ΜΕ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΑ
ΒΛΕΜΜΑ
Του Γενάρη το φεγγάρι
Παραλίγο να 'ναι μέρα
Γράφει ο Λουδοβίκος
των Ανωγείων
Τέλη
του Γενάρη κι ήταν η μεγάλη βραδιά
του
φεγγαριού, ανέτειλε αρχοντικά κι ανηφόρισε
ασημωμένο
ολοστρόγγυλο.
Τα αστέρια χαμήλωσαν το φως τους τιμώντας το.
Ξαφνικά
η νύχτα τού φώναξε αγριεμένη:
-Σε
μισώ, σε μισώ
γιατί
μου τραυματίζεις το κύρος του μαύρου.
-Σε
σέβομαι μα δεν μπορώ να μην απαντήσω
στην
άδικη σου επίθεση, αν δεν ήμουν εγώ και τα
αστέρια
ποιος θα σήκωνε κεφάλι να σε κοιτάξει;
Απάντησε
ήρεμα το φεγγάρι.
Κείνη
την ώρα περνούσε πάνω από την ήσυχη
λίμνη,
καθρεφτίστηκε.
Κοντοστάθηκε,
έφτιαξε λίγο το φως του, κοίταξε
τη
λίμνη θαυμαστικά και τη ρώτησε:
-Μα
πώς το κάνεις, λίμνη μου, κι έχεις πάντα τόσο
καθαρό
πρόσωπο.
-Όταν
λες την αλήθεια, φεγγάρι μου,
μόνο
την αλήθεια, θα έχεις πάντα καθαρό
πρόσωπο.
-Κι
εσύ εξήγησε μου:
έχουμε
τόσο μεγάλο ουρανό, γιατί παίρνεις πάντα
τον
ίδιο δρόμο;
-Παίρνω
τον ίδιο δρόμο γιατί ακόμα
δεν
τον έμαθα...
Αναβοσβήνει
στα
βαθιά
του
Λιβυκού
ο
φάρος
Κι
ένας ξενύχτης
Γλάρος
Του
κάνει συντροφιά
Γενάρης
και
τα κύματα
Σκεπάζουν
το
φανάρι.
Χάθηκε το φεγγάρι
Στην
άγρια συννεφιά
Σ'
αυτό το σκούρο σκηνικό
Φάνηκε
η γοργόνα
Γαλάζια
Αλκυόνα
Στην
πλώρη
του
«Μανιά»
Να
χαιρετά το φύλακα
που
στέκεται στο τζάμι
Κουλούρι
με σουσάμι
Και
πίσω στα χανιά.
«ανέκδοτο τραγούδι»
ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου