Translate -TRANSLATE -

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

Γ. Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ : Η ημέρα που σίγησαν τα όπλα



Η ημέρα που σίγησαν τα όπλα

Στις 30 Αυγούστου 1949, σταματούν οι εχθροπραξίες στο Γράμμο. Ο εμφύλιος σπαραγμός έχει λήξει και αρχίζει η ανοικοδόμηση

Του Γ. Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ

Η επίθεση των δυνάμεων του ΚΚΕ -δηλαδή του «Δημοκρατικού Στρατού»- στο Λιτόχωρο την 31η Μαρτίου του 1946, ήταν η αρχή του «Συμμοριτοπολέμου» ή του «Β' Αντάρτικου». Η επίθεση των ανταρτών υπήρξε αιφνιδιαστική και συντριπτική. Από εκείνη τη στιγμή, η Ελλάδα ρημαγμένη από την Κατοχή και τα «Δεκεμβριανά», άρχιζε να ζει μια νέα τραγωδία, που στοίχισε αφάνταστα σε νεκρούς και καταστροφές. Η απόφαση αυτή του ΚΚΕ για ένοπλη αναμέτρηση -που αργότερα το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα θα χαρακτήριζε σαν «λάθος»- είχε συνέπειες και για την ίδια την ομαλή πολιτική πορεία του τόπου. Το επόμενο έτος, η κατάσταση χειροτέρευσε. 


Ο Ν. Ζαχαριάδης προετοιμαζόταν για την πρώτη μεγάλη μάχη. Ποια ήταν τα σχέδια του; Για να προλάβει τη χειμαρρώδη συρροή των αμερικανικών όπλων με τα οποία ενισχύθηκε ο Κυβερνητικός Στρατός, θα εξαπέλυε τις δικές του δυνάμεις σε έντονη επιθετική δράση, με τους εξής αντικειμενικούς σκοπούς: Να σταθεροποιηθεί ο βασικός ανταρτοκρατούμενος χώρος, έχοντας ως σπονδυλική στήλη τον Γράμμο και το Βίτσι. Να διευρυνθεί ώστε να περιλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου και της Βορειοδυτικής Μακεδονίας, με την Κόνιτσα, τα Γρεβενά, ίσως τα Ιωάννινα και τη Φλώρινα. Να σταθεροποιηθούν και επεκταθούν οι νησίδες ορεινού ανταρτοκρατούμενου εδάφους σε όλη τη χώρα, και να ενοποιηθούν τόσο μεταξύ τους, όσο και με τον βασικό χώρο. Μ' αυτόν τον τρόπο πίστευε, ότι θα μπορούσε να εξαρθρωθεί ο Κυβερνητικός Στρατός. Η διοίκηση, όμως, των κυβερνητικών δυνάμεων είχε διαγνώσει την κατάσταση, και προειδοποίησε τους Άγγλους και την κυβέρνηση για τον κίνδυνο. Στις 2-3 Φεβρουαρίου του 1947, έγινε πολεμικό συμβούλιο των 7 αρχηγών κομμάτων, όπου ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Σπηλιωτόπουλος, δήλωσε:
- Άμεσος αντικειμενικός μας σκοπός είναι να αποκρούσωμεν την επικείμενην επίθεσιν των συμμοριτών. Αλλά και αφού την αποκρούσωμεν, ο πόλεμος θα διαρκέσει επί τρία έτη...
Η ψυχρή εκείνη προειδοποίηση, που έμελλε να επαληθευθεί, έκανε βαθειά εντύπωση στους πολιτικούς. Και ο Γεώργ. Παπανδρέου, σηκώθηκε ορθός, άπλωσε τα χέρια και φώναξε: «Τότε η Ελλάς εχάθη. Χρειάζεται πανστρατιά...».
Εκεί αποφασίσθηκε, ότι ο στρατός θα επετίθετο πρώτος, αναλαμβάνοντας ευρύτατη εκκαθαριστική επιχείρηση από τη Ρούμελη προς Βορράν. Θα συνέκλιναν κατόπιν οι δυνάμεις προς τη βόρεια Πίνδο. Απ' εκεί θα ελέγχονταν τα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία και Αλβανία, ενώ ο όγκος του στρατού θα στρεφόταν προς αναζήτηση και συντριβή των κυρίων δυνάμεων των ανταρτών.

Το σχέδιο «Τέρμινους»

Το σύνολο των επιχειρήσεων αυτών θα αποτελούσαν το γενικό σχέδιο «Τέρμινους». Κύριοι κλάδοι του «Τέρμινους» θα ήταν τα επί μέρους σχέδια «Κόραξ» και «Ιέραξ». Συμπληρωματικές επιχειρήσεις με τα σχέδια «Σλάβος», «Μακεδών», κ.λπ. θα εκκαθάριζαν την Ανατολική Μακεδονία - Θράκη, αλλ' η Πελοπόννησος θα γινόταν στόχος, μετά τη γενική εκστρατεία. Για την εφαρμογή του «Τέρμινους», ανασυγκροτήθηκε η στρατιωτική ηγεσία. Αρχηγός του Γεν. Επιτελείου ανέλαβε ο Κων. Βεντήρης με υπαρχηγό τον Θρ. Τσακαλώτο. Σωματάρχες ανέλαβαν οι Βίμπλης, Καλογερόπουλος και Παπαγεωργίου, ενώ τα Β' και Γ Σώματα στρατού σχημάτισαν μία στρατιά, που θα ήταν η κύρια δύναμη της εκστρατείας, με διοικητή τον στρατηγό Γιατζή. Ποιος ήταν όμως, ο συσχετισμός των δυνάμεων; Ο Εθνικός Στρατός ανερχόταν σε 120.000 άνδρες και επιπλέον 30.000 της Χωροφυλακής. Είχε όμως αποκτήσει και σπουδαίο σύμμαχο, την πολεμική αεροπορία (Ε.Β.Α.) της οποίας ο ρόλος γινόταν όλο και πιο ουσιαστικός. Εκτός από την ανίχνευση, η άμεση υποστήριξη που παρείχε, ήταν μεγάλης σημασίας, γιατί ο στρατός άργησε να αποκτήσει ορειβατικό πυροβολικό.


Στο σχέδιο «Τέρμινους» πήραν μέρος 60 μεταφορικά και πολεμικά αεροπλάνα και το προσωπικό του όπλου αυτού, ανερχόταν σε 20.000 άνδρες. Τέλος υπήρχε το ναυτικό, που έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο. Το Γενικό Επιτελείο Στρατού, ανέβαζε τη δύναμη του «Δημοκρατικού Στρατού» στις αρχές του 1947 σε 12.000 -16.000 άνδρες από τους οποίους: Στη Δυτική Μακεδονία -μαζί με το Γράμμο και Βίτσι- 3.500 - 4.350. Στη Θεσσαλία 1.400, στη Στερεά 2.000, στην Πελοπόννησο 400, στην Κεντρική Μακεδονία 4.000 και στη Θράκη 1.600. Πολλοί θεωρούν τους αριθμούς αυτούς υπερβολικούς και υποστηρίζουν, ότι στην πραγματικότητα, η δύναμη του ΔΣΕ ανερχόταν σε 10.000 που κατείχαν σταθερά μεγάλα ορεινά συγκροτήματα στην Πίνδο. Στις 15 Απριλίου του 1948 άρχισε η μεγάλη επίθεση του κυβερνητικού στρατού που είχε ενισχυθεί με άφθονα αμερικανικά όπλα. Τώρα εφαρμοζόταν το σχέδιο «Χαραυγή», με τρεις καλά εξοπλισμένες πλήρεις μεραρχίες Στρατού, με 27 μάχιμα τάγματα, 16 τάγματα Εθνοφρουράς, 2 μοίρες ΛΟΚ, πολλές τεχνικές μονάδες, 14 πυροβολαρχίες 45 άρματα, 34 μαχητικά και αναγνωριστικά αεροπλάνα. Η δύναμη αυτή (35.000 άνδρες) είχε για στόχο της τη Ρούμελη και οι αντάρτες (3.000 άνδρες κατανεμημένοι σε 3 ταξιαρχίες) δε μπόρεσαν ν' αντισταθούν. Αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν όλη τη Στερεά Ελλάδα με βαρείες απώλειες, σέρνοντας μαζί τους πολλούς αμάχους και στρατολογημένους.
Η επιχείρηση «Χαραυγή» έληξε στις 26 Μαΐου. Ο όγκος των ανταρτών κατόρθωσε να διαφύγει σε κακή όμως κατάσταση. Παράλληλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις έγιναν στην Όθρυ - Άγραφα - Θεσσαλία - Κεντρική Μακεδονία. Και τελικά, όλες οι σιδερένιες αιχμές του στρατού συνέκλιναν συγκεντρωτικά στην τραχεία βορειοδυτική γωνιά της Ελλάδος. Η περιοχή αυτή, σχημάτιζε ένα πανύψηλο τετράπλευρο που κάθε πλευρά, είχε μήκος 120 περίπου χιλιομέτρων. Είκοσι κορυφές 2000-2.500 μέτρων είναι συσσωρευμένες εκεί μέσα. Πυκνά δάση την καλύπτουν, ενώ μόνον ημιονικοί δρόμοι και μονοπάτια τη διέσχιζαν τότε. Εκεί ήταν το πραγματικό «κράτος των βουνών» και εκεί βρισκόταν η κεφαλή της δυνάμεως των ανταρτών. Αυτός ήταν ο στόχος της επιχειρήσεως «Κορωνίς».
Ο Ν. Ζαχαριάδης είχε αποφασίσει να δώσει τη μάχη του στον Γράμμο. Οι δυνάμεις που διέθετε, αριθμητικά δεν ήταν σημαντικές. Δύο μόνον μεγάλες μονάδες (Μεραρχίες) εναντίον έξι. Η υπεροχή του κυβερνητικού στρατού ήταν συντριπτική. Αλλά τους αντάρτες τους ευνοούσε το τρομερό έδαφος με τους τιτανικούς ορεινούς του όγκους. Και το είχαν οχυρώσει καλά αυτό το δυσπρόσιτο έδαφος. Πολυβολεία που δέσποζαν σε όλες τις διαβάσεις, σε διάσελα, χαράδρες, κορυφογραμμές, διατεταγμένα σε βάθος, που επροστατεύοντο με ενεργητικά σκέπαστρα από δύο-πέντε σειρές κορμών δέντρων. Και παντού, πυκνά ναρκοπέδια, που περιφρουρούσαν αόρατα και αδυσώπητα κάθε αμυντική θέση, κάθε γραμμή προσπελάσεως.

Η ιδέα του Βαν Φλητ


 Ο Βαν Φλιτ στο Γράμμο

Όταν το σχέδιο «Κορωνίς» ανεκοινώθη στους στρατιωτικούς διοικητές του Κυβερνητικού Στρατού, προκάλεσε την έκπληξη τους. Για ποιο λόγο; Το εξηγεί ο στρατηγός Θρ. Τσακαλώτος στις «αναμνήσεις» του: «Δεν γνωρίζω ποιος είναι ο κυριώτερος υπεύθυνος του σχεδίου επιχειρήσεων του Γράμμου το 1948. Όμως δικαίως οι αγωνιζόμενοι αξιωματικοί έδωκαν εις το σχέδιον τούτο την ονομασίαν "Νηπιώδες". Είναι εκπληκτικόν πως υπήρξαν επιτελείς να συντάξωσι τοιούτον σχέδιον, όταν μια πρωτοετούς ευέλπιδος εξέτασις του εδάφους (χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν και ο εχθρός) επί του χάρτου θα παρουσίαζε πολλαπλάσιον του απαιτουμένου χρόνον δια μίαν απλήν πορείαν...». Ποίοι ήσαν οι υπεύθυνοι του «νηπιώδους σχεδίου»; Οι Ελληνες επιτελείς ήσαν άριστοι. Η «Κορωνίς» όπως είχε σχεδιαστεί αρχικά, ήταν ρεαλιστική.
Επενέβη όμως ξαφνικά ο «υπεραρχιστράτηγος» Βαν Φλιτ, εξήτασε το σχέδιο και απεφάνθη ότι έπρεπε να τροποποιηθεί. Ο άνθρωπος αυτός, που δεν είχε ιδέα ορεινού πολέμου, θέλησε να εφαρμόσει την τακτική και στρατηγική του μηχανοκινήτου αμερικανικού πολέμου, πάνω στα τρομερά κατσάβραχα της Πίνδου. Κι όπως γράφει ο στρατηγός Τσακαλώτος, «το νηπιώδες σχέδιον έλαβε την εκδίκησίν του. Αι μεραρχίαι, όχι μόνον δεν ηνώθησαν εντός 24 ωρών (όπως προέβλεπε το σχέδιο) αλλά ποτέ. Η μάχη αυτή θα στοιχίσει εις το έθνος, υπέρ τας 14.000 εκτός μάχης...».
Η αντίσταση πάντως των ανταρτών, υπήρξε πολλαπλάσια απ' όση ανεμένετο. Στις 20 Αυγούστου εξαπελύθη η έφοδος κατά του κυρίως Γράμμου, ο οποίος τελικά αλώθηκε, αλλά η φθορά του κυβερνητικού στρατού, ήταν σοβαρή. Είχαν σκοτωθεί 63 αξιωματικοί και 722 οπλίτες. Και οι τραυματίες ήσαν 309 αξιωματικοί, και 4.776 οπλίτες. Μαζί με 70 αγνοούμενους, το σύνολο των απωλειών ανήλθε σε 5.947 άνδρες. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί, ότι η διοίκηση των ανταρτών και ο Ζαχαριάδης, από τις αρχές Αυγούστου, είχαν συνειδητοποιήσει, ότι ο Γράμμος τελικά δεν θα κρατούσε. Το στρατηγικό σχέδιο, που προέβλεπε να φθαρεί ο στρατός μέχρις εξαντλήσεως πάνω στην Πίνδο, δεν ήταν δυνατόν να εφαρμοσθεί. Σε 8.500 άνδρες και γυναίκες ανήρχετο η παρατακτή μάχιμη δύναμη του «Δημοκρατικού Στρατού», όταν αποφασίσθηκε πια η εκκένωση. Την ανώτατη διοίκηση είχε ο Γ. Βοντίτσος - Γούσιας, πρώην τσαγκάρης που είχε ονομασθεί «αντιστράτηγος». Και την νύχτα της 21 προς 22 Αυγούστου, ο Γούσιας εξετέλεσε τον παράτολμο ελιγμό.
Η δύναμη του, πέρασε συντεταγμένη και πειθαρχική από διάβαση Μονόπυλο στους Κομνηνάδες, αιφνιδιάζοντας και ανατρέποντας τα τμήματα Στρατού που συναντούσε. Στο μεταξύ, ο υπέργηρος πρωθυπουργός Θεμ. Σοφούλης, παρά την προχωρημένη ηλικία του, παρακολουθεί από κοντά τις επιχειρήσεις. Κι ενώ η μάχη του Γράμμου έκλινε προς το τέλος της, το ΚΓΑ-ΝΕ (Κλιμάκιο Γενικού Αρχηγείου Νότιας Ελλάδας) με επικεφαλής τον Κ. Καραγιώργη, εξαπέλυσε αντιπερισπαστική δράση. Ο Καραγιώργης χτύπησε την Καλαμπάκα, τα Τρίκαλα, τον Τύρναβο και έσπειρε τη σύγχυση. Κι ενώ η «Κυβέρνηση των βουνών» εξακολουθούσε να περιμένει μάταια την αναγνώριση της, η ΚΟΜΙΝΦΟΡΜ, δηλ. το Γραφείο Πληροφοριών των Κομμουνιστικών Κομμάτων της Ανατολικής Ευρώπης, αποκήρυξε τον Τίτο και το καθεστώς του. Το γεγονός αυτό, είχε σαν αποτέλεσμα την εγκατάλειψη του ΚΚΕ από τη Γιουγκοσλαβία, η οποία μέχρι τότε, ήταν ο κορμός της εξωτερικής βοήθειας για τον ΔΣΕ.

Ο Παπάγος αρχιστράτηγος



Την 19η Ιανουαρίου του 1949 σχηματίσθηκε Κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας, με συμμετοχή όλου του μη αριστερού πολιτικού κόσμου και με πρωθυπουργό τον Θεμ. Σοφούλη. Και στις 20 Ιανουαρίου, ανέλαβε την αρχιστρατηγία, ο Αλεξ. Παπάγος. Η χώρα απέκτησε έτσι συγκεντρωτική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, που μπορούσε να αποφασίζει και να εκτελεί. Με τα νέα καθήκοντα που ανετέθησαν στον Παπάγο, έπαψε ο Βαν Φλιτ να είναι «υπεραρχιστράτηγος». Παράλληλα ο Σοφούλης ενίσχυσε τον στρατάρχη αποφασιστικά, αντικρούοντας με τόλμη τον Βαν Φλιτ, που ήταν αντίθετος.
- Θέλουμε Έλληνα αρχιστράτηγο, υπεύθυνο χειριστή όλων των θεμάτων πολέμου, είπε ο γερο-πρωθυπουργός στον Αμερικανό. Κι ο Βαν Φλιτ, παρετήρησε δυσαρεστημένος:
- Ναι, αλλά εμείς που χορηγούμε τα όπλα, έχουμε την αξίωση να παρακολουθούμε τη χρησιμοποίηση τους, μέχρι τέλους...
Ο Σοφούλης, βγάζοντας την πίπα του και ατενίζοντας τον απτόητος, απήντησε:
- Στρατηγέ μου, αφ' ης στιγμής τα όπλα σας παραδοθούν σε ελληνικά χέρια παύει πλέον ο ρόλος σας. Και οπωσδήποτε, επειδή θεωρώ απαραίτητη την αρχιστρατηγία Παπάγου, με όλες τις δικαιοδοσίες που ζητά δεν θα μείνω ούτε μια ώρα στην πρωθυπουργία σε αντίθετη περίπτωση. Και να ξέρετε, ότι πολύ δύσκολα θα βρεθεί αντικαταστάτης μου, δεδομένου, ότι όλα τα κόμματα έχουν συμφωνήσει γι' αυτή τη λύση...
Ο Αλ. Παπάγος από την αρχή κατέστρωσε το γενικό στρατηγικό σχέδιο, που προέβλεπε συστηματική εκκαθάριση του κορμού της Ελλάδος μέχρι των συνόρων. Το ΚΚΕ, ήταν απομονωμένο. Την απομόνωση συμπλήρωσε στις 11 Ιουλίου 1949 ο Τίτο κλείνοντας τα ελληνογιουγκο-σλαβικά σύνορα. Οι αντάρτες έδιναν τον ύψιστο αγώνα με τη ράχη κολλημένη στον τοίχο και χωρίς να διαγράφεται η ελπίδα μιας νέας Βάρκιζας. Το πρωί της 17ης Αυγούστου, η μάχη του Βίτσι είχε τερματισθεί, κι ακολούθησε η έσχατη μάχη κατά του Γράμμου. Όταν έπεσε και το στρατηγικό ύψωμα Τσάρνο, ο στρατηγός Τσακαλώτος, που διηύθυνε τη μάχη, τσούγκρισε το ποτήρι του με τον επιτελάρχη του Θ. Κετσέα, και είπε στον Βασιλέα Παύλο:
- Μεγαλειότατε, η μάχη εκρίθη. Ουσιαστικώς ο Γράμμος έπεσε, και όποτε αποφασίσετε, δύνασθε να μετακινηθείτε πλέον προς επιστροφήν...
Το πρωί της 30ής Αυγούστου, κάθε δράση είχε καταπαύσει. Ο πόλεμος ουσιαστικά είχε λήξει αφήνοντας πίσω του ερείπια και ανθρωποθυσίες τριών ετών.
Πέρα όμως απ' αυτά, το λάθος του «Β' Αντάρτικου» είχε σαν αποτέλεσμα μιαν ανώμαλη πολιτική περίοδο, τα πάθη είχαν οξυνθεί, πολλοί αθώοι πλήρωσαν με το αίμα τους, και πολλοί αγωνιστές της Αριστεράς βρέθηκαν κυνηγημένοι. Ο εμφύλιος αυτός σπαραγμός, ουσιαστικά έληξε πολλά χρόνια αργότερα, με τη χειραψία Τσακαλώτου - Μάρκου Βαφειάδη. Μια συμβολική χειραψία, που σήμανε τον οριστικό τερματισμό του διχασμού και την εδραίωση της εθνικής συμφιλίωσης...

Χειραψία Τσακαλώτου - Μάρκου Βαφειάδη

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ /30.8.1992

Δεν υπάρχουν σχόλια: