Ευγένεια...
Του ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ πρώην βουλευτή,
πρ. ευρωβουλευτή και πρ.
αντιπροέδρου της Ευρωβουλής
Ο Τόμας Χομπς (Hobbes,
1588-1679) –άγγλος πολιτικός στοχαστής και αισθησιοκράτης φιλόσοφος– υπήρξε ο
πρώτος λόγιος στους Νέους Χρόνους που διείδε ΤΗΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΔΥΝΗΤΙΚΗ
ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΗΘΙΚΙΣΜΟΥ και θεώρησε την εξουδετέρωσή του σημαντική
κατάκτηση για την εξασφάλιση της ειρήνης.
Πρόκειται για ασύλληπτη
στην έκτασή της διατύπωση, έστω και αν δεν προκάλεσε πολέμους. (Σε μικρή
κλίμακα διαπιστώνουμε ότι η υποκριτική ευγένεια συνοδεύει την εξόντωση χωρών,
όπως η Ελλάδα, και την οικονομική εξαθλίωση –με το «σεις» και με το «σας»– του
λαού της.)
Οι Γερμανοί και οι
σύμμαχοί τους της Βόρειας Ευρώπης είναι ευγενέστατοι. (Εξαιρείται ο παρανοϊκός
Σόιμπλε.)
Συνεχίζω ακάθεκτος: Ο
Μαρτίνος Λούθηρος (Luther, 1483-1546) –γνωστός και άκρως φιλόδοξος θρησκευτικός
αναμορφωτής των ποικίλων εκδοχών του καθολικισμού– δεν πέτυχε τον στόχο του,
δημιούργησε, όμως, δικό του δόγμα: Τον προτεσταντισμό. Ό,τι χειρότερο και
απεχθέστερο δηλαδή. Θρήσκευμα που το βιώνουμε σήμερα από τη Μέρκελ, η οποία
–ειρήσθω εν παρόδω– είναι κόρη πάστορα των διαμαρτυρομένων. Σύμφωνα με το δόγμα
του Λούθηρου (που υποτίθεται ότι σέβεται και εφαρμόζει η Μέρκελ), οι
προτεστάντες θεωρούν την εργασία προσευχή. Ερώτημα: Η Μέρκελ «ΘΕΩΡΕΙ ΤΗΝ
ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ»; Απάντηση: Ασφαλώς όχι, διότι στην πράξη ενεργεί εκ διαμέτρου
αντίθετα.
Τουτέστιν: Καταργώντας την
εργασία ή μειώνοντάς την στο ελάχιστο, ΚΑΤΑΡΓΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ. Υποπίπτει,
ωστόσο, και σε νέα αντίφαση η εν λόγω κυρία: Κατηγορώντας μας ως τεμπέληδες
προδίδει έμμεσα το θρήσκευμά της. Εμείς μόνο δουλειά θέλουμε. Η «προσευχή»
είναι προσωπική υπόθεση της καθεμιάς και του καθενός. Όπως ακριβώς και τα
όνειρα, τόσο στον ύπνο μας όσο και στον ξύπνιο μας.
Επανέρχομαι τώρα στον
Τόμας Χομπς και τα εκτυλισσόμενα νταραβέρια του με τον προ πολλού θανόντα
Λούθηρο. Συνδυάζοντας τις χρονολογίες γέννησης και θανάτου του Χομπς και του
Λούθηρου, προκύπτει το εξής αξιοσημείωτο: Ο Χομπς γεννήθηκε 42 ολόκληρα χρόνια
μετά από τον θάνατο του Λούθηρου. Άρα, είχε στη διάθεσή του άπλετο χρόνο για να
βιώσει, όχι απλώς να μελετήσει, τις δραστηριότητες και τις δολιχοδρομίες του
απεχθούς για εκείνον προτεστάντη. Δεδομένου, μάλιστα, ότι ο διάσημος άγγλος
στοχαστής, εκτός από την αισθησιοκρατική φιλοσοφία του, ήταν και θιασώτης του
εμπειρισμού –ελάμβανε, δηλαδή, υπ’ όψιν του την εκάστοτε συγκυρία– απέδειξε
περίτρανα τον θρίαμβό του επί του Λούθηρου.
Δεν επιδίδομαι σε δόγματα
του χριστιανισμού από καπρίτσιο ή από μια κίβδηλη βούληση να πρωτοτυπήσω. Το
πράττω, επειδή επιθυμώ να φέρω τα πάντα σε συσχετισμό με την πρόσφατη
γερμανοκρατούμενη επταετία.
Αναφερόμενος στους δύο
(Χομπς και Λούθηρο), είμαι υποχρεωμένος να κάνω έστω μια γενικόλογη νύξη για
τον μέγα κοινωνιολόγο Μαξ Βέμπερ (Weber, 1864-1920), ο οποίος απεβίωσε νεότατος
–56 ετών–, αφήνοντας πίσω του τεράστιο έργο. Ανέλυσε στα συγγράμματά του την
έννοια του «ιδεατού τύπου». Πρόκειται για κολοσσιαία προσφορά στους
ενδιαφερόμενους νέους επιστήμονες.
Εξάλλου στο πολύκροτο
δημιούργημά του με τίτλο «Κοινωνιολογία των θρησκειών» δεν περιορίζεται στις
εκφάνσεις του χριστιανισμού. Αντίθετα επεκτείνεται στον ιουδαϊσμό, αλλά και σε
άλλες θρησκείες προκειμένου να συναγάγει συμπεράσματα ευρύτερης μορφής για τον
άνθρωπο και την βαθύτερη φύση του. Δεν με συγκινεί, όμως, ο Weber, παρά την
αναμφισβήτητη αξία του. Ό,τι διάβασα από κείμενά του, διάβασα. Και μάλιστα με
κόπο. Ενώ ο Hobbes είναι άλλο πράγμα. Ζουμερός και σφύζει από ευρηματικότητα.
Εάν πάμε χρονικά πολύ πιο
πίσω συναντάμε πλειάδα εξαίρετων σοφιστών. Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης υπερβαίνει
θετικά κατά πολύ τα εσκαμμένα, ταιριάζοντας με τον τίτλο του παρόντος άρθρου.
Έγραψε στο έργο του «μετά τα φυσικά»: «Ευγενές μεν έστι το εξ αγαθού γένους,
γενναίον δε το μη εξιστάμενον εκ της αυτού φύσεως». («εξιστάμενον»=εξερχόμενο.)
Τι θα συμβούλευε τον Αλέξη
Τσίπρα, αν ζούσε σήμερα ο Αριστοτέλης και είχε προσαρμοστεί στο νέο του
περιβάλλον; Υποθέτω να σπουδάσει φιλοσοφία, μελετώντας τα καλύτερα αρχαία
κείμενα, και να πάψει να ασχολείται με την πολιτική, διότι είναι ακατάλληλος.
Ως προς την ενασχόληση με την τρέχουσα πολιτική θα επαινούσε μόνο τον Κώστα
Καραμανλή, συνιστώντας του να ηγηθεί δυναμικά της χώρας μας. Μιας χώρας που
είναι σήμερα πολιτικά (αλλά και πολιτιστικά) ακέφαλη. (Ο ογκόλιθος Μίκης
Θεοδωράκης, ζώντας ακόμα, υπάγεται ήδη στην αρμοδιότητα της Ιστορίας.)
Υστερόγραφο: Την Τετάρτη ο
Γιώργος Σταματόπουλος της «Εφημερίδας των Συντακτών» έγραψε: «Την ώρα που η
γερμανική κυβέρνηση αρνείται να δώσει αποζημιώσεις στα θύματα της ναζιστικής
θηριωδίας στην Ελλάδα, αμείβει με παχυλές συντάξεις όχι μόνο τα πρώην στελέχη
των SS, που ήσαν οι πρωτοστάτες της θηριωδίας, αλλά ακόμη και τα στελέχη των
ισπανικών ταγμάτων του Φράνκο, που συνεργάστηκαν με τους ναζί», επικαλούμενος
μαρτυρία του γερμανού βουλευτή της «Die LinKe», Αντρέι Χούνκο, που τον ανάγκασε
να πει πως ντρέπεται που είναι Γερμανός. Και ο Γιώργος Σταματόπουλος προσθέτει:
[…] «Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έχει εκδώσει αμετάκλητη απόφαση από τον
Απρίλιο του 2000, μετά την απόρριψη αναίρεσης που άσκησε το Γερμανικό Δημόσιο».
[…] Και καταλήγει: «Χρειάζεται μόνο μία υπογραφή υπουργού Δικαιοσύνης την
οποία, εδώ και δεκαεπτά χρόνια, κανένας Έλληνας υπουργός Δικαιοσύνης δεν έχει
βάλει. Έχουν περάσει δεκαπέντε υπουργοί Δικαιοσύνης από το 2000. Δεν το έκανε
κανείς».
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου