ΠΤΕΡΩΤΟΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
Πτερωτοί μετανάστες είναι τα αποδημητικά πουλιά.
Νομίζω ότι είναι πρόβλημα άλυτο και όχι μόνον για εμὲνα - γιατί, ενώ
όλα τα μαστοφόρα τα έκαμε ο Θεός για να ζουν και να πεθαίνουν όπου
γεννηθούν, χωρὶς να ζητούν την ευτυχία περιπλανώμενα κάθε χρόνο στις διάφορες ηπείρους, τα περισσότερα πουλιὰ δεν μπορούν να ζήσουν, χωρίς, να επιχειρούν κάθε χρόνο τα εναερία ταξίδια πολλών χιλιάδων μιλιών.
Εις άλλα πάντοτε είναι απαραίτητη η θερμοκρασία των τροπικών. Εις άλλα αρκεί η θερμοκρασία της Αιγύπτου και γενικότερα της γραμμής όλης της βόρειου Αφρικής έως εις τα άκρα του Μαρόκου. Αυτὰ όλα λοιπόν το καλοκαίρι ζητούν την ιδία θερμοκρασία στην Ευρώπη, άλλα εις την μέσην και άλλα στην βόρεια.
Στον τόπο μας μάλιστα πολὺ λίγα είναι τα πουλιά, τα οποία - όπως η πέρδικα, το αγριοπερίστερο, ο σπουργίτης, ο κατσιλιέρης, και
λίγα άλλα - εκτιμούν, όπως πρέπει, τα θέλγητρα της στέγης μονίμου εστίας. Διότι σχεδόν όλα - εκτός ολίγων - τα πουλιά, όπου
κυνηγιούνται στην Ελλάδα, είναι πουλιά, που ή έρχονται από βόρεια κλίματα, που
τα σφίγγουν οι μεγάλες ψύχρες, για να ξεχειμωνιάσουν εδώ, ή περνούν από τον τόπο μας καθώς
έρχονται από τα νότια την άνοιξη για βορειότερα κλίματα και κατεβαίνουν στις αρχές του φθινοπώρου με αντίθετο δρομολόγιο.
Αλλά κάνεις να μη νομίσει ότι τα ταξίδια αυτὰ του φτερωτού κόσμου γίνονται χωρὶς περιπέτειες, χωρὶς κινδύνους, χωρὶς καταστροφές. Πολλὲς φορὲς πέφτουν στην θάλασσα από εξάντληση, άλλοτε τους δίνουν συνολικὸ θάνατο το χαλάζι, οι καταιγίδες, οι τυφῶνες, πότε πάνω στα κύματα των θαλασσών και πότε πάνω σε βράχους, που τα
στριφογυρίζουν μέσα σε
σίφωνες και τα συντρίβουν. Άλλοτε πάλι πέφτουν σον πυκνὸ σύγνεφο εξαντλημένα πάνω σε καράβια, στις κεραίες τους, στις κορυφές, στο κατάστρωμα, στα τσιμπούκια, όπου βρουν.
Και για μια από αυτές τις καταστροφές μπορώ να προσφέρω την μαρτυρία μου ως αυτόπτης μάρτυρας.
Βρισκόμουνα πάνω
στο πολεμικό «Σαλαμὶς» σαν ἀνακριτής. Πλέαμε
μεταξὺ Ρόδου και Καρπάθου. Ήταν πρωὶ της 31ης Αυγούστου. Θυμάμαι την μέρα, γιατί την σημείωσα στο ημερολόγιό μου. Ήμουν πάνω στην γέφυρα και είδα τον
κελευστὴ που βρισκόταν στο πηδάλιο να παρατηρεί με προσοχὴ τη θάλασσα μπροστά μας. Πήρε
τα κυάλια και
αφού κοίταξε καλά, μου είπε:
- Περίεργο! Η θάλασσα σε αρκετή έκταση είναι κιτρίνη σαν να
είναι στρωμένη με ψάθες.
Όταν πλησιάσαμε, πλέαμε πλέον ανάμεσα σε μυριάδες πνιγμένα ορτύκια που επέπλεαν. Ρίξανε κουβάδες και ανέσυραν μερικά. Είχε αρχίσει η σήψης των. Ανάδιδαν τρομερή δυσοσμία, όσο διαστημα κάναμε να βγούμε
από την έκταση αυτή, που δεν ήταν μικρή. Τότε θυμήθηκα ότι πριν
τρεις
μέρες
στην Ρόδο, ὁπου ήμασταν αγκυροβολημένοι, όλη την νύκτα ἔπνεε σφοδρότατος άνεμος με ατελείωτη βροχή.
Αλλά για εμένα το μεγαλύτερο μυστήριο της φύσης του κόσμου δεν είναι τόσο τα μεγάλα, τα δυνατὰ πουλιά.
Μου γεννούν απορία, μου εμπνέουν θαυμασμὸ οι μικροσκοπικοὶ
ταξιδιώτες του αέρα, που περνούν βουνὰ και κορυφὲς και σχίζουν τον αέρα υπερπόντιοι, πάνω απ’ τα κύματα των θαλασσών χιλιάδων μιλίων, που τὸν Αύγουστο ως τον Οκτώβριο πετούν στον τόπο μας σε δένδρα, σε θάμνους, σε αγκάθια. Αποδημητικά είναι επίσης μερικὰ μικροσκοπικὰ χειμωνιάτικα πουλιά, έμψυχα μικρά χρωματιστὰ
λουλουδάκια, ὁπου νομίζεις ότι φθάνει η πλέον αδύνατη αυρα, μια
ανασαμιὰ ελαφρά
του αέρα, για να τα αρπάξει και να τα εξαφανίσει σαν πούπουλα.
Πώς ταξιδεύουν ο δρυοκολάπτης, ο κοκκινολαίμης και τόσα άλλα πουλάκια, που χωράνε μέσα σε ένα καρύδι, και προ πάντων τα
πρασινοκίτρινα πουλάκια, που συχνάζουν στ’ αγκάθια μικρότερα και
από το λουλούδι του αγκαθιού και που μοιάζουν σαν πεταλουδίτσες με
πούπουλα, αβρὰ παιγνιδάκια της δημιουργίας;
Και όμως και αυτὰ, χαριτωμένα μικρὰ στολίδια των πράσινων κλαδιών, που λικνίζονται με το ελαφρό φύσημα -λουλούδια καὶ αυτὰ- διασχίζουν ηπείρους και περνούν από πάνω από ψηλὰ κορφοβούνια και
από τη βοὴ μανιασμένων κυμάτων, σε απέραντα πελάγη με ολόμαυρο ουρανὸ και κάτω από τη λάμψη των αστραπών για να φτάσουν στο
άγνωστο τέρμα του δρόμου, που τους δείχνει μπρός στα ματάκια τους, μάτια σαν ψιλὲς χανδρίτσες, το ένστικτο!
᾽Εμμ.
Λυκούδης
«Γύρω εἰς τὸν τόπον μας»
(Διασκευή στην
καθομιλουμένη κγ)
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
O
Εμμανουήλ Λυκούδης (1849 - 13 Οκτωβρίου 1925*) ήταν Έλληνας νομικός και
λογοτέχνης.
Γεννήθηκε
το 1849 στο Ναύπλιο. Πατέρας του ήταν ο Στυλιανός Λυκούδης, κερκυραίος από παλιά
βυζαντινή οικογένεια και μητέρα του η Μαρία Κυδωνάκη-Καλλέργη από την Κρήτη.
Φοίτησε σε σχολεία στη Χαλκίδα και στον Πειραιά και σπούδασε στη Νομική Σχολή
του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1872 αναγορεύτηκε διδάκτωρ. Στη συνέχεια εντάχθηκε
στο δικαστικό κλάδο και υπηρέτησε στην Ερμούπολη, στην Άμφισσα και στο εφετείο Αθηνών.
Ήταν υποστηρικτής του Χαριλάου Τρικούπη. Το 1890 με πρόταση του πήρε μέρος στη
σύνταξη του σερβικού εκλογικού συστήματος. Από το 1896 έως το 1905 ήταν νομικός
σύμβουλος του κράτους και της Εθνικής Τράπεζας ως το τέλος της ζωής του. Μετά
την παραίτηση του από το δημόσιο τομέα άσκησε τη δικηγορία ως το 1917.
Συνεργάστηκε ως αρθρογράφος και επιφυλλιδογράφος με πολλά περιοδικά και
εφημερίδες και πραγματοποίησε οικονομικές και νομικές μελέτες
Ήταν
παντρεμένος με τη Δήμητρα Μπάλτση. Απέκτησε δύο παιδιά, τον αντιναύαρχο και
ακαδημαϊκό Στυλιανό και τη Μαρία που παντρεύτηκε τον Αθανάσιο Μιαούλη. Πέθανε
στην Αθήνα το 1925 από αρρώστια του ουροποιητικού συστήματος.
Λογοτεχνικό έργο
Ο
Εμμανουήλ Λυκούδης ανήκει στους πεζογράφους της λεγόμενης λογοτεχνικής γενιάς
του 1880. Έγραψε κείμενα κυρίως στην καθαρεύουσα και σε μια συντηρητική
δημοτική. Ήταν μέλος και πρόεδρος το 1875 του φιλολογικού συλλόγου Παρνασσός.
Το μεγαλύτερο μέρος του αφηγηματικού του έργου δημοσιεύτηκε στα έντυπα με τα
οποία συνεργάστηκε. Άρχισε να το εκδίδει μόνο τα τελευταία πέντε χρόνια της
ζωής του. Το 1923 τιμήθηκε με το Εθνικόν Αριστείον των Γραμμάτων και των Τεχνών
Το
έργο του κινείται στα ευρύτερα πλαίσια της ελληνικής ηθογραφικής παραγωγής, με
τη διαφορά πως τοποθετεί τη δράση των έργων του σε αστικό περιβάλλον. Όλα του
τα έργα είναι γραμμένα με επιμέλεια αλλά είναι ψυχρά και χωρίς πνοή. Κυριαρχούν
τα ανθρωπιστικά αισθήματα, η συμπάθεια του συγγραφέα προς τους ήρωες του και το
πεσιμιστικό πνεύμα.
Εργογραφία
Διηγήματα 1920
Κίμων Ανδρεάδης - Οι νεμρώδ της Λαυρεωτικής
1920
Το σπιτάκι του γιαλού 1920
Οδοιπορικαί εντυπώσεις και αναμνήσεις -
Ανάλεκτα 1920
Σελίδες· Ποικίλα 1921
Γύρω εις τον τόπον μας - Διηγήματα 1921
Ψαράδικες ιστορίες 1921
Αλήθειαι συκοφαντούμεναι ως παραδοξολογίαι
1922
Το κυνήγι· Κυνηγετικες ιστορίαι 1922
Νέα Διηγήματα χ.χ.
Διάττοντες (μετά θάνατον) 1929
Πηγές
Βιογραφία από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
*Πέθανε το 1925 και όχι το 1924,
όπως σημειώνουν οι πιο πολλοί από τους γραμματολόγους. Αναφέρεται και στη
Βασική Βιβλιοθήκη Αετού, , σειρά πρώτη, τ. 21, σελ. 155
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου