Κάποτε
στη Δυτική Γερμανία
Του
ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ πρώην βουλευτή, πρ. ευρωβουλευτή και πρ. αντιπροέδρου της
Ευρωβουλής
Στα είκοσι χρόνια που
έζησα στη Δυτική Γερμανία, δέσποζε η σχέση –και αλληλεπίδραση– παιδείας και
εκπαίδευσης. Αιτία ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η έλλειψη παιδείας οδήγησε στα
πρωτοφανή εγκλήματα και τις ιλιγγιώδεις καταστροφές. (Παρελθόν.) Η ανάγκη
αποκατάστασης των ερειπίων στον δυτικογερμανικό χώρο –ο ανατολικογερμανικός
είχε αυτονομηθεί–, επέβαλλε άμεση και έντονη αξιοποίηση της εκπαίδευσης.
(Μέλλον.) Η αφεντιά μου τα έβλεπε αυτά και θαύμαζε την ακατάβλητη ορμή των
επιζησάντων γερμανών εργατών, αλλά ο νους της και η δραστηριότητά της είχε
εκχωρηθεί στη φιλοσοφία πρωτίστως, δευτερευόντως στην ψυχολογία και τριτευόντως
στη θεατρολογία.
Έτρεχα από φιλοσοφικό
σεμινάριο σε φιλοσοφικό σεμινάριο και παρακολουθούσα τις εκεί αναλύσεις
σιωπηρός. Ο καθηγητής της προτίμησής μου στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, Άλοης
Βέντσελ, είχε γίνει πρώτα καθηγητής των μαθηματικών πριν από την άφιξή μου στη
Γερμανία στο ίδιο Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Ο συμπαθέστατος αυτός
άνθρωπος είχε μία ιδιοτροπία, ένα τρικ. Απαιτούσε από τους φοιτητές του, πριν
αναφερθούν λεπτομερώς σε δύσβατα εννοιολογικά προβλήματα, να απαγγέλλουν με
άριστη άρθρωση και δυνατή φωνή τις χρονολογίες γέννησης και θανάτου ΟΛΩΝ ΤΩΝ
ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ. Οι περισσότεροι φοιτητές του γνώριζαν το τρικ του και
αποστήθιζαν τις χρονολογίες μεγάλων φιλοσόφων.
Ώσπου ένα απόγευμα ο καθηγητής
μας έθεσε μια ερώτηση πολλών μεγατόνων: «Γκιούσταβ Τεόντορ Φέχνερ».
Απόλυτη σιγή στην αίθουσα.
«Ώστε ουδείς είναι σε θέση να απαντήσει;». (Εγώ έτριβα μέσα μου τα χέρια από
ενθουσιασμό.)
«Εάν μου επιτρέπεται,
κύριε καθηγητά, έχω την εντύπωση ότι κάτι φέγγει στο μνημονικό μου».
«Σας ακούω». (Στη Γερμανία
οργιάζει ο πληθυντικός, ακόμα και καθηγητών προς φοιτητές.)
«Ο Γκούσταβ Τεόντορ Φέχνερ
γεννήθηκε το 1801. Έγραψε πολλά συγγράμματα, δύο από τα οποία μου αρέσουν πολύ.
‘‘Περί της ζωής των φυτών’’, το πρώτο και ‘‘Απόψεις της ημέρας απέναντι σε
απόψεις της νύχτας’’, το δεύτερο».
«Πότε πέθανε;».
«Μην βιάζεστε, κύριε
καθηγητά. Πέθανε το 1887, τη χρονιά της γεννήσεώς σας».
Πάταγος από τα
χειροκροτήματα και τα ποδοκροτήματα. Τα τελευταία συνηθίζονται και μετά το
πέρας εξαιρετικών θεατρικών παραστάσεων.
Ο καθηγητής Άλοης Βέντσελ
ήταν κατενθουσιασμένος. «Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ», έλεγε συνέχεια. Δεν
μέτρησα τις φορές. Δεν είχα ξαναμιλήσει. Δεν γνώριζε, επομένως, ούτε το όνομά
μου.
Όταν επιτέλους επικράτησε
ησυχία για να αρχίσει το κανονικό μάθημα, είπε ξαφνικά, αφού είχε ρωτήσει και
είχε μάθει το όνομά μου: «Κύριε Νικολάου, σας προσφέρω εντελώς δωρεάν ιδιαίτερο
μάθημα δέκα διώρων τα Σάββατα στο σπίτι μου σε όποιον φιλόσοφο επιθυμείτε, ώστε
να διευρύνετε τις γνώσεις σας. Ποιον φιλόσοφο επιθυμείτε;».
Του έβαλα δύσκολα, σχεδόν
με χαιρεκακία: «Τον Χάιντεγκερ». Υπέθεσα ορθά ότι τον μισούσε και τον
βδελυσσόταν. Αφήνω πως δεν θα είχε διαβάσει ούτε αράδα από οποιοδήποτε
σύγγραμμά του. Έτσι, η εντελώς δωρεάν προσφορά πήγε στον βρόντο. Και όχι μόνο
αυτό. Φοβήθηκα ότι μπορεί να με είχε περάσει για χιτλερικό. Πάντως, δεν
ξαναπήγα σ’ αυτό το σεμινάριο από ντροπή και σεβασμό σε έναν καθηγητή που είχα
συνειδητά περιγελάσει.
Κατακλείδα: Προσωπικές
εμπειρίες και προσωπικά βιώματα –υποκειμενικά αφηγήματα δηλαδή– φρονώ πως αν
δεν είναι εμπλουτιστικά για τους αναγνώστες, τουλάχιστον δεν κουράζουν. Κάτι
είναι κι αυτό, συνυφασμένο με την ηλικία μου και την ποικιλία των
δραστηριοτήτων μου.
Από το άρθρο Παιδεία
ή εκπαίδευση; του Κώστα Νικολάου στο ΠΑΡΟΝ της 3.9.2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου