Η
σκληρή μάχη με τα πιόνια
Σε
κάθε παγκόσμιο σκακιστικό πρωτάθλημα όταν πλησιάζει η ώρα, οι διεκδικητές του
τίτλου ατσαλώνουν τα νεύρα τους για την αναμέτρηση.
Τον Μάιο του 1981, μια
επίσημη σοβιετική αντιπροσωπεία έφτανε στο Μεράνο της Βόρειας Ιταλίας κι
έσπευδε να καπαρώσει μια απόμερη βίλλα, για τον Σεπτέμβρη, τον Οκτώβρη και τον
Νοέμβρη του ίδιου έτους. Τον Ιούνιο, έφτανε ένας επιστήμονας για να μετρήσει
- με μετρητή Γκάιγκερ - τη
ραδιενέργεια που υπήρχε στο
περιβάλλον, ενώ άλλοι συνάδελφοι του υπέβαλαν στους οργανωτές του ματς ένα
ερωτηματολόγιο αποτελούμενο από 70 ερωτήματα, τα οποία κάλυπταν κάθε τι που
είχε σχέση με την περιοχή: Από τον ετήσιο μέσο όρο βροχοπτώσεων, μέχρι το
ποσοστό εγκληματικότητας. Τελικά, γύρω στα τέλη Σεπτεμβρίου, έκανε την εμφάνιση
του και το αντικείμενο όλων αυτών των σχολαστικών προληπτικών μέτρων,
κουβαλώντας μαζί του μια δεκαπενταμελή ακολουθία, χαρτοκιβώτια γεμάτα ρωσικές
τροφές, κάμποσες χιλιάδες βιβλία και την τρομακτική ευθύνη της προασπίσεως του
κύρους της πατρίδας του. Ήταν ένας λεπτεπίλεπτος
στην όψη τριαντάρης, με σκούρα μαλλιά, λεγόταν Ανατόλι Γιεβγένγιεβιτς Καρπόβ
και ήταν ο βασιλιάς του παγκόσμιου σκακιού. Είχε έρθει στο Μεράνο για να
υπερασπιστεί το «Στέμμα» του, όπως προβλέπουν οι διεθνείς κανονισμοί:
Όπως ίσχυε μέχρι τις αρχές του 1990 κάθε τρία χρόνια, ο εκάστοτε παγκόσμιος πρωταθλητής
έπρεπε να ξαναπαίζει για τον τίτλο. Στη διάρκεια της προετοιμασίας του, κάτω
απ' την καθοδήγηση και την επίβλεψη των κορυφαίων Σοβιετικών τεχνικών, ο Καρπόβ, είχε
ακολουθήσει ένα τακτικό πρόγραμμα προπονήσεων, είχε «ακονίσει» τα ρεφλέξ του σε
διάφορα καλοδιαλεγμένα τουρνουά, κι είχε κατ' επανάληψη αντιμετωπίσει, σε
φιλικούς αγώνες, τους «μεγάλους» συναδέλφους του. Τώρα, ήταν πια έτοιμος. Οι
Ολυμπιακοί του Πνεύματος μπορούσαν ν' αρχίσουν.
Ευθύς εξ αρχής, οι
Σοβιετικοί είχαν δώσει στο σκάκι μια ξεχωριστή θέση μέσα στο σύστημα τους. Ο
Λένιν, καλός σκακιστής κι ο ίδιος, ήταν αυτός που είχε την έμπνευση να
συμπεριληφθεί το παιχνίδι στο σοβιετικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Η σοβιετική
κυβέρνηση επεφύλασσε στους κορυφαίους σκακιστές τις πιο πολυπόθητες τιμητικές
διακρίσεις και υλικές ανταμοιβές, με αποτέλεσμα, η εθνική της Σκακιστική
Ομοσπονδία να είναι η μεγαλύτερη του κόσμου - με περισσότερα από πέντε
εκατομμύρια ενεργά μέλη. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς, πως τα μέλη της
αντίστοιχης Ομοσπονδίας των ΗΠΑ μόλις που ξεπερνούσαν το 1981 τις 50.000. Από
τα επτά παγκόσμια πρωταθλήματα που έχουν διεξαχθεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο, τα έξι κερδήθηκαν από Σοβιετικούς. Για την Ρωσία λοιπόν, αν ο Καρπόβ
έχανε το στέμμα του στο Μεράνο, το πράγμα θα άγγιζε περίπου τα όρια εθνικής
συμφοράς...
Ένας παράγοντας που
περιέπλεκε την κατάσταση ήταν ο αντίπαλος του Καρπόβ, ο βαρύς σαν αρκούδα Βίκτωρ
Κορτσνόι. Είκοσι χρόνια μεγαλύτερος απ' τον Καρπόβ, γεννημένος και μεγαλωμένος
στο Λένινγκραντ, ο Κορτσνόι είχε συγκλονίσει ολόκληρη την Σοβιετική Ένωση όταν,
το 1976, διέφυγε στην Δύση. Από τότε, είχε γίνει καρφί στο μάτια του ρωσικού
σκακιστικού κατεστημένου, καθώς δεν έπαυε να νικάει τους καλύτερους Σοβιετικούς
σκακιστές, να τινάζει στον αέρα τους ψευδείς ισχυρισμούς τους ότι δήθεν ήταν
ερασιτέχνες (αποκάλυψε πως είναι επαγγελματίες, πλήρους απασχολήσεως,
αμειβόμενοι από το κράτος), και γενικά να τους κάνει τη ζωή δύσκολη.
Δυο φορές, παλιότερα, το
1974 και το 1978, ο Καρπόβ κι ο Κορτσνόι είχαν αντιμετωπίσει σε ματς ο ένας τον
άλλο, με νικητή, και τις δύο φορές, τον Καρπόβ. Τώρα, ο Κορτσνόι, έχοντας δώσει
σκληρές μάχες για να περάσει τους παγκόσμιους προκριματικούς, είχε φτάσει και
πάλι αντιμέτωπος του Καρπόβ, διεκδικώντας μερίδιο από ένα συνολικό χρηματικό
έπαθλο 800.000 ελβετικών φράγκων, του οποίου οι 500.000 προορίζονταν για το
νικητή κι οι 300.000 για τον ηττημένο.
Δεν άργησε να γίνει φανερό
στους εκατοντάδες δημοσιογράφους που είχαν μαζευτεί στο Μεράνο, πως η Σοβιετική
Ένωση δεν θα δίσταζε να μηχανευτεί τα πάντα, προκειμένου να πετύχει την
εξουδετέρωση της απειλής που λεγόταν Κορτσνόι.
Ο πιο αποτελεσματικός
τρόπος ήταν να κρατήσουν ομήρους τη γυναίκα του φυγάδα και το γιό του, που
είχαν μείνει στη Ρωσία. Οι Σοβιετικοί - κατά παράβαση των Συμφωνιών του Ελσίνκι
όχι μόνον αρνήθηκαν να τους δώσουν άδεια εξόδου αλλά έστειλαν το γιο του σε
στρατόπεδο εργασίας, στην Σιβηρία. Η ψυχολογική πίεση που αντιμετώπισε ο
Κορτσνόι είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα. Σ' όλη τη διάρκεια του ματς,
κυκλοφορούσε η φήμη πως θα τους απελευθέρωναν. Στην πραγματικότητα, χρειάστηκε
να περάσουν μήνες μέχρι να συμβεί κάτι τέτοιο.
Υπήρχε, επίσης, το
περίεργο φαινόμενο της ύπνωσης. Στο αμέσως προηγούμενο σκακιστικό
πρωτάθλημα, το 1978, στις Φιλιππίνες, ο διεκδικητής του τίτλου έδειχνε φανερά
ενοχλημένος από την παρουσία - στο χώρο
των θεατών -
ενός Ρώσου παραψυχολόγου, ονόματι
Βλαντιμίρ Ζούκαρ, ο οποίος είχε διαρκώς καρφωμένο πάνω
στον Κορτσνόι ένα βλέμμα γεμάτο
κακία. Τα μυστηριώδη φερσίματα του και η σκέψη πως ίσως ο άνθρωπος αυτός
διέθετε κάποιες υπερφυσικές δυνάμεις, αποδείχτηκαν συχνά παράγοντες ικανοί να
διαταράξουν τον ειρμό των σκέψεων, χάρη στον οποίο κερδίζει τη ζωή του ένας
μαιτρ του σκακιού σαν τον Κορτσνόι.
Το «κόλπο Ζούκαρ» ήταν
υψηλού επιπέδου εύρημα κι όλοι περίμεναν πως κάτι ανάλογο θα συνέβαινε και στο
Μεράνο. Έτσι, όταν ο Κορτσνόι αξίωσε να τοποθετηθεί ένα αλεξίσφαιρο κρύσταλλο
ανάμεσα σ' εκείνον και στο κοινό που παρακολουθούσε το τουρνουά, το οποίο θα
τον προστάτευε από τα βλέμματα κάποιου πιθανού υπνωτιστή, λίγοι ήταν εκείνοι που εξεπλάγησαν. Το αίτημα του,
πάντως, δεν έγινε δεκτό.
Το ότι συμβαίνουν τέτοια
πράγματα, στα πλαίσια μιας εκδήλωσης όπου δεν είναι παρά ένα παιχνίδι, ίσως να
φαίνεται παράλογο. Το σκάκι, όμως, δεν είναι απλώς ένα ακόμη παιχνίδι, μέσα στα
τόσα άλλα που υπάρχουν: Είναι το παιχνίδι - μια εγκεφαλική
δραστηριότητα απείρου βάθους και
παγκόσμιας γοητείας.
Επί 15 σχεδόν αιώνες, αφ'
ότου «γεννήθηκε» στην Ινδία, οι σκακιστές έχουν συχνά καταφύγει σε ύπουλες
ενέργειες, πονηριές ή και καθαρές απάτες,
προκειμένου να κατακτήσουν μια
νίκη. «Το σκάκι,» όπως είπε κάποτε ο Μπόρις Σπάσκυ, ένας από τους έξι
παγκόσμιους πρωταθλητές της Ρωσίας, «είναι σαν τη ζωή.» Αλλά για τον Αμερικανό
Μπόμπυ Φίσσερ, τον μόνο παγκόσμιο πρωταθλητή που δεν είναι Σοβιετικός
(τουλάχιστον από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά), ακόμη κι αυτή η
σύγκριση δεν ήταν όσο έπρεπε έντονη: «Το σκάκι είναι ζωή,» ισχυριζόταν εκείνος.
Εκείνο που θέλγει, αλλά και
εξοργίζει τους σκακιστές, είναι το ότι ένα παιχνίδι, φαινομενικά
τόσο απλό (ακόμα κι ένα παιδί
μπορεί να μάθει, σε λίγα λεπτά, τους κανονισμούς βάσει των οποίων κινούνται οι
δυο «στρατοί» με τα 16 τους πιόνια, πάνω στη σκακιέρα με τα 64 τετράγωνα), στην
πραγματικότητα είναι ατέλειωτα περίπλοκο! Η τύχη δεν έχει καμιά ανάμειξη εδώ.
Τίποτε άλλο δεν "παίζει ρόλο, εκτός απ' την ικανότητα του παίκτη να
συνδυάζει μια ολόκληρη αλυσίδα κινήσεων, να κρίνει τις εκάστοτε θέσεις των
πιονιών και να προβλέπει νοερά την εικόνα που θα παρουσιάζει η σκακιέρα μετά
από δώδεκα, ή και παραπάνω κινήσεις.
Ο αριθμός των δυνατών
κινήσεων σ' ένα παιχνίδι σκακιού είναι κάτι το εκπληκτικό! Στην πραγματικότητα,
κανείς δεν έχει καταφέρει να προσδιορίσει ακριβώς, πόσες πιθανές κινήσεις
υπάρχουν. Ένας ερευνητής τις υπολόγισε στα πλαίσια της τάξεως του 10120
- που σημαίνει τον αριθμό ένα, ακολουθούμενο από 120 μηδενικά. Κάπως πιο
ποιητικά, ένας άλλος ειδικός είπε πως ο αριθμός των πιθανών κινήσεων σε μια
παρτίδα μεταξύ Καρπόβ και Κορτσνόι, θα μπορούσε να αντιστοιχεί με τον αριθμό
των ατόμων που υπάρχουν στο Σύμπαν...
Φυσικά, όλοι οι κορυφαίοι
σκακιστές είναι προικισμένοι απ' τη φύση, ή αποκτούν μετά από σκληρό μόχθο,
εκπληκτική μνήμη, που τους επιτρέπει να τα βγάζουν πέρα με τις περίπλοκες
απαιτήσεις του παιχνιδιού. Λέγεται πως ο Μπόμπυ Φίσσερ ήταν σε θέση να θυμάται
την κάθε κίνηση όλων των παρτίδων που έπαιξε στη ζωή του! Ο Τζότζεφ Χένρυ Μπλάκμπερν,
ο μεγάλος Άγγλος σκακιστής του 19ου αιώνα, ανακοίνωσε κάποτε στον
αντίπαλο του, στη μέση κάποιου παιχνιδιού, ότι θα τον κέρδιζε μετά από 16
ακριβώς κινήσεις. Τό 'πε και το 'κάνε. Το ότι προέβλεψε το μοιραίο «ρουά-ματ»
τόσο νωρίτερα, ήταν έτσι κι αλλιώς εκπληκτικό. Αλλά το πράγμα γινόταν ακόμη πιο
αξιοθαύμαστο αν ληφθεί υπ' όψη το γεγονός, ότι ο μεγάλος σκακιστής έπαιζε με
δεμένα τα μάτια!
Το σκάκι δεν είναι μόνο
μια τρομακτική μάχη νοημοσύνης, είναι παράλληλα ένας κατ' εξοχήν προσωπικός αγώνας.
Και δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο, να βλέπει κανείς μεστούς άντρες να εξάπτονται
και ν' αρχίζουν τις μεγαλοστομίες ή να βάζουν τα κλάματα μετά από μια ήττα.
Πριν από πάρα πολά χρόνια, σ' ένα τουρνουά στην Δανία, ένας σκακιστής που είχε
ηττηθεί χάρη σε μια εύστοχη κίνηση της Βασίλισσας του αντιπάλου του, επέστρεψε
στην αίθουσα σε προχωρημένη ώρα και... έκοψε τα κεφάλια όλων των Βασιλισσών
στις σκακιέρες. Όταν ο Ρώσος μαιτρ Ααρών Νίμτζοβιτς ηττήθηκε από έναν παίκτη
κατωτέρας κλάσεως, έγινε τόσο έξαλλος, ώστε πήδησε πάνω στο τραπέζι κι άρχισε
να πετάει τα πιόνια προς όλες τις κατευθύνσεις, ουρλιάζοντας: «Μα, έπρεπε να
χάσω απ' αυτόν τον ηλίθιο;»
Κασπάροβ -Καρπόβ
Στο επίπεδο των μεγάλων
πρωταθλητών, η ένταση είναι τόσο αδιάκοπη,
η συγκέντρωση τόσο
έντονη, ώστε, όταν οι καταστάσεις αυτές τραβάνε σε μάκρος, ενδέχεται
ακόμα και να επηρεάσουν το μυαλό. Μερικές φορές, όταν το παιχνίδι έχει φτάσει
σε περίπλοκη φάση, οι σκακιστές μελετούν τη σκακιέρα επί μια ώρα, πριν κάνουν
κάποια αποφασιστική κίνηση. Κάποτε, ο μεγάλος Σοβιετικός σκακιστής Νταβίντ Μπρονστάιν,
που διέπρεπε στις αρχές της δεκαετίας του '50, χρειάστηκε να μελετήσει επί 50
λεπτά την πρώτη του κίνηση.
Με την
τόσο λεπτή διανοητική ισορροπία που χαρακτηρίζει τις
ιδιοφυΐες του σκακιού, δεν είναι ν' απορεί κανείς που η ύπνωση και η
παραψυχολογία τους έχει γίνει ψύχωση -ένας εφιάλτης που όλο και επανέρχεται.
Και σε καμιά χώρα δεν κατατρύχονται τόσο απ' αυτή τη σκέψη, όσο στην
Σοβιετική Ένωση. Όταν
ο Μπόμπυ Φίσσερ νικούσε τον Μπόρις Σπάσκυ, το 1972, στην Ισλανδία, η
αναστατωμένη σοβιετική αντιπροσωπεία αξίωσε να της παρασχεθεί το
δικαίωμα να ερευνήσει τα καθίσματα των παικτών και να επιθεωρήσει τα φωτιστικά,
μήπως υπήρχαν κρυμμένες εκεί τίποτε σατανικές συσκευές. Το μόνο που βρέθηκε,
ήταν μερικές ψόφιες μύγες.
Ο Φίσσερ, ένα απ' τα
παιδιά-θαύματα του σκακιού, υπήρξε- κατά γενική ομολογία των ειδικών - ο μεγαλύτερος
παίκτης που εμφανίστηκε ποτέ. Το 1957, σε ηλικία 14 μόνον ετών, κέρδισε το πρωτάθλημα
των ΗΠΑ κι ένα χρόνο αργότερα έγινε «γκραν μαιτρ», ο νεώτερος που κέρδισε αυτόν
τον επίζηλο τίτλο στην ιστορία του σκακιού. Ιδιοφυής, αλλά έντονα συγκινησιακός
και φίλερις τύπος, κατάφερε ν' αποσπάσει
τελικά, από τον Σπάσκυ τον τίτλο του παγκόσμιου
πρωταθλητή το 1972, εξασφαλίζοντας, μόνος αυτός, τόση
δημοσιότητα στο παιχνίδι, ώστε το σκάκι να γνωρίσει σωστή αναγέννηση στον
Δυτικό Κόσμο. Η απρόβλεπτη συμπεριφορά και οι συνεχώς κλιμακούμενες απαιτήσεις
του Φίσσερ, έγιναν αιτία να μπει το άθλημα σ' ένα χορό εκατομμυρίων. Όταν
έπαιξε με τον Σπάσκυ, το έπαθλο ήταν 250.000 δολάρια, ποσό που για πρώτη φορά -
μέχρι τότε - είχε αθλοθετηθεί σε σκακιστικούς αγώνες. Εκατομμύρια άνθρωποι σ'
όλον τον κόσμο ήταν καρφωμένοι μπροστά στις τηλεοράσεις, όταν ο Μπόμπυ, γεμάτος
υπεροψία, γονάτισε τον Σπάσκυ. Από, τότε, όμως, ο Φίσσερ δεν ξανάπαιξε ποτέ
δημοσία.
Ωστόσο, εκείνο που άλλοτε
εθεωρείτο ότι ανήκε στο χώρο του υπεραισθητού ή του υπερφυσικού, με τον
ανταγωνισμό μεταξύ Κορτσνόι και Καρπόβ κατάντησε μια καθημερινότητα. Το 1974,
πριν το σκάσει από την Σοβιετική Ένωση, ο Κορτσνόι προσέλαβε έναν ψυχολόγο για
να του συμπαρίσταται τις μέρες που έπαιζε με τον Καρπόβ, διεκδικώντας την ευκαίρια
ν' αγωνιστεί για τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή - τον οποίο είχε κερδίσει
το 1972 ο Φίσσερ κι αργότερα είχε αρνηθεί να τον προασπίσει. Γιατί να προσλάβει
ο Κορτσνόι ψυχολόγο; Απλώς, γιατί ο
Καρπόβ είχε προσλάβει έναν, πριν απ' αυτόν. Τρία χρόνια αργότερα, ο Σπάσκυ,
αντιμετωπίζοντας
τον Κορτσνόι στους ημιτελικούς του Βελιγραδίου, φορούσε στην αρχή ένα σκέτο
γείσο, απ' αυτά που συχνά φοριούνται στις πλαζ. Αργότερα, έβαλε πολύ σκούρα
γυαλιά ηλίου και, στο τέλος, ένα ζευγάρι γυαλιά σαν εκείνα που φοράνε οι
οξυγονοκολλητές. Κι όλα αυτά, για να «προστατεύεται» από το έντονο βλέμμα του
Κορτσνόι.
Το φθινόπωρο του 1981,
όταν ο Κορτσνόι κι ο Καρπόβ συγκρούστηκαν στο Μεράνο, εκείνο που σημάδεψε το
ματς ήταν κυρίως μια ψυχρή παθιασμένη έχθρα, παρά κάποιος παροξυσμός των
νεύρων. Κατά την τελετή της ενάρξεως των αγώνων, την ώρα που ανεκρούετο ο
σοβιετικός εθνικός ύμνος, ο Κορτσνόι παρέμεινε επιδεικτικά καθιστός, γεγονός το
οποίο δεόντως χρωμάτισε με προσβλητικά σχόλια ο Σοβιετικός Τύπος. Το ματς πήγε
πολύ άσχημα για τον Κορτσνόι: Παίζοντας επιπόλαια και λανθασμένα, εύκολα τέθηκε
εκτός μάχης από τον αδυσώπητα λογικό Καρπόβ, χάνοντας με 6-2.
Μετά το τέλος των αγώνων,
ο Καρπόβ τιμήθηκε με το παράσημο Λένιν -τη μεγαλύτερη τιμητική διάκριση που δίδονταν
στην Σοβιετική Ένωση σε πολίτες. Ο Κορτσνόι έφυγε απ' το Μεράνο βαθιά
απογοητευμένος.
Από τότε έχουν περάσει 36
χρόνια Ο Καρπόβ κράτησε τον τίτλο του πρωταθλητή μέχρι τον 1985. Τον
διαδέχθηκαν ο Αζερμπαϊτζάνος αλλά Σοβιετικός και μετέπειτα Ρώσος υπήκοος Γκάρι
Κασπάοβ (1985-2006), που τον διαδέχθηκε ο Ρώσος Βλαντίμιρ Κράμνικ (2006-2007).
Μεταξύ του διαστήματος
1993–2006 υπήρχε διένεξη στο σκακιστικό κόσμο για το ποιος είναι ο Παγκόσμιος
Πρωταθλητής. Μέρος της διένεξης αυτής είχε προέλθει από το γεγονός ότι έως τις
αρχές της δεκαετίας του '90, ο τίτλος του Παγκόσμιου Πρωταθλητή καθοριζόταν από
μεμονωμένα ματς διψήφιου αριθμού παρτίδων μεταξύ του κατόχου του τίτλου και
ενός διεκδικητή, ο οποίος είχε προηγουμένως αποκτήσει το δικαίωμα να
αναμετρηθεί μαζί του κερδίζοντας στον κύκλο του Τουρνουά των Υποψηφίων. Σε όλες
τις παρτίδες ακολουθούταν η "κλασική" (μακρά) διάρκεια χρόνου.
Οι διοργανώσεις της FIDE
από το 1997 και μετά διεξάγονταν με τη συμμετοχή περισσοτέρων των 100 παικτών
με σύστημα νοκ-άουτ, οι δε παρτίδες είχαν υποχρεωτικά αρκετά μικρότερη
διάρκεια. Στο τέλος κάθε γύρου, τυχούσες ισοπαλίες μεταξύ παικτών επιλύονταν με
πολύ γρήγορες παρτίδες (διάρκειας μερικών λεπτών) ράπιντ ή μπλιτς. Πολλοί
θεωρούσαν ότι το σύστημα αυτό δεν ήταν το πιο αντικειμενικό στην ανάδειξη του
καλύτερου παίκτη. Γνωστοί γκρανμαίτρ όπως οι Κασπάροφ και Κράμνικ αρνήθηκαν να
συμμετάσχουν στη νέα μορφή των τουρνουά αυτών. Το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της FIDE
το 2005 προσπάθησε να επιλύσει τα προβλήματα αυτά εισάγοντας ένα νέο τρόπο
ανάδειξης του Παγκόσμιου Πρωταθλητή με τη συμμετοχή μικρού αριθμού κορυφαίων
παικτών σε τουρνουά διπλών παρτίδων.
Παρόλα αυτά, τα κλασσικά
ματς διεκδίκησης και υπεράσπισης του τίτλου συνέχισαν να γίνονται με
παραδοσιακές συνθήκες από τους παίκτες που αντιτίθονταν στη FIDE. Ο Βλαντίμιρ
Κράμνικ θεωρούταν ως ο "Κλασσικός" Παγκόσμιος Πρωταθλητής (έχοντας
νικήσει τον τελευταίο αδιαφιλονίκητο Παγκόσμιο Πρωταθλητή Γκάρι Κασπάροφ το
2000, και φέροντας ισοπαλία το 2004 με τον διεκδικητή Πέτερ Λέκο). Η FIDE
αναγνώριζε ως Παγκόσμιο Πρωταθλητή εκείνον που προέκυπτε από τα τουρνουά της,
με τελευταίο τον Βεσελίν Τοπάλοφ, νικητή του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της FIDE
το 2005.
Όπως και να έχουν τα
πράγματα είτε μέσα από τους αγώνες της fide είτε
με τους παραδοσιακούς αγώνες η κατάκτηση του τίτλου του Παγκόσμιου πρωταθλητή
είναι ένα αγώνας όπου οι καλύτεροι σκακιστές του κόσμου έχουν δώσει σκληρές
μάχες πάνω στο πεδίο με τα 64 ασπρόμαυρα τετράγωνα. Όλοι αυτοί οι παίκτες τις
ώρες που δεν κοιμόντουσαν, γέμιζαν το μυαλό τους με συνδυασμούς και
υπολογισμούς, ενώ ο ύπνος τους ήταν πάντα γεμάτος από άλογα, αξιωματικούς και
πύργους...
Για δοκιμάστε λοιπόν να
πείτε σ' οποιονδήποτε απ' αυτούς, πως το σκάκι είναι «απλώς ένα παιχνίδι»!
Από άρθρο του Rudolph Chelminski και συμπλήρωσή του με στοιχεία από την ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου