Ο Πειραιώτης Υπολοχαγός ΚΑΜΠΕΡΟΣ
Δημήτριος το 1912 καταρρίπτει το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας στην διαδρομή, από
την πατρίδα καταγωγής του την Ύδρα προς το Νέο Φάληρο, φτάνοντας τα 110
χλμ/ώρα! Η κατάρριψη του παγκόσμιου ρεκόρ έμεινε στην Ελλάδα, για χρονικό
διάστημα περίπου δύο μηνών. Για να επιτευχθεί ο Καμπέρος, μετέτρεψε το πρώτο
στρατιωτικό αεροπλάνο που ο ίδιος πετούσε, σε υδροπλάνο.
Τρελοκαμπέρος:
Πως ένας παράτολμος υπολοχαγός από τον Πειραιά έγινε λαϊκή έκφραση
Ο Καμπέρος υπήρξε και ο πρώτος
Στρατιωτικός Πιλότος στην Ελλάδα (Μάιος 1912). Τον Φεβρουάριο του 1912 ο
Αργυρόπουλος ήταν εκείνος που εξετέλεσε πτήση στην Ελλάδα, αλλά επρόκειτο για
αεροπλάνο και πτήση (πάνω από το Θησείο) ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Συνεπώς η
πρώτη επίσημη πτήση με αεροσκάφος κρατικό, ήταν αυτή του Καμπέρου γιαυτό και
αναφέρεται πάντα με την επεξήγηση «Πρώτος Στρατιωτικός Αεροπόρος».
Οι παράτολμες πτήσεις του
όσο και το γεγονός πως ήταν ο πρώτος στρατιωτικός πιλότος που πραγματοποίησε
στην Ελλάδα πτήση με στρατιωτικό αεροπλάνο, δημιούργησαν μύθο γύρω από το όνομά
του και τον κατέταξαν στους θρύλους της αεροπορίας. Αρκετές ήταν και οι φορές
που έκανε προσγείωση ανάμεσα σε πλήθος κόσμου στην παραλία του ΑΚΤΑΙΟΝ από όπου
για την τόλμη του πήρε και το όνομα Τρελοκαμπέρος.
Γεννημένος στην Υδρα το
1883, από οικογένεια αγωνιστών του 1821, και μεγαλωμένος στον Πειραιά, ο νεαρός
Καμπέρος εισήλθε πρώτος στη Σχολή Ευελπίδων στο γύρισμα του αιώνα απ’ όπου
αποφοίτησε το 1905 ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού, με την 5η τάξη των
Ευέλπιδων. Λίγα χρόνια μετά, το 1911, η συμφωνία της κυβέρνησης Βενιζέλου με
την αντίστοιχη γαλλική για τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού στρατεύματος,
οδήγησε στη δημιουργία αεροπορικής υπηρεσίας στους κόλπους του Στρατού.
Ούτε δέκα χρόνια δεν είχαν
περάσει από την ιστορική πτήση των αδελφών Ράιτ και μετά τους Αμερικανούς, τόσο
οι Γάλλοι όσο και οι Βρετανοί, πολύ γρήγορα είδαν ότι στο αεροπλάνο βρισκόταν
το μέλλον.
Το εκσυγχρονιστικό πνεύμα
των κυβερνήσεων Βενιζέλου αγκάλιασε την αεροπορική ιδέα και μετά τη σύμβαση που
υπογράφηκε με τον γαλλικό Οίκο Φαρμάν, η Ελλάδα αγόρασε διπλάνα τύπου Ανρί
Φαρμάν έναντι 123.000 φράγκων.
Μόνο που κάποιοι έπρεπε να
πετούν αυτά τα νέα αεροπλάνα και αμέσως το υπουργείο των Στρατιωτικών εξέδωσε
εγκύκλιο που απευθυνόταν σε νεαρούς αξιωματικούς της Σχολής Ευελπίδων.
Εννοείται πως μεταξύ αυτών που δήλωσαν ενδιαφέρον ήταν ο Καμπέρος, ο οποίος,
μαζί με τους Μιχαήλ Μουτούση και Χρήστο Αδαμίδη, εστάλησαν στη Γαλλία για
εκπαίδευση – αυτή ήταν η πρώτη εκπαιδευτική στρατιωτική αποστολή στην
αεροπορική Σχολή Φαρμάν, στο Ετάμπ, 45 χιλιόμετρα έξω από το Παρίσι. Σε αυτούς
τους τρεις θα προστεθεί και ο Παναγιώτης Νοταράς και η συγκεκριμένη τετράδα θα
θέσει τις βάσεις για την ιστορία της πολεμικής αεροπορίας στη χώρα μας.
Οι Πρώτοι Αεροπόροι
Αξιωματικοί, προέρχονταν από τον Στρατό Ξηράς (Ιππικό, Πεζικό και Πυροβολικό)
γι’ αυτό και έφεραν και τους αντίστοιχους βαθμούς. Παράλληλα υπήρξε και
ανάπτυξη της Αεροπορίας Ναυτικού με επιλεγμένους από εκεί Αξιωματικούς.
Το ίδιο διάστημα στην
Ελλάδα, ένας ιδιώτης αεροπόρος, ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος, θα καταπλήξει τους
Αθηναίους με το ιδιωτικό του μονοπλάνο: στις 8 Φεβρουαρίου του 1912, πετά πάνω
από το Θησείο και το Ρουφ για ένα περίπου τέταρτο. Η ώρα του Καμπέρου όμως θα
σημάνει στις 14 Μαΐου της ίδιας εκείνης χρονιάς, όταν θα απογειωθεί από το Παλαιό
Φάληρο για να συντριβεί όμως κοντά στο Καπανδρίτι και ο ίδιος να επιζήσει ως εκ
του θαύματος, αρπάζοντας ένα ποδήλατο για να βρει τους μηχανικούς του και να
σπεύσουν όλοι μαζί στο σημείο της πτώσης και να επισκευάσουν το αεροπλάνο.
«Ημουνα αστείος, ένας
αεροπόρος με τραγιάσκα φορεμένη ανάποδα και προσκοπικές κάλτσες πάνω σε...
ποδήλατο», γράφει ο ίδιος. Το αεροπλάνο επισκευάζεται και δίχως να πτοηθεί ο
Καμπέρος πετάει την επομένη κι έκτοτε οι επιδείξεις του πάνω από την Αττική, με
τα δεξιοτεχνικά του ακροβατικά (για τα δεδομένα της εποχής) θα προσελκύσουν
πλήθος κόσμου ο οποίος παρακολουθεί έναντι ενός... δίφραγκου.
Σύμφωνα με τη «Σκριπ»,
στις 24 Μαΐου του 1912: «Νέα πτήσις του Καμπέρου εκ του αεροδρομίου του
Ζωολογικού Κήπου· μετέβη εις Φρεαττύδα όπου έκανε διαφόρους ελιγμούς άνωθεν της
οικίας του». Ηταν σε μια από αυτές τις πτήσεις που οι Πειραιώτες, χαζεύοντας
τον πρωτοπόρο χειριστή, τον αποκάλεσαν «Τρελοκαμπέρο» και το παρατσούκλι
έμεινε, καθώς ο Καμπέρος συνέχισε να πετάει και να περνά ξυστά σχεδόν πάνω από
τις στέγες των σπιτιών, συχνά πάνω από το δικό του, στον Πειραιά.
«Αισθανόμουν ότι εκτός από
τη δική μου προσωπική τέρψη, μάγευα και τα πλήθη. Ο αθηναϊκός λαός έσπευσε σαν
ορμητικός χείμαρρος να καταλήξει στο αεροδρόμιο του Φαλήρου όπως το ποτάμι
ρίχνει τα νερά του στο Δέλτα», γράφει ο ίδιος.
Ο Καμπέρος ήταν ο πρώτος που
αναφέρεται στα χρονικά να έριξε χειροβομβίδες πάνω από τον εχθρό, αν και ο
ρόλος τότε των αεροπλάνων ήταν αναγνωριστικός. Ωστόσο μέχρι σήμερα αποκαλούμε
κάποιον «Τρελοκαμπέρο», γιατί οι πράξεις του ήταν φανερά παράτολμες καθώς δεν
υπολογίζει τον κίνδυνο και αντιμετωπίζε τις καταστάσεις με θάρρος, γεγονός που
αποκαλύπτει τον παράτολμο χαρακτήρα που είχε ο Δημήτριος Καμπέρος.
Όταν οι πτήσεις του
ανακοινώνοντας στις εφημερίδες, πλήθη κόσμου έτρεχαν να τον δουν να πετά.
Είναι πολλές οι
ανακοινώσεις των εφημερίδων για τις πρωτοφανείς σε μέγεθος και όγκο
συγκεντρώσεις, καθώς αναφέρεται πως κάποτε στο Νέο Φάληρο, μαζεύτηκαν πάνω από
50.000 άτομα για να τον δουν να πετά.
Ο Υπολοχαγός
Πυροβολικού Καμπέρος πάνω στο διπλάνο τύπου Farman.
Ο Δημήτριος Καμπέρος ήταν ένας
αυθεντικός Πειραιώτης και Φρεαττυδιώτης και σε κάθε απογείωση που έκανε,
συνήθιζε να πετά πάνω από την Φρεαττύδα (αρχή της Ακτής Θεμιστοκλέους) όπου
βρίσκονταν το πατρικό του σπίτι και να χαιρετά τους γονείς του που τον
θαύμαζαν. Αγαπούσε πολύ την Φρεαττύδα και το έδειχνε όχι μόνο με τις πτήσεις
του, αλλά και κάθε φορά που έβρισκε αυτή την ευκαιρία. Έφθασε μάλιστα στο
σημείο τον Δεκέμβριο του 1913, να πυροβοληθεί από τρία άτομα έξω από το σπίτι
του στην Φρεαττύδα γιατί βγήκε στον δρόμο για να τους παρατηρήσει σχετικά με
την απρεπή τους συμπεριφορά.
Οι Πειραιώτες ήταν
περήφανοι για τα κατορθώματά του και έστελναν επιστολές σε εφημερίδες
πανελλήνιας κυκλοφορίας όπου τον ευχαριστούσαν δημόσια.
Στις 27 Μαΐου 1912 (εφημ.
Σκριπ) πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο η βάπτιση
των πρώτων τεσσάρων Στρατιωτικών Αεροπλάνων που ανήκαν στο Ελληνικό Κράτος. Τα
δύο είχαν ήδη συναρμολογηθεί και ονομάστηκαν «Δαίδαλος» και «Αετός». Τα άλλα
δύο είχαν καταφθάσει στο Λιμάνι του Πειραιά με πλοίο και βρίσκονταν εντός
κιβωτίων. Ωστόσο και εκείνα ο Ελευθέριος Βενιζέλος τα βάπτισε δίνοντάς τους τα
ονόματα «Ιέραξ» και «Γύψ». Ακολούθως μετά ο Καμπέρος ανέβηκε στον «Δαίδαλο» που
ο ίδιος είχε φέρει από την Γαλλία και εξετέλεσε ακροβατικούς ελιγμούς σε ύψος
400 μέτρων πάνω από το Νέο Φάληρο. Ειδικά εξετέλεσε χαμηλές πτήσεις πάνω από
την Καστέλλα. Όμως στον ορίζοντα φάνηκε το ιδιωτικό αεροπλάνο (μονοπλάνο) του
Αργυρόπουλου, ο οποίος εμφανίσθηκε μπροστά στον Πρωθυπουργό να εκτελεί κι αυτός
ακροβατικά! Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον Καμπέρο καθώς δεν είχε ειδοποιηθεί.
Τότε προσγείωσε το αεροπλάνο του στο κέντρο του διαδρόμου, εμποδίζοντας έτσι
την προσγείωση του Αργυρόπουλου και μόνο μετά την παρέμβαση του ίδιου του
Πρωθυπουργού που έσπευσε να τον ηρεμήσει, ο Καμπέρος μετακίνησε το αεροπλάνο
του και άφησε τον Αργυρόπουλο να προσγειωθεί.
Όπως πάντως μας πληροφορεί
η Εφημερίδα ΣΚΡΙΠ (φ. 28.5.1912) ο Καμπέρος απογειώθηκε εκ νέου για νέα πτήση
επιδείξεως για να συνεχίσει τα παράτολμα κόλπα του, πάνω από την Καστέλλα
Ο Μίμης Καμπέρος θα λάβει
μέρος ως ιπτάμενος χειριστής και στους Βαλκανικούς Πολέμους, πραγματοποιώντας
αναγνωριστικές πτήσεις πάνω από εχθρικές περιοχές, βομβαρδίζοντας επίσης τα
τμήματα του εχθρού με αυτοσχέδιες βόμβες, ενώ αργότερα θα παίξει ρόλο-κλειδί
στην ίδρυση και τη δημιουργία της σημερινής Σχολής Ικάρων.
Μάλιστα, αυτός φαίνεται
πως είχε την ιδέα της χρήσης της λέξης «Ικαρος» για την ελληνική Σχολή
Αεροπορίας, όταν μετά το θανατηφόρο αεροπορικό ατύχημα του επίσης πρωτοπόρου
Αλέξανδρου Καραμανλάκη, ο Κωστής Παλαμάς αφιέρωσε ένα ποίημα στον τελευταίο με
τον τίτλο «Ικαρος» (την τελική απόφαση για την ονομασία της Σχολής θα πάρει
αργότερα ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος). Το ακαδημαϊκό έτος 1932-33, ο Καμπέρος
υπηρέτησε και ως υποδιοικητής της Σχολής, για να αποστρατευθεί πια το 1934.
Ο Καμπέρος ως πρώτος
Στρατιωτικός Αεροπόρος στην Ελλάδα, διενεργούσε διαλέξεις σε θέατρα, συλλόγους
και σωματεία για να ενημερώσει τον κόσμο που διψούσε να μάθει για αυτές τις
άγνωστες συσκευές που πετούσαν! Για να παρακολουθήσει κάποιος τις ομιλίες
αυτές, κατέβαλλε αντίτιμο το οποίο αποτελούσε εισφορά υπέρ αγοράς «Στρατιωτικών
αεροπλάνων». Έτσι ο Καμπέρος συνέβαλλε και με τον τρόπο αυτό στην δημιουργία
του πρώτου πυρήνα στρατιωτικής αεροπορίας.
Ο αεικίνητος, ανήσυχος και
ακούραστος αυτός άνθρωπος δεν δημιούργησε ποτέ οικογένεια. Συνέχισε τον
εργένικο βίο, συχνάζοντας σε ψαροταβέρνες στον Αγιο Νείλο και στο
Χατζηκυριάκειο και αναλαμβάνοντας την εκπαίδευση της αερολέσχης στο Παλαιό
Φάληρο (της πρώτης στην Ελλάδα, την οποία εκείνος ίδρυσε), ωστόσο, του έμεινε
μια πικρία, ότι η προσφορά του δεν αναγνωρίστηκε όσο θα έπρεπε από το ελληνικό
κράτος.
Το τέλος του, καταμεσής
της Κατοχής, στις 2 Φεβρουαρίου του 1942, ήρθε ήσυχα, αθόρυβα, διακριτικά, σε
αντίθεση με τον πρότερο βίο του, αφού βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του. Άφησε την
τελευταία του πνοή άδοξα, όταν κατά την περίοδο της Κατοχής το 1942, πέθανε από
εισπνοή φωταερίου, που χρησιμοποιούσε για θέρμανση. Δυστυχώς έφυγε από την ζωή
όχι μόνο άδοξα αλλά και αθόρυβα, αφού η κατοχή τότε δεν άφησε περιθώρια για
απόδοση τιμών στο πρόσωπό του.
Αξίζει πάντως κλείνοντας
το αφιέρωμα να αναφέρουμε ένα περιστατικό από την ζωή του κατά την διάρκεια της
γερμανικής κατοχής.
Ένα ζεστό πρωινό του
Ιουλίου του 1941, ο Δημήτριος (Μίμης) Καμπέρος, πενήντα οκτώ ετών τότε, και
αποστρατευμένος αεροπόρος με τον βαθμό του επισμηναγού, δέχεται μιαν ενοχλητική
επίσκεψη στο σπίτι του, στην Πειραϊκή. Μια γερμανική περίπολος έχει έρθει για να
τον συλλάβει. Ο Καμπέρος αρνείται να παραδοθεί, επιμένοντας πως, κατά το
στρατιωτικό πρωτόκολλο, μόνον έναν αξιωματικός του ιδίου βαθμού μπορεί να τον
συλλάβει. Οι Γερμανοί δείχνουν σεβασμό και αποχωρούν.
Την επομένη, χτυπάει και
πάλι η πόρτα του Καμπέρου. Αυτή τη φορά είναι ένας επισμηναγός της Λουφτβάφε. Ο
Έλληνας αεροπόρος παραδίδει τα όπλα του και οδηγείται στο αρχηγείο της
Λουφτβάφε όπου ανακρίνεται σχετικά με τη φημολογούμενη αντιστασιακή δράση
Ελλήνων αξιωματικών της Αεροπορίας. Ο πεισματάρης Πειραιώτης αρνείται να
συνεργαστεί και οι Γερμανοί του επιτρέπουν να φύγει.
Να σημειώσουμε ότι με τη
σκηνή αυτή ξεκινά την αφήγηση του βιβλίου της «Δημήτριος Καμπέρος. Ο
"Τρελοκαμπέρος". Η ζωή του πρώτου Ελληνα στρατιωτικού αεροπόρου», που
κυκλοφόρησε το 2014, η Αντιγόνη Καμπέρου, της οποίας ο πατέρας ήταν ανιψιός του
πρωτοπόρου (για τα ελληνικά δεδομένα) ιπτάμενου χειριστή.
Ο χαρακτηρισμός
«Τρελοκαμπέρος» έχει επιζήσει έως σήμερα, δηλωτική του παράτολμου ανθρώπου και
μέσα από το συναρπαστικό χρονικό που καταγράφεται στο βιβλίο -ένα μείγμα
ιστοριογραφίας, βιογραφίας και μυθοπλασίας- επιβεβαιώνεται ο θρύλος.
Ο Μίμης Καμπέρος είναι για
την εποχή εκείνη και τον αθηναϊκό κόσμο αυτό που σήμερα αποκαλούμε talk of the
town – στο επίκεντρο των συζητήσεων. Και όχι μόνο για τις αεροπορικές του
επιδόσεις. Η Αντιγόνη Καμπέρου γράφει στο βιβλίο της ότι ο υπολοχαγός Καμπέρος
«ήταν ένας αληθινός κύριος με τις δεσποινίδες. Τις κολάκευε, ήξερε να φέρεται
σωστά στις γυναίκες, μονίμως εξυπηρετικός και αβρός με τις κινήσεις του.
Τις χόρευε βαλς τις
γλυκιές υπαίθριες καλοκαιριάτικες βραδιές που οργάνωναν στο Φάληρο. Φλέρταρε με
πολλές και πολλές "έλιωναν" με τις φιλοφρονήσεις του και τη γαλλική
ευγένειά του». Ένας «ήρωας του καιρού του», πρωτοπόρος και στις πτήσεις με
υδροπλάνα (πέταξε ως την Ύδρα και επέστρεψε στον Πειραιά μέσα σε λιγότερο από
σαράντα λεπτά), τόσο που και ο σατυρικός χρονικογράφος Σουρής τον μνημονεύει
στις ρίμες του: «Ας γενεί καθείς Καμπέρος/κι ας αφήσωμεν εγκαίρως/κάθε δράσιν
επιγείαν».
Η Αντιγόνη Καμπέρου γράφει
στο βιβλίο της ότι ο Μίμης δεν ήταν «Τρελοκαμπέρος» μόνον στον αέρα. «Είχε
δημιουργήσει και ένα ιδιωτικό μπαρ», σημειώνει, «που διέθετε σε φίλους για να
πίνουν. Οι περίφημες σπονδές, όπως με τον Πελοπίδα Φράγκου, μέγα πότη στα
αεροπορικά χρονικά, έμειναν αξέχαστες». Ο ίδιος ο Καμπέρος θυμάται: «Το πιοτό
μου καθάριζε το μυαλό και νομίζεις ότι μου ξυπνούσε το κορμί για περισσότερες
αιθέριες εφορμήσεις. Αυτό το έβλεπαν οι συνάδελφοί μου και βιάστηκαν να με
κατηγορήσουν ότι εγώ κατέβαζα ό,τι έβρισκα και όταν μου τέλειωναν οι μπίρες και
τα ουίσκι κατέβαζα και... πετρέλαιο ! Πάντα προμηθευόμουν τα "υγρά μου
καύσιμα", ποτέ δεν ξέμενα! Αλλά ήμουν αγύριστο κεφάλι, αρβανίτικο! Όταν
έπινα, έπινα. Ήταν σοβαρή υπόθεση! Και μάλιστα τις περισσότερες φορές το ποτό
συνοδευόταν από εναέρια αναμέτρηση. Παραβγαίναμε με ακροβατικά μέχρι που ένας
από τους δυο μας (σ.σ. τον Φράγκου) δεν τα καταφέρει».
Ο Καμπέρος όμως είχε και
ιδιαίτερη αδυναμία στα άνθη αλλά και τα ζώα, φροντίζοντας γάτους και σκύλους.
Γράφει η Αντιγόνη Καμπέρου: «Αγρίευε και έβριζε όποιον τολμούσε να τα πειράξει
γιατί ήταν γενικά αθυρόστομος. Μια φορά ο Καμπέρος επέβαλε ποινή σε έναν σμηνίτη
και ο λόγος ήταν γιατί: "Τον σμηνίτη Γ. Κ. τον τιμωρώ με πενθήμερον
φυλάκισιν γιατί με υπερβάλλουσαν ανδρικήν γενναιότητα ελιθοβόλησεν
ανυπεράσπιστον θήλυ κυνάριον». Ο ίδιος ο Καμπέρος θυμάται: «Μια φορά, ανάμεσα
στους αεροπόρους υπήρχε και ένας σμηνίτης καράβλαχος που είχε κατέβει από
κάποιο βουνό και όπως ήταν σκληρός με τα ζώα κακομεταχειρίστηκε την σκυλίτσα τη
δικιά μου, που ήταν και έγκυος. Όταν το έμαθα, έγινα έξαλλος! Του έδωσα πέντε
μέρες φυλακή και τον τιμώρησα σκληρά και για παραδειγματισμό γιατί όπως έγραψα
και στην αναφορά μου "χειροδίκησε εναντίον ανυπεράσπιστου σκύλου με
περισσή αρρενωπότητα και βία και μάλιστα σε θήλυ και κυοφορούσα!"».
Ο Δημήτρης Καμπέρος υπήρξε
ένας θρύλος όμως λίγο καιρό πριν τον θάνατό του έγραφε: «Πλησιάζω τα εξήντα.
Γέρασα. Έκανα τόσα πολλά και τίποτε δεν έκανα. Δεν παντρεύτηκα. Δεν έκανα ένα
παιδί. Πολλοί είπαν ότι παντρεύτηκα την Ελλάδα και της γέννησα πλήθος νίκες.
Είναι όμως έτσι; Ή μήπως η κρυφή μου ερωμένη ήταν η Αεροπορία»;
Πηγές :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου