Αναδημοσιεύω από το ΠΑΡΟΝ
το παρακάτω άρθρο αφού τα περισσότερα σημεία του με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο.
Εκείνο όμως που μου κάνει εντύπωση είναι ότι η πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ που το γράφει μιλά
σήμερα με την γλώσσα του αντιμνημονιακού αν και στήριξε την μνημονιακή πολιτική
του Γ. Παπανδρέου· τα
δεινά αποτελέσματα της οποίας βιώνουμε σήμερα.
Σήμερα, πάντως, η κυρία
Μαρία Κυριακοπούλου βγαίνει και κατακεραυνώνει από άλλο πολιτικό μετερίζι τις
ολέθριες συνέπειες της πολιτικής που αρχικά η ίδια πίστεψε και ακολούθησε.
Αναγνωρίζω ότι δεν είναι
κακό να προσγειώνεσαι στην πραγματικότητα. Συμβαίνει καμιά φορά σε όλους. Το
κακό στην προκειμένη περίπτωση είναι να αποφεύγεις ως πολιτικό πρόσωπο να
αναλάβεις έναντι των ψηφοφόρων σου, στοιχειωδώς έστω, τις ευθύνες που σου αναλογούν
για τη σημερινή τραγική κατάσταση που βιώνει η ελληνική κοινωνία.
Το
πολιτικό σύστημα να τερματίσει την παρακμή
Το
πολιτικό σύστημα να τερματίσει την παρακμή, που ακυρώνει κάθε έννοια
αξιοπρέπειας και δικαιοσύνης
της ΜΑΡΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Πρώην βουλευτού
Η αξιολόγηση είναι στον
αέρα και οι δανειστές επιμένουν να στραγγαλίζουν την κοινωνία με νέα επώδυνα
μέτρα για να επιτευχθεί το πλεόνασμα του 3,5%, για το οποίο υπήρξε και συμφωνία
από τον Μάιο του 2016 - ο λεγόμενος «κόφτης».
Και αν η πολιτική -και
μάλιστα η αριστερή- είναι η λειτουργία που συμβάλλει στο γενικό καλό, τότε η
κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει σε εκείνες τις μεταρρυθμίσεις και πολιτικές που
υπηρετούν τις ανάγκες των πολιτών, κόντρα σε ό,τι κρατάει τη χώρα στην
οπισθοδρόμηση και την υπανάπτυξη.
Ένας σημαντικός τομέας
είναι η μεταρρύθμιση του κράτους, προκειμένου αυτό να είναι αποτελεσματικό, με
μια δημόσια διοίκηση προσανατολισμένη στην αξιοκρατία, την αξιολόγηση, τη
διαφάνεια, την ευθύνη, για να αποτελεί πυλώνα παροχής ποιοτικών υπηρεσιών προς
το σύνολο των πολιτών, από τη χορήγηση του πιο απλού εγγράφου μέχρι την
ολοκλήρωση μελετών για σημαντικά έργα και δράσεις.
Μια τέτοια μεταρρύθμιση θα
αποδυνάμωνε τα πελατειακά δίκτυα και θα περιόριζε σε μεγάλο βαθμό την
κατασπατάληση πόρων και ανθρώπων που είναι αναγκαία για άλλες δράσεις και
υπηρεσίες.
Αυτή η πολιτική
προϋποθέτει συγχώνευση υπηρεσιών, κατάργηση φορέων, νομικών προσώπων και άλλων
δομών διοίκησης σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, παράλληλα με την
κατάργηση αμέτρητων θέσεων αξιωματούχων, συμβούλων, διοικητικών συμβουλίων, που
εν πολλοίς υποκαθιστούν τα υπηρεσιακά στελέχη και επιτείνουν τη γραφειοκρατία
και την αδιαφάνεια.
Και επειδή ο χρόνος της
κρίσης δεν μας ευνοεί, είναι απαράδεκτο να προστίθενται νέες υπηρεσίες, γενικές
και ειδικές γραμματείες, νέες διευθύνσεις και τμήματα, που σημαίνει υποδομές,
αναλώσιμα και περιττό προσωπικό.
Πόροι που θα μπορούσαν να
κατευθυνθούν στην πρόσληψη μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού για τις
επείγουσες ανάγκες των ασθενών και των νοσοκομείων, προσωπικού για τις ΔΟΥ και
τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, για τα δικαστήρια, τη στήριξη των ερευνητικών
κέντρων για τους νέους επιστήμονες, ανάλογο προσωπικό για τα ειδικά σχολεία
κ.λπ.
Και, επιτέλους, πρέπει να
σταματήσει η πολιτική με τους συμβασιούχους, που γίνονται όμηροι στα χέρια κάθε
κυβέρνησης και ικετεύουν για ανανέωση των συμβάσεών τους για να μη μείνουν στο
απόλυτο περιθώριο της ζωής.
Προτεραιότητα η άμεση
εφαρμογή των γραπτών διαγωνισμών για όλες τις ειδικότητες, για να υπάρξει
διαφάνεια, αξιοκρατία, συνέχεια, συνεπεία και αποτελεσματικότητα στη δημόσια
διοίκηση στο σύνολό της (σε κεντρικό, περιφερειακό και αυτοδιοικητικό επίπεδο).
Είναι οπισθοδρόμηση να
γυρίζουμε σε καταστάσεις πριν το 1994.
Είδαμε τους πυροσβέστες
πενταετούς θητείας να ζητούν τη μονιμοποίησή τους, καθαρίστριες να διεκδικούν
τα δεδουλευμένα, συμβασιούχους να αγωνίζονται να κρατήσουν την προσωρινή
δουλειά τους και η κυβέρνηση να υπόσχεται μονιμοποιήσεις, κόντρα στις
συνταγματικές επιταγές.
Ακούσαμε την πρόεδρο της
Ένωσης Διοικητικών Δικαστών κ. Γιανναδάκη, η οποία επισήμανε το τεράστιο
πρόβλημα της καθυστέρησης απονομής δικαιοσύνης, με προτεραιότητα στις
φορολογικές υποθέσεις για να «εισρέουν χρήματα στο κράτος» και γιατί «στη
Διοικητική Δικαιοσύνη μεταφέρονται τα προβλήματα λειτουργίας του κράτους».
Αυτή η αναφορά στη
μεταρρύθμιση του κράτους γίνεται αφενός διότι αυτή μπορεί να γίνει εργαλείο
ανάπτυξης υπηρετώντας συγκεκριμένες αρχές και κανόνες και αφετέρου διότι τα
μέτρα που μας ζητούν, πέραν των άλλων μεταρρυθμίσεων, είναι η μείωση των
δημοσίων δαπανών επειδή μειώνεται ο πλούτος από τις οικονομικά παραγωγικές
δραστηριότητες και για να μην εφαρμοστούν πολιτικές που εδραιώνουν τη
φτωχοποίηση σε ολοένα και περισσότερα στρώματα, που τείνουν να αποδιαλύσουν τα
απομεινάρια του κοινωνικού κράτους.
Και αν έχει ασκηθεί σκληρή
κριτική στις προηγούμενες κυβερνήσεις για το πελατειακό, κομματικό κράτος,
σήμερα δεν έχει κανένας δικαίωμα να επαναλαμβάνει αυτές τις πολιτικές, διότι
πλέον το κράτος και οι πολίτες δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελούν κομματικά
φέουδα. Το πολιτικό σύστημα πρέπει να αναμετρηθεί και να συγκρουστεί με τους
κομματικούς μηχανισμούς και όλοι να τερματίσουν την παρακμή που ακυρώνει κάθε
έννοια αξιοπρέπειας και δικαιοσύνης.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου