Τουρκία:
Μια χώρα με σύνδρομα μεγάλης δύναμης και ανασφάλειας
Η
ελληνική διπλωματία αποκτάει διεθνή ερείσματα
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ Πρέσβη ε.τ.
Την Τουρκία την έχω
επισκεφθεί αρκετές φορές. Λογικό να με έχει απασχολήσει ιστορικά, πολιτικά και
πολιτιστικά. Με τους εκάστοτε τούρκους συναδέλφους διατηρούσα πολύ καλές
προσωπικές σχέσεις και δεν έλειπαν μεταξύ μας τα αλληλοπειράγματα. Από πλευράς
μου τους έλεγα ότι είναι πολύ πιθανό να είναι εκτουρκισμένοι Ρωμιοί και αυτοί
το ανταπέδιδαν με την παρατήρηση ότι και οι σημερινοί Έλληνες είμαστε γνήσια
τέκνα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Πολλές φορές διερωτήθηκα
τι είδους κράτος είναι η σημερινή Τουρκία. Η πλέον πρόσφορη απάντηση θα ήταν η
εξής: Μια χώρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Πρόκειται βέβαια για μια
υπεραπλουστευμένη απάντηση. Το βέβαιο είναι ότι είναι διάδοχος της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, που και αυτή ήταν διάδοχος της Βυζαντινής, την οποία κατέλυσαν
και τυπικά με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Με βασικές όμως διαφορές
από αυτήν. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, όπως ονομάστηκε από δυτικούς ιστορικούς
αιώνες μετά, ξεκίνησε ως Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, δημιούργημα του
Μεγάλου Κωνσταντίνου και των διαδόχων του. Οι πρώτοι αυτοκράτορες, όπως και ο
Ιουστινιανός, ήσαν Ρωμαίοι, με όχι καλή γνώση της ελληνικής. Ο πληθυσμός της
αυτοκρατορίας, ένα μωσαϊκό εθνοτήτων, με κυρίαρχο το ελληνικό στοιχείο. Όπως
γράφει η σπουδαία βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, τρία ήσαν τα βασικά
χαρακτηριστικά της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: Γλώσσα και παιδεία
ελληνική, διοίκηση στα πρότυπα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και θρήσκευμα
χριστιανοί ορθόδοξοι. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που τη διαδέχθηκε, ήταν ακριβώς
το αντίθετο. Επίσημη γλώσσα η τουρκική, θρήσκευμα το Ισλάμ (σουνιτικό),
διοίκηση η σουλτανική απολυταρχία. Πώς τριακόσιοι ιππείς, κατά τα τέλη του 12ου
αιώνα, προερχόμενοι από τα βάθη της Ασίας, τουρκομογγολικής φυλής, κατόρθωσαν
σιγά σιγά να μετακινηθούν δυτικά, να καταλύσουν μια χριστιανική αυτοκρατορία
και να φθάσουν μέχρι τα πρόθυρα της Βιέννης; Αυτά είναι ερωτήματα που κάλλιστα
θα μπορούσαν να απασχολήσουν έναν ιστορικό και δεν αφορούν αυτήν τη στήλη. Το
ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται στη θέση της Τουρκίας σήμερα στον δυτικό κόσμο
και στη συμπεριφορά της έναντι της Ελλάδας, της Κύπρου αλλά και της Δύσης
γενικότερα.
Η γειτονική χώρα
διακατέχεται απ’ το σύνδρομο της μεγάλης δύναμης, το οποίο δεν προσέκτησε
τυχαία. Και ούτε είναι γνώρισμα αποκλειστικό του καθεστώτος Ερντογάν. Και ο
Κεμαλισμός που κυριάρχησε για δεκαετίες είχε παρόμοια αλλά μετριοπαθέστερα
γνωρίσματα. Διέφερε από το σημερινό καθεστώς Ερντογάν ως προς τον πολιτικό
προσανατολισμό, που ήταν, βασικά, φιλοδυτικός. Και για τους Κεμαλιστές ήταν έντονο
το σύνδρομο υπεροχής έναντι των γειτονικών λαών, που προέκυπτε τόσο από τα
πληθυσμιακά μεγέθη της χώρας όσο και από τη γεωπολιτική της θέση, την οποία οι
δυτικές χώρες υπολόγιζαν σοβαρά. Το κεμαλικό σύστημα, που στηριζόταν κυρίως
στον στρατό και εν μέρει στη δικαιοσύνη αλλά και στη διπλωματική υπηρεσία,
αποδομήθηκε από τον Ερντογάν και αντικαταστάθηκε, βαθμιαία, από ένα εθνικό -
θρησκευτικό σύστημα, που φαίνεται να εδραιώνεται. Καταλυτικό ρόλο έπαιξαν και
οι εξελίξεις στη Μ. Ανατολή, με τη δυτική επέμβαση στο Ιράκ, στη συνέχεια στη
Συρία, όπως και τα παράγωγά τους, Προσφυγικό - Μεταναστευτικό, ISIS κ.ά. Το
καθεστώς Ερντογάν άρχισε να δυσπιστεί για τις πραγματικές προθέσεις των ΗΠΑ στη
Μ. Ανατολή, φοβούμενο, μεταξύ άλλων, ότι υποθάλπεται και η δημιουργία κουρδικού
κράτους, που κατά εκτίμηση πολλών αναλυτών είναι πλέον αναπόφευκτη.
Ο Ερντογάν ασκεί δριμεία
κριτική κατά των ΗΠΑ με αφορμή και τη μη έκδοση του Γκιουλέν, κάτι που θεωρούν
ότι υποκίνησε το αποτυχόν πραξικόπημα πέρυσι τον Ιούλιο. Ανάλογες είναι και οι
αντιδράσεις και απειλές κατά ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η
Ολλανδία, η Αυστρία, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, για τις κριτικές που
ασκούν στον τούρκο Πρόεδρο για τις αθρόες συλλήψεις, φυλακίσεις, εκτοπίσεις και
συναφή μέτρα που έλαβε και εξακολουθεί να λαμβάνει κατά αντιφρονούντων, τους
οποίους ενοχοποιεί, χωρίς να σέβεται τα νομικά και δημοκρατικά τους δικαιώματα.
Αναμφίβολα, ο Ταγίπ
Ερντογάν είναι ένας ευφυής και χαρισματικός πολιτικός ηγέτης. Επί των ημερών
του η Τουρκία έχει σημειώσει μεγάλη οικονομική πρόοδο και έχει ανεβάσει το
βιοτικό επίπεδο, όπως και των μη προνομιούχων πληθυσμών της Ανατολίας. Η
συμμετοχή στο G20 ανύψωσε το κύρος της Τουρκίας διεθνώς. Βέβαια, καμιά
οικονομικοκοινωνική πρόοδος δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τις επενδύσεις των Δυτικών
αλλά και τις γενναίες επιχορηγήσεις και χρηματοδοτήσεις της ΕΕ, που αν τις
στερηθεί μπορεί τα αποκτηθέντα πλεονεκτήματα να απολεσθούν σε σύντομο χρονικό
διάστημα. Όμως, για πολλές δυτικές χώρες η Τουρκία έχει καταστεί ένας άβολος και
απρόβλεπτος εταίρος. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μάλιστα, ζήτησε τη διακοπή των
ενταξιακών διαπραγματεύσεων αν δεν γίνουν σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Βέβαια, νομίζω ότι οι περισσότεροι τούρκοι πολίτες δεν συμμερίζονται τη θέση
που συχνά ακούγεται από ορισμένους τούρκους αξιωματούχους: «Αν δεν μας θέλετε
εσείς, δεν σας θέλουμε και εμείς». Ούτε, επίσης, οι απειλές, φραστικές ή
έμπρακτες, ότι θα στραφούν προς τη Ρωσία είναι πολύ ρεαλιστικές. Η Μόσχα,
προφανώς, θα επωφελείτο, αλλά τις δύο χώρες τις χωρίζουν και θέματα στρατηγικής
φύσης.
Η Τουρκία επιδεικνύει
τελευταίως και μια ασυνήθιστη παραβατικότητα στο Αιγαίο και συγχρόνως
επιθετικότητα έναντι της Κύπρου, με αποκορύφωμα τις αντιδράσεις στην έναρξη των
γεωτρήσεων εντός της κυπριακής ΑΟΖ, που πραγματοποιούνται με την παρακολούθηση
-εκ του σύνεγγυς- γαλλικών και αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων. Θα επιχειρήσει η
Άγκυρα να παρεμποδίσει τη συνέχιση των γεωτρήσεων ή θα επιδιώξει να εκβιάσει
μια συμμετοχή στον ενεργειακό υποθαλάσσιο χώρο, που βάσει των διεθνών κανόνων
ανήκει στην κυπριακή ΑΟΖ; Ήδη ανήγγειλε τη διεξαγωγή ναυτικών ασκήσεων σε
επίμαχες θαλάσσιες περιοχές, ενώ απειλεί να διενεργήσει και γεωτρήσεις,
καταφεύγοντας εν ανάγκη και σε αγορά τεχνολογικού υλικού που δεν διαθέτει. Η
γαλλική και αμερικανική συμπαράσταση προς την Κύπρο είναι, όπως φαίνεται,
δεδομένη. Θα περίμενε όμως κανείς και μια ενεργότερη συνδρομή από πλευράς της
Επιτρόπου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις της ΕΕ, ιταλίδας κ. Μοργκερίνι. Η
απόκτηση ισχυρών συμμαχιών καταγράφεται ως επιτυχία της κυπριακής και ελληνικής
διπλωματίας. Εύστοχη απάντηση στους τουρκικούς λεονταρισμούς και προκλήσεις
δίνουν και οι δηλώσεις του έλληνα υπουργού Εξωτερικών κ. Ν. Κοτζιά στο έγκυρο
ευρωπαϊκό πρακτορείο EUROACTIV, όπου επισήμανε ότι «δεν μπορεί ο κλέφτης να παριστάνει
τον σερίφη».
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου