Translate -TRANSLATE -

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Θεοφάνεια : Ανανέωση των υδάτων, αναγέννηση του κόσμου και του χρόνου



Η Βάπτισις του Χριστού. Ψηφιδωτό από την βυζαντινή μονή Παμμακαρίστου στην Κωνσταντινούπολη

Θεοφάνεια

Τα Θεοφάνεια (ή Θεοφάνια) είναι μεγάλη ετήσια χριστιανική εορτή της Βάπτισης του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Εορτάζεται στις 6 Ιανουαρίου και είναι η τρίτη και τελευταία εορτή του Δωδεκαημέρου (εορτών των Χριστουγέννων). Το όνομα προκύπτει από την φανέρωση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας που συνέβη σύμφωνα με τρεις σχετικές ευαγγελικές περικοπές. Η εορτή των Θεοφανείων λέγεται επίσης και Επιφάνεια και Φώτα (ή Εορτή των Φώτων). Σε αυτή την εορτή γιορτάζουν τα ονόματα Φωτεινή, Φανή, Φώτιος, Τριάδα, Ουρανία, Ιορδάνης, Ιορδάνα, Περιστέρης, Περιστέρα, Θεοφάνης, Θεοφανία και Θεοχάρης.

Ιστορικό

Κατά τις ευαγγελικές περικοπές στις αρχές του 30ου έτους της ηλικίας του Ιησού, ο Ιωάννης (ο Πρόδρομος), γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο επιλεγόμενος στη συνέχεια Βαπτιστής, που ήταν 6 μήνες μεγαλύτερος του Χριστού, και διέμενε στην έρημο, ασκητεύοντας και κηρύττοντας το βάπτισμα μετανοίας, βάπτισε με έκπληξη και τον Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό. Κατά δε τη στιγμή της Βάπτισης κατέβηκε από τον ουρανό το Άγιο Πνεύμα υπό μορφή περιστεράς στον Ιησού και ταυτόχρονα από τον ουρανό ακούσθηκε φωνή που έλεγε ότι: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα». Η φράση αναφέρεται στα ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά, ενώ απουσιάζει από αυτό του Ιωάννη.
Αυτή δε είναι και η μοναδική φορά της εμφάνισης, στη Γη, της Αγίας και ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος υπό του πλήρους «μυστηρίου» της Θεότητας. Τα Θεοφάνεια ονομάζονται έτσι επειδή η φωνή του θεού ακούστηκε στη γη. Για αυτό ονομάστηκαν έτσι Θεό+Φάνεια. Ο Θεός φάνηκε στην γη, Θεός+φάνηκε.
Το πότε καθιερώθηκε να εορτάζεται η μνήμη του γεγονότος της Βάπτισης του Ιησού δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα. Φαίνεται όμως ότι αναφάνηκε πολύ νωρίς στη πρώτη Εκκλησιά των Χριστιανών. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (Στρωμ. βιβλ. α΄) αναφέρει πως κάποιοι αιρετικοί, οι περί τον Βασιλείδη γνωστικοί στις αρχές του Β΄ αιώνα εόρταζαν την ημέρα της Βάπτισης του Κυρίου «προδιανυκτερεύοντες» και ότι η εορτή αυτή γινόταν κατ΄ άλλους μεν στις 6 Ιανουαρίου, κατ΄ άλλους στις 10 Ιανουαρίου.
Κατά δε τον 3ο αιώνα η εορτή φαίνεται κοινότατη σε όλη την Χριστιανική Εκκλησία. Έτσι ενώ ο Gieseler (Kirchengeschichte I ,376) δέχθηκε ότι πρώτοι οι Βασιλειδιανοί καθιέρωσαν την εορτή των Θεοφανείων ο Neander (Kirchengeschichte I 386) θέτει το ερώτημα: πως από αιρετικούς το δέχθηκε η Εκκλησία;
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραδέχεται και περιγράφει την εορτή ως αρχαία πανήγυρης μάλλον στην Αντιόχεια τη Μεγάλη, και ότι από εκεί την παρέλαβαν οι Γνωστικοί Βασιλειδιανοί... Κατά δε τις Αποστολικές Διαταγές (η΄ 38) η εορτή των Επιφανείων «ήγετο δια το εν αυτή ανάδειξιν γεγενήσθαι της του Χριστού θεότητος».
Στο τέλος του 3ου αιώνα προστέθηκε και άλλη έννοια στον εορτασμό αυτό που άρχισε να πανηγυρίζεται και ως ημέρα της «εν σαρκί» φανερώσεως του Κυρίου. Ούτως και στην Αλεξάνδρεια κατά τον Κασσιανό, και στη Κύπρο κατά Επιφάνιο. Από της εποχής λοιπόν αυτής άρχεται, κατά το πιθανότερο, και ο εορτασμός των Χριστουγέννων.
Κατά τον 4ο αιώνα η εορτή των Θεοφανείων γιορτάζεται πλέον με λαμπρότητα σε όλη την ανατολική Εκκλησία ως εορτή του φωτισμού της ανθρωπότητας δια του Αγίου Βαπτίσματος, απ΄ όπου και το όνομα «Τα Φώτα», εορτή «των Φώτων» (Γρηγόριος Ναζιανζηνός λόγος 39, Αστερίου Αμάσ. Λόγος εις «εορτών των Καλανδών»).
Στη Δύση τα Θεοφάνεια απαντώνται στα μέσα του 4ου αιώνα, αλλά από της εποχής αυτής φαίνεται στη Ρωμαϊκή Εκκλησία και άλλη μια εορτή αφιερωμένη στη κατά σάρκα Γέννηση του Ιησού στις 25 Δεκεμβρίου. Όταν πλέον καθιερώθηκε αυτή η ημερομηνία για τα Χριστούγεννα σε όλο τον Χριστιανικό κόσμο έγινε και ο διαχωρισμός της εορτής των Φώτων στις 6 Ιανουαρίου, στα μέσα του 6ου αιώνα.
Ως κύριες τελετές των Θεοφανείων θεωρούνται οι παρακάτω:

  • Μέγας Αγιασμός (Θρησκευτική τελετή που λαμβάνει χώρα εντός των Εκκλησιών).

  • Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού (Θρησκευτική τελετή που ακολουθεί του Μεγάλου Αγιασμού και γίνεται η κατάδυση του Σταυρού σε ακτή Θάλασσας, εντός λιμένων, όχθες ποταμών ή λιμνών και στην ανάγκη σε δεξαμενές νερού όπως στην Αθήνα.[1]

Υμνολογία



Αρχαία φαίνεται και η συνήθεια της τέλεσης του Μεγάλου Αγιασμού την ημέρα των Θεοφανείων, όπου ψάλλονται τα τροπάρια του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Σωφρονίου και το κοντάκιο του Ρωμανού του Μελωδού.

Απολυτίκιο Θεοφανείων

«Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε
η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις
του γαρ Γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει Σοι
αγαπητόν Σε Υιόν ονομάζουσα
και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς
εβεβαίου του λόγου το ασφαλές
Ο επιφανείς Χριστέ ο Θεός
Και τον κόσμον φωτίσας δόξα Σοι»



Κοντάκιο Θεοφανείων

«Επεφάνης σήμερον τη οικουμένη
και το Φως Σου Κύριε εσημειώθη εφ΄ ημάς
εν επιγνώσει υμνούντας Σε
Ήλθες εφάνης το Φως το απρόσιτον»

Μεγαλυνάριο Θεοφανείων

«Σήμερον επέφανεν ο Σωτήρ
εν μορφή ως δούλου βαπτισθήναι
μετά σαρκός υπό Ιωάννου
εν Ιορδάνου ρείθροις
ίνα βροτών εκπλύνει
τα παραπτώματα»

Έθιμα


 Αγιασμός των υδάτων από Ελληνορθοδόξους στην Αυστραλία



Στην Ελλάδα, αλλά και στις χώρες όπου υπάρχουν απόδημοι Έλληνες, τα έθιμα των Θεοφανείων είναι τα εξής:


  • Τα παιδιά τη παραμονή της εορτής και την επόμενη ημέρα λένε τα Κάλαντα Φώτων. Από θεολογική άποψη, απαλλαγμένα από κάθε άλλη επιρροή θεωρούνται μόνο αυτά που λέγονται στην Πάτμο. Αρχίζουν με τη δημιουργία του κόσμου και την ημέρα που ο Θεός όρισε τα ύδατα. Συνεχίζουν με το προπατορικό αμάρτημα της Εύας και μετά αναγγέλλουν τη Βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό με μόνιμη επωδό το «Καλή σου μέρα Αφέντη με την Κυρά».

H ανέλκυση του Σταυρού (το "πιάσιμο του Σταυρού") από κολυμβητές, τους Βουτηχτάδες. Αυτός που πιάνει το Σταυρό αφού πρώτα το φιλήσει το περιφέρει στις οικίες και λαμβάνει πλούσια δώρα. Απεικόνιση του εθίμου υπάρχει στην ταινία "Μανταλένα".

  • O Αγιασμός των οικιών από τους ιερείς,

  • Tο "Πλύσιμο" των εικόνων (Δείτε παρακάτω Λαογραφία) και

  • O χορός των καλικάντζαρων.




Προσωποποίηση του ποταμού Ιορδάνη, λεπτομέρεια από την παράσταση της Βάπτισης στο ναό του Πρωτάτου, Άγιον Όρος. Κατά το «θείον πρότυπο», τη στιγμή της κατάδυσης του Σταυρού-Χριστού όλα τα νερά του κόσμου μετατρέπονται στα νερά του Ιορδάνη.



Τα Θεοφάνια

Η ανανέωση των υδάτων και η αναγέννηση του Κόσμου και του Χρόνου

Του Βιτάλη Ζαϊκόφσκι
Φιλόλογου-Ερευνητή Πανεπιστημίου Κιέβου
Δρος Πανεπιστημίου Αθηνών

ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ ή η Επιφάνεια, η γιορτή της Βάπτισης του Χριστού, είναι από τις σημαντικότερες γιορτές του ορθόδοξου κόσμου. Στα έθιμα και τις δοξασίες της η χριστιανική πίστη συνδέθηκε στενά με τις πανάρχαιες αντιλήψεις για το ιερό και το καθημερινό, sacral και prophane.
Η ονομασία της γιορτής μπορεί να συσχετιστεί με τα αρχαιοελληνικά Θεοφάνια (π.χ. τα δελφικά)· αναφέρονται και οι δύο στην εμφάνιση του Θεού, με την ακμαία φανέρωση του θεϊκού, του ιερού, που εκδηλώνεται υπό μορφή θαυμάτων τη νύχτα της παραμονής των Φώτων. Στους Έλληνες και στους ορθόδοξους Σλάβους ήταν πλατιά διαδεδομένη η πίστη ότι τη νύχτα αυτή η θάλασσα γίνεται γλυκιά και πίνεται, το νερό στα ποτάμια και τις βρύσες μετατρέπεται σε κρασί, «ανοίγουν τα ουράνια» και τη στιγμή εκείνη εκπληρώνονται οι ευχές.
Δογματικώς η βάπτιση του Χριστού συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου. Κατά την αρχέτυπη αντίληψη τα Θεοφάνεια/Φώτα κλείνουν το άνοιγμα στο χρόνο της περιόδου των Αβάφτιστων ημερών, του «ιερού χάους» της αναγέννησης του Χρόνου και του Κόσμου. Η γιορτή αυτή είναι η πραγματική αρχή του Ανανεωμένου Χρόνου, γι' αυτό σε πολλά μέρη της Ελλάδας θεωρείται ως η μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου. Τα Φώτα πρωτοφορούσαν οι άνθρωποι κάθε καινούργιο ρούχο «για να φωτιστεί», τότε γινόταν και η έναρξη των θαλασσινών ταξιδιών: «Τώρα αγιάζουν τα νερά και φεύγουν τα καράβια...».
Η μεγάλη έξοδος από το ιερό χάος άρχιζε την παραμονή των Θεοφανίων με τον μικρό αγιασμό και με το λούσιμο για πρώτη φορά στις μέρες αυτές, αφού η παράδοση απαγόρευε να λουστούν και να πλένουν ρούχα στη διάρκεια του ιερού χρόνου του Δωδεκαήμερου.
Η ανανέωση του κόσμου άρχιζε από την ανανέωση των υδάτων -πρακτικά με την εκκένωση των αγγείων με νερό την παραμονή των Θεοφανίων, συμβολικά με τον αγιασμό των υδάτων με την κατάδυση του σταυρού στο νερό. Αυτός που έβρισκε το σταυρό ήταν ο τιμημένος του χωριού και τον περιέφερε στα σπίτια για προσκύνημα και για χρηματικές προσφορές. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας τον έλεγαν «κουμπάρο» ή «νουνό», στον Πόντο «δεξάμενο». Τίνος «νονός», και γιατί; Η εξήγηση είναι αρκετά απλή. Αφού κάθε τελετή έχει ένα «θείον πρότυπο», κάθε μεγάλη γιορτή σημαίνει επανάληψη, αναπαράσταση κάποιου ιερού γεγονότος. Έτσι τα Θεοφάνεια επαναλαμβάνεται η βάπτιση του Χριστού· τα περιστέρια γίνονται το Πνεύμα του Θεού· ο σταυρός που πέφτει στο νερό είναι ο ίδιος ο Χριστός· και ο ήρωας της ημέρας γίνεται «νονός» του Χριστού, αφού η παράδοση θέλει ο κάθε βαφτισμένος να έχει και τον ανάδοχο του.
Η αρχαιότερη όμως ιδέα είναι ότι κατά τη διάρκεια του ιερού χρόνου του Δωδεκαήμερου επαναλαμβάνεται η Κοσμογονία, η δημιουργία του Κόσμου και του Χρόνου. Το Σύμπαν επανέρχεται στην κατάσταση του χάους της αρχικής Δημιουργίας, ο Ιερός, ο Άλλος κόσμος και ο ανθρώπινος κόσμος συμπίπτουν, και κάθε πράξη ή ενέργεια παίρνει διάσταση κοσμική, επηρεάζει όλο το Σύμπαν. Γι' αυτό υπήρχαν αυστηρές απαγορεύσεις εργασιών για τις γιορτινές ημέρες, ιδιαίτερα εργασιών που συνδέονται με «μαγικές» πράξεις, όπως πλέξιμο, ύφανση, πλύσιμο, λούσιμο, σκούπισμα κ.λπ. Η επαφή με τον Ιερό κόσμο και χρόνο απαιτεί αυστηρή τήρηση όλων των κανόνων και απαγορεύσεων, γιατί το ιερό, το θεϊκό, είναι συνήθως επικίνδυνο για τους θνητούς. Η λαϊκή συνείδηση συχνά δεν ξεχωρίζει το ιερό και το βλαβερό: το Δωδεκαήμερο λέγεται και Αβάφτιστες μέρες, Καλικαντζουμέρια, Παγανά, αλλά και Καλές μέρες, Άγιες νύχτες. Άρα οι καλικάντζαροι, τα παράξενα αυτά πλάσματα της λαϊκής φαντασίας με τα χίλια πρόσωπα κι ονόματα δεν είναι παρά οι «εκπρόσωποι» του Άλλου κόσμου, που εμφανίζονται στη διάρκεια του «ιερού χάους» και εξαφανίζονται με την αναδημιουργία του Κόσμου. Όμως η λαϊκή παράδοση, βάζοντας παλιό κρασί στα καινούργια τουλούμια, συνθέτει αρχαίες και μεταγενέστερες ιδέες και αντιλήψεις στην πίστη ότι οι καλικάντζαροι φεύγουν με το αγιασμό του νερού την παραμονή των Φώτων.
Το παλιό και το καινούργιο συνδέονται επίσης στην πίστη για τη δύναμη του αγιασμένου νερού και της δωδεκαμερίτικης στάχτης. Όλοι οι λαοί του ορθόδοξου κόσμου απέδιδαν μεγάλη δύναμη στο αγιασμένο, ανανεωμένο νερό των Θεοφανείων: έπλεναν στη θάλασσα τις εικόνες του σπιτιού και της εκκλησίας, οι γεωργοί «ανανέωναν» με αυτό τα εργαλεία τους. Όπως παρατηρεί ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας, «με το πέρασμα του χρόνου όλα τα πράγματα, και τα πλέον ιερά, μολύνονται, εξασθενούν και χάνουν την αρχική τους δύναμη και αξία». Το νερό του μεγάλου αγιασμού το έφερναν στα σπίτια και όλοι έπιναν από αυτό, ράντιζαν με ένα κλαδί ελιάς ή βασιλικού όλους τους χώρους του σπιτιού, τους σταύλους και τα ζώα, τα δέντρα και τα άλλα φυτά για να καρποφορήσουν και να μην αρρωσταίνουν, τα χωράφια και τα αμπέλια για να τα προφυλάξουν από ασθένειες, ακόμα και τα βαρέλια του κρασιού. Τον αγιασμό τον θεωρούσαν πανάκεια, πίστευαν ότι μπορεί να θεραπεύει τη θερμασιά και την ελονοσία, τον φύλαγαν στο εικονοστάσι όλο το χρόνο και τον χρησιμοποιούσαν για να γιατρεύουν διάφορες αρρώστιες.
Αποτρεπτική, καθαρτική δύναμη είχε και η στάχτη του Δωδεκαήμερου, που κατά τη διάρκεια των Αβάφτιστων ημερών δεν την πετούσαν, «για να μη φύγει και το βίος του σπιτιού μαζί της, αλλά και να μη μαζεύονται εκεί και μουγκρίζουν οι καλικάντζαροι». Την παραμονή των Φώτων τη μάζευαν από τις εστίες και την έριχναν γύρω από το σπίτι, στον κήπο, για να προστατέψει τα φυτά από τα «μαμμούδια», την ανακάτευαν με το σπόρο για να μη βγάζουν τα γεννήματα δαυλό κ.λπ.
Ενώ ο μεγάλος αγιασμός έπαιρνε τη δύναμη του από την κατάδυση του Σταυρού-Χριστού στα νερά του Ιορδάνη -στα οποία, κατά το «θείον πρότυπο», μετατρέπονται εκείνη τη στιγμή όλα τα νερά του κόσμου-, η «δωδεκαμερίτικη» στάχτη τη  μαγική ισχύ της την αποκτούσε εξαιτίας της επαφής   με   τους   «εκπρόσωπους»   του Άλλου Κόσμου, τους «ιερούς επισκέπτες», που, σύμφωνα με την παράδοση, έρχονται από τις καπνοδόχους, από τις εστίες των σπιτιών κ.λπ., δηλαδή απ' τη φωτιά, η οποία την εποχή εκείνη ανοίγει την «πύλη» του Χάους, του Άλλου Κόσμου, γίνεται τελωνείο για τα τελώνια. Οι εκπρόσωποι του Κάτω Κόσμου, οι νεκροί, θεωρούνταν από τα πανάρχαια χρόνια υπεύθυνοι για τη γονιμότητα, την ευδαιμονία του Επάνω Κόσμου. Η αρχικά ευδαιμονική-γονιμοποιός και μετέπειτα αποτρόπαια λειτουργία της στάχτης είχε πολύμορφες εκδηλώσεις στα έθιμα των Θεοφανίων.
Τα τελετουργικά φαγητά των Φώτων ήταν τα λουκάνικα και η πηχτή ή ο πατσάς από το κεφάλι και τα πόδια του οικόσιτου χοίρου, του «ιερού» ζώου του Δωδεκαήμερου. Έχει ενδιαφέρον ότι τον πατσά αυτόν στη Θράκη τον έλεγαν «μπάμπω». Η ονομασία δεν είναι τυχαία.  

Λαογραφία

 Λατρευτικές παραδόσεις Θεοφανείων - Φυγή καλικάντζαρων

Η εορτή των Θεοφανείων περικλείει και πολλές εκδηλώσεις που αποτελούν διαιώνιση αρχαίων (ελληνικών) εθίμων. Στην αντίληψη του Ελληνικού λαού τα Θεοφάνεια είναι «Μεγάλη γιορτή Θεότρομη». Για μερικές μάλιστα περιφέρειες της Μακεδονίας (Δυτικής) αποτελούν τη μεγαλύτερη γιορτή του έτους και κάθε καινούργιο ρούχο το «πρωτοφορούν στα Φώτα για να φωτιστεί».
Αλλά και κατά τη δογματική η Βάπτιση του Χριστού συμβολίζει τη παλιγγενεσία του ανθρώπου έχοντας έτσι μεγάλη σημασία, γι΄ αυτό και μέχρι το Δ΄ αιώνα οι χριστιανοί γιόρταζαν Πρωτοχρονιά στη Βάπτιση του Χριστού στις 6 Ιανουαρίου.
Βασική τελετουργία των Θεοφανείων είναι ο «αγιασμός των υδάτων» με τη κατάδυση του Σταυρού κατά μίμηση της Βάπτισης του Θεανθρώπου. Στην ελληνική εθιμολογία όμως, ο εν λόγω Αγιασμός έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η τελευταία δε αυτή έννοια δεν είναι ασφαλώς αυστηρά χριστιανική, αλλά έχει ρίζες στην αρχαία λατρεία. Στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά (στις μέρες αυτές) τη παραμονή των Θεοφανείων που λέγεται «μικρός αγιασμός» ή «Πρωτάγιαση» ή «Φώτιση». Με τη πρωτάγιαση ο ιερέας γυρίζει όλα τα σπίτια και με το Σταυρό και ένα κλωνί βασιλικό «αγιάζει» ή «φωτίζει» (ραντίζει) τους χώρους των σπιτιών. Η πρωτάγιαση είναι και το αποτελεσματικό μέσο με το οποίο τρέπονται σε άγρια φυγή οι καλικάντζαροι εκτός από το άναμμα μιας μεγάλης υπαίθριας φωτιάς.
Ο Μεγάλος όμως Αγιασμός γίνεται ανήμερα των Θεοφανείων εντός των Εκκλησιών σε ειδική εξέδρα στολισμένη επί της οποίας φέρεται μέγα σκεύος γεμάτου ύδατος. Στη συνέχεια γίνεται η κατάδυση του Σταυρού στη Θάλασσα ή σε γειτονικό ποταμό ή λίμνη ή και στην ανάγκη σε δεξαμενή (όπως στην Αθήνα). Η κατάδυση του Σταυρού, κατά τη λαϊκή πίστη δίνει στο νερό καθαρτικές και εξυγιαντικές ικανότητες. Οι κάτοικοι πολλών περιοχών μετά τη κατάδυση τρέχουν στις παραλίες της θάλασσας ή στις όχθες ποταμών ή λιμνών και πλένουν τα αγροτικά τους εργαλεία ακόμη και εικονίσματα. Κατά τη κοινή λαϊκή δοξασία ακόμη και τα εικονίσματα με το πέρασμα του χρόνου χάνουν την αρχική δύναμη και αξία τους που την αποκτούν όμως εκ νέου από το αγιασμένο νερό.
Αυτή ακριβώς η διαδικασία δεν αποτελεί παρά μόνο ακριβώς πιστή επιβίωση των αρχαίων δοξασιών. Οι αρχαίοι π.χ. Αθηναίοι είχαν τη τελετή (διαδικασία) των γνωστών «Πλυντηρίων» όπως την αποκαλούσαν κατά την οποία μετέφεραν «εν πομπή» στην ακτή του Φαλήρου το άγαλμα της Αθηνάς. Εκεί το έπλεναν με θαλασσινό νερό για να το καθαρίσουν από ρίπους και να ανανεωθούν οι ιερές δυνάμεις του αγάλματος.
Σήμερα οι γυναίκες πολλών περιοχών επαναλαμβάνουν αυτό το αρχαίο έθιμο το πλύσιμο των εικόνων συνδυαζόμενο όμως και με άλλες πράξεις της μεσαιωνικής και αρχαίας μαγείας. Όπως στη Πλάκα της Μυτιλήνης που την ώρα που βουτούν οι βουτηχτάδες να πιάσουν τον Σταυρό οι γυναίκες την ίδια στιγμή «παίρνουν με μια κρατούνα (= νεροκολοκύθα) νερό από 40 κύματα κι έπειτα με βαμβάκι που βουτούν σ΄ αυτό καθαρίζουν τα εικονίσματα χωρίς να μιλούν σε όλη αυτή τη διαδικασία («άλαλο νερό») και στη συνέχεια το νερό το ρίχνουν σε μέρος που δεν πατιέται (σε χωνευτήρι της εκκλησίας)».

Σημειώσεις
    (¹) Αναφέρεται και ως Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ακόμη στα εκκλησιαστικά κείμενα γίνεται μνεία του "Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου (το αυτό πρόσωπο της Βίβλου)
    Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Μέγας Αγιασμός (των Θεοφανείων) δεν χρησιμοποιείται πουθενά παρά μόνο στους εμποδιζόμενους από οποιαδήποτε αιτία να μεταλάβουν (κοινωνήσουν) των «αχράντων μυστηρίων».

Πηγή
Βικιπαίδεια,
ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ τ. ΜΖ/ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ-ΧΕΙΜΩΝΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: