Translate -TRANSLATE -

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

«Αλίμονο» στη δημοκρατία που απαγορεύει κόμματα


ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1975

«Αλίμονο» στη δημοκρατία που απαγορεύει κόμματα

«Υπάρχει η Νέα Τάξις (νεοφασιστική τρομοκρατική οργάνωση της εποχής) εις την Ελλάδα... Είναι ενδεχόμενον αύριον να έχωμεν το κόμμα της 21ης Απριλίου. Βεβαίως ο λαός θα κρίνη? Μην ξεχνάμε, όμως, ότι κάτω από ωρισμένας συνθήκας ο λαός εκφράζεται τελικά μέσω των κομμάτων και κατόρθωσεν εις τη Γερμανία ο Χίτλερ να ανέλθει εις την εξουσίαν...»

Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής περιστοιχισμένος από υπουργούς της κυβέρνησής του, υπογράφει στις 9 Ιουνίου 1975 το νέο Σύνταγμα. Κ. Τσάτσος, βασικός συντάκτης τόσο του σχεδίου όσο και του τελικού κειμέν
Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής περιστοιχισμένος από υπουργούς της κυβέρνησής του, υπογράφει στις 9 Ιουνίου 1975 το νέο Σύνταγμα. Κ. Τσάτσος, βασικός συντάκτης τόσο του σχεδίου όσο και του τελικού κειμένου του Συντάγματος του 1975.
 
Πρόκειται για απόσπασμα από τα πρακτικά των συζητήσεων της Αναθεωρητικής Βουλής για την κατάρτιση του Συντάγματος του 1975. Συγκεκριμένα για ομιλία του Ι. Μάργαρη, βουλευτή της ΝΔ, σχετικά με το άρθρο 12 του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάγματος.

Σε μία από τις παραγράφους του άρθρου προβλεπόταν ρητά ότι «κόμματα των οποίων η δράσις τείνει εις ανατροπήν του ελευθέρου δημοκρατικού πολιτεύματος ή εκθέτει εις κίνδυνον την εδαφικήν ακεραιότητα της Χώρας, τίθενται εκτός νόμου δι' αποφάσεως του κατά το άρθρον 100 του παρόντος Δικαστηρίου (εννοεί το Συνταγματικό Δικαστήριο)».

Αντίθετη η αντιπολίτευση

Ο Ζακυνθινός βουλευτής και μέλος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής του Συντάγματος, ήταν μάλλον ο μοναδικός που επιχειρηματολόγησε υπέρ της συνταγματικής πρόβλεψης για απαγόρευση πολιτικού κόμματος. Αν και δεν επέμενε, αναγνωρίζοντας «το ενδεχόμενο η διάταξις να δημιουργήσει παρεξηγήσεις και παρερμηνείες εις βάρος κομμάτων που εκφράζουν και αντιπροσωπεύουν μίαν τάσιν του Ελληνικού λαού».

Οι αναθεωρητικές εργασίες στη Βουλή ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο και συνε­χίστηκαν έως τον Ιούνιο του 1975.
Οι αναθεωρητικές εργασίες στη Βουλή ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο και συνε­χίστηκαν έως τον Ιούνιο του 1975.

Ειδικά η παράγραφος αυτή, όπως και άλλες για θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες στο κυβερνητικό σχέδιο, είχαν βρει αντίθετη σύσσωμη την αντιπολίτευση. Πριν ακόμη αρχίσει η αναθεωρητική διαδικασία είχε καταγγελθεί με δριμύτητα.

Η συντριπτική πλειονότητα του λαού, έχοντας την προηγούμενη οδυνηρή εμπειρία με την απαγόρευση του ΚΚΕ (Αναγκαστικός Νόμος 509 του 1947), αλλά και ανάλογα διατάγματα ή «συνταγματικά» άρθρα της δικτατορίας, ήταν επιφυλακτική αν όχι εχθρική σε τέτοιου είδους εμφυλιοπολεμικές και αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις.

«Αλίμονο» στη δημοκρατία που απαγορεύει κόμματα

Υπήρχαν, άλλωστε, και τα προηγούμενα του Μεσοπολέμου, όταν στο όνομα της «προστασίας του πολιτεύματος» εξαπολύθηκαν πογκρόμ πολιτικών διώξεων. Από το «ιδιώνυμο» του Βενιζέλου έως τη δικτατορική νομοθεσία του Μεταξά με θύματα κομμουνιστές, αριστερούς και γενικώς δημοκράτες.

Παραδόξως, η πρώτη κυβέρνηση Καραμανλή, μετά τις εκλογές του 1974, αντιγράφοντας επί του προκειμένου το μεταπολεμικό δυτικογερμανικό Σύνταγμα, που περιλάμβανε σχετική διάταξη για τους γνωστούς λόγους, επέμενε να συνταγμαποιήσει την απαγόρευση. Χωρίς μάλιστα να επιχειρηματολογεί υπέρ της απαγόρευσης, επικαλούμενη τα κατάλοιπα της χούντας ή τους φιλοβασιλικούς ή και τους νεοναζί εκείνης της περιόδου. Περισσότερο κινούνταν από κεκτημένη αντικομμουνιστική ταχύτητα, παρά από άλλα ελατήρια. Ετσι, όταν συζητήθηκε για πρώτη φορά στην αρμόδια υποεπιτροπή της Βουλής (Φεβρουάριος 1975) η συγκεκριμένη παράγραφος του άρθρου 12 ούτε ο εισηγητής της πλειοψηφίας Β. Κοντογιαννόπουλος τη στήριξε. Θεώρησε ότι «ο ποινικός νόμος είναι αρκετός για την περιφρούρηση της δημοκρατικής τάξεως», εισηγούμενος την κατάργηση της παραγράφου. Παμψηφεί απαλείφθηκε από την πρόταση της υποεπιτροπής προς την Ολομέλεια της Βουλής.

Ολοι εναντίον

Πάλι, παραδόξως, όταν κατατέθηκε το σχέδιο στη Βουλή η παράγραφος για την απαγόρευση επανήλθε! Μόλις λίγο πριν από την ψήφιση του άρθρου κατατέθηκε κυβερνητική τροπολογία, χωρίς την επίμαχη διάταξη (11 Μαΐου 1975).

Προηγουμένως όλη η αντιπολίτευση απειλούσε με αποχώρηση από τη συνεδρίαση (για το συγκεκριμένο ζήτημα και άλλα θεμελιώδη άρθρα). Ολοι οι πολιτικοί αρχηγοί είχαν καταφερθεί κατά της πρόβλεψης, επικαλούμενοι την πείρα του παρελθόντος και προβάλλοντας τη γενικευμένη λαϊκή δυσπιστία για το μέτρο. «Αλίμονο» αν δεν αποσυρόταν, ήταν η χαρακτηριστική φράση του Α. Παπανδρέου, ενώ ανάλογο ήταν το πνεύμα του Γ. Μαύρου και βεβαίως η τοποθέτηση του Χ. Φλωράκη, που υπενθύμισε ότι με τον ΑΝ 509 διώχτηκαν ακόμη και βασιλόφρονες!

Μια έμμονη ιδέα

Η αρχική επιμονή της κυβέρνησης Καραμανλή στη θέσπιση της απαγόρευσης αποδίδεται στον Κ. Τσάτσο. Ο επικεφαλής των συντακτών του Συντάγματος του 1975 είχε έμμονη ιδέα με το Συνταγματικό Δικαστήριο και τα εκτός νόμου «ανατρεπτικά κόμματα». Επιπλέον, όπως προκύπτει από τους κομματικούς τακτικισμούς της εποχής, είναι πιθανό η επαναφορά και η απόσυρση να έγινε για να προβληθεί το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση δεν αποφάσιζε μόνη της. Αλλά έπαιρνε υπόψη και τις θέσεις της αντιπολίτευσης. Oπως κι έγινε αργότερα, όταν όλα τα κόμματα αποχώρησαν, εξαιτίας των υπερεξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας (το Σύνταγμα ψηφίστηκε μόνο από τη ΝΔ.).

Αντιγραφή προς το χειρότερο

Στο Σχέδιο Συντάγματος δεν περιορίστηκε στην αντιγραφή του γερμανικού άρθρου για την απαγόρευση των κομμάτων. Το «αυστηροποίησε» και προχώρησε ένα ακόμη βήμα πέρα από τη σχετική αντιδημοκρατική νομοθεσία του παρελθόντος. Ενώ παλιότερα μέτρα λαμβάνονταν όταν υποτίθεται επιχειρούνταν «βίαιη ανατροπή» του δημοκρατικού πολιτεύματος, το επίθετο «βίαιη» αφαιρέθηκε. Η απάλειψη είχε γίνει από το δικτατορικό καθεστώς στα δικά του «συντάγματα». Ετσι, όμως, άνοιγε διάπλατα ένας πιο επικίνδυνος δρόμος. Οποιοδήποτε κόμμα, που διεκδικούσε την εξουσία θα μπορούσε να κατηγορηθεί από κυβερνητικές πλειοψηφίες ότι επιδιώκει μια «ανατροπή». Υποψήφια, βεβαίως, ήταν το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ...

ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ
Οποιος καεί στον χυλό φυσά ακόμη και το γιαούρτι...

Μια απάντηση στο ερώτημα γιατί το ελληνικό Σύνταγμα δεν αφήνει περιθώρια για την απαγόρευση πολιτικού κόμματος δίνουν οι σχετικές συζητήσεις αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας το 1974. Το ζήτημα είχε τεθεί τότε τόσο σε πολιτικό όσο και σε συνταγματικό επίπεδο. Αφορμή ήταν το κυβερνητικό σχέδιο Συντάγματος, που πρόβλεπε αρχικώς την απαγόρευση. Πλην, όμως, η θέσπιση ενός τέτοιου μέτρου συνάντησε μια καθολική αντίθεση και, τελικά, αποσύρθηκε.

Εκτός από το ΚΚΕ, φυσικά, που μόλις είχε νομιμοποιηθεί, μετά από τρεις δεκαετίες υπό απαγόρευση, το σύνολο του μη κυβερνητικού πολιτικού κόσμου αντέδρασε έντονα. Δεν ήταν μόνο η καχυποψία απέναντι στην κυβέρνηση Καραμανλή. Ούτε επειδή, όπως ειπώθηκε τότε, «όποιος καεί στον χυλό, φυσάει και το γιαούρτι». Είχε συνείδηση ότι πρόκειται για θεμελιώδη δημοκρατική αρχή. Ακόμη και συντηρητικοί πολιτικοί, όπως ο Αθ. Κανελλόπουλος, έκριναν «ως αδιανόητη μια τέτοια διάταξη».

Εκτός από την πείρα του παρελθόντος και την «αρχή» ότι δεν είναι δυνατόν να απαγορευτεί μια ιδεολογία, πράγμα που έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με τον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος, βασικά επιχειρήματα εναντίον της θέσπισης ήταν:

-Η απαγόρευση μιας οργάνωσης δεν έχει πρακτικό αποτέλεσμα, αφού ένα κόμμα εκτός νόμου μπορεί να επανέλθει με άλλο όνομα.
-Η διάταξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον οποιουδήποτε κόμματος. Με έντεχνη ερμηνεία μπορούσαν να ανοιχτούν δρόμοι για πολιτικές διώξεις.
-Υποκαθιστά τον λαό στο αναφαίρετο δικαίωμά του να κρίνει τη δράση των κομμάτων ο ίδιος.
-Η γενικότητα θα οδηγήσει σε επικίνδυνες καταχρήσεις.
-Πρόκειται για επέμβαση κρατικών οργάνων στη θέληση του λαού.
-Η ποινική νομοθεσία είναι επαρκής για την αντιμετώπιση κινδύνων από «βίαιη ανατροπή» και περιττεύει κάθε συνταγματική πρόβλεψη για απαγορεύσεις.

Τ. Κατσιμάρδος
katsimar@yahoo.gr

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=63912591

Δεν υπάρχουν σχόλια: