Συγκλονισμένη εξακολουθεί να παρακολουθεί η κοινή γνώμη των ΗΠΑ και της Ιρλανδίας την εξέλιξη της υπόθεσης της αυτοκτονίας της 15χρονης μαθήτριας Φοίβης Πρινς. Η 15χρονη είχε μεταναστεύσει από την Ιρλανδία τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Σάουθ Χάντλεϊ, μία ήσυχη, πουριτανική και «καθώς πρέπει» πόλη της Μασαχουσέτης, και φοιτούσε στο ιστορικό κολέγιο θηλέων Mount Holyoke , όπου το «dress code» έχει καταστεί η υπέρτατη αξία ανάμεσα στους σπουδαστές για τη δημοτικότητα και την «αναγνώριση». Η σχέση της Φοίβης με έναν δημοφιλή αθλητή του φούτμπολ «εξόργισε» συμμαθήτριές της, οι οποίες άρχισαν μια διαρκή επίθεση με ύβρεις, προσβολές και ψυχολογική βία εναντίον της.
Στις 14 Ιανουαρίου, κατά την επιστροφή της στο σπίτι, η 15χρονη δέχτηκε ακόμα μία επίθεση - της πέταξαν ένα κουτί με αναψυκτικό αποκαλώντας την «Ιρλανδή τσούλα» - η οποία έμελλε να είναι και η τελευταία. Μπήκε στο σπίτι της, πήρε το κασκόλ που της είχε κάνει δώρο τα Χριστούγεννα η 12χρονη αδερφή της και κρεμάστηκε με αυτό. Τις τραγικές παραμέτρους της ιστορίας επιτείνουν τα στοιχεία που έρχονται στο φως από την εν εξελίξει δίκη με κατηγορούμενες έξι συμμαθήτριές της (ηλικίας 16-18 ετών), οι οποίες βαρύνονται με τις κατηγορίες της παρενόχλησης και της καταστρατήγησης πολιτικών δικαιωμάτων Όπως προκύπτει, η διοίκηση του σχολείου αδιαφόρησε, αν και γνώριζε το πρόβλημα, ενώ την ίδια στάση τήρησαν και οι περισσότεροι από τους συμμαθητές της 15χρονης.
Παγκόσμιο φαινόμενο
Το bullying -η έκφραση βίας σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής και κοινωνικής που ασκείται συστηματικά συνήθως από τα πιο «ισχυρά» προς τα πιο «αδύναμα» άτομα- στο σχολείο είναι ένα γνωστό, παγκόσμιο φαινόμενο, του οποίου η ένταση βαίνει αυξανόμενη, όπως και τα περιστατικά των αυτοκτονιών που συνδέονται με αυτό. Μόλις την περασμένη Κυριακή η 15χρονη Ρόμπιν Νίξον από το Γουεΐμαουθ της νότιας Αγγλίας πήδηξε στο κενό, προσθέτοντας ακόμη ένα θύμα στη σχετική λίστα (στη Βρετανία κάθε χρόνο 15 με 25 παιδιά αυτοκτονούν λόγω του bullying).
Σύμφωνα με στοιχεία διεθνούς έρευνας του οργανισμού HBSC (Health Behavior in School-aged Children), το 7% των κοριτσιών και το 12,7% των αγοριών ηλικίας 15 ετών σε ΗΠΑ και Βρετανία υποστηρίζουν πως το τελευταίο δίμηνο έχουν πέσει θύμα bullying δύο, τρεις ή περισσότερες φορές. Τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στη Λιθουανία (το 30,4% των κοριτσιών και το 33,2% των αγοριών), ενώ όσον αφορά την Ελλάδα, τα αντίστοιχα ποσοστά αφορούν το 6% των κοριτσιών και το 7% των αγοριών.
«Από δεδομένα ερευνών υπολογίζεται ότι 10% του συνόλου των μαθητών γίνονται θύματα διαφόρων μορφών βίας στο σχολείο. Οι μαθητές που ασκούν βία, οι θύτες, υπολογίζεται ότι ανέρχονται στο 5% του συνόλου των μαθητών. Έχει παρατηρηθεί ότι τα αγόρια εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά βίας, και ιδιαίτερα σωματικής, σε σύγκριση με τα κορίτσια, που εμπλέκονται σε μικρότερο βαθμό και τα οποία κυρίως αναμειγνύονται σε λεκτικά περιστατικά» λέει στην «F.S.» ο δρ. Χάρης Ασημόπουλος, κοινωνικός λειτουργός και σύμβουλος ψυχικής υγιεινής, ο οποίος υπογραμμίζει πως τα περιστατικά βίας στα σχολεία τείνουν να αποσιωπούνται διότι θεωρείται ότι εκθέτουν και στιγματίζουν τους θύτες, τα θύματα και το κύρος του σχολείου.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι μαθητές-θύματα είναι συνήθως παιδιά με περισσότερο άγχος και ανασφάλεια από τους άλλους μαθητές, ήσυχα και ευαίσθητα, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, έχουν αρνητική στάση απέναντι στη βία και δύσκολα υπερασπίζονται τον εαυτό τους. Οι μαθητές-θύτες, οι «νταήδες», είναι συνήθως παιδιά που, παρ’ ότι φαίνονται σίγουρα για τον εαυτό τους, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, είναι επιθετικά και δεν έχουν ηθικούς ενδοιασμούς και συναισθήματα τύψεων για τις πράξεις τους. Οι ψχοκοινωνικές επιπτώσεις του εκφοβισμού είναι πολλές και σοβαρές για τα θύματα, καθώς μπορεί να εμφανίσουν κατάθλιψη, άγχος, συναισθήματα ανασφάλειας και σχολική φοβία, ενώ οι θύτες είναι δυνατόν να εξελιχθούν σε ποσοστό μέχρι και 50% σε ενήλικες με αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά.
Σιωπά ένα στα πέντε θύματα
Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως ο σχολικός εκφοβισμός παρουσιάζει μεγαλύτερη ένταση στο Δημοτικό σε σύγκριση με το Γυμνάσιο και το Λύκειο. Από έρευνα που διενήργησε το Ινστιτούτο Κοινωνικής Πολιτικής του ΕΚΚΕ (δημοσιεύτηκε το 2007 και πραγματοποιήθηκε σε σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου Αθηναίων) προκύπτει πως το 37,4% των μαθητών στο Δημοτικό έχει δεχτεί σωματική επίθεση (έναντι 17% στο Γυμνάσιο και 3,3% στο Λύκειο) και πως το 13,3% των μαθητών του Δημοτικού έχει ασκήσει σωματική βία (έναντι 14% στο Γυμνάσιο και 8% στο Λύκειο).
Στο φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού σε μαθητές του Δημοτικού επικεντρώθηκε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έρευνα η οποία πραγματοποιήθηκε το 2007-2008 στο πλαίσιο της δράσης της Ε.Ε. «Δάφνη - Καταπολέμηση της βίας στα παιδιά και στις γυναίκες». Επρόκειτο για το διακρατικό πρόγραμμα «Διερεύνηση και αντιμετώπιση του εκφοβισμού και της θυματοποίησης στο σχολείο», την επιστημονική ευθύνη και το συντονισμό του οποίου είχε ο Ιωάννης Τσιάντης, αν. καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, με φορέα υλοποίησης την Εταιρεία Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (στην ομάδα ανάπτυξης του προγράμματος συμμετείχαν οι Ι. Μπίμπου, αν. καθηγήτρια Ψυχολογίας, Ευ. Σουμάκη, παιδοψυχίατρος-ψυχαναλύτρια, Στ. Διαρεμέ, ψυχολόγος PhD, Δ. Γιαννακοπούλου, ψυχολόγος PhD, Θ. Χατζηπέμος, ειδικός παιδαγωγός MSc, Χ. Ασημόπουλος, κοινωνικός λειτουργός PhD).
Στα κύρια συμπεράσματα της έρευνας ήταν πως η πλειοψηφία των μαθητών-θυμάτων τείνει να μιλά για τις καταστάσεις εκφοβισμού πρώτα στους γονείς του (62,5%), σπάνια μιλά στους δασκάλους, ενώ ένας στους πέντε δεν μιλά σε κανέναν. Από την άλλη, οι περισσότεροι μαθητές-θύτες (56%) δεν μιλούν σχεδόν σε κανέναν για ό,τι έκαναν, ενώ μόλις το 22,2% μιλά στους γονείς του. Κατά την άποψη των μαθητών, το σχολείο προσεγγίζει τον εκφοβισμό αποσπασματικά, καθώς περιορίζεται στο να αντιμετωπίζει περιπτώσεις σωματικής κακοποίησης, γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά στο να απευθύνονται για βοήθεια στους εκπαιδευτικούς.
Ωστόσο, όσον αφορά τους εκπαιδευτικούς, αν και σε ποσοστό 55,5% πιστεύουν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις καταστάσεις, μόλις το 38,9% δηλώνει ότι είναι εκπαιδευμένο να το κάνει. Εκφράζουν απογοήτευση για την υποστήριξη που έχουν από το περιβάλλον του σχολείου ή και ευρύτερα από το εκπαιδευτικό σύστημα στην αντιμετώπιση του εκφοβισμού και θεωρούν ότι είναι μόνοι τους αντιμέτωποι με το πρόβλημα. «Στη χώρα μας το φαινόμενο δεν τυγχάνει ακόμα της απαιτούμενης προσοχής και δεν έχουν διαμορφωθεί πολιτικές πρόληψης και αντιμετώπισης» επισημαίνει ο κ. Ασημόπουλος.
Έλλειψη κατευθύνσεων
Αντιμέτωπος με υποθέσεις σχολικού εκφοβισμού έχει έρθει και ο Συνήγορος του Παιδιού. «Έχουμε χειριστεί υποθέσεις, μία εκ των οποίων είναι σε εξέλιξη για την αντιμετώπισή της. Πρόκειται για μια μαθήτρια Γυμνασίου η οποία, εξερχόμενη από το σχολείο, δέχτηκε άγρια επίθεση από άλλες κοπέλες, τραυματίστηκε, πήγε στην Αστυνομία και κατόπιν ένιωθε πως υπήρχε διαρκής απειλή για τη ζωή της. Αναλύσαμε και προσπαθήσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε και με λύπη μας διαπιστώσαμε πως το σχολείο της συγκεκριμένης μαθήτριας περιορίστηκε κυρίως στο να επιβάλει κάποιες κυρώσεις ή να δώσει προειδοποιήσεις, αντί να περάσει σε κάποια μέτρα συμμετοχικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα» λέει στην «F.S.» ο Γιώργος Μόσχος, Συνήγορος του Παιδιού,.
Συγκεκριμένες πολιτικές για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού δεν υπάρχουν, πέρα από κάποιες αποσπασματικές πρωτοβουλίες, ενώ, όπως λέει ο κ. Μόσχος, οι εκπαιδευτικοί νιώθουν ανίσχυροι απέναντι σε αυτό το φαινόμενο. Γι’ αυτό θεωρεί ότι πρέπει να ενισχυθούν τα σχολεία με ειδικευμένους εκπαιδευτικούς, π.χ. ψυχολόγους, ειδικούς ψυχικής υγείας, αλλά και να υπάρξει επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. «Το κατάλληλο εργαλείο για την αντιμετώπιση των φαινόμενων βίας και εκφοβισμού μεταξύ συνομηλίκων είναι να δίνονται στο σχολείο ευκαιρίες επικοινωνίας και ανάπτυξης σχέσεων εμπιστοσύνης, όπου τα παιδιά θα μπορούν να μιλήσουν στους ενήλικες και να αναζητήσουν συμπαράσταση για τέτοιου είδους προβλήματα, αλλά κυρίως να βρουν τρόπους με τους οποίους και τα ίδια θα πάρουν μέρος στην αντιμετώπισή τους» υπογραμμίζει ο κ. Μόσχος, αναφέροντας πως σε διάφορα σχολεία της χώρας έχουν αναπτυχθεί ομάδες διαμεσολαβητών, όπου μαθητές αναλαμβάνουν να βοηθήσουν στην επίλυση συγκρούσεων μεταξύ συμμαθητών τους.
Για φέτος ο ΣτΠ αναλαμβάνει μια σειρά δράσεων για το θέμα της βίας μεταξύ συνομηλίκων και του σχολικού εκφοβισμού. Μία από αυτές είναι συναντήσεις με μαθητές από επιλεγμένα σχολεία όπου έχουν εφαρμόσει κάποιες καλές πρακτικές για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Στις συναντήσεις αυτές θα υπάρξει ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών σε σχέση με το τι μπορεί να κάνει το σχολείο για τον σχολικό εκφοβισμό και, όπως λέει ο κ. Μόσχος, από τις συνομιλίες αυτές ο ΣτΠ θα συγκεντρώσει τις πιο καλές πρακτικές και θα τις περάσει στο υπουργείο Παιδείας ως εισήγηση.
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου