Οι
πρώτες ανασκαφές της Ολυμπίας
Αποσπάσματα από το
ημερολόγιο των αδελφών Δημητριάδη, επιτρόπων των ανασκαφών. Οι έρευνες, οι
δυσκολίες που αντιμετώπισαν και η επίσκεψη του βασιλέα Γεωργίου με την
ακολουθία του
Από
τον Πέτρο Θέμελη*
Τον Απρίλιο του 1874 είχε
συμφωνηθεί μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας η παραχώρηση των ανασκαφών της Ολυμπίας
στο γερμανικό κράτος. Η σύμβαση ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων (30
Οκτωβρίου 1875) και επικυρώθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ στις 12 Νοεμβρίου.
Επίτροπος των ανασκαφών ορίστηκε ο αρχαιολόγος Aθανάσιος Δημητριάδης από τον
Τύρναβο της Θεσσαλίας, που είχε σπουδάσει στο Μόναχο και το Βερολίνο.
O Αθανάσιος Δημητριάδης
τήρησε λεπτομερές ημερολόγιο των ανασκαφών και συνέταξε τον πρώτο κατάλογο των
ευρημάτων. Εγκατέλειψε την υπηρεσία ξαφνικά το 1878 λόγω σοβαρής ασθένειας,
οπότε τον διαδέχτηκε ο αρχαιολόγος αδελφός του Κωνσταντίνος, που παρέμεινε στην
Ολυμπία ως το 1887. Διαβάζοντας το προσωπικό ημερολόγιο των αδελφών επιτρόπων
εντυπωσιάζεσαι από την αρχαιογνωστική κατάρτισή τους, τη σχεδιαστική τους δεινότητα
και ακριβολογία, καθώς και την ικανότητα να περιγράφουν λιτά την πρόοδο των
εργασιών και τη σταδιακή αποκάλυψη των ευρημάτων. Σχεδιάζουν με περισσή
επιμέλεια επιγραφές και χάλκινα αντικείμενα, σπανιότερα αρχιτεκτονικά λείψανα.
Ανάμεσα στις γραμμές του ημερολογίου παρεμβάλλουν σχεδιάσματα επιστολών, σχόλια
και κρίσεις για πρόσωπα και καταστάσεις. Αναφέρονται στις καιρικές συνθήκες και
στο βαρύ, υγρό κλίμα της Ολυμπίας που τους βυθίζει σε μελαγχολία. Υπολογίζουν
τα ημερομίσθια των εργατών, περιγράφουν τις κυριακάτικες εκδρομές, τις
μεταβάσεις στον Πύργο με άλογο για ώνια, τις συναντήσεις με υπαλλήλους,
συνεργάτες, φίλους και επισκέπτες. Το ημερολόγιο του Αθανάσιου αρχίζει με την
καταγραφή του περιπετειώδους ταξιδιού από την Αθήνα στην Ολυμπία.
Την ίδια κιόλας ημέρα της
άφιξής του, κατεβαίνει στο πεδίο των ανασκαφών και ορίζει, σε συνεννόηση με
τους Γερμανούς, τα σημεία ανασκαφής. Συμφωνήθηκε να ανασκαφεί τάφρος από το
νοτιοανατολικό άκρο του ναού του Δία προς τον Αλφειό ποταμό, έως το σημείο που
εξείχαν στην επιφάνεια κατάλοιπα υδραγωγείου (cloaca). Μια δεύτερη τάφρος
αποφασίστηκε να ανασκαφεί από το «θολωτό, ρωμαϊκό ίσως οικοδόμημα» που
βρίσκεται ανατολικά του Κρονίου προς τον Κλαδέο ποταμό με κατεύθυνση από τα
δυτικά προς τα ανατολικά. Τη Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου, παρουσία του επιτρόπου
Aθανάσιου Δημητριάδη και των Γερμανών αρχαιολόγων έγιναν καταμέτρηση του πεδίου
από αρχιτέκτονα μηχανικό και διάγραμμα του χώρου των ανασκαφών. Κατασκευάστηκε
παράπηγμα για τα όργανα και τους φύλακες δίπλα στον Κλαδέο. Ο Δημητριάδης
αποφάσισε να κατασκευάσει και αποθήκη για τη φύλαξη των αρχαίων, γιατί ένα
ελαιοτριβείο που βρισκόταν από την άλλη μεριά του Κλαδέου θεωρήθηκε ακατάλληλο.
Τη Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου
άρχισαν οι ανασκαφές στις συμφωνημένες με τους Γερμανούς θέσεις. Από τις πρώτες
κιόλας ημέρες σημαντικά αρχιτεκτονικά μέλη και ευρήματα έρχονται στο φως. Την
Τρίτη 16 Νοεμβρίου επισκέπτεται γιατρό στον Πύργο. Συναντά τον έπαρχο και τον
οικονομικό έφορο και συζητά για τ' αμπέλια. Παραμένει στον Πύργο λόγω βροχής
έως τις 19 Νοεμβρίου, γιατί είχαν πλημμυρίσει τα ρέματα της Λεστενίτσας και
εκείνο του Παπά. Το Σάββατο 22 Νοεμβρίου σημειώνει χαρακτηριστικά: «Περί την 10
ώραν φοβερά θύελλα μετά χαλάζης πολλής. Αναθεματισμός της τύχης μου και της
δουλείας των παθών. Ζηλεύω την ανεξάρτητον ζωήν. Αλλά τι παρέχει αυτήν; Η
τάξις, η φιλοπονία και η επιμονή. Η επίμονος αδυναμία χαρακτήρος και ο
μετεωρισμός, πώς και πότε θα διορθωθώσιν. Ηλθε ο Boetticher μετά τηλεγραφήματος
του Υπουργείου περί εξακολουθήσεως της ανασκαφής απαρεμποδίστως». Από το
σημείωμα προκύπτουν καθαρά πόσο επηρέαζε τη διάθεση και την υγεία του το κλίμα
της Ολυμπίας και η ψυχολογική πίεση που δεχόταν από το περιβάλλον της Επαρχίας
και το ίδιο το υπουργείο.
Ήταν καπνιστής, όπως
προκύπτει από την αγορά καπνού χύμα από τον Πύργο. Ο μηνιαίος μισθός του ήταν
250 δρχ. μεικτά. Με την αφαίρεση των κρατήσεων του έμεναν στο χέρι μόλις 188,25
δρχ. Mετά τους λογαριασμούς υπάρχει σημείωμα με τίτλο «Πρακτέα»: «Δοτέον πέντε
αριθμούς Αρχαιολογικού λαχείου τοις πρώτοις 5 στρατιώταις, δώρον και
ευαρεσκείας τεκμήριον επί τη φιλοτίμω επιμελεία αυτών, 1 αριθμόν τοις άλλοις
δύο τοις ύστερον ελθούσι, 2 τω λοχία μετά των τεσσάρων στρατιωτών του κατόπιν
ελθόντι, 1 τω Αντωνίω πρώτω ευρόντι το εν Ολυμπία άγαλμα. Ζητητέον φωτογραφίας
του βασιλέως ημών προς βράβευσιν των καλών εργατών. Συμφωνητέον μετά του
Γερμανού, όπως και αυτός διδώ τοις καλοίς και ευρετικοίς εργάταις του
αυτοκράτορος εικόνα εις ενθύμησιν. Φωτογραφητέον το πρώτον άγαλμα, όπως
διανεμηθή τοις συνεργαζομένοις μετά ζήλου ως τεκμήριον της εργασίας». Eδώ
αποκαλύπτονται η ευαισθησία του Δημητριάδη, το γνήσιο ενδιαφέρον του για την
πρόοδο των ανασκαφών και η προθυμία του να ανταμείβει τους φιλότιμα
εργαζομένους. Δεν περιοριζόταν να παρακολουθεί τις ανασκαφές, πλήρωνε και
εργάτες που δούλευαν για λογαριασμό της Εφορείας των Aρχαιοτήτων.
Στις 2 Μαΐου 1879
επισκέπτεται την Ολυμπία και το νεόκτιστο τότε αρχαιολογικό μουσείο ο βασιλιάς
Γεώργιος Α΄. Ο Κωνσταντίνος Δημητριάδης σημειώνει τα παρακάτω αποκαλυπτικά
σχόλια για την επίσκεψη: «Περί την 10 πρωινήν ώραν αφίχθη ο βασιλεύς μετά της
ακολουθίας του, υποδοχή αυτού υπ' 'αλλων μεν ένθερμος, υπ' άλλων δε ψυχρά λίαν.
Λόγοι, γεύμα, ένθα αναιδείς λόγοι των υπασπιστών του βασιλέως, κουφονοίας
επίδειξις. Ερωτήσεις βασιλικαί πολλαί περί του εάν παρεδόθησαν αι κλείδες.
Δυσαρέσκεια αυτού, και μάλιστα μετά πικρίας είπε ότι απορεί πώς εισέτι δεν
εξετελέσθη η διαταγή της κυβερνήσεώς του. Συστάσεις αυτού ότι οι Γερμανοί είνε
ή μάλλον φαίνονται πολύ καλοί άνθρωποι. Εθαύμασε τον Ερμήν του Πραξιτέλους,
ολίγον την Νίκην και περισσότερον τον ταύρον Ρηγίλλης Αττικού Ηρώδου.
Λογοπαίγνιόν μου, ακουσθέν υπό τινος αληθούς Δημοκρατικού: “Τω βασιλεί ο ταύρος
ήρεσε, τον βασιλέα το βόδι δείξαντα και όχι τον Ερμή”. Αλλ' όμως τας τύχας της
ατυχούς πατρίδος μας διευθύνει τοιούτον ζώον. Υπομονή. Πταίομεν όμως οίτινες
συμμετέχομεν της διαφθοράς. Μετά ραγδαιοτάτην βροχήν ήτις παπία μας έκαμε περί
την 2½ μ.μ. ανεχώρησεν μετά μεγίστης χαράς. Εκρατύνθη η ιδέα μου ότι το μόνον
καλόν πολίτευμα δια την Ελλάδα είναι η Δημοκρατία».
Σκληροί, ομολογουμένως, οι
χαρακτηρισμοί του Κωνσταντίνου Δημητριάδη για τον βασιλέα Γεώργιο. Οφείλω,
πάντως, να ομολογήσω ότι ένας από τους λόγους που με έκαναν να αγαπήσω τους
αδελφούς επιτρόπους και με παρακίνησαν να ασχοληθώ μαζί τους ήταν το πάθος τους
για τη δημοκρατία, όπως εκδηλώνεται ξεκάθαρα και με περισσή τόλμη μέσα από το
παραπάνω σημείωμα.
*
Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πρόεδρος Εταιρίας Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών
Σπουδών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου