Ο
Δαμοφών, ένας ευπατρίδης καλλιτέχνης από τη Μεσσήνη
Γράφει ο ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ*
Ο Δαμοφών, γιος του
Φιλίππου από τη Μεσσήνη, είναι ο γνωστότερος γλύπτης της μέσης ελληνιστικής
περιόδου στη νότια Ελλάδα. Ειδικευόταν στην κατασκευή λατρευτικών αγαλμάτων που
εικόνιζαν αποκλειστικά θεούς και ήρωες και εργάστηκε και στη Μήλο κατά την
περίοδο ακμής του εργαστηρίου απ' οπού προέρχεται το περίφημο άγαλμα της
Αφροδίτης της Μήλου.
Η ιδεαλιστική αντίληψη που
είχε για την τέχνη της αγαλματοποιίας ήταν τελείως ξένη προς τις ρεαλιστικές
απαιτήσεις του πορτρέτου. Τα κλασικιστικά στοιχεία των θεϊκών και ηρωικών
μορφών του υπαγορεύονταν κατά έναν βαθμό από τον παραδοσιακά συντηρητικό
χαρακτήρα των λατρευτικών αγαλμάτων.
Χάρη στον περιηγητή
Παυσανία, ο οποίος εκτιμούσε ιδιαίτερα την τέχνη του Δαμοφώντα, γνωρίζουμε 15
τουλάχιστον έργα του ανιδρυμένα σε ιερά πόλεων της Πελοποννήσου, από τα οποία
τα πέντε αποτελούσαν πολύμορφα συντάγματα. Εννέα
λατρευτικές συνθέσεις του βρίσκονταν στη Μεσσήνη, δύο στο Αίγιο, έδρα της
Αχαϊκής Συμπολιτείας, τρία στην αρκαδική Μεγαλόπολη και ένα λατρευτικό σύνταγμα
στην αρκαδική Λυκόσουρα. Το κολοσσιαίο τρίμορφο σύνταγμα του ναού της
Δέσποινας στη Λυκόσουρα αποτέλεσε και τη βάση για τη μελέτη της τεχνοτροπίας
και της τεχνικής του. Αντιπροσωπευτικά της επίδοσης του στην ανάδειξη του γυναικείου
γυμνού αποτελούν τα σωζόμενα μέλη θαλάσσιου θιάσου, ενός Τρίτωνα και δύο Τριτωνίδων
(από τα ερεισίχειρα και το ερεισίνωτο του μαρμάρινου θρόνου, όπου κάθονταν οι
θεές της Λυκόσουρας, η Δήμητρα και η Δέσποινα).
Οι ανασκαφικές έρευνες στη
Μεσσήνη έφεραν στο φως κορμούς και θραύσματα από όλα τα ανιδρυμένα στους οίκους
της δυτικής πτέρυγας του Ασκληπιείου έργα του. Τα βάθρα αυτών των συνθέσεων
είναι ενσωματωμένα στους τοίχους του οικοδομήματος, γεγονός που συνηγορεί υπέρ
της συνεργασίας του Δαμοφώντα με τον αρχιτέκτονα του Ασκληπιείου, αν δεν ήταν ο
ίδιος και αρχιτέκτων, όπως ο Σκόπας και άλλοι γλύπτες της αρχαιότητας. Στον Δαμοφώντα αποδίδει, επίσης, ο
Παυσανίας λατρευτικά αγάλματα που είδε σε ναούς της αγοράς, αλλά δεν αναφέρει
ότι ο Δαμοφών κατασκεύασε και ανέθεσε -με τους δύο γιους του- τα χάλκινα
ακρωτήρια του ναού του Δία Σωτήρα στην αγορά.
Ο Μεσσήνιος γλύπτης με
τους γιους του φιλοτέχνησε και ανέθεσε τα ακρωτήρια (κεντρικό και πλευρικά) του
ναού στον θεό Δία και σε όλους τους θεούς της πόλης. Χάρη στο νέο εύρημα
επιβεβαιώνεται πως ο Δαμοφών ήταν γνώστης και της τεχνικής του ορείχαλκου. Η
ανάθεση των ακρωτηρίων έρχεται να ενισχύσει τις επιγραφικές μαρτυρίες για την
ευσέβεια του προς τα θεία και τη γενναιοδωρία του. Ο ίδιος είχε αναθέσει στον
Ποσειδώνα της Μεγαλόπολης μια λίθινη στήλη με ακέφαλο κορμό του Ηρακλή, που
έφερε ανάγλυφη τρίαινα στο στήθος. Ο ενεπίγραφος δωρικός κίονας που έφερε
χάλκινο έργο στο κιονόκρανο του, στημένος στη νότια πλευρά του Ασκληπιείου,
φώτισε από πολλές πλευρές την προσωπικότητα του Δαμοφώντα και πρόσφερε πολύτιμα
στοιχεία για τη δραστηριότητα του σε πόλεις της Πελοποννήσου, της Στερεάς
Ελλάδας, των Ιόνιων Νησιών και των Κυκλάδων. Προστίθενται δύο τουλάχιστον πόλεις που τίμησαν τον Δαμοφώντα με
ψηφίσματα χαραγμένα στην πίσω πλευρά του ίδιου κίονα, που λόγω της έντονης
φθοράς είχαν παραμείνει ως σήμερα απαρατήρητα. Το όνομα των Κορ[κυραίων]
διακρίνεται στον τήλο του ενός ψηφίσματος. Αν η ανάγνωση είναι ορθή, ο
Δαμοφών μετά τη Λευκάδα και την Κεφαλληνία δέχθηκε πρόσκληση από την Κέρκυρα να
μεταβεί στο νησί για την κατασκευή ή την επισκευή κάποιου λατρευτικού
αγάλματος. Από την Κέρκυρα τελικά έπλευσε στο Βουθρωτό, όπως προκύπτει από
θραύσμα επιγραφής.
Γλυπτά
του Δαμοφώντα από τον ναό της Δέσποινας στην Λυκόσουρα, Εθνικό Αρχαιολογικό
Μουσείο Αθηνών
Στο ψήφισμα της Λυκόσουρας
ο Δαμοφών τιμάται γιατί χάρισε, μεταξύ άλλων, στην πόλη το ποσό των 3.546
αργυρών τετράδραχμων, που αποτελούσε μέρος της αμοιβής του για την κατασκευή
του λατρευτικού συντάγματος της Δέσποινας.
Τα ψηφίσματα χαράχθηκαν
στον κίονα προκειμένου να τιμηθεί μετά θάνατον από τη γενέτειρα του ο άξιος
καλλιτέχνης και επιφανής πολίτης της Μεσσήνης και να ενταφιαστεί δίπλα στο
οικοδομικό συγκρότημα του Ασκληπιείου, όπου κατεξοχήν εργάστηκε.
Για
τον συντηρητικό κριτικό της τέχνης Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, η παραγωγή αξιόλογων
έργων τέχνης διακόπηκε μεταξύ 296-156 π.Χ., κατά την περίοδο δηλαδή στην οποία εντάσσεται
και η δράση του Δαμοφώντα. Τα έργα της μέσης ελληνιστικής
περιόδου ήταν ανάξια λόγου για το αισθητήριο της ρωμαϊκής ελίτ του 1ου αιώνα.
Ένα άλλο ψήφισμα, αυτό της
πόλης των Μαλίων, έχει χαραχθεί στο κατώτατο μέρος του κίονα και είναι
ιδιαίτερα λακωνικό και δυσανάγνωστο. Οι Αρχές της Μήλου, η Βουλή και ο Δήμος
αποφάσισαν έπειτα από ψηφοφορία να επαινέσουν, καταρχάς, τον Δαμοφώντα για την
εύνοια και την καλοκαγαθία που έδειχνε προς την πόλη της Μήλου και τους πολίτες
που συναντούσε κατ' ιδίαν και να ανακηρύξουν αυτόν και τους απογόνους του
προξένους και ευεργέτες της Μήλου. Δεν
μας διαφωτίζει, δυστυχώς, η επιγραφή σχετικά με το έργο που φιλοτέχνησε ο
Μεσσήνιος καλλιτέχνης και τιμήθηκε από τους Μηλίους ως ευεργέτης, επειδή
πιθανότατα τους χάρισε μέρος ή το σύνολο της αμοιβής του, όπως στην περίπτωση
των Λυκουρασίων. Αναφέρει απλώς ότι η στήλη με το τιμητικό για τον γλύπτη
ψήφισμα έπρεπε να στηθεί στο ιερό του Απόλλωνος [Μαλ]ίου ή Δηλίου. Το κείμενο
κλείνει με την απόφαση οι δύο δημιουργοί της Μήλου να στείλουν αντίγραφο του
ψηφίσματος στην πατρίδα του γλύπτη, στη Μεσσήνη, όπως και έγινε.
Στη Μήλο, κατά την περίοδο
δράσης του Δαμοφώντα και λίγο αργότερα, ένα ακμαίο εργαστήριο γλυπτικής
παρήγαγε αξιόλογα έργα, τα πλέον γνωστά και πληρέστερα σωζόμενα, στα οποία
συγκαταλέγονται η Αφροδίτη της Μήλου, φημισμένο έργο του 2ου αι. π.Χ., και ο
Ποσειδών, έργο του 1ου αι. π.Χ. Πρόσφατα η Ισμήνη Τριάντη απέδωσε στο
εργαστήριο της Αφροδίτης της Μήλου ακόμη τρία γλυπτά, που εκτίθενται στο
προστώο του τοπικού Μουσείου Μήλου. Ορισμένα
τεχνικά χαρακτηριστικά των γλυπτών αυτών του 2ου αι. π.Χ. σχετίζονται με εκείνα
του Δαμοφώντα.
Από τη Μήλο προέρχεται μία
μαρμάρινη κολοσσιαία κεφαλή, γνωστή ως κεφαλή Βlacas, που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Εικονίζει πιθανώς τον Ασκληπιό, γιο του Απόλλωνα, και έχει χρονολογηθεί από
ορισμένους ερευνητές στον 4ο αι. π.Χ., ενώ από άλλους έχει αναγνωριστεί, ορθά
κατά τη γνώμη μου, ως κλασικιστικό έργο του 3ου-2ου αι. π.Χ. Μπορεί να αποδοθεί στον Δαμοφώντα, σύμφωνα
με τα στιλιστικά και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του. Απαρτίζεται από χωριστά
δουλεμένα και τέλεια μεταξύ τους προσαρμοσμένα κομμάτια μαρμάρου, οι πίσω
επιφάνειες των οποίων φέρουν ίχνη εργαλείου, χτυπήματα καλεμιού, χαρακτηριστικά
της τεχνικής του Δαμοφώντα, όπως μαρτυρούν οι ανάλογα επεξεργασμένες επιφάνειες
έργων του στην αρχαία Μεσσήνη και τη Λυκόσουρα. Ιδιαίτερα διαφωτιστική
είναι η τεχνοτροπική συγγένεια του κεφαλιού Βlacas με το κεφάλι του τιτάνα Ανυτου,
ιδιαίτερα η διάταξη και η διευθέτηση των βοστρύχων της κόμης, της γενειάδας και
του μουστακιού, καθώς και ο τρόπος που πλάθονται το κάτω χείλος, η μύτη και τα
φρύδια. Τα ίδια χαρακτηριστικά, τεχνικά και τεχνοτροπικά, απαντώνται, κατά τη
γνώμη μου, και στο χαμένο κεφάλι του Ασκληπιού από το Βουθρωτό, μολονότι οι
σωζόμενες, κακής ποιότητας, παλιές φωτογραφίες του Ugolini και η αδυναμία προσωπικής
επαφής με το ίδιο το έργο, λόγω της απώλειας του, δεν επιτρέπουν προς το παρόν
την εξαγωγή βέβαιων συμπερασμάτων..
* Ομότιμος καθηγητής
Κλασικής Αρχαιολογίας
"κυριακάτικη Δημοκρατία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου