Οθωμανικά στρατεύματα στρατοπεδεύουν έξω από τη Βιέννη.
(Δεύτερη Πολιορκία της Βιέννης, 1683
Εκείνο
το καλοκαίρι που σώθηκε η Ευρώπη
Υπήρχε
διάχυτο ένα πνεύμα ενότητας, μια προθυμία να ξεχαστούν οι παλιές διαφορές, μπροστά
στην κοινή απειλή που ερχόταν απ' την Ανατολή.
του Robert Wernick
Μια αυτοκρατορία γεμάτη
επιθετικότητα που είχε την καρδιά της στην Ασία και την πρωτεύουσα της στην
Ευρώπη, έχει καταβροχθίσει ένα μεγάλο μέρος της επιφάνειας της γης και γυρεύει χώρο
να επεκταθεί. Πιστεύοντας ότι είναι προορισμένη να κυβερνήσει τον κόσμο,
διαθέτει έναν τεράστιο στρατό εξοπλισμένο με τις πλέον προηγμένες στρατιωτικές
μηχανές και ένα διοικητικό μηχανισμό απόλυτα ικανό να διατηρεί τα υποτελή κράτη
σε κατάσταση ήρεμης υποταγής. Έχει κατακτήσει το μεγαλύτερο τμήμα της
Ανατολικής Ευρώπης και ψάχνει για σημάδια αδυναμίας στην Δύση.
Τα κράτη της Δύσης έχουν
απόλυτη επίγνωση του κινδύνου, αλλά φαίνονται ανίσχυρα. Σπαράσσονται από
οικονομικές και ιδεολογικές αντιζηλίες και οι φορολογούμενοι τους δυσανασχετούν
με τους υπέρογκους φόρους για αμυντικούς σκοπούς.
Μήπως όλα αυτά σας
θυμίζουν λίγο Ευρώπη στα τέλη του 20ού αιώνα; Στην πραγματικότητα είναι μια
περιγραφή της Ευρώπης στις τελευταίες δεκαετίες του 17ου αιώνα, κι εγώ
συνειδητοποίησα αυτόν τον παραλληλισμό όταν πήγα στην Βιέννη πέρυσι το
καλοκαίρι.
Στο ξενοδοχείο μου ένα
αγόρι με σαρίκι και ανατολίτικη αμφίεση σερβίριζε παχύρευστο, μαύρο καφέ στους
πελάτες. Ο λόγος; Η Βιέννη γιόρταζε την 300ή επέτειο της σωτηρίας της από τους
Τούρκους που είχαν θελήσει να την καταλάβουν και σφυροκοπούσαν τα τείχη της με
τα κανόνια τους το καλοκαίρι του 1683, σε μια από τις ονομαστότερες πολιορκίες
της Ιστορίας. «Γλιτώσαμε από τους Τούρκους,» μου λέει κάποιος υπάλληλος του
ξενοδοχείου, «αλλά άφησαν πίσω τους τον καφέ τους, που από τότε τον
απολαμβάνουμε δεόντως.»
Οι Βιενέζοι προτιμούν να
μην καυχώνται για το πώς έσωσαν το δυτικό πολιτισμό 300 χρόνια πριν. Στο βάθος
όμως νιώθουν περήφανοι για το γεγονός και περήφανοι για τις εκθέσεις που
οργανώθηκαν σε πολλά μουσεία της πόλης το 1983 και που παρουσίασαν με ζωντανές
λεπτομέρειες τα δραματικά συμβάντα εκείνου του θριαμβευτικού χρόνου.
Τον καιρό εκείνο η
Τουρκία, υπό τη διακυβέρνηση της Οθωμανικής δυναστείας, ήταν μια πανίσχυρη
αυτοκρατορία που η κυριαρχία της απλωνόταν από την Μεσοποταμία ως το Μαρόκο.
Στην πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, ατέλειωτα καραβάνια κουβαλούσαν φόρους
υποτέλειας από τρεις ηπείρους. Πριν μερικά χρόνια, οι Τούρκοι είχαν αποσπάσει
την Κρήτη από τους Ενετούς και τώρα κυριαρχούσαν στην Ανατολική Μεσόγειο. Ποιος
θα ήταν ο επόμενος στόχος τους; Η ερώτηση βασάνιζε τις κυβερνήσεις της Ευρώπης.
Οι Τούρκοι δεν είχαν καμιά
αμφιβολία. Εποφθαλμιούσαν μια αστραφτερή, πλούσια λεία: την Βιέννη, πρωτεύουσα
της χώρας των Αψβούργων. «Χρυσό Μήλο» την αποκαλούσαν οι Τούρκοι, ίσως εξ
αιτίας των επιχρυσωμένων τρούλων των μυριάδων εκκλησιών, που είχαν αντικρύσει
στην πρώτη τους επίθεση εναντίον της πόλης πριν ενάμισυ αιώνα. Πικρή ανάμνηση
γι' αυτούς! Για πρώτη φορά είχαν βρει έναν αντίπαλο στην Δύση - την Αυστρία των
Αψβούργων - που μπορούσε να αναχαιτίσει την κατακτητική τους ορμή.
Η στρατηγική σπουδαιότητα
της πόλης ήταν τεράστια. Η πτώση της θα μπορούσε να σημαίνει καταστροφή για το
Δυτικό κόσμο, και οι Τούρκοι κατακτητές της θα μπορούσαν άνετα να προχωρήσουν
προς κάθε κατεύθυνση. Ο πολεμιστής που ανέλαβε αυτό το εγχείρημα ήταν ο Κάρα Μουσταφά
Πασάς, ένας μαυρογένης άντρας, απεριόριστης ενεργητικότητας και φιλοδοξίας. Από
τη θέση του Μεγάλου Βεζύρη, διοικούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία εν ονόματι του
αδύναμου και ανίκανου Σουλτάνου Μεχμέτ Δ’. Μήνες ολόκληρους ο Καρά Μουσταφά
συγκέντρωνε στρατό και στις 31 Μαρτίου 1683, η στρατιά των 250.000 αντρών
ξεκίνησε, υπό την ηγεσία του σουλτάνου.
Χρειάστηκαν δυο μήνες
πορείας στον Μεγάλο Αυτοκρατορικό δρόμο για να φτάσουν στο Βελιγράδι,
ακολουθώντας το ρυθμό των βοδιών που έσερναν τα 300 βαριά μπρούντζινα κανόνια.
Εκεί ο σουλτάνος παρέδωσε το μαύρο λάβαρο του ίδιου του προφήτη Μωάμεθ στον
Καρά Μουσταφά και τον διέταξε να αρχίσει ιερό πόλεμο - «ζιχάντ» - εναντίον του
Αψβούργου Αυτοκράτορα Λεοπόλδου Α’ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έπειτα, ο
Σουλτάνος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Με το στριγκό ήχο των σαλπίγγων και
το ρυθμικό κρότο των τύμπανων, με τα λάβαρα να ανεμίζουν, ο τεράστιος όγκος της
στρατιάς άρχισε να κινείται ανελέητα προς τα βόρεια.
Kara Mustafa pasha
Στην Βιέννη επικρατούσε
τρόμος και σύγχυση. Στις 7 Ιουλίου, ένας ματωμένος καβαλάρης έφτασε καλπάζοντας
και ανέφερε ότι ο Αυτοκρατορικός στρατός είχε αποδεκατιστεί σε μια μεγάλη μάχη,
πιο κάτω στις όχθες του Δούναβη. Η είδηση δεν ήταν αληθινή, αλλά έφτανε για να
προκαλέσει γενικό πανικό. Ο Λεοπόλδος Α’, ένας άνθρωπος που είχε ανατραφεί
περισσότερο σαν ιερωμένος παρά σαν μονάρχης και στρατιώτης, κατέφυγε στο
Πασσάου, 270 χιλιόμετρα δυτικά, ακολουθούμενος από την αυλή του και κάπου
60.000 πολίτες -πάνω από τους μισούς κατοίκους της πόλης. Ευτυχώς, έμειναν στην
Βιέννη μερικοί άντρες γεμάτοι αποφασιστικότητα. Πρώτος ανάμεσα τους ήταν ο
Κόμης Ερνστ Ρύντιγκερ Στάρεμπεργκ, διοικητής της φρουράς.
Ο Στάρεμπεργκ είχε μόλις
15.000 τακτικό στρατό υπό τις διαταγές του. Επεστράτευσε φοιτητές, αυλικούς,
υπηρέτες, καθέναν που μπορούσε να βάλει στο χέρι, για να σκάψουν τάφρους και να
βοηθήσουν στην ενίσχυση των τειχών. Αφαίρεσε από τις στέγες όλα τα ξύλινα
κεραμίδια και τοποθέτησε δεξαμενές με νερό στις σοφίτες των σπιτιών για να
εξουδετερώνονται οι τούρκικες εμπρηστικές οβίδες. Συγκέντρωσε μεγάλα αποθέματα
τροφίμων και πολεμοφοδίων σε υπόγειες αποθήκες. Η υπεράνθρωπη ενεργητικότητα
του έπιασε τόπο και η άμυνα της πόλης ήταν απόλυτα οργανωμένη όταν, στις 14
Ιουλίου, έκαναν την εμφάνιση τους οι τουρκικές ορδές και εγκαταστάθηκαν σε
μεγάλη έκταση γύρω απ' τα τείχη.
Από το καμπαναριό του
καθεδρικού ναού του Αγίου Στεφάνου οι σκοποί έβλεπαν πολύχρωμες σκηνές να
απλώνονται προς κάθε κατεύθυνση. Ο Καρά Μουσταφά ήταν απόλυτα βέβαιος για την
επιτυχία. Σαν καλός Μουσουλμάνος, έστειλε έναν κήρυκα να πει στους «άπιστους»
να διαλέξουν: «Εξισλαμισμό ή φόρο υποτέλειας». Η Βιέννη αρνήθηκε και τα δυο. Τα
κανόνια βρυχήθηκαν. Η μεγάλη πολιορκία είχε αρχίσει...
Κράτησε δύο μήνες. Κάθε
μέρα την αυγή, οι μπάλλες των τούρκικων κανονιών άρχιζαν να πέφτουν στην πόλη,
και συνέχιζαν μέχρι αργά τη νύχτα. Κάθε αυγή το τουρκικό πεζικό -τα επίλεκτα
σώματα των Γενιτσάρων - άρχιζαν τις σκληρές επιθέσεις τους στα τείχη της
Βιέννης. Πολιορκητές και πολιορκημένοι χρησιμοποιούσαν ένα είδος χειροβομβίδων
(εξοντωτικές γυάλινες ή μπρούντζινες μπάλλες γεμισμένες με μπαρούτι), μουσκέττα
και λόγχες σε μια ατέρμονη σειρά επιθέσεων και αντεπιθέσεων.
Οι Τούρκοι ήταν ειδικοί
στις ανατινάξεις και μπορούσαν να σκάψουν λαγούμια κάτω από τα εχθρικά οχυρά με
απίστευτη ταχύτητα. Σ' όλη τη διάρκεια της πολιορκίας, άγρυπνα αυτιά στα
υπόγεια της Βιέννης αφουγκράζονταν μήπως
ακούσουν τους ενδεικτικούς ήχους ξυσίματος που θα μπορούσαν να προαναγγέλλουν
την καταστροφή. Τότε, οι υπερασπιστές της Βιέννης άρχιζαν να σκάβουν μανιασμένα
προς εκείνη την κατεύθυνση, ελπίζοντας να φτάσουν εγκαίρως ώστε να σβήσουν το
φυτίλι, και εν συνεχεία ν' αδειάσουν τα λαγούμια από το τούρκικο μπαρούτι.
Μερικές φορές οι αντίπαλες ομάδες έπεφταν η μια πάνω στην άλλη κι επακολουθούσε
σκληρή μάχη, σώμα με σώμα μέσα στο σκοτάδι.
Παρ' όλα αυτά, στις αρχές
του Σεπτέμβρη, είχαν ανοιχτεί από τις ανατινάξεις δύο τεράστιες τρύπες στα
τείχη της πόλης, την τελευταία αμυντική γραμμή. Οι πολιορκημένοι, με
απελπισμένες αντεπιθέσεις, συγκρατούσαν τους εισβολείς ώσπου να επισκευαστούν
πρόχειρα τα ανοίγματα με λιθάρια, σάκκους γεμάτους άμμο και μαδέρια. Η φρουρά,
όμως, είχε τώρα μειωθεί σε λιγότερους από 5.000 άντρες και ο Καρά Μουσταφά, στη
μεγάλη του σκηνή που τη στόλιζαν τα ωραιότερα χαλιά της Ανατολής, ήταν
κατενθουσιασμένος - το Χρυσό Μήλο κόντευε να πέσει στα χέρια του. Η πολιορκία
βέβαια είχε διαρκέσει πολύ περισσότερο καιρό και είχε μεγαλύτερες απώλειες απ'
όσο είχε προβλέψει, αλλά τώρα πια, τίποτα δεν μπορούσε να σώσει την Βιέννη.
Εκτός αν κάποια εξωτερική
δύναμη έσπευδε σε βοήθεια. Μέχρι τότε, ακόμα και τη στιγμή που ξέσπαγε η
τουρκική θύελλα, όταν ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος ζήτησε βοήθεια, είχε σταθεί
δύσκολο να συγκεντρωθεί μια ικανή δύναμη. Δεν υπήρχαν χρήματα. Οι διάφοροι πρίγκιπες
που είχαν υποσχεθεί χιλιάδες άντρες έφταναν με μερικές μόνον εκατοντάδες κι από
πάνω καυγάδιζαν γιατί δεν ήθελαν να θέσουν τους άντρες τους κάτω απ' τη
διοίκηση ξένων στρατηγών.
Εκείνο όμως το χρόνο, ένα
άλλο πνεύμα κυριαρχούσε στην Ευρώπη. Η εμφάνιση ενός πραγματικού, ολοζώντανου
κινδύνου στην Βιέννη, ξύπνησε ένα αίσθημα ευρωπαϊκής ενότητας, μια προθυμία να
ξεχαστούν οι παλιές διαφορές και ν' αντιμετωπιστεί η μεγάλη απειλή. Στην Ρώμη ο
Πάπας Ιννοκέντιος ΙΑ’ - όπως οι προκάτοχοι του οργάνωναν σταυροφορίες κατά των
Σαρακηνών - έκανε έκκληση στους πρίγκιπες της Δύσης να συσπειρωθούν για να
αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό της Χριστιανοσύνης. Και ξεκλείδωσε τα
θησαυροφυλάκια της εκκλησίας για να βοηθήσει να καλυφθούν τα έξοδα.
Άρχισε να φτάνει από
παντού η βοήθεια για τον Αυτοκρατορικό Στρατό που είχε συγκεντρώσει ο Λεοπόλδος
υπό την αρχηγία του Δούκα Καρόλου της Λωραίνης. Μαζί του ενώθηκαν και διάφοροι
Γερμανοί άρχοντες με τα στρατεύματα τους. Ο βασιλιάς Ιωάννης Γ’ Σομπιέσκυ της
Πολωνίας συμμάχησε με τον Λεοπόλδο (εναντίον του οποίου πολεμούσε μόλις πριν
λίγα χρόνια) και εντάχθηκε στο κοινό μέτωπο κατά των Τούρκων. Ακόμα και στην
αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ', ο οποίος μισούσε τους Αψβούργους πολύ περισσότερο απ'
όσο φοβόταν τους Τούρκους, μια ομάδα νεαρών ευγενών, αψηφώντας το βασιλιά,
ήρθαν να πολεμήσουν στο πλευρό των Αυστριακών.
Στις 7 Σεπτεμβρίου, στο
πολεμικό συμβούλιο που έγινε στο αυστριακό χωριό Στέττελντόρφ ο στρατός
χωρίστηκε σε τρία τμήματα υπό τη γενική αρχηγία του Σομπιέσκυ. Δυο μέρες
αργότερα, έχοντας την επίσημη παπική ευλογία, ο στρατός, που αριθμούσε πάνω από
70.000 άντρες, ξεκίνησε την επίπονη πορεία του προς την Βιέννη. Το σχέδιο ήταν
απλό: σκόπευαν να καταλάβουν το δασωμένο ύψωμα του Βίνερβάλντ στα βόρεια της
πόλης κι από κει να κάνουν έφοδο στην πεδιάδα και να χτυπήσουν τους Τούρκους.
Ευτυχώς, οι σύμμαχοι είχαν
κάποια βοήθεια από τον ίδιο τον Καρά Μουσταφά, που μέσα στην τυφλή του
αυτοπεποίθηση δεν είχε κάνει τον κόπο να καταλάβει τα υψώματα. Οι λίγοι
ανιχνευτές που βρέθηκαν εκεί εξουδετερώθηκαν και το πρωινό της 12ης Σεπτεμβρίου
τα συμμαχικά στρατεύματα είχαν καταλάβει το λόφο.
Πάνω στην ώρα! Από το
καμπαναριό του Αγίου Στεφάνου οι υπερασπιστές έριξαν φωτοβολίδες ειδοποιώντας
ότι όπου νά 'ναι κατέρρεαν και οι τελευταίες γραμμές άμυνας. Η μία μετά την
άλλη οι φάλαγγες κατηφόριζαν ακάθεκτες προς την πεδιάδα, καθώς ολόκληρος ο
συμμαχικός στρατός ορμούσε σε μια γενική, ακατανίκητη επίθεση. Οι Πολωνοί
εισέβαλαν στο στρατόπεδο - πραγματική πόλη από σκηνές - όπου οι Τούρκοι είχαν
περάσει τους δύο μήνες της πολιορκίας. Οι καμήλες και τα άλογα έφευγαν
αφηνιασμένα, και σύντομα τις ακολούθησαν πανικόβλητοι οι Τούρκοι σε άτακτη φυγή.
Ο στραγγαλισμός του Καρά Μουσταφά στο Βελιγράδι στις 25 Δεκεμβρίου 1683. Λιθογραφία του A. Thelott.
Ο Καρά Μουσταφά είχε δώσει
όρκο να πεθάνει πολεμώντας παρά να υποχωρήσει, αλλά με τη μάταιη ελπίδα να
ξανασυγκεντρώσει το στρατό του, τον ακολούθησε στη φυγή του. Δεν σταμάτησε παρά
στο Βελιγράδι, πάνω από 600 χιλιόμετρα μακριά.
Δεν χρειάστηκε να
περιμένει πολύ για να γευτεί τους πικρούς καρπούς της ήττας. Στο Βελιγράδι
έφτασαν απεσταλμένοι του σουλτάνου και, σύμφωνα με την εθιμοτυπία της
οθωμανικής αυλής, του πέρασαν μια μεταξωτή θηλιά στο λαιμό του και τον
στραγγάλισαν. Μετά την ήττα της στην Βιέννη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπαιζε
όλο και περισσότερο αμυντικό ρόλο, φθίνοντας με τα χρόνια, ώσπου κατέρρευσε
εντελώς στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Για τους νικητές, η
μοιρασιά της λείας κράτησε μέρες. Ένα μικρό τμήμα αυτών των λαφύρων - που σήμερα
είναι διεσπαρμένα σε μουσεία και συλλογές σ' όλη την Ευρώπη - πλημμύρισε τα
μουσεία της Βιέννης στη διάρκεια των εκθέσεων του 1983: υπέροχα χαλιά που
κοσμούσαν τις σκηνές του Καρά Μουσταφά, καταστόλιστα τουφέκια, ασημένια
εγχειρίδια, χειρόγραφα κοράνια με ζωγραφιστές διακοσμήσεις, σαρίκια, λάβαρα,
κύπελλα, ταμπούρλα.
Σήμερα η Βιεννη είναι μία
πόλη ειρηνική. Ο φόβος των Οθωμανών ανήκει στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα,
στην Βιέννη ζουν κάπου 25.000 Τούρκοι. Όπως μου είπε ο Γκύντερ Ντύριγκλ,
αναπληρωτής Διευθυντής του Ιστορικού Μουσείου της Βιέννης, ένας από τους
σκοπούς των εκθέσεων ήταν και η παρουσίαση του πλούτου της ισλαμικής τέχνης. «Ξέρουμε
ότι από ορισμένες απόψεις είχαν έναν προηγμένο πολιτισμό.»
Το 1683, ωστόσο, το Ισλάμ
αποτελούσε έναν κίνδυνο που έπρεπε ν' αντιμετωπιστεί, κι έτσι κανείς δεν μπορεί
να παραβλέψει το άλλο θέμα της Έκθεσης: το γεγονός ότι η Ευρώπη, την ώρα του
κινδύνου, συσπειρώθηκε και ενήργησε από κοινού. Η υπεράσπιση της Βιέννης ήταν
ένας θρίαμβος της διεθνούς συνεργασίας και ένα μάθημα για τις μεταγενέστερες
γενιές.
Πηγή:
Περιοδικό Επιλογές από
το RD
/ τ.84
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου