Η
μετάλλαξη των πόλεων
Οι
αστοί υιοθέτησαν αβασάνιστα νέες αισθητικές
Γράφει ο Νίκος Παπουτσόπουλος
«Η
πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους
ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και
μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα
στην πόλι αυτή θα φθάνεις».
Οι
μνήμες μιας εποχής που χάνεται οριστικά στη δίνη του «παγκοσμιοποιημένου»
ορίζοντα ανασαλεύουν μέσα από τα ελάχιστα κατάλοιπα που άφησε αλώβητα η
ανάλγητη πολιτική αντιπαροχή. Οι πόλεις, με τις άλλοτε
ακμαίες και ανθρώπινες συνοικίες τους, τα κτίρια που παλαιότερες γενιές
τεχνιτών είχαν καλαίσθητα επιλέξει να υψώσουν με μέτρο τον άνθρωπο, με σεβασμό
στο περιβάλλον και στην παράδοση, έχουν χάσει τη λάμψη, το χρώμα και τον
ιδιαίτερο χαρακτήρα που τις καθιστούσε μοναδικές και απαράμιλλες.
Όλα τα έργα των ανθρώπων συλλειτουργούσαν
αρμονικά με τη μαγευτική ατμόσφαιρα της χώρας που ανάσαινε ανάμεσα στο
ανυπέρβλητο φυσικό κάλλος και ανάμεσα στην Ιστορία και στους θρύλους. Έργα
ανθρώπων είναι και τα έργα των προγόνων που κατέλειπαν πολύτιμη κληρονομιά σης
επόμενες γενιές, μα και που αποτελούν τεκμήρια του υψηλού επιπέδου της
τεχνογνωσίας και της αισθητικής των αρχαίων Ελλήνων μηχανικών. Αποτελούν λαμπρά δείγματα εφαρμογής της
γεωμετρίας, της τοπογραφίας, της γεωδεσίας και της οπτικής από τους αρχαίους
ήδη χρόνους και που φανερώνουν «στο φως της ημέρας το συνδυασμένο έργο της
θέλησης, της γνώσης και της δύναμης του ανθρώπου». Τούτη την αρμονία που
προκαλεί την ευχάριστη διάθεση πασχίζουν, με δυσκολία, βέβαια, να ανακαλύψουν
οι νεότερες γενιές των Ελλήνων, μέσα από το πολυκατοικιοποιημένο σύμπαν της
ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού στους ερειπιώνες και στα λείψανα κτιρίων και
επώνυμων οικοδομών ή και ανώνυμων νεοκλασικών συνόλων, που μόλις λίγα χρόνια
πριν κοσμούσαν όλες τις αστικές συνοικίες και τα προάστια.
Στα
χρόνια που πέρασαν οι πόλεις άλλαξαν πρόσωπο, οι αστοί εγκατέλειψαν τις
παραδοσιακές γειτονιές και υιοθέτησαν αβασάνιστα νέες αισθητικές για να
εξυπηρετήσουν τις δήθεν νεωτεριστικές και καταναλωτικές ανάγκες, σύμφωνα πάντα
με τις προτροπές και τις υποσχέσεις της Πολιτείας.
«Γενεά έξυπνων ανθρώπων και νόμων του Κράτους, που εφήρμοζαν την αρχή τού ό,τι
αρπάξεις» κατεξευτέλισαν όλα όσα είχε διαπλάσει ο προηγούμενος αστικός
πολιτισμός, καθώς δημοσίευε ο αρχιτέκτων, πολεοδόμος και βαθύς αθηναιογνώστης
Κώστας Μπίρης («Μιλούν τα κτήρια», 1949). Η πολυκατοικία, «το κτήριο το
σύγχρονο της Αθήνας, το κτήριο των έξυπνων ανθρώπων της εποχής. Έπρεπε να
παρουσιασθεί αυτό, για να αποδειχθή πως δεν είχαν καθόλου μυαλό οι προηγούμενες
γενεές. Εθυσίαζαν εκείνες, πρώτα-πρώτα τα οικόπεδα για να κάνουν πλατείες,
πάρκα, λεωφόρους. Πόσα οικόπεδα -και τι οικόπεδα- δεν πήγαν χαμένα για να γίνει
αυτή η Ομόνοια, αυτή η λεωφόρος Πανεπιστημίου, αυτή η πλατεία Συντάγματος, το
Ζάππειο. Και σαν να μην έφθανε η ανοησία τους αυτή, έκτιζαν μόνο δυόμισυ έως τρεις
ορόφους, για να γίνει, λέει, κανονική η κατανομή της οικοδομήσεως στην πόλη και
ομοιόμορφη και ήρεμη η όψη της!»
Ήταν
επόμενο και οι συνοικίες, οι παραδοσιακές γειτονιές και οι πλατείες να
ακολουθήσουν τον συρμό του πρωτοφανούς εργολαβικού αναβρασμού, να μεταμορφωθούν,
να μεταπλασθούν, για να υποδεχθούν τους επήλυδες, τα κύματα των νέων επισκεπτών
και, πλέον, μόνιμων κατοίκων τους. Σε μια νέα διεθνοποιημένη
ατμόσφαιρα, όπου οσμές και χρώματα, ρυθμοί και ιδιώματα και φθόγγοι
συμπλέκονται, αρκετές από τις συνοικίες διατηρούν ακόμη μυστικά και ευαίσθητα
την παλιά αίγλη τους και τη γοητεία της άλλης εποχής, και ανασταίνονται και
ζουν ξανά σε πείσμα των καιρών και των ταγών ονόματα μύθου και θρύλου, μνήμες
και παραδόσεις που θέλγουν.
«Τα ερείπια για να κάνουν
τόση εντύπωση δεν μπορεί να είναι ολότελα πεθαμένα. Ζουν μόλις ίσως λιγότερο
απ' ό,τι ανασαίνει ένα δέντρο. Αλλά ζουν. Πώς αλλιώς θατρεφαν τα κίτρινα
λουλουδάκια που βγαίνουν από τις σχισμές των μαρμάρων τους αν ήταν στείρα; Η
Ιστορία δεν αφήνει πουθενά τη χώρα μοναχή, σωροί από ήρωες, ωραίες γυναίκες,
λάμιες, αρματολούς, τριγυρίζουν στ’ αγαπημένα τους μέρη, γράφει ο Χρ.
Ζαλοκώστας. Ανακαλούν μνήμες κι ανάμεσα σε δάκρυα και νοσταλγίες χαμένων
ονείρων και πατρίδων αναπολούν ιστορίες και κλέη και κάλλη, και αναμένουν από τους
σύγχρονους λάτρεις της πατρίδας να τις διηγηθούν και να τις διδάξουν σε όσους
αποφάσισαν ή αναγκάσθηκαν να μετοικήσουν. Με την ελπίδα οι νέοι κάτοικοι να σεβασθούν
και να τιμήσουν την Ιστορία και ό,τι απέμεινε από τον πολιτισμό τούτης της
χώρας, που κατέστρεψαν η απαιδευσία και η απληστία των αυτοχθόνων.
«κυριακάτικη δημοκρατία»
16.7.2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου