύο δεκάρες παραπάνω, και επειδή πενία τέχνας
κατεργάζεται, η πενία των Ελλήνων δημιουργούσε στον τόπο κλίμα ανάπτυξης.
Τα αξέχαστα για τους
Αθηναίους εκείνα χρόνια υπήρχε στα Χαυτεία ένα περίπτερο που ο δραστήριος
περιπτεράς βάφτισε «Μινιόν», όνομα αρκετά ρομαντικό, που παρέπεμπε σε ονομασία
όπερας ή έστω σε λεπτεπίλεπτη ηρωίδα γαλλικού μυθιστορήματος, ικανής να
διεγείρει πόθους, όχι πάντως όνομα θελκτικό για μικρομάγαζο. Παρά ταύτα, καθώς
τα Χαυτεία με ολόκληρη την περιοχή της Ομόνοιας αποτελούσαν τα χρόνια εκείνα
τον «ομφαλό» της πρωτεύουσας, το περίπτερο «Μινιόν» απέδιδε αρκετά στον
φιλοπρόοδο ιδιοκτήτη του, ονόματι Γεωργακάς. Επειδή η ανθρώπινη φύση θέλει τους
ανθρώπους αχόρταγους, ο περιπτεράς των Χαυτείων κατάλαβε πως για να αυξήσεις
τον τζίρο σου απαραίτητο είναι να πουλάς περισσότερα. Πού να χωρέσουν όμως πιο
πολλά σ’ ένα περίπτερο που ήταν υπερπλήρες από τσατσάρες, τσακμάκια, πέτρες για
αναπτήρες, σπίρτα, τσιγάρα χύμα και από τα άλλα που διαφημίζονταν με το
σλόγκαν: «Ποτέ άλλη μάρκα. Μόνον ‘‘Μπεμπέκα’’». Βρέθηκε εκεί κοντά μια σούδα,
τη νοίκιασε, τη βάφτισε «Μινιόν», την καργάρισε εμπόρευμα και άρχισε να αποκτά
ευχαριστημένους πελάτες.
Μέσα σε μικρό χρονικό
διάστημα, ο πρώην περιπτεράς των Χαυτείων, ενθαρρυμένος από την πρόοδό του,
αποτόλμησε το μεγάλο άλμα κατασκευάζοντας ένα τεράστιο οικοδόμημα για το πρώτο
και μοναδικό τότε υπερκατάστημα στην Αθήνα, το οποίο, τιμής ένεκεν, ονόμασε «Νέο
Μινιόν» και θάμπωσε όχι μόνον τους κατοίκους αλλά και τους περαστικούς από την
πρωτεύουσα, που κατέφευγαν στους ορόφους του για να αγοράσουν ένα εντυπωσιακό
δωράκι που θα φέρουν επιστρέφοντας «οίκαδε» από το ταξίδι τους στην πρωτεύουσα.
Ήταν ένα μεγαλοπρεπές
κτίριο που προκαλούσε στον πελάτη τον σεβασμό στη φίρμα και σιγουριά για την
ποιότητα των εμπορευμάτων. Αμέτρητα ήσαν τα είδη που εισήγαγε το «Νέο Μινιόν»
στην Ελλάδα, προϊόντα που οι ντόπιοι δεν είχαν ούτε καν ακουστά και γνώρισαν
αγγίζοντάς τα για πρώτη φορά». Οι πρωτότυποι τρόποι προώθησης πωλήσεων, οι
πανέξυπνες συνεχείς διαφημίσεις και η αξιοποίηση των ευκαιριών που
δημιουργούσαν οι μεγάλες εορτές, π.χ. Χριστούγεννα, Πάσχα, κ.λπ., με προβολή
των σχετικών εθίμων τους, μετέβαλε το τεράστιο μαγαζί σ’ ένα ιδιότυπο εκθετήριο
εμπορευμάτων, που συγκέντρωνε πλήθος κόσμου για να γνωρίσει και να θαυμάσει τα
άγνωστα εκθέματα. Πολλές γενιές μεγάλωσαν παίζοντας με παιχνίδια αγορασμένα απ’
το «Μινιόν» και πολλοί νεαροί παρουσιάστηκαν «δανδήδες» με τα κομψά καλοραμμένα
κοστούμια του, ενώ αμέτρητες ήσαν οι κοπελιές που θάμπωσαν τον περίγυρό τους με
τα μοντέρνα παριζιάνικα μοντελάκια του. Ό,τι κυκλοφορούσε στην αγορά, από
ηλεκτρικές συσκευές, κουζινικά, μικροέπιπλα, ενδύματα και εκατοντάδες άλλα
προϊόντα, πουλιόταν σε χαμηλή τιμή και αρίστη ποιότητα στο μεγάλο, πρωτότυπο
για την Αθήνα, κατάστημα της οδού Πατησίων. Επιπλέον, πρώτο εκείνο καθιέρωσε
σαν δώρο προς τους συναλλασσόμενους τις μικρές ατζέντες τσέπης που χάριζε σε
πελάτες και περαστικούς για τον καινούργιο χρόνο.
Η διαφήμιση στον Τύπο
έγραφε: «Δεν είναι ανάγκη να ψωνίσετε. Περάστε από το ‘‘Μινιόν’’ να πάρετε
δωρεάν την ατζέντα σας μαζί με τις ευχές μας». Αξέχαστο «Μινιόν»…
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου