Το
ολοκαύτωμα των Ανωγείων
Το κάψιμο, οι λεηλασίες, η ισοπέδωση και ο θάνατος που έσπειραν οι Γερμανοί το 1944
“Κάθε
νύκτα οι Γερμανοί απεσύροντο εις τα Σείσαρχα και την πρωίαν επανήρχοντο. Το
μέγεθος της λεηλασίας θα κατανόηση κανείς, όταν λάβη υπ' όψιν ότι αυτή
διήρκεοεν από τις 13 Αυγούστου μέχρι τις 5
Σεπτεμβρίου.”
ΝΙΚΟΣ
ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Κυριακή 13 Αυγούστου 1944.
Οι ναζί περικυκλώνουν τα Ανώγεια. Ψάχνουν να βρουν αντάρτες αντιστασιακούς.
Ψάχνουν, ρωτούν τους κατοίκους απάντηση δεν παίρνουν και η απόφαση του διοικητή
του Φρουρίου Κρήτης στρατηγού Μίλερ, ως διαταγή γίνεται άμεση εκτελεστέα...
Κάψιμο και ισοπέδωση των
Ανωγείων, ένα ολοκαύτωμα που κράτησε μέχρι την 5η του Σεπτέμβρη, απλά και μόνο,
όπως ανέφερε η διαταγή, «επειδή η πόλις
των Ανωγείων είναι κέντρον της αγγλικής κατασκοπίας εν Κρήτη και επειδή οι
Ανωγειανοί εξετέλεσαν το φόνο του λοχία φρουράρχου Γενί-Γκαβέ και της υπ' αυτόν
φρουράς και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το σαμποτάζ της Δαμάστας, επειδή
εις Ανώγεια ευρίσκουν άσυλον και προστασίαν οι αντάρται των διαφόρων ομάδων
αντιστάσεως και επειδή εκ των Ανωγείων διήλθον και οι απαγωγείς με τον
στρατηγόν Φον Κράιπε χρησιμοποιήσαντες ως σταθμόν διακομιδής τα Ανώγεια,
διατάσσομεν την ισοπέδωσιν τούτων και την εκτέλεσιν παντός άρρενος Ανωγειανού
όστις ήθελεν ευρεθεί εντός του χωρίου και πέριξ αυτού εις απόστασιν ενός
χιλιομέτρου»... Είκοσι τρεις ημέρες κάθε πρωί έμπαιναν στο χωριό του
Ψηλορείτη οι Γερμανοί και κατά ομάδες λεηλατούσαν τα σπίτια και τις περιουσίες,
έκλεβαν, βανδάλιζαν και με δυναμίτες ανατίναζαν ό,τι φιλοξενούσε και σκέπαζε
τους ανθρώπους του ορεινού αυτού τόπου. Η απόλυτη ισοπέδωση, η απόλυτη
καταστροφή.
Συγκλονιστικές
περιγραφές
«Το χωριό ισοπεδωμένο.
Δρόμοι δεν υπήρχαν, κι όμως δρόμοι ήταν ανοιχτοί, καινούργιοι δρόμοι πάνω από τα
χαλάσματα. Ξεπετιούντανε κρεατόμυγες να σε φάνε. Έβλεπες τα σκυλιά, τόσανε στο πάχος,
να τρώνε πτώματα. Έβλεπες κατσίκες, σκύλους και βόδια ακόμα σκοτωμένα μέσα στο
χωριό.
Άναβαν δεξά-ζερβά ρούχα,
ξύλα, και εγροίκας μια μπόχα, μια βρόμα, κι απ' όπου κι αν είχες στραφεί
έβλεπες ερείπια, χάλια. Και λέω: "Άραγες αυτό το χωριό θα ξαναγίνει χωριό
ποτές; Αυτό το χωριό θα ξαναγίνει χωριό πάλι;"...», ακούμε το γέροντα να
περιγράφει τις εικόνες που έζησε και δεν ξεχνά στην κινηματογραφική καταγραφή
της σύγχρονης ιστορίας των Ανωγείων (1900-1945) "Ο ήχος του χρόνου",
σε σενάριο και σκηνοθεσία του Λευτέρη Χαρωνίτη.
Εκτελέσεις αμάχων, βία,
καταπάτηση κάθε ανθρώπινης αξιοπρέπειας... Ακόμη και τους άντρες που
χρησιμοποιούσαν ως δούλους μεταφορείς για τα κλοπιμαία τους, που μετέφεραν στο
χωριό Σείσαρχα, και αυτούς μετά τους εκτελούσαν. Μαρτυρίες και καταγραφές
φέρνουν στην επιφάνεια ιστορίες ανθρώπων που, αρνούμενοι ή ακόμη και ανήμποροι
να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, δολοφονήθηκαν, εκτελέστηκαν και θάφτηκαν στα
ερείπια του μίσους και του ολοκαυτώματος. Στα χέρια και τις πράξεις των ναζί,
πράξεις παγκόσμιας κατακραυγής, παραδίδονται 940 σπίτια, κόποι μιας ολόκληρης
ζωής από ορεσίβιους ανθρώπους ενός σκληροτράχηλου τόπου, που σκεπάστηκε, όμως,
από τη σκληρότητα των κατακτητών, καταγράφοντας στην ιστορία το τρίτο
ολοκαύτωμα των Ανωγείων, 120 χρόνια μετά τα ολοκαυτώματα από πλευράς των
Τούρκων. «Την ιστορία του χωριού θα πω με λίγα λόγια, πως τρεις φορές το κάψανε
μα πάλι είναι Ανώγεια», λέει στη μαντινάδα του ο Αριστείδης Χαιρέτης.
ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ
OMΩTHTEΣ
Η έκθεση με την πένα του Νίκου Καζαντζάκη
Όμως... το χρέος των
παππούδων, των γονιών προς τα παιδιά τους, όλων των Ανωγειανών προς τις
επόμενες γενιές, δίνει τη δύναμη και πάλι τα Ανώγεια να ξαναχτιστούν... «Εδώ η
πέτρα σού μιλεί και ο Βοριάς σού γνέφει, εκείνος που τα αφουγκραστεί, ελπίδες
μόνο θρέφει», αναφέρει ο μαντιναδολόγος Λευτέρης Μπεκρής, που. όπως είπε και
στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «κανείς σε τούτο τον τόπο δεν μπορεί να φανταστεί ότι θα κλείσει
τα μάτια του χωρίς να έχει κάμει το χρέος του». Και το χρέος δεν είνοι άλλο
πέρα από το χρέος που έχουν οι Κρητικοί στη «ράτσα», όπως έλεγε και ο
Καζαντζάκης, ο οποίος ήταν μέλος από συστάσεως, στις 17 Ιουνίου του 1945, της Κεντρικής
Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων Κρήτης (ΚΕΔΩΚ). και μαζί με τον καθηγητά Ιωάννη
Καλιτσουνάκη, τον καθηγητή Ιωάννη Κακριδή και το φωτογράφο Κωνσταντίνο
Κουτουλάκη από άκρη σε άκρη της Κρήτης κατέγραψαν με κόπους και θυσίες κάθε
ωμότητα, τόσο από τους Ιταλούς όσο και από τους Γερμανούς κατακτητές.
Στην έκθεση του ο Νίκος
Καζαντζάκης, μεταξύ άλλων, γράφει για τα Ανώγεια : «Την 13ην οι Γερμανοί,
συμπληρώσανιες την κύκλωσιν, εισήλθον εις τα Ανώγεια και διέταξαν τους υπολειφθέντας
κατοίκους (θα ήσαν περί τα 1.500 γυναικόπαιδα) να αναχωρήσουν εντός ημισείας
ώρας προς την κατεύθυνστν του Γενή-Καβέ. οπόθεν να διασκορπιστούν εις τα
διάφορα χωρία της Ρεθύμνης. Μετά ταύτα, προέβησαν εις ολοκαύτωμα, γενικήν
λεηλασίαν του χωρίου, πλουσιωτάτου εις κτηνοτροφικά και εριουργικά προϊόντα.
Μετά την δήλωσιν εκάστη οικία εκαίετο πρώτον και έπειτα ανετινάσσετο διά
δυναμίτιδος. Κάθε νύκτα οι Γερμανοί απεσύροντο εις τα Σείσαρχα και την πρωίαν
επανήρχονιο. Το μέγεθος της λεηλασίας θα κατανόηση κανείς, όταν λάβη υπ' όψιν
ότι αυτή διήρκεσεν από τις 13 Αυγούστου μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου. Κατά την διάρκειαν
της διαρπαγής οι Γερμανοί εφόνευσαν εντός του χωρίου τον Γ. Σπιθούρην, μη
δυνηθέντα ν’ αποχώρηση μετά των άλλων κατοίκων, επίοης τους παράλυτος εξαδέλφους
Κώνστ. και Ι. Ξυλούρην (ή Κίτρη), και τον υπέργηρον Νικ. Αεράκην, εις τας αγκάλας
του οποίου έθεσαν μετά την εκτέλεσιν, δεξιά και αριστερά τα πτώματα δύο χοίρων
προς χλευασμόν. Δύο αδελφαί, η χήρα Εμμ. Καλλέργη και η χήρα Εμμ. Καβλέντη, η
χωλή Ειρήνη Καραίσκου και η Ευαγγ. Ιω. Πασπαράκη, αρνηθείσαι ν' αποχωρήσουν και
προτιμήσασαι τον θάνατον, απέθαναν καείσαι και καταχωθείσαι έπειτα υπό τα
ερείπια των ανατιναχθεισών οικιών των. Επίσης οι Γερμανοί εφόνευσαν τον εκ
τραύματος της κεφαλής παράφρονα Εμμ. Ι. Σαλούστρσν. Πολλοί άλλοι εφονεύθησαν
εις τα πέριξ... Η επίσημος κατάστασις της Νομαρχίας Ρεθύμνης αναφέρει 117 Ανωγειανούς
εκτελεσθένιας κατά την περίοδον της κατοχής...».
Οι Ανωγειανοί πήραν την
απόφαση, πέρα από το θρήνο και τις μαύρες μέρες και έχτισαν την Άνω Γη του
Ψηλορείτη από την αρχή. Συνέχισαν έως και σήμερα να μάχονται τις βροχές, το
χιόνι, τους αέρηδες, να συμφιλιώνονται με τη φύση και να ατενίζουν τον καυτό
ήλιο και τη λάμψη του, χωρίς να μισοσφραγίζουν τα μάτια τους. Με αυτά τα μάτια
της περηφάνιας βλέπουν στον ορίζοντα τον κόσμο που πάντα ονειρεύονται και
φαντάζονται. Τον κόσμο που αναφέρουν στα τραγούδια τους, στις μαντινάδες τους,
στα κείμενα τους, στα βιβλία και τα παραμύθια τους προς τα παιδιά. Τον κόσμο
του έρωτα, της αγάπης, του πόλεμου για λευτεριά, ενός κόσμου ντυμένου με το
πέπλο της δημοκρατίας, φιλόξενου και αλληλέγγυου, του κόσμου που περήφανα μπορεί
από τις στάχτες να ξαναγεννιέται. Γι' αυτό οι Ανωγειανοί μπορούν και μόνοι τους
και με άλλους ανθρώπους... Μπορούν να αντέχουν, να γιατρεύονται και να παίρνουν
από το χέρι τα μικρά κοπέλια και τις κοπελιές για να τους διδάξουν να μη
σκύβουν το κεφάλι. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότεροι νέοι των
Ανωγείων δεν εγκαταλείπουν το χωριό και παραμένουν στις δυσκολίες για επιβίωση
πρωταγωνιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου