Η ιστορία ομιλεί
Για πρώτη φορά στα ελληνικά ένα μνημείο του πολιτισμού, η «Νέα Επιστημονική Γνώση» του Ναπολιτάνου του 18ου αιώνα Τζαμπατίστα Βίκο. Οι ιστορικοί κύκλοι, η άνοδος και η πτώση των πραγμάτων. Η δόμηση της ιστορίας σαν μια γλώσσα
Γράφει ο Διονύσης Καββαθάς*
Οσο ψηλά κι αν βάζουμε τις έννοιές μας, απομακρύνοντάς τες με αυτό
από την αισθητικότητα, αυτές εξακολουθούν πάντοτε να φέρουν κρεμασμένες
επάνω τους εικονικές παραστάσεις που ο καθαυτό προορισμός τους είναι να
καθιστούν τις έννοιες αυτές [...] κατάλληλες για εμπειρική χρήση.
Καντ
Τάδε έφη ο εικονοκλάστης Καντ, στο λογοκρατούμενο κείμενό του Τι σημαίνει: Προσανατολίζομαι στη σκέψη;
(1786). Βέβαια, ο ίδιος δεν χρησιμοποίησε παρά με φειδώ αλληγορίες ή
μεταφορές, σπάνια εποπτικούς πίνακες και ποτέ εικονικές παραστάσεις. Σε
αντίθεση με τον προτεστάντη γερμανό φιλόσοφο, ο ρωμαιοκαθολικός
Ναπολιτάνος Βίκο (1668-1744) ξεκινά την παρουσίαση της Νέας Επιστημονικής Γνώσης (1744),
ως είθισται στη μετα-αναγεννησιακή εποχή του Μπέικον και του Χομπς, με
μιαν αλληγορική γκραβούρα του Ιταλού A. Μπάλντι, βασισμένη σε σχέδιο του
Ντ. A. Βακάρο.
Πρωτοκαθεδρία του ποιητικού
Ωστόσο, όποιος θεωρήσει ότι στη Νέα Επιστημονική Γνώση
(ΝΕΓ) γίνεται απλώς διακοσμητική χρήση της αλληγορικής εικόνας, ως
αμελητέου πάρεργου, πλανάται πολλαπλώς. Για τον ιταλό καθηγητή της
ρητορικής, τα σχήματα και οι τρόποι του λόγου, καθώς και οι εξεικονίσεις
των εννοιών και των ιδεών, αποτελούν διαμορφωτικά μέσα της μνήμης και
ζωογονητικές δυνάμεις της φαντασίας.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις ιστορικές
αναλύσεις του Βίκο, προκύπτει ότι τα ποιητικά μέσα εμφανίζονται πριν από
τον πεζό λόγο. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι, στο μεγαλόπνοο έργο του, ο
ιταλός ιστορικός του δυτικού πολιτισμού πράττει ό,τι περιγράφει:
προτάσσει το εικονικό-μεταφορικό στοιχείο έναντι της εννοιολογικής
χρήσης των λέξεων και το συγκεκριμένο έναντι του αφηρημένου. Βέβαια, το
«ποιητικό» στοιχείο δεν σημαίνει εδώ τον λυρισμό και τη φαντασιοπληξία,
με τη ρομαντική, μοντέρνα έννοια του όρου. Η φαντασία των πρώτων ποιητών
δεν είναι ελεύθερη έκφραση υποκειμενικών συναισθημάτων, είναι αυστηρή
στη μορφή, ακολουθεί ένα πειθαρχημένο τελετουργικό, ενώ ταυτόχρονα
αναφέρεται σε πραγματικά επικο-ιστορικά συμβάντα. Η ποίησή τους, είτε
πρόκειται για μύθους είτε για πολιτειακούς θεσμούς (ο Βίκο προσλάμβανε
το ρωμαϊκό δίκαιο σαν «σοβαρό ποίημα»), είναι ήδη μεταφορική, χωρίς την
αριστοτελική δυνατότητα της κυριολεξίας. Για τον νεοπλατωνιστή φιλόσοφο,
η ποιητική γλώσσα των αρχαίων λαών είναι ρεαλιστική, και όχι
νομιναλιστική ή αυθαίρετα συνδεδεμένη με τα πράγματα. Δικαίως, επομένως,
ο Βίκο δεν είναι υπερήφανος μόνο για τον «επίζηλο τίτλο» του βιβλίου
του, La Scienza Nuova, αλλά και για την «ανακάλυψη» της
βασικής του αρχής, ότι «οι πρώτοι λαοί της εθνικής αρχαιότητας ήσαν από
μιαν αποδεδειγμένα φυσική ανάγκη τους ποιητές και μιλούσαν με ποιητικούς χαρακτήρες, δηλονότι με ποιητικά σύμβολα».
Η γκραβούρα του Μπάλντι, η Θεία Πρόνοια
Τα σημεία της ιστορίας
Στην γκραβούρα του Μπάλντι, η Θεία Πρόνοια κυριαρχεί απόλυτα, τόσο στον φυσικό όσο και στον ιστορικο-πολιτικό κόσμο (mondo civile),
αποκλείοντας συστηματικά τόσο τη στωική ειμαρμένη όσο και την
επικούρεια τυχαιότητα. Επάνω αριστερά στην εικόνα, εντός του μυστικού
τριγώνου, εμφανίζεται το μάτι του Θεού, το οποίο εποπτεύει και φωτίζει
όλο το σκηνικό. Η ανθρώπινη μεταφυσική σκέψη αναπαρίσταται αλληγορικά
από τη γυναικεία φιγούρα με τα φτερά στην κεφαλή, που φαίνεται να
ισορροπεί πάνω στη γήινη σφαίρα. Πρόκειται όμως πλέον για μια μεταφυσική
που στηρίζεται στην κοινωνική φυσική. Αυτό που χαρακτηρίζει τη ΝΕΓ
είναι η μεταξίωση της θεϊκής λειτουργίας: το φως που εκπέμπεται από τη
Θεία Πρόνοια διαθλάται πάνω στη μεταφυσική, για να καταλήξει από εκεί
στον ιστορικο-κοινωνικό κόσμο της γλώσσας (Ομηρος) και των πολιτικών
θεσμών (ρωμαϊκό δίκαιο). Αυτό σημαίνει ότι η Θεία Πρόνοια δρα εντός της
ανθρώπινης ιστορίας, ότι αποτελεί μια ιστορική πραγματικότητα. Ο
ρωμανιστής Αουερμπάχ, σε κείμενό του για τον Βίκο (αναμένεται η έκδοσή
του από το ΜΙΕΤ), βρήκε την πλέον εύστοχη διατύπωση για αυτή τη
μεταξίωση: στον Βίκο, η Θεία Πρόνοια σχεδιάζει υπερβατικά αλλά δρα ενδοκοσμικά.
Γενικά, διαβάζοντας την προτασσόμενη εικόνα-αλληγορία, αντιλαμβανόμαστε
ότι η ΝΕΓ δεν θεμελιώνεται πάνω στη φύση (res), αλλά στον πολιτισμό και
στους κοινωνικούς θεσμούς (verba). Ετσι, η πλήρως ιστορικοποιημένη
ανθρώπινη φύση αποδεικνύεται εξαρχής καθορισμένη από το εκάστοτε
κυρίαρχο συμβολικό σύστημα της γλώσσας (ιερογλυφική, συμβολική,
επιστολική ή κοινή). Μόνον σε τούτο το δευτερογενές πεδίο, του mondo civile, μπορεί ο άνθρωπος να αποκτήσει βέβαιη γνώση (αντεστραμμένος καρτεσιανισμός!), αφού για τον Βίκο μπορεί κανείς να γνωρίσει μόνον ό,τι ο ίδιος δημιούργησε.
Και επειδή η φύση (και η ανθρώπινη) είναι δημιούργημα του Θεού,
αρμοδιότητα του ανθρώπου είναι τα πολιτισμικά φαινόμενα, τα «σημεία» του
πολιτισμού. Η προοπτική μέσω της οποίας ο Βίκο επιλέγει να φωτίσει την
τυφλότητα του Καρτέσιου σε ό,τι αφορά τα πολιτισμικά πράγματα, φέρνει
ταυτόχρονα στο φως και την πρώτη γλωσσική στροφή του δυτικού στοχασμού:
«Πράγματι, λόγος ύπαρξης του πνεύματός μου δεν είναι η σκέψη, αλλά το
(γλωσσικό) σημείο» (Περί της αρχαιοτάτης σοφίας των Ιταλών, 1710).
Γλωσσική στροφή στην ιστορία
Παρατηρώντας την αλληγορία του Μπάλντι, διαπιστώνουμε ότι, εκτός
από την υδρόγειο σφαίρα, όλα τα άλλα πράγματα είναι «ιερογλυφικά» του
ιστορικο-πολιτισμικού κόσμου: το δεσπόζον άγαλμα του Ομήρου (ποιητική
γλώσσα, επινόηση των γλωσσικών σημείων) πάνω στο οποίο ανακλάται το φως
της Θείας Πρόνοιας μέσω της μεταφυσικής, ο βωμός (τόπος σπονδών και
θυσιών) πάνω στον οποίο στηρίζεται ο φυσικός κόσμος, η τεφροδόχη (ταφή),
το άροτρο (καλλιέργεια των αγρών), το πηδάλιο, ο πέλεκυς, το σπαθί
(πόλεμος), το πουγκί (εμπόριο), ο ζυγός (δίκαιο), το κηρύκειο, ο πίνακας
των αλφαβήτων κ.ά. Ο σημειολογικός mondo civile, που στην
εικόνα ξεπροβάλλει από το σκοτεινό και γκρίζο φόντο, «ομιλεί» μέσα από
τα ιερογλυφικά του πολιτισμού, όπως αργότερα το ασυνείδητο «ομιλεί» μέσω
των συμπτωμάτων του λόγου και του σώματος (Φρόιντ, Λακάν). Η μεταφυσική
του Βίκο είναι μια φυσική του κοινωνικού κόσμου, η οποία, έχοντας
σιωπηρά ως αρνητικό πρότυπο την καρτεσιανή μαθηματική μέθοδο,
εφαρμόζεται τώρα επί της κοινωνίας αντί της φύσης. Με όρους δομικής
ανθρωπολογίας και ψυχανάλυσης, άρα πιο κοντινούς σε εμάς, για τον γνώστη
της ρητορικής Βίκο, η ιστορία είναι δομημένη σαν μια γλώσσα: ομιλεί. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, ομιλεί με «ποιητικούς χαρακτήρες». Τελικά, διατείνεται κονστρουκτιβιστικά ο Βίκο, αυτός που είναι ικανός να ποιήσει τα πράγματα είναι ο ίδιος που τα διηγείται.
Ο Καντ θα απαντήσει, το 1798, στο γνωσιοθεωρητικό ερώτημα «πώς είναι
δυνατή μια a priori ιστορία;» σαν ένας πιστός επίγονος του Βίκο: «όταν ο
μάντης κατασκευάζει και διοργανώνει ο ίδιος τα συμβεβηκότα που προαναγγέλλει».
Η ευτυχία του ιστορικού
Θα έσφαλλε όμως όποιος θα έσπευδε να θεωρήσει ότι τη βικιανή
ιστορία την κάνουν από μόνοι τους οι άνθρωποι, χωρίς τη βοήθεια της
Θείας Πρόνοιας. Σύμφωνα με τον ρωμαιοκαθολικό Βίκο, χωρίς την, τρόπον
τινά, πανουργία της, οι άνθρωποι και οι πολιτισμοί τους θα οδηγούνταν εκ
νέου στη δευτερογενή βαρβαρότητα της υπερτροφικής λογικής, χωρίς καμία
δυνατότητα εξόδου. Ωστόσο, η ΝΕΓ δεν έχει καμία σχέση ούτε με τη
μεταγενέστερη ιδεαλιστική φιλοσοφία της ιστορίας (Βολταίρος, Χέγκελ),
αφού δεν διακατέχεται από τη θύελλα της προόδου και την ορμή της
βελτιστοποίησης του ανθρώπου· ούτε όμως είναι συγκρίσιμη με την επιστήμη
της ιστορίας, όπως αναπτύχθηκε αργότερα από τους κριτικούς του
ιστορικισμού Νίτσε, Φουκό, Γκίνζμπουργκ και Κοζέλεκ, αφού δεν είναι
επιστήμη του συμβεβηκότος, αλλά γνώση των καθολικών και οικουμενικών
αρχών (θρησκεία, γάμος, ενταφιασμός). Ας μην ξεχνάμε ότι ο υπότιτλος της
ΝΕΓ είναι: Ως προς την κοινή φύση όλων των εθνών. Ο Βίκο δεν μας αφήνει καμία αμφιβολία: «Η επιστημονική γνώση αφορά ό,τι είναι τάξεως καθολικής και αιωνίας».
Εν τούτοις, στο συνολικό έργο του Βίκο, υπάρχουν διατυπώσεις που αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο παραλλαγών και αποκλίσεων στη μυθολογική αιώνια επιστροφή του ίδιου που χαρακτηρίζει την ανακυκλούμενη «αιώνια ιδεϊκή ιστορία των εθνών». Η ευτυχία του ιστορικού Βίκο είναι να ανακαλύπτει τον εαυτό του σε άλλους πολιτισμούς, αντί να αναγνωρίζει ναρκισσιστικά στους άλλους τον εαυτό του: «Μόνο κατ' επίφαση παραμένω ο ίδιος. Αλλά στη συνεχή άνοδο και πτώση των πραγμάτων, τα οποία εισχωρούν μέσα μου και με εγκαταλείπουν, εγώ είμαι κάθε στιγμή ένας άλλος» (1710).
Ηράκλεια μετάφραση
Δυστυχώς, πουθενά στο έργο του πλατωνιστή Βίκο δεν παρουσιάζεται η
μετάφραση ως μείζον πολιτισμικό θέμα, κάτι που εξηγείται από την
κρατυλική άποψη της γλώσσας που άκριτα υιοθετεί. Ρίχνοντας μια τελευταία
ματιά στην αλληγορική παράσταση του Μπάλντι, αναγνωρίζουμε στον ιμάντα
του ζωδιακού κύκλου της παγκόσμιας σφαίρας το σύμβολο του Λέοντος, το
οποίο παραπέμπει στους πολιτισμικούς άθλους του Ηρακλή, όπως λ.χ. της
εκχέρσωσης «του παρθένου δάσους της γης».
Ο άθλος της μετάφρασης του βικιανού έργου από τον Γιώργο Κεντρωτή είναι της ίδιας ηράκλειας τάξης. Ο μεταφραστής εκχερσώνει το ρητορικά πυκνό, πολλές φορές ασαφές και δασώδες τοπίο του ναπολιτάνικου βικιανού ύφους, προσφέροντάς μας παράλληλα με τον λόγιο υπομνηματισμό του μια ιστορική και φιλολογική έκδοση του μείζονος αυτού μνημείου του πολιτισμού.
* Ο κ. Διονύσης Καββαθάς είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας και Αισθητικής των Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (dionysos@panteion.gr).
http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=769268
http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=769268
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου