ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ
ΚΑΙ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
Televisione
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ
Σήμερα η Ελλάδα κατέχει
μια πληθώρα τηλεοπτικών σταθμών. Κι όμως δεν είναι πολύ μακρινή η εποχή που η
λέξη «τηλεόραση» ήταν άγνωστη στον ελληνικό λαό. Έως τότε λίγοι τυχεροί Έλληνες
που είχαν ταξιδέψει στο εξωτερικό είχαν το μοναδικό προνόμιο να δουν σε κάποιο
ξενοδοχείο αυτό το «σπάνιο είδος», το γνωστό σε ολόκληρη την υφήλιο, που μονάχα
στην Ελλάδα το συναντούσες ως λήμμα στα καλά ξενόγλωσσα λεξικά.
Σε κάποια ηλεκτρονικά
εργαστήρια προς την πλατεία Βάθης, χάριν μερικών παραλήδων πελατών τους, που
διέθεταν συσκευή τηλεοράσεως για να στολίζουν τα σαλόνια τους, προσπάθησαν με
ισχυρές κεραίες να πιάσουν ένα τηλεοπτικό σήμα. Δυστυχώς, το αποτέλεσμα, πέραν
μιας σκιάς που τρεμόσβηνε, ήταν απογοητευτικό και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε.
Και απόμεινα μόνος εγώ, να
γελούν και οι ιταλικές κότες μαζί μου, που πήγα στην Ιταλία, στη RAI, να
ειδικευθώ στην televisione. Ήταν ωραία η Ρώμη. Οι Ιταλίδες, παρά τα αξύριστα
ποδάρια, ήσαν πραγματικά μπιζουδάκια. Τα καφέ από κάθε γωνία σκορπούσαν το
έντονο άρωμα του espresso και χόρευαν τα γάργαρα νερά σε ήχους από ουβερτούρες
στις διάσημες φοντάνες της Ρώμης. Γύρισα άπρακτος στην Αθήνα! Με καθόλου
τηλεοπτικές γνώσεις και πολλές τουριστικές αναμνήσεις. Ήρθε όμως το 1964 και ο
τότε διάδοχος Κωνσταντίνος ευρέθη σε ηλικία γάμου. Και επειδή οι στάρλετ δεν
φτουράνε στους βασιλιάδες, φρόντισε η μαμά του και του βρήκε νύφη
πριγκιποπούλα. Ο γάμος έφερε εστεμμένους.
Οι εστεμμένοι έφεραν την
τηλεόραση. Ανοιχτοχέρα βρέθηκε η RAI. Πλάκωσαν οι Ιταλοί. Έφεραν τεράστιες
νταλίκες με τα τηλεοπτικά αξεσουάρ, τα μόνιτορ, τα φωτιστικά και τα κοντρόλ.
Έφεραν μάτσο τις γιγαντοοθόνες και κάμερες πολλές, που έστησαν παντού, για να
μην υπάρχει τίποτα κρυφό. Έβαλαν κάμερες στο αεροδρόμιο, κάμερες στα λιμανάκια
με τις θαλαμηγούς, κάμερες στα λόμπι των ξενοδοχείων, κάμερες στα νυχτερινά
κέντρα. Έπηξαν από τους επώνυμους που είδαν οι ιταλοί καμεραμάν.
Ήρθαν και οι παπαράτσι,
κυνηγώντας το μεγάλο σκάνδαλο της ζωής τους. Αλλά πέραν της δαπάνης της τελετής
του γάμου, άλλο σκάνδαλο καραμπινάτο δεν φαινόταν στον ορίζοντα. Χαιρέκακοι οι
Ιταλοί, έστησαν τις μεγάλες φορητές οθόνες τους όπου υπήρχαν Έλληνες, να δουν
τηλεόραση, να τους φύγει το μεράκι. Και είδαν. Είδαν βασιλιάδες που οι υπήκοοί
τους δεν τους έβριζαν. Είδαν βασίλισσες με κάτι καπελαδούρες «να», να
προσγειωθεί επάνω τους ελικόπτερο Απάτσι, είδαν όμορφες πριγκιποπούλες να
ψάχνουν εναγωνίως να βρουν τον πλούσιο γαμπρό, είδαν και μεγιστάνες του πλούτου
να ξομπλιάζουν μέσα τους τους εστεμμένους, αποκαλώντας τους χαραμοφάηδες.
Είδαν, εντέλει, τους
μέλλοντες βασιλιάδες της Ελλάδος να χορεύουν στη Μητρόπολη, συγκινημένοι, τον
χορό του Ησαΐα και κατόπιν, σε ανοικτή ιππήλατη άμαξα, να χαιρετούν τα πλήθη
των Αθηναίων που βγήκαν στους δρόμους να τους ευχηθούν κάθε ευτυχία, χωρίς να φάνε
μάλιστα κουφέτα. Και λίγο αργότερα, οι ίδιοι άνθρωποι είδαν στις ίδιες
γιγαντοοθόνες το επακολουθήσαν γαμήλιο γλέντι. Οι τηλεθεατές δοξάσανε τη μοίρα
τους που είδαν επιτέλους τηλεόραση, καθώς ο διάδοχος δεν ήτανε χαντούμης, αλλά
καλοπαντρεύτηκε.
Τα καλά όμως δεν κρατάνε
πολύ. Έτσι οι κάθε λογής επίσημοι άρχισαν «να του δίνουν» σιγά σιγά. Οι Ιταλοί
κάλυψαν στην αρχή τους δακρύβρεκτους αποχαιρετισμούς, τα φιλιά και το κούνημα
του μαντηλιού, που θα έλεγε και ο αείμνηστος τραγουδοποιός Αιμίλιος Σαββίδης, και
άρχισαν να πακετάρουν. Τότε παρενέβη ο υπουργός Τύπου και ρώτησε, στο αδιάφορο
τάχα, τους Ιταλούς: «Το πουλάτε, ρε, όλο αυτό το τηλεοπτικό νταραβέρι που
φέρατε;». «Si, si», δηλαδή «ναι, ναι», ανέκραξαν εν χορώ οι Ιταλοί. Και γιατί
να αρνηθούν άλλωστε;
Παλιατζούρες ήτανε,
καινούργια θα αγοράζανε. Τέτοιο κελεπούρι αγοραστή βρίσκεις την σήμερον ημέρα;
Αρχίσανε τις διαπραγματεύσεις. Τόσα ζητούσαν οι Ιταλοί, λιγότερα τους έδιναν οι
Γκρέκοι. Ξέρεις τι σημαίνει Ιταλός στο παζάρι; Τελικά τα βρήκαν. Έδωσαν κάτι παραπάνω
οι Έλληνες απ’ ό,τι ζητούσαν αρχικά οι Ιταλοί και η συμφωνία έκλεισε. Η Ελλάδα
απέκτησε τηλεόραση.
Αρχικά τα μηχανήματα
τοποθετήθηκαν στο κτίριο του ΟΤΕ, στο Νέο Υπεραστικό Μέγαρο Αθηνών, στο ΝΥΜΑ,
υπό την καθοδήγηση ιταλού ειδικού, με το αζημίωτο φυσικά. Μετά έδωσαν στο
κανάλι, δίπλα στο «δίαυλος», συμβολικά τον αριθμό πέντε και πιο μετά άρχισαν οι
πρόβες. Έγραφαν οι απογευματινές εφημερίδες τα νέα του τηλεοπτικού σταθμού που
αποκτήσαμε, μέχρις ένα βραδάκι του 1966, που η Ελένη Κυπραίου, με μπόλικο τρακ
στην αρχή, χαμογέλασε στον φακό και είπε με όλη τη χάρη της: «Αγαπητοί
τηλεθεατές, καλησπέρα σας». Το νερό είχε ήδη μπει στ’ αυλάκι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου