ΝΑΚΛΙΑ
ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ
Γράφει ο Μιχάλης Χουρδάκης
Του
Μπρόκου
Ο Μπρόκος από την Τουρλωτή
για να τα βγάλει πέρα ήκανε πρώτα το τζαγκάρη ύστερα το μπακάλη εξόν από τα
ξωτάρικα, μα τα βερεσέδια του μπακάλικου εδίνανε κι επαίρνανε, ίσαμε που
εποφάσισε να κάνει το μυλωνά.
Επολέμα αυτός να πάρει
οπίσω τα βερεσέδια, μα δεν εκατάφερε πράμα.
Σε μια ξαλεσά του μύλου,
εσκέφτουντο τα βερεσέδια που ‘χασε κι εστέλιωσε τη μαντινιάδα:
- Μπροκάκη με φωνάζουνε,
μα τ’ όνομά ‘χω μόνο,
όλοι ντως με μπροκώνουνε,
αντί να τσοι μπροκώνω.
Του
Φουκαρονικόλη
Όντεν ήτονε ακόμη η Σχολή
τση Χωροφυλακής στον Άγιο, ανεβόλεψε μιαν ημέρα στο Οροπέδιο ένας
μεγαλομπακάλης ντόπιος με το φορτηγό ντου, να ‘πα ‘γοράσει πατάτες, γιατί
είχενε μεγάλη παραγγελιά.
Εγύριζε τα χωριά κι ήφταξε
στον Αβρακόντε νυχτωπά, εβρήκε το Φουκαρονικόλη απού ‘χενε καμπόσα τσουβάλια
πενηντάρια στην αποθήκη, ήψε ο Νικολάκης το λύχνο, επήρε κι ο μπακάλης τον
καμπανό κι εμπήκανε στην αποθήκη να ζυάσουνε.
Ζυάζει το πρώτο τσουβάλι ο
Αγιονικολιώτης και λέει.
- Νικολάκη, ετούτο το σακί
λέει δε λέει 49.
Ζυάζει το δεύτερο, λέει
47, το τρίτο 45.
Δεν εμίλιε ο
Φουκαρονικόλης, μα μιαν κοπανιά φυσά και σβήνει το λύχνο.
- Γιάντα, μπρε, ήσβησες το
λύχνο, είπε ο μπακάλης.
- Όι, εσύ δα με κλέβεις κι
εγώ δα σου βαστώ και φανάρι! Δεν πουλώ τσι πατάτες, κουμπάρε
ΝΙΣΠΙΤΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου