Ένας
Σμυρνιός στη επαναστατημένη Ελλάδα
«Όταν έφτασαν τα πρώτα νέα στη Σμύρνη για την
επανάσταση στον Μοριά, μέναμε στον Κουκλουτζά (σ. σ. χωριό με αμιγώς ελληνικό
πληθυσμό σε απόσταση «μίας ώρας με τα πόδια» από τη Σμύρνη). Ο ξάδελφος μας ο
γραμματέας ήρθε μία μέρα και μας ενημέρωσε. Δεν μπορούσα να κρύψω τη χαρά μου.
Η χαρά των φίλων μας όταν έμαθαν τα νέα ήταν μεγάλη, (….) αν και είχε επικρατήσει η πεποίθηση, η οποία
ωστόσο διαψεύστηκε, ότι οι Έλληνες της Σμύρνης δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι το
όλο σχέδιο, λόγω της κατάστασής μας στην Ασία, καθώς
και ότι δεν ήμασταν άξιοι εμπιστοσύνης ώστε να μας εμπιστευθούν το μυστικό
τους».
Ο Πέτρος Μέγκους (Mengous)
ήταν τότε 19 χρόνων. Και μας έδωσε μια μέχρι πρόσφατα μάλλον άγνωστη μαρτυρία
για την Επανάσταση του 1821. Η μοναδικότητά της έγκειται επίσης στο γεγονός πως
προέρχεται από έναν απλό πολεμιστή - σε αντίθεση με τις μαρτυρίες αξιωματούχων
και προεστών της εποχής.
Η μαρτυρία εκδόθηκε στις
ΗΠΑ, το 1830, στα αγγλικά. Ένα αντίτυπο (το τελευταίο;) εντοπίστηκε από έναν
μικρό (αλλά με αξιόλογες εκδόσεις) εκδοτικό οίκο, το «Ισνάφι» στα Γιάννενα.
Ο Μέγκους είχε τύχει καλής
μόρφωσης (όχι σε «κρυφό σχολειό»). Ήταν μαθητής στην Ακαδημία των Κυδωνιών,
όπου δίδασκε ο Βενιαμίν ο Λέσβιος, ενώ στη Σμύρνη θα έρθει σε επαφή με τον
Διαφωτισμό παρακολουθώντας τα κηρύγματα και το διδακτικό έργο του Κωνσταντίνου
Οικονόμου. (Αργότερα στη Σμύρνη, η αδελφή του θα παντρευτεί τον Αμερικανό
ιεραπόστολο Jonas King, ο οποίος αργότερα στη σύγκρουσή του με την ελλαδική
Ορθόδοξη Εκκλησία θα γίνει ο πατέρας της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας).
Η Οδύσσεια του Πέτρου
Μέγκους δεν είναι ομηρική. Είναι πραγματική. Από τη Σμύρνη μέσω Τεργέστης
φθάνει στο ελεύθερο Μεσολόγγι του Μαυροκορδάτου, του Μπότσαρη και άλλων. «Στο
Μισολόγγι γνωρίστηκα με έναν Γερμανό ονόματι Meyer ο οποίος ήταν άνθρωπος
καλλιεργημένος (σ. σ. πρόκειται για τον Ελβετό επαναστάτη Johanan Jacob Meyer,
ο οποίος εξέδιδε στο Μεσολόγγι τα Ελληνικά Χρονικά). Γνώρισα επίσης κι ένα
Κεφαλλονίτη, ονόματι Ιωάννης, ο οποίος μου μίλησε για όσα είχε δει να
συμβαίνουν μετά το ξέσπασμα της επανάστασης στην Βλαχία, από όπου είχε πρόσφατα
αφιχθεί».
Σε πολλά σημεία της
αφήγησης, ο Πέτρος Μέγκους με τη ματιά του Μικρασιάτη αναδεικνύει λεπτομέρειες
που στην πορεία -μετά την Επανάσταση- θα αποδειχτούν καθοριστικές. Θα μιλήσει
για τον σκεπτικισμό απέναντι στους Φιλέλληνες με αφορμή τις συχνές (αιματηρές)
μονομαχίες μεταξύ τους, έθιμο ακατανόητο στην οθωμανική επικράτεια. Όταν
μπαρκάρει στο μπρίκι του Μιαούλη, θα εντυπωσιαστεί από τις πλουμιστές φορεσιές
τους και τα όπλα τους, αλλά όχι και από τη γλώσσα και την καταγωγή των Υδραίων
(αρβανίτικη). Θα γνωρίσει στο Άργος τον Χατζή-Χρήστο και θα εντυπωσιαστεί από
τη ρώμη του αλλά όχι και από τη βουλγαρική καταγωγή του. Ο Βούλγαρος
αξιωματικός με πολλούς άλλους Βούλγαρους και Σέρβους θα πολεμήσουν με τους Έλληνες
και στη συνέχεια θα εκπροσωπήσει στην Εθνική Συνέλευση Θρακοβούλγαρους και
Σέρβους. (Σχετική έρευνα έχει γίνει και από τον Νικολάι Τοντόρωφ - όπως
υπέδειξε σχετικά στη στήλη ο Δημήτρης Σταματόπουλος, που διδάσκει ιστορία στο
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.)
Στον 19ο αιώνα, η «εθνική
ταυτότητα» ήταν μια πολύ ρευστή έννοια. Χωρίς να αμφισβητείται η έννοια της
«εθνικής επανάστασης» (όπως λέει χαρακτηριστικά ο Δ. Σταματόπουλος, «όλες οι
τάξεις συμμετείχαν στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων»), ωστόσο η εκ των υστέρων
επίσημη δογματική ανάγνωσή της μόνο συγχύσεις δημιουργεί.
Από άρθρο του Τάκη Καμπύλη στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου