Νάκλι*
τση σαρακοστής
Γράφει ο Μιχάλης Χουρδάκης
Νίσπιτας
Σχετικό με τη σαρακοστή
είναι και το παρακάτω νάκλι, που δείχνει πως εννοούσαν παλιά ορισμένοι
καλόγεροι τις μέρες αυτές της νηστείας :
«Τρία – τέσσερα αυγά
εχάνουντο κάθα μέρα από τον κούμο ΄νούς μοναστηριού, σαρακοστή καιρό, κι ο
γούμενος εψυχανεμίστηκε πως τα κλέφτει ένας καλόγερος.
Επαρακάτσεψε το λοιπός,
είδε το Σωφρόνιο που ΄μπαινε στον κούμο, ήπαιρνε τ’ αυγά και γλακητός
εκλειδομανταλώνουντο στο κελί. Πάει ξανοίγει από την κλειδαρότρυπα ο γούμενος,
και θωρεί το Σωφρόνιο να βάνει ένα αυγό στο κουτάλι και να το ψήνει με τη φωθιά
΄νούς κεριού. Δίνει μια τση πόρτας, μπαίνει μέσα και κάνει του καλόγερου.
- Σα δε ντρέπεσαι,
σαρακοστή να κλέφτεις και να ψήνεις ετσά λοής τ’ αυγό!
- Ο σατανάς άγιε ΄γούμενε.
Ο σατανάς μ’ αρμήνεψε, απηλοήθηκε ο κλέφτης.
- Ψώματα ΄γούμενε, ήβαλε
τσι φωνές ο σατανάς απού ήτονε στεμένος στη γωνιά του κελιού. Ο Σωφρόνιος μ’
έμαθε κι εμένα ετούτο το κόλπο. Εγώ δεν το κάτεχα!»
Περί
νηστείας της Σαρακοστής
Στη Δύση βέβαια των
καθολικών, ο θεσμός της νηστείας δεν ήταν ποτέ αυστηρός. Κάθε άνθρωπος,
μπορούσε ελεύθερα να φάει ψάρι και αυγά, όμως το κρέας απαγορεύονταν αυστηρά κι
αν έτρωγε κάποιος και υπήρχε καταγγελία στις θρησκευτικές αρχές, μαστιγώνονταν
αλύπητα, αλλά και ο χασάπης που το πούλησε.
Αναφέρεται μαστίγωμα ενός
Γάλλου, Πασσένι, στην είσοδο του καθεδρικού ναού της Σενς επειδή, μέρες
νηστείας, έφαγε φασόλια ξερά με το λαρδί. Αυτό, στη Γαλλία του 1222. Ο Πασσένι
όμως δε συνετίστηκε, αφού και τον ερχόμενο χρόνο έφαγε λαρδί, οπότε ο καθολικός
επίσκοπος της περιοχής διάταξε τη θανάτωσή του. Την ίδια περίοδο και επειδή η
εισαγωγή κρεάτων στο Παρίσι ήταν απαγορευμένη, οι καλοφαγάδες έφερναν από το
εξωτερικό, κρέας, κρυμμένο σε μπαούλα και κασέλες.
Στα παλιά τα χρόνια, οι
μέρες περνούσαν μέσα στην κατανυχτική προσευχή. Οι άνθρωποι, μονοιασμένοι μέσα
στην αγραμματοσύνη τους είχαν πίστη που ξεπερνούσε τα γήινα σύνορα κι έφτανε
στο κατώφλι του παραδείσου.
Και οι άρρωστοι νήστευαν
κι αν ακόμη ένας βαριά άρρωστος ή μια αδυναμισμένη λουχούνα από ανάγκη έτρωγε
λάδι, τότε, η γυναίκα που μαγείρευε, έπρεπε να κάμει σαράντα μετάνοιες για
συχώρεση της αμαρτίας αυτής.
Συμμετέχοντες όλοι στη
νηστεία με πεντακάθαρη ψυχή, ήσαν έτοιμοι πια, να μετέχουν και στη χαρά της
Ανάστασης, άσχετα από το ότι σ’ αυτή τη Μεγάλη Γιορτή της Πίστης μας μετέχουν
και προσκαλούνται να μετέχουν «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες».
Γράφει ο Λασκαράτος :
«Εκείνες τες ημέρες τους πιάνει (σ.σ. τους νηστεύοντες χριστιανούς) ένα είδος
σοβαρότητος … πεισμώνουνε με την κοιλιά τους και δεν της βάζουνε μέσα, παρά
κάποια φαγητά που αυτοί ονομάζουνε σαρακοστιανά και αρνούνται με αυστηρότητα
κάποια άλλα, τα οποία ονομάζουν’ πασκαλινά. Τους έρχεται ένας είδος μανίας για
την οποία τούτες τις μέρες μισούνε περσότερο παρά ποτέ όλους τους άλλους
ανθρώπους όπου δεν είναι χτυπημένοι από την ίδια παραφροσύνη. Οι ιδιαίτερες σχέσεις
μεταξύ των νηστευόντων συσφίγγονται, όχι όμως δια της αγάπης, αλλά δια της
επαγρυπνήσεως, επειδή ο καθένας επαγρυπνάει τον άλλονε μη φάει πασκαλινά, για
να τον κατακρίνη. Και όλο τούτο γι’ αγάπη Χριστού ο οποίος εδίδαξε το άτοπον
της υλικής λατρείας και εκήρυξε την αγάπη!».
Μέχρι το 750 μ.Χ. η
Ορθόδοξη Εκκλησία δεν όριζε άλλη νηστεία, μόνο αυτή του Πάσχα. Οι άλλες
νηστείες (15 Αυγούστου, Χριστουγέννων, Αγίων Αποστόλων) ήσαν άγνωστες. Και η
νηστεία όμως του Πάσχα ήταν ακαθόριστου χρόνου. Άλλοι νήστευαν μόνο τη Μ.
Εβδομάδα, άλλοι νήστευαν μόνο το απόγευμα ή το βράδυ, άλλοι πάλι από το βράδυ
της Μ. Πέμπτης ως την Ανάσταση. Ένα παραμένει γεγονός. Ότι ο χρόνος νηστείας
ήταν καιρός μετάνοιας και προσευχής.
Γιορτές, γάμοι, βαφτίσια,
δεν γίνονταν μέρες νηστείας, ούτε όμως και θανατικές ποινές εκτελούνταν.
Κατά τη διάρκεια της
Σαρακοστής, έχουν πάψει βέβαια να τηρούνται τα έθιμα του λαού που έφτασαν από
την αρχαιότητα ως πριν λίγο από τις μέρες μας και αφορούν προλήψεις,
παρατηρήματα, δοξασίες όπως π.χ. των αγιώ Σαράντα πρέπει να παίξομε σαράντα
σκαπεθιές στο χωράφι για ν’ αφρατήνει το χώμα, σαράντα φύλλα τσόχου πρέπει να
φάμε την ίδια μέρα για να είμαστε όλο το καλοκαίρι απρόσβητοι από δάγκαμα όφη.
Δε λείπουν ασφαλώς οι
πανηγυρικοί εορτασμοί κατά τη διάρκεια της σαρακοστής αφού γιορτάζομε στις 25
του Μάρτη την Εθνική μας Παλιγγενεσία.
Έθιμα όμως και παράτες συνδυάζονται
με θρησκευτικούς εορτασμούς, οπότε υπάρχει το συχωρεμένο από πλευράς θρησκείας.
Με τα χρόνια, η νηστεία
της σαρακοστής πήρε τη μορφή εθίμου τηρούμενου από μεγάλη μερίδα του λαού μας.
Πολλές συζητήσεις είχαν
γίνει στο παρελθόν και συνεχίζονται ακόμη, για το αν η νηστεία αυτή είναι δόγμα
θρησκευτικό ή υπερβολή ή επιβολή τιμωρίας από κύκλους του Μεσαίωνα. Θεολόγοι
και κληρικοί υποστηρίζουν ότι η νηστεία της σαρακοστής, καθιερώθηκε ώστε με την
τήρησή της να καταλαγιάσουν τα σαρκικά πάθη των χριστιανών, λόγω της αποχής από
την ευωχία.
Ο Λασκαράτος εξετάζει το
πράμα και «απού κάτου σε μιαν άλλη όψη». Γράφει λοιπόν : «Είναι τάχα αληθινό
πως τα λεγόμενα σαρακοστιανά φαγητά, καταπραΰνουνε της σαρκός τα πάθη
περισσότερο παρ’ ότι ήθελε κάμουνε τα λεγόμενα πασχαλινά;
Για να λύσωμε τούτο το νέο
ζήτημα, μας φθάνει να ρίξωμε μια ματιά απάνου στα σαρακοστιανά και πασχαλινά
τραπέζια.
Εδώ είναι μία όρνιθα
βρασμένη στο ζουμί της, εκεί ένα χταπόδι με αλιάδα (σ.σ. σκορδαλιά). Ας μην
προχωρήσωμε περισσότερο, η μοναχή (σ.σ. μοναδική) μυρουδιά της αλιάδας δικάει
(σ.σ. φτάνει) για να μας ανάψη το αίμα, να μας μεθύση και ακολούθως να λύση το
ζήτημα …».
Σαρακοστή, θα πει
αλλαξοφαγία, ενώ νηστεία παναπεί αποχή από φαγητό.
ΝΙΣΠΙΤΑΣ
Τουρκοκρητικοί (φωτο http://eranistis.net)
*Νάκλι
Το νάκλι στην
(τουρκο)κρητική διάλεκτο σημαίνει την προφορική αφήγηση, την ανεκδοτολογική
διήγηση, το παραμύθι για μεγάλους. Η αφήγηση γινόταν κάθε βράδυ με νέα ιστορία,
στο φαρδύ πατάρι του λιμανιώτικου καφενέ, όπου σύχναζαν «οι μεγαλοσιάνοι
Τούρκοι» και ακολουθούσε μια σταθερή τελετουργία. Αργά, την ώρα που μαζεύονταν
όλοι στις θέσεις τους, πίσω από τους καλοσυγυρισμένους αργιλέδες, «έφτανε και ο
παραμυθάς που θάλεγε το νάκλι, ήτοι το παραμύθι της βραδιάς».
Η φαντασία και το
περίτεχνο ψέμα είναι η δύναμη εκείνη, που γεννά το νάκλι. Όλοι γνωρίζουν ότι
ακούνε ψέματα, όμως το ψέμα, που μαγεύει την ομήγυρη, κανένας δεν το
κουβεντιάζει, δεν το διακόπτει και δεν το αμφισβητεί. «Η ψυχή πιάνεται στο
δίχτυ τούτο σαν μύγα στην αραχνιά. Αποξεχνιέται ο άνθρωπος, παραδίνεται στον
ξελογιάστη σκοπό, λαχανιάζει στις δύσκολες στιγμές, καλοκαθίζει ν΄ακούσει,…η
φωνή του παραμυθά εδώ φουσκώνει, παρέκει σιγανεύει, μια λυγίζεται και μια το
μουρμουρίζει…οι τσελεπήδες κρέμουνται από τα χείλη του παραμυθά. Κάποια στιγμή
η κλωστή κόβεται, το παραμύθι ξεπουπουλιάζεται μεμιάς και τα κορμιά
μονοσωριάζονται εκεί που κάθουνται, σα να ξεφούσκωσαν».
Αυτή είναι η ζωντανή μορφή
του τούρκικου παραμυθιού, που συνιστούσε, κατά τα φαινόμενα, μια μοναδική περίπτωση
ζωντανής και ομαδικής λογοτεχνικής ψυχαγωγίας, στις «συνόδους» των ανδρικών
ομίλων στα καφενεία της Κρήτης. Σίγουρα ανάλογες εικόνες υπήρχαν μέσα στα
σπίτια, στις συγκεντρώσεις των γυναικών, των μητέρων με τα παιδιά και των
γιαγιάδων με τα εγγόνια τους. [Πηγή: Σταύρος Γ. Πλανάκης/Πανεπιστήμιο
Κρήτης/Φλεβάρης 2003 ]
http://www.nakli.gr/el/content/το-ιστορικό-νάκλι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου