O Φρειδερίκος Φραγκίσκος
Σοπέν, γαλλικής καταγωγής Πολωνός συνθέτης και πιανίστας, γεννήθηκε την
1η Μαρτίου 1810, στη Ζελάζοβα Βόλα κοντά στη Βαρσοβία, και πέθανε στις
17 Οκτωβρίου 1849 στο Παρίσι. Κηδεύτηκε στις 30 Οκτωβρίου παρουσία 3.000
πολιτών και μεταξύ αυτών που μετέφεραν το φέρετρό του ήταν ο συνθέτης
Τζιάκομο Μεγερμπέεερ και ο ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά.
Το 1960 η Ουνέσκο είχε
μια ωραία έμπνευση να εορταστεί σε όλα τα κράτη του πολιτισμένου κόσμου η
εκατοπεντηκονταετιρίδα από την γέννηση του Φρειδερίκου-Φραγκίσκου Σοπέν του
μεγάλου και πονεμένου «ποιητή των ήχων» και να θεωρηθεί το 1960 ως «έτος Σοπέν».
Η Ελλάς δεν ήταν δυνατό να μείνει έξω από τον
εορτασμό. Έτσι συγκροτήθηκε επιτροπή εορτασμού και ορίστηκε να δοθεί στις δώδεκα
Φεβρουαρίου, ημέρα έναρξης του εορτασμού, ένα ρεσιτάλ στο θέατρο Κοτοπούλη
(Ρεξ) από τον διεθνούς φήμη πιανίστα Γιώργο Θέμελη. Με αφορμή το ρεσιτάλ αυτό
ζητήθηκε από τον ακαδημαϊκό Σπύρο Μελά, πρόεδρο της επιτροπής, όπως πριν από την
έναρξη του ρεσιτάλ προλογίσει το «έτος Σοπέν».
Στις 29 Ιανουαρίου 1960
ο Μελάς αναφερόμενος στο παραπάνω γεγονός και εκφράζοντας τις ευχαριστίες του
για την τιμή που του γινόταν έγραψε τα ακόλουθα, σε άρθρο του στην εφημερίδα
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, για τον Σοπέν.
(σημ. Στο άρθρο -αν και παρουσιάζεται σε μονοτονικό σύστημα- διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου).
ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΟΠΕΝ
Με τα
στοιχεία πού ενέπνευσαν ένα πλήθος
δημιουργήματα της μουσικής αυτής μεγαλοφυΐας, έχω έρθει σ' επαφή
από το 1934, όταν σ' ένα πολύμηνο ταξίδι στην Πολωνία (όπου παιζότανε τότε ο «Μπαμπάς»
στο θέατρο «Πόλσκυ») παρακολούθησα τα
κορίτσια και τους νέους του Ούρβιτς
της Μαζοβίας να χορεύουν τα «μσζούρεκ», από τα οποία βγήκαν οι θαυμαστές «μαζούρκες»
του Σοπέν, στον οποίον οφείλεται και η μεταβολή του ονόματος, από μαζούρεκ σε
μοζούρκα. Κι’ έπειτα στη Βίσλα, τη μικρή γραφική πόλι, κοντά στις πηγές του Βιστούλα,
σε ένα μεγάλο χορευτικό φεστιβάλ, που κράτησε μια βδομάδα και όπου παρήλασαν
τα ζευγάρια πού χόρεψαν τους «κράκοβιακ» και τις «πολωνέζες» πού ενέπνευσαν
στον Σοπέν ομώνυμα έργα πού μαρτυρούν για τη βαθειά του αγάπη στην πατρίδα τον
και τη νοσταλγία του για τα ευτυχισμένα
παιδιάστικα χρόνια του.
Ήρθα και πέρσι σε
καινούργια επαφή με το περιβάλλον του και την
ατμόσφαιρα του, όταν έκαμα ευλαβικό προσκύνημα στο γραφικό κτήμα της
«Ζελαζόλα Βόλα» (θα πη Σιδερένια Θελησις), όπου γεννήθηκε και πέρασε τα πρώτα, τρυφερά
χρόνια της ζωής του.
Το ιστορικό, της
καταγωγής και της γεννήσεως του δίνει, με χαριτωμένη απλότητα, ο Πολωνός συγγραφεύς
Γερζυ Μπροσκιέβιτς σ’ ένα του άρθρο με τον τίτλον: «Ο βαρσοβιανός Σοπέν»: «Στα
1787 ήταν πού ήρθε στην Πολωνία ο Νικόλας Σοπέν, υιό ς Γάλλου αμπελουργού. Ο άνθρωπος,
αυτός έκανε στη ζωή του μια παράξενη σταδιοδρομία: Από υπάλληλος σε κατάστημα πήρε
θέσι καθηγητού σ' ένα λύκειο της Βαρσοβίας. Πρέπει να πιστεύσουμε πώς αυτό ήτανε,
μια δίκαιη προαγωγή. Στο σαλόνι του καθηγητού συγκεντρώνονταν οι εργαζόμενοι
στο Πανεπιστήμιο και οι εκπρόσωποι τον καλλιτεχνικού κόσμου της Βαρσοβίας. Ό
Νικόλας Σοπέν ήταν ένας άνθρωπος σχηματισμένος κατά τη μόδα των εγκυκλοπαιδιστών.
Προτιμούσε το Βολταίρο φιλόσοφο και αρθρογράφο από τον Βολταίρο δραματουργό
και το Ντιντερό από τον Γκριμμ.
Ο τάφος του Σοπέν στο κοιμητήριο Περ Λασαίζ, στο Παρίσι
Στo κατώφλι της σταδιοδρομίας του ως καθηγητού, o Νικόλαος
Σοπέν, παντρεμένος μe την Ιουστίνα Κρζοζανόβσκα.
απόγονο φτωχής οικογενείας ευγενών, έζησε— χωρίς να το καταλάβη - ένα γεγονός, πού αποφάσισε αργότερα
για τη θέσι του στην Ιστορία. Γιατί στις
22 Φεβρουαρίου 1810 η γυναίκα τον έφερε
στον κόσμο ένα γυιό, πού βαφτίστηκε,
δυό μήνες αργότερα, Φρειδερίκος- Φραγκίσκος. Ήταν η αρχή, όπου μετά την
εκστρατεία της Ρωσίας, του Έλβα και τις Εκατό Ημέρες, ο θρύλος του Ναπολέοντος έσβησε
στο Βατερλώ.
Το μνημείο του Σοπέν στη Ζελαζόλα Βόλα
Η Ευρώπη φρόντιζε τις πληγές της. Ύστερα το
Συνέδριο της Βιέννης έφτιασε την Ιερή Συμμαχία και καθιέρωσε το βαλς χορό του
σαλονιού. Και στο μεταξύ; Στο μεταξύ ο Μπετόβεν έγγραφε τα τελευταία του, έργα, ο Μέντελσον άρχιζε
ν’ ανακαλύπτη% τον Μπαχ για
τον εαυτόν του, για να τον αποκαλύψη έπειτα στον κόσμο. Στο στερέωμα γεννιόνταν
αστερία, όπως ο Μπάϋρον, ό Πουσκιν, ο Μιτσκίεβιτς. Και ο Βίκτωρ Ουγκώ έγραφε τις πρώτες
του ωδές και μπαλάντες. Ήτανε ή αρχή
της μεγάλης ρομαντικής επαναστάσεως της νεαράς Ευρώπης. Στη Βαρσοβία, ένας
φωτοστέφανος δόξας περιέβαλλε ένα παιδί - θαύμα, πιανίστα που αργότερα, σαν εφηβος,
εδραίωσε τή φήμη του σαν καλλιτέχνης και συνθέτης — ο Φρειδερίκος - Φραγκίσκος
Σοπέν,- γυιος της Ίουστίνσς Κρζοζανάβσκας και του Νικόλα
Σοπεν….
Στη «Ζελαζόλα Βόλα» είδα ζωντανή τη λατρεία του
Πολωνού χωριάτη και του ανθρώπου του λαού τις πολιτείας: Μέσα στο σπίτι που γεννήθηκε
τριγυρισμένο από λουλούδια, αναρριχώμενα κι’ από ένα μεγάλο πάρκο, που κάτω από αιωνόβια δέντρα ανθούν αζαλέες και πεώνιες, αλλά κι’ έξω από αυτό πλήθη λαού — και πολλοί
γονατισμένοι, όπως στη λειτουργία εκκλησίας, άκουγαν το ρεσιτάλ πούδινε μια από
τις ειδικευμένες πιανίστριες της Βαρσοβίας, σάν κάτι Ιερό, με θρησκευτική κατάνυξι. Τα
κομμάτια τού ρεσιτάλ σαν νάλεγαν στο γονατισμένο χωριάτη: «Τα
σα εκ των σων>.
Βαρσοβιανός από καταγωγή λέει ο Μπροσκιέβιτς.
Πολωνός από καρδιά, πολίτης της Οικουμένης
από το ταλέντο.,.
ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου