Το νυφικό
Γράφει ο Λουδοβίκος των Ανωγείων
Η κυρία Ελένη ήταν μια ηλικιωμένη
γυναίκα που ζούσε σ' ένα μικρό διαμέρισμα στου Ζωγράφου.
Ο άντρας της είχε πεθάνει και τα παιδιά
της είχαν φύγει.
Ένα βράδυ από τα πολλά της μοναξιάς της,
άνοιξε το μπαούλο των «αναμνήσεων». Κι άρχισε να βγάζει από μέσα φωτογραφίες,
γράμματα, κοσμήματα, φορέματα. Διάβασε για πολλοστή τα γράμματα του Μιχάλη από
τον Στρατό.
«Ελένη μου, είμαι καλά, το ίδιο επιθυμώ
και για σένα... Η θητεία μου θα τελειώσει σε εκατόν τέσσερις μέρες και μετά θα
ήμαστε για πάντα μαζί...».
Τέλος, ανέσυρε το νυφικό της! Ήταν
ολομέταξο, κεντημένο στο χέρι, με δαντέλες στο μπούστο και στα μανίκια! Το
αγκάλιασε, το μυρίστηκε και πλησίασε την ντουλάπα με τον καθρέφτη. Κοιτάχτηκε
μέσα και χαμογέλασε. Το φόρεσε σιγά σιγά. Και το κούμπωσε. Χτενίστηκε, βάφτηκε
λίγο, κλείδωσε την πόρτα και βγήκε στον δρόμο μεσάνυχτα.
Περπάτησε μέχρι το σπίτι όπου γεννήθηκε.
Χλόης 40... Ήταν ένα παλιό αρχοντικό σπίτι, έρημο πια και κλειστό. Η αυλόπορτα
ανοιχτή! Κοντοστάθηκε λίγο, ακούμπησε τον τοίχο και πέρασε μέσα.
Έκοψε ένα ρόδι από την παλιά ρογδιά,
ανέβηκε αργά τη σκάλα και κάθισε... Χίλιες αναμνήσεις πέρασαν μέσα από τα
κλειστά της μάτια... Μετά πέταξε το ρόδι στην αυλή! Χίλια ρουμπίνια σκόρπισαν
όλα! Έπειτα έγειρε!
Εκεί τη βρήκαν το πρωί.
*Από το άλμπουμ
«Χαρματούσα».
Το ρόδι*
Στέκει μια κόρη μπρος στα σκαλιά
κι έχει τα μάτια της χαμηλά,
ρίχνει το ρόδι μες στην αυλή,
χίλια ρουμπίνια σκορπούν στη γη.
Μες στα λευκά της τα γιορτινά
κρατεί κανάλι κι όλο γερνά,
με τα βραχιόλια της να χτυπούν
κάθε που βάνει κρασί να πιουν
Μόνο η αγάπη που δεν γερνά,
φτερό του μύλου που όλο γυρνά
με τον αέρα και το νερό,
με το τραγούδι και τον χορό.
Μες στα λευκά της τα γιορτινά
κρατεί κανάτι κι όλο κερνά,
με τα βραχιόλια της να χτυπούν
κάθε που βάνει κρασί να πιουν...
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΨΥΧΗΣ.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΟΠΗ
ΒΕΤΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
ΚΑΙ ΤΟΝ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΩΓΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΣΥΝΘΕΣΗ!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου