«Θεέ μου, προστάτευε μας από τους φίλους μας – από τους εχθρούς μας μπορούμε οι ίδιοι να φυλάξουμε τους εαυτούς μας», είχε πει κάποτε ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της Γερμανίας, ο Immanuel Kant. Μεταξύ άλλων, ήταν ένας από αυτούς που αντιστάθηκαν στο «ολοκληρωτικό δόγμα», σύμφωνα με το οποίο: η Δύναμη εγκαθιδρύει Δίκαιο - υποστηρίζοντας ότι, η εγκαθίδρυση της αιώνιας ειρήνης μπορεί να προέλθει μόνο μέσω μίας ομοσπονδιακής ένωσης αυτών που ονομάζουμε δημοκρατικά κράτη. Κάτι αντίστοιχο, στη δική μας ιστορική περίοδο, η μοναδική δηλαδή δυνατότητα της εξασφάλισης της «αιώνιας ειρήνης», είναι αναμφίβολα η Ευρωπαϊκή Ένωση - η οποία δυστυχώς κινδυνεύει σήμερα να καταρρεύσει.
Ο κίνδυνος της κατάρρευσης της εστιάζεται βέβαια στους «πλούσιους» φίλους μας, παρά στους εχθρούς μας – στους πλεονασματικούς εταίρους μας δηλαδή οι οποίοι, παρά το ότι γνωρίζουν ότι είναι αδύνατον να επιβιώσει μία ένωση κρατών, η οποία δεν αποτελεί ουσιαστικά «άριστο νομισματικό χώρο» (ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων και κεφαλαίου, έτσι ώστε να καταπολεμούνται οι «ανισορροπίες» στο εσωτερικό της), δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να επιλύσουν το πρόβλημα – πόσο μάλλον να ολοκληρώσουν τους αρχικούς σχεδιασμούς, επιταχύνοντας την πολιτική ένωση της Ευρώπης.
Αυτό που διαπιστώσαμε λοιπόν, «με τη βοήθεια» της Ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης (άρθρο μας: Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ: Η αναμενόμενη δημοσιονομική κρίση πλήττει πρώτα τη χώρα μας, καθιστώντας την ανυπεράσπιστο στόχο των κερδοσκόπων και ωρολογιακή βόμβα μεγάλης ισχύος στα θεμέλια της Ευρωζώνης. 12/12/2009 ), ήταν η προσπάθεια της Δύναμης, της Γερμανίας δηλαδή, να εγκαθιδρύσει Δίκαιο εντός της Ευρώπης – αυτή τη φορά χωρίς συμβιβαστικές προθέσεις, με έντονη αλαζονεία και χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό.
Ουσιαστικά παρακολουθήσαμε πρόσφατα μία «θεατρική παράσταση», στην οποία ο αδιαφιλονίκητος ιδιοκτήτης μίας «Ευρωπαϊκής Πολυαγοράς» (Euro Mall), επέβαλλε «μονομερώς» τη θέληση του στους ενοικιαστές της - αναγκάζοντας τους να πληρώνουν διαρκώς αυξανόμενα ενοίκια, εάν ήθελαν να παραμείνουν εντός του ιδιόκτητου ακινήτου του. Στον Πίνακα Ι που ακολουθεί, εμφανίζονται κάποια βασικά μεγέθη, τα οποία διαφοροποιούν «δραματικά» τις χώρες της ΕΕ μεταξύ τους, αναδεικνύοντας τις τεράστιες ανισορροπίες που υπάρχουν:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξαγωγές, εισαγωγές, πλεονάσματα και ελλείμματα το έτος 2009, σε δις €, με κριτήριο κατάταξης το έλλειμμα (πλεόνασμα) του 2009 – Ισοζύγιο 2008
ΧΩΡΑ | Εξαγωγές |
| Εισαγωγές | Ισοζύγιο | Ισοζύγιο |
|
|
|
| 2009 | 2008 |
|
|
|
|
|
|
Γερμανία | 803.9 |
| 668.1 | 135.8 | 177.5 |
Ολλανδία | 357.3 |
| 319.5 | 37.9 | 38.7 |
Ιρλανδία | 82.1 |
| 44.6 | 37.4 | 28.4 |
Βέλγιο | 265.2 |
| 252.3 | 12.8 | 3.8 |
Σουηδία | 94.0 |
| 85.4 | 8.6 | 11.0 |
Δανία | 66.9 |
| 59.4 | 7.5 | 4.5 |
Τσεχία | 81.2 |
| 75.3 | 5.9 | 3.2 |
Ουγγαρία | 60.0 |
| 56.0 | 4.0 | -0.3 |
Φιλανδία | 44.9 |
| 43.3 | 1.6 | 3.2 |
Σλοβακία | 40.1 |
| 39.6 | 0.5 | -1.9 |
|
|
|
|
|
|
Σλοβενία | 18.8 |
| 19.0 | -0.2 | -2.0 |
Εσθονία | 6.5 |
| 7.3 | -0.8 | -2.4 |
Μάλτα | 1.5 |
| 2.6 | -1.1 | -1.2 |
Λιθουανία | 11.8 |
| 13.1 | -1.3 | -5.1 |
Λετονία | 5.5 |
| 6.9 | -1.4 | -4.1 |
Λουξεμβούργο | 14.9 |
| 17.5 | -2.6 | -4.3 |
Ιταλία | 290.1 |
| 294.2 | -4.1 | -13.0 |
Αυστρία | 98.6 |
| 102.8 | -4.1 | -2.0 |
Κύπρος | 0.9 |
| 5.6 | -4.7 | -6.1 |
Βουλγαρία | 11.8 |
| 16.7 | -4.9 | -9.9 |
Πολωνία | 96.4 |
| 105.1 | -8.7 | -26.1 |
Ρουμανία | 29.1 |
| 38.9 | -9.8 | -23.5 |
Πορτογαλία | 31.1 |
| 50.1 | -19.0 | -23.2 |
Ελλάδα | 14.4 |
| 42.9 | -28.5 | -43.5 |
Ισπανία | 156.6 |
| 206.2 | -49.5 | -94.7 |
Γαλλία | 341.6 |
| 396.1 | -54.5 | -69.5 |
Μ. Βρετανία | 252.3 |
| 344.9 | -92.6 | -117.8 |
Πηγή: Eurostat
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως συμπεραίνεται με ευκολία από τον πίνακα, οι χώρες που ενδεχομένως θα μπορούσαν να «απαιτήσουν» την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, η Γαλλία πρωτίστως, δευτερευόντως η Ιταλία και η Ισπανία, καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις – γεγονός που σημαίνει ότι, δυστυχώς έχουν απολέσει σχεδόν καθ’ ολοκληρία την ανταγωνιστικότητα τους, αφού εισάγουν κατά πολύ περισσότερα προϊόντα από αυτά που εξάγουν (η αύξηση/μείωση του εξωτερικού δημοσίου χρέους, είναι σε άμεση συνάρτηση με το εμπορικό ισοζύγιο). Ειδικά όσον αφορά τη Μ. Βρετανία, βλέπουμε ότι έχει «καταποντισθεί» στην τελευταία θέση (σε απόλυτα βέβαια νούμερα, όχι ποσοστιαία επί του ΑΕΠ).
Απλά και μόνο λοιπόν παρατηρώντας τον πίνακα, διαπιστώνουμε με ασφάλεια ότι δεν φαίνεται να ακολουθεί η πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης, αφού η ηγέτιδα δύναμη της στόχευε ανέκαθεν στην πλήρη, μονόπλευρη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων μίας ένωσης, η οποία απλά θα εξασφάλιζε την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων εντός της, χωρίς κανένα σχεδόν συναλλαγματικό κίνδυνο (άρθρο μας: ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΨΕΥΔΩΝ ΕΛΠΙΔΩΝ: Οι σχεδιασμοί της Κομισιόν, η ανεξέλεγκτη αποβιομηχανοποίηση και ο ανατροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος του χρέους, «προδιαγράφουν» την ολοκληρωτική απώλεια της ανεξαρτησίας μας 29/12/2009). Άλλωστε, οι συνεχείς «βιομηχανικές» επενδύσεις της εκτός της Ευρώπης (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία κλπ), αποδεικνύουν ακόμη μία φορά πως αντιμετωπίζει τα κράτη της ΕΕ περισσότερο σαν πελάτες - πολύ λιγότερο σαν «εταίρους», πόσο μάλλον «ισότιμους».
Έχοντας την άποψη λοιπόν ότι, ο στόχος της Γερμανίας έχει πλέον επιτευχθεί (η Ολλανδία είναι συνοδοιπόρος της, εξαρτώμενη σε μεγάλο βαθμό από την γερμανική αγορά, για την πώληση των προϊόντων της), με την έννοια ότι οι περισσότερες άλλες χώρες είτε δεν είναι σε θέση να «απεξαρτηθούν» από την Ευρωζώνη, είτε δεν μπορούν να απειλήσουν την ηγεμονία της στην ΕΕ, ο δρόμος έχει μεταβληθεί πλέον σε μονόδρομο, από τον οποίο πολύ δύσκολα μπορεί να ξεφύγει κανείς.
Η Ευρώπη έχει μετατραπεί πια σε ένα εμπορικό κέντρο, σε ένα Euro Mall δηλαδή, το οποίο αφενός μεν «ανήκει» στη Γερμανία, αφετέρου δε έχει κύριο στόχο του την προώθηση των δικών της εμπορευμάτων και των δικών της υπηρεσιών. Πρόσφατα δε «απείλησε» εκείνες τις χώρες, οι οποίες δεν θα μπορούσαν πλέον να πληρώσουν τα «κοινόχρηστα», πόσο μάλλον το «ενοίκιο» και τις εξαγωγικές της απαιτήσεις, με έξοδο τους από το εμπορικό κέντρο της – με την εκδίωξη τους δηλαδή από την Ευρωζώνη. Ευτυχώς αντέδρασε έγκαιρα ο πρόεδρος της ΕΚΤ, ο μοναδικός που υπερασπίσθηκε «σθεναρά» την «ιδέα» της ένωσης – ας ελπίσουμε ότι δεν θα εκλεγεί ποτέ Γερμανός στη θέση του.
Επομένως, αντιμετωπίζοντας ρεαλιστικά την πραγματικότητα και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θέλουμε να εγκαταλείψουμε «αμαχητί» το ευρωπαϊκό όνειρο, το οποίο εξασφαλίζει την «αιώνια ειρήνη» εντός των συνόρων της ΕΕ, υπάρχουν οι εξής επιλογές:
(α) Να απομονωθεί η Γερμανία, ακλουθώντας το μοναχικό δρόμο της, με αντίπαλο τον υπόλοιπο πλανήτη (μία τέτοια χώρα, είναι μάλλον αδύνατον να αναπτυχθεί χωρίς την ύπαρξη «εχθρού»).
(β) Να «συνετισθεί» η Γερμανία, βοηθούμενη να κατανοήσει ότι, μία ανάλογη απομόνωση την οδήγησε δύο φορές σε καταστροφικούς πολέμους - οι οποίοι ήταν εξαιρετικά επώδυνοι όχι μόνο για όλους εμάς αλλά, κυρίως, για τους δικούς της Πολίτες.
(γ) Να υποταχθούν όλες οι χώρες στη Γερμανία, «επιτρέποντας» την εκπλήρωση του ονείρου της να «ηγηθεί» στην Ευρώπη - φοβούμενοι τη δύναμη της και επιλέγοντας την ασφάλεια, από την ελευθερία (άρθρο μας: PAX GERMANICA: Η φτώχεια μίας Δημοκρατίας είναι πολύ καλύτερη από την υλική ευημερία η οποία, καθώς ισχυρίζονται, συνυπάρχει με τον Ολοκληρωτισμό, όπως ακριβώς η ελευθερία είναι καλύτερη από τη δουλεία (Δημόκριτος) 6/3/2010).
Περαιτέρω, υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που φαίνεται να «υποκλίνονται» μπροστά στο «γερμανικό θαύμα» - έτσι όπως αυτό διαπιστώνεται από την ανάπτυξη της συγκεκριμένης χώρας, παρά την τεράστια καταστροφή που υπέστη μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο (υπενθυμίζουμε ότι έχει ανέλθει «σιωπηρά» στην 3η θέση παγκοσμίως, στις εξαγωγές πολεμικού εξοπλισμού, με κυριότερους πελάτες την Ελλάδα και την Τουρκία).
Επειδή όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι θαυμάζουν τη γερμανική ισχύ, απεχθανόμενοι ταυτόχρονα την αδυναμία του δικού τους κράτους (επικρίνοντας συνήθως τα ελαττώματα τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημοσίου βίου τους), θα επιθυμούσαν ενδεχομένως μία ανάλογη εξέλιξη της χώρας τους, θεωρήσαμε σκόπιμο να αναλύσουμε κάποια από τα στοιχεία εκείνα, επάνω στα οποία οικοδομήθηκε το «γερμανικό θαύμα», «εμπλουτίζοντας» τον πλανήτη με δύο παγκοσμίους πολέμους – πιθανότατα και με έναν τρίτο, εάν τυχόν τελικά καταρρεύσει η ΕΕ. Κατά την άποψη μας λοιπόν, η διαχρονική ανάπτυξη της Γερμανίας στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στα εξής:
(α) Στην αλληλεγγύη των Η.Π.Α. (σχέδιο Μάρσαλ), όπως και των υπολοίπων ευρωπαϊκών δυνάμεων οι οποίες, εκτός των άλλων, βοήθησαν στο να λησμονηθεί το εθνικοσοσιαλιστικό παρελθόν της. Φυσικά η ίδια, η Γερμανία δηλαδή, δεν «επηρεάζεται» από κανενός είδους συναισθήματα αλληλεγγύης, θεωρώντας τα ανέκαθεν χαρακτηριστικό των αδυνάτων (η μοίρα των οποίων είναι ο «Καιάδας»). Επίσης, δεν νοιώθει εκ φύσεως την παραμικρή ευγνωμοσύνη για όποιον τυχόν τη βοηθήσει - αφού θεωρεί ότι αυτός που το κάνει, που τη βοηθάει δηλαδή, είναι υποχρεωμένος να συμπεριφερθεί έτσι, «σεβόμενος» τη «θεϊκή» υπεροχή της «άρειας φυλής» και υποκλινόμενος απέναντι της.
(β) Στις τεράστιες περιουσίες των ναζί, προερχόμενες από τη λεηλασία πολλών κρατών και πολιτών τους, οι οποίες σταδιακά επανεπενδύθηκαν στη βιομηχανία της (συμπεριλαμβανομένης της «πολεμικής», η οποία σχετικά εύκολα μεταβλήθηκε σε «πολιτική»). Προφανώς δεν είναι μόνο η εργασία, αυτή που εξασφαλίζει την οικονομική βιωσιμότητα και την επιτυχία στη βιομηχανική ή λοιπή παραγωγή αλλά, πολύ περισσότερο ίσως, το Κεφάλαιο, το οποίο δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις «εκμετάλλευσης» του εκάστοτε εργατικού δυναμικού.
(γ) Στη μεθοδική «απομύζηση» της εσωτερικής αγοράς της (δήθεν) ενωμένης Ευρώπης (άρθρο μας: ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ: Η Γερμανία είναι μέρος του προβλήματος της Ελλάδας, ενώ θα είναι η κύρια υπεύθυνη στην περίπτωση που τυχόν καταρρεύσει, κάτω από την πίεση της κρίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το κοινό νόμισμα 16/1/2010). Η ανταγωνιστικότητα που εξασφάλισε η Γερμανία, με τη μέθοδο του εργατικού και λοιπού dumping (μεταξύ άλλων, σε μία χώρα των 80 εκ. κατοίκων, οι επιχειρήσεις έχουν αναμφίβολα πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης, οπότε μπορούν να «επιδοτούν» τις επεκτατικές τους κινήσεις), του χρηματισμού κυβερνήσεων από τις επιχειρήσεις της (Siemens, Mercedes, MAN, Ferrostahl κλπ), καθώς επίσης της εκτεταμένης διαφθοράς συνειδήσεων, της προσέφερε ακόμη ένα πλεονέκτημα: αυτό της απεξάρτησης, της «ανοσίας» της καλύτερα απέναντι στις ενδεχόμενες, ανοδικές ή καθοδικές διακυμάνσεις του κοινού νομίσματος.
Ακριβώς για το λόγο αυτό, δεν ενδιαφέρεται σήμερα ιδιαίτερα για το μέλλον του Ευρώ, αφού στην περίπτωση της ανατίμησης του, ενισχύεται «εξαγωγικά» εντός της Ευρώπης ενώ, εάν υποτιμηθεί, ενισχύεται διεθνώς – απέναντι κυρίως στις Η.Π.Α. και στην Κίνα.
(δ) Στον έμφυτο «εθνικισμό» της χώρας, στον οποίο οφείλονται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία, η πρόοδος, καθώς επίσης τα οικονομικά της επιτεύγματα (εξαγωγές, πλεονάσματα, βιομηχανική εξέλιξη κλπ). Ο εθνικισμός ανταποκρίνεται σε μία ενστικτώδη, μάλλον «βιολογική» ανάγκη: στην επιθυμία των ανθρώπων να ανακαλύψουν και να γνωρίσουν την καθορισμένη θέση τους στον κόσμο, καθώς επίσης να ανήκουν σε ένα ισχυρό συλλογικό σώμα, νοιώθοντας ταυτόχρονα ασφαλείς. Εφ’ όσον λοιπόν ο (φυλετικός) εθνικισμός καλύπτει μία τόσο μεγάλη και «πολύπλευρη» ανθρώπινη ανάγκη, προσφέροντας ουσιαστικά ένα είδος «αυτοπραγμάτωσης», είναι φυσικό να γίνεται αποδεκτός από τις μάζες, ενώ είναι «υποφερτή» η ολοκληρωτική «χροιά» του.
Ο γερμανικός εθνικισμός ειδικότερα εκδηλώνει ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό, το οποίο αποτελεί έναν σημαντικό «συστατικό» γενικότερα της «υπερβάλλουσας» ανθρώπινης φιλοδοξίας: Το αίσθημα κατωτερότητας των Γερμανών απέναντι σε πιο ισχυρά κράτη – κάποτε στη Μ. Βρετανία και σήμερα κυρίως στις Η.Π.Α.
Χωρίς δε αυτόν τον φυλετικό εθνικισμό ο οποίος, σε συνδυασμό με το συναίσθημα κατωτερότητας, «εκβάλλει» σε ένα σύμπλεγμα εξουσίας, θα ήταν αδύνατον να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή εντός της Γερμανίας – επίσης όχι η «πειθαρχία», η οποία ουσιαστικά επιβάλλεται στους Πολίτες από την Οικονομική & Πολιτική Αστυνομία, από τη Μυστική Υπηρεσία, καθώς επίσης από διάφορους άλλους «ελεγκτικούς» η «αποτρεπτικούς» μηχανισμούς, τους οποίους έχει στη διάθεση της η κρατική εξουσία.
Ειδικά μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, ο έμφυτος εθνικισμός χρησίμευσε τα μέγιστα στο να «σκύψουν το κεφάλι», να αφιερωθούν στην ανοικοδόμηση της χώρας με όλες τους τις δυνάμεις (αφού τους βοηθούσε να ξεχάσουν την ντροπή της ήττας από τον εχθρό), καθώς επίσης να περιμένουν υπομονετικά να έλθει εκείνη η στιγμή, η οποία θα τους επέτρεπε να επιβεβαιώσουν ακόμη μία φορά την ανωτερότητα της «φυλής» τους.
Ίσως εδώ δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι, όπως αναφέρει ο πρώσος ιστορικός Treitschke, «Ο πόλεμος δεν είναι μόνο μία πρακτική, αλλά και μία θεωρητική αναγκαιότητα, μία επιτακτική απαίτηση της λογικής…..η έννοια του κράτους συνεπάγεται την έννοια του πολέμου, επειδή η ουσία του κράτους είναι η δύναμη. Το κράτος είναι λαός οργανωμένος σε μία κυρίαρχη δύναμη»
Σε κάποιο επόμενο άρθρο μας θα αναφερθούμε διεξοδικά στον ολοκληρωτισμό ο οποίος, έχοντας τη «δυνατότητα» να επιλύει τόσο το πρόβλημα της ανεργίας, όσο και αυτό της αναδιανομής των εισοδημάτων, επανέρχεται κάθε φορά στην επικαιρότητα, δια μέσου της αδυναμίας των υπολοίπων πολιτευμάτων (τα οποία βασίζονται στην ατομικότητα και στην ελευθερία) να εξασφαλίσουν μία διαχρονική λύση.
Ειδικά όμως σε σχέση με τη Γερμανία, οφείλουμε να τονίσουμε ότι, πριν από την ένωση της, ήταν μία από τις πλέον δημοκρατικές χώρες της Ευρώπης, αφού παρείχε σε όλους ανεξαιρέτως τους Πολίτες της, αυτόχθονες και αλλοδαπούς, ελευθερία, σωστή αντιμετώπιση, πλήθος «κοινωνικές» υπηρεσίες (δωρεάν Υγεία, Παιδεία, Ασφάλεια κλπ), καθώς επίσης ένα ιδανικό οικονομικό πλαίσιο για την ίδρυση και λειτουργία επιχειρήσεων. Δυστυχώς, η πολιτική της άλλαξε σχεδόν αμέσως μετά την ένωση της Δυτικής με την Ανατολική Γερμανία, ενώ ο ρυθμός της «επαναφοράς» του «θεϊκού», αστυνομικού κράτους αυξήθηκε τα μέγιστα, μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Βόνη στο Βερολίνο.
Ολοκληρώνοντας, επειδή οφείλουμε να ασχολούμαστε με τα δικά μας προβλήματα και όχι μόνο με τα ευρωπαϊκά, αφού ένας υγιής «συνεταιρισμός» απαιτεί υγιείς εταίρους (πόσο μάλλον όταν έχουμε διαπράξει αναμφίβολα αμέτρητα λάθη, ιδίως η Πολιτική μας), οι προτεραιότητες της Ελλάδας οφείλουν να είναι οι παρακάτω:
(α) Η αύξηση των εξαγωγών, με κύρια κατεύθυνση εκείνες τις χώρες, από τις οποίες εισάγουμε περισσότερο, έτσι ώστε να «ισοσκελίζεται» υποχρεωτικά το εμπορικό μας ισοζύγιο.
(β) Η μείωση των εισαγωγών, αφενός μεν με την προτίμηση μας στα ελληνικά προϊόντα (άρθρο συναδέλφου: Προτιμάτε με επιμονή προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα: Η πιο απλή και πρακτική λύση στα οικονομικά προβλήματα της χώρας μας! 8/3/2010), αφετέρου δε με τις εισαγωγές από τις χώρες εκείνες που προωθούν τις δικές μας εξαγωγές. Για παράδειγμα, εάν η Ιταλία επιλέγει τα δικά μας εμπορεύματα ή τις υπηρεσίες (τουρισμός, ναυτιλία κλπ), τότε θα πρέπει και εμείς να αγοράζουμε τα δικά της αυτοκίνητα - ή οτιδήποτε άλλο παράγει με δικό της εργατικό δυναμικό.
(γ) Ο μηδενισμός του ελλείμματος του προϋπολογισμού, μέσω κυρίως του περιορισμού των δημοσίων δαπανών – της σπατάλης δηλαδή των φορολογικών εσόδων. Κατά την άποψη μας, η μείωση των μισθών των ΔΥ δεν είναι το ιδανικό μέτρο, παρά το ότι οφείλει άμεσα (αλλά σταδιακά) να εξισορροπήσει η τεράστια μισθολογική διαφορά που υπάρχει μεταξύ των δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων (εκτός αυτού, μία απότομη «αναδιανομή» θα μπορούσε να διαχωρίσει τους Πολίτες σε δύο αντίπαλες, αντιμαχόμενες τάξεις – γεγονός που πρέπει φυσικά να αποφευχθεί, πόσο μάλλον αφού ο βασικότερος «ένοχος της χρεοκοπίας» είναι η Πολιτεία). Το ίδιο ακριβώς θεωρούμε ότι ισχύει και για την αύξηση της φορολόγησης, αφού και τα δύο αυτά μέτρα, σε συνθήκες τόσο παγκοσμίου κρίσης, όσο και ευρωπαϊκής, θα είχαν σαν αποτέλεσμα μία εκτεταμένη ύφεση, η οποία θα μας οδηγούσε πολλές δεκαετίες πίσω.
Επομένως, αυτό που απομένει, από την πλευρά της εξοικονόμησης πόρων, είναι ο περιορισμός των ανεξέλεγκτων δημοσίων δαπανών, για την επίτευξη το οποίου θα πρέπει να δραστηριοποιηθούν όλοι οι Πολίτες ανεξαιρέτως. Ίσως εδώ να βοηθήσουν στην κατανόηση οι ενέργειες κάποιων πολιτών της Βραζιλίας, σύμφωνα με την εξής είδηση:
«Σε μία μικρή πόλη της Βραζιλίας, οι κάτοικοι αντέδρασαν στην κλοπή του δημόσιου χρήματος και στην ατιμωρησία των πολιτικών. Ενώσεις εμπόρων λοιπόν, δικηγόροι, πανεπιστημιακοί και κοινωνικές οργανώσεις, διαπραγματεύτηκαν την πρόσβασή τους στα έγγραφα του Δήμου. Διέθεσαν τον ελεύθερο χρόνο στη μελέτη τους και η διαφθορά εξαφανίστηκε. Επιπλέον, ο δήμος εξοικονόμησε 5 εκατ. δολάρια. Άλλες 35 πόλεις υιοθέτησαν το παράδοξο αυτό σύστημα».
Όπως φαίνεται από την είδηση, δεν είναι μόνο οι κρατικές υπηρεσίες, αυτές οι οποίες κατασπαταλούν το δημόσιο χρήμα, αλλά και οι δήμοι. Οι Πολίτες μίας χώρας πρέπει να κατανοήσουν πως, εάν θέλουν πράγματι να ζουν ελεύθεροι, οφείλουν να αναλαμβάνουν έμπρακτα υπευθυνότητες για τα κοινά, νοιώθοντας ότι η δημόσια περιουσία (οι δρόμοι, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, οι κοινωφελείς επιχειρήσεις κλπ), τους ανήκει και πρέπει να την προστατεύουν.
Σχεδόν όλοι συμφωνούμε, αναφορικά με τις «αδυναμίες» της Πολιτείας, αν και δυστυχώς δεν αφορά μόνο τη δική μας χώρα, αλλά όλες τις «δυτικές». Επίσης συμφωνούμε, σε σχέση με την έλλειψη εμπιστοσύνης του Πολίτη προς το κράτος (άρθρο μας: Η ΕΧΘΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Η αίσθηση ότι επικρατεί το Δίκαιο, η εξάλειψη της συγκριτικής φτώχειας, η καταπολέμηση της αλαζονείας και η ισότιμη αντιμετώπιση όλων, απέναντι στους κοινούς κανόνες συμβίωσης, είναι οι βασικότερες προϋποθέσεις δημιουργίας «κοινωνικών» συνειδήσεων 25/12/2009).
Από την άλλη πλευρά, εμείς πιστεύουμε απόλυτα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στον άνθρωπο – ειδικά στον Έλληνα πολίτη. Η δραστηριοποίηση του πολίτη λοιπόν στα «κοινά» είμαστε σίγουροι ότι, είναι η μόνη δυνατότητα επίλυσης των προβλημάτων μας – ιδιαίτερα της διαφθοράς. Κάτι τέτοιο όμως συνεπάγεται «εθελοντικές», αφιλοκερδείς δηλαδή ενέργειες, όπως αυτές των πολιτών της Βραζιλίας (έλεγχος των δημοσίων υπηρεσιών κλπ) – κάτι απόλυτα εφικτό, αφού όλοι μας έχουμε «έννομο» συμφέρον, σε σχέση με τη δημόσια περιουσία. Επομένως, δικαιούμαστε να ζητήσουμε ακόμη και τη βοήθεια των δικαστηρίων, εάν τυχόν δεν μας «επιτραπεί» η πρόσβαση και ο έλεγχος της διαχείρισης του δημοσίου πλούτου.
Φυσικά αυτού του είδους οι «ιδιωτικές» πρωτοβουλίες, οφείλουν να επεκταθούν και σε άλλους τομείς. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν σωστά στελεχωμένες ομάδες πολιτών, να «απαιτήσουν» από τα τηλεοπτικά μέσα να μην συμπεριλαμβάνουν ιδιοτελείς πολιτικούς στις ενημερωτικές εκπομπές τους, αλλά πολίτες (καθηγητές, επιχειρηματίες κλπ), έτσι ώστε αφενός μεν να ενημερωνόμαστε σωστά, αφετέρου δε να ελέγχεται αντικειμενικά η Πολιτεία - από τους ίδιους τους πολίτες της.
Επίσης, έχουμε την άποψη ότι το διαδίκτυο, με τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρει (συγγραφή κειμένων από μη εξαρτημένους, ανιδιοτελείς πολίτες, μαζική αποστολή ενημερωτικών mail κλπ), θα μπορούσε να αναδειχθεί στον καλύτερο δυνατό συνεργάτη του «ενεργού» Πολίτη - αρκεί να χρησιμοποιείται μεθοδικά και σωστά. Έτσι, θα μπορούσε να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών απέναντι στην Πολιτεία, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να ευδοκιμήσουν οι όποιες προσπάθειες αλλαγής και εξυγίανσης της Οικονομίας μας (άρθρο μας: ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ: Οι καινούργιοι εχθροί των κρατών, οι αντιδραστικές κοινωνίες που αναπτύσσονται ραγδαία, καθώς επίσης οι πολιτικές ηγεσίες, πιθανόν «παραγνωρίζουν» τη σημασία των συνεχώς υψηλότερων χρεών, τα οποία απειλούν «ευθέως ανάλογα» την εμπιστοσύνη των πολιτών στις χώρες τους 6/1/2010 ).
(δ) Ο μηδενισμός της δημιουργίας νέων χρεών, δημόσιων και ιδιωτικών, τα οποία θα μας οδηγούσαν χωρίς καμία αμφιβολία στην πλήρη υποδούλωση – πόσο μάλλον όταν δεν μπορεί να εξατομικευθεί η υπευθυνότητα στην όποια κυβέρνηση, αλλά «διαχέεται» σκόπιμα από τον έναν στον άλλο (άρθρο μας: Ετεροβαρές ρίσκο: Τα τρία βασικά στάδια του σπειροειδούς κύκλου των χρηματοπιστωτικών κρίσεων και η γενεσιουργός αιτία τους - Έφτασε αλήθεια το τέλος της κρίσης; 26/4/2009 ).
Εδώ πρέπει να τονίσουμε ακόμη μία φορά το ότι, η χρήση εκ μέρους της όποιας κυβέρνησης του «δανείου έσχατης ανάγκης» που μας ενέκρινε η Ευρωζώνη, σε συνεργασία με το ΔΝΤ, θα ήταν ποινικά κολάσιμη πράξη – ένα έγκλημα καλύτερα κατά του συνόλου των Ελευθέρων Ελλήνων Πολιτών. Το ίδιο ισχύει και για οποιεσδήποτε τυχόν «ιδιωτικοποιήσεις» κερδοφόρων κοινωφελών επιχειρήσεων του δημοσίου, οι οποίες ανήκουν στους Πολίτες της χώρας, ενώ δεν έχει καμία κυβέρνηση την εξουσιοδότηση να τις «εκποιήσει».
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 31. Μαρτίου 2010
Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου