Η καταστροφή της Σμύρνης μόνο με την πτώση της Βασιλεύουσας
μπορεί να συγκριθεί. Κι ίσως σ' ορισμένες παραμέτρους της να είναι περισσότερο
οδυνηρή, και για τον ελληνισμό, κι απ' αυτήν ακόμη την κατάληψη της
Κωνσταντινουπόλεως από τον Μωάμεθ τον πορθητή.
Το 1453 κατελύθη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Διατηρήθηκε όμως
το όνειρο, η ελπίδα και, κυρίως, η δυνατότητα αναγέννησης ενός εθνικού
ελληνικού κράτους εκεί όπου ήταν συγκεντρωμένες οι μεγάλες πληθυσμιακές
δυνάμεις του έθνους — ιππαστί του Αιγαίου. Στην παλιά Ελλάδα ζούσαν 4.000.000 Έλληνες
και 4.500.000 έως 5.000.000 στην Ανατολή. Και δε θα είχε μέλλον ένας Λαός που δε θα έταζε έναν τέτοιο
στόχο στην ιστορική πορεία του.
Η ήττα του Σουλεϊμάν στα κράσπεδα της Βιέννης δεν ανέκοψε
απλώς την πορεία των στρατών του στην Κεντρική Ευρώπη. Το ευρωπαϊκό τμήμα της
αυτοκρατορίας δεν μπόρεσε να στεριώσει μια και δεν αγκιστρώθηκε στην αυστριακή πρωτεύουσα. Παρέμεινε ένα ετοιμόρροπο
κατασκεύασμα, έστω κι αν παράγοντες άλλοι επέτρεψαν τη διατήρηση του επί 4
αιώνες περίπου. Αλλά οι συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί εκατέρωθεν των ακτών του
Αιγαίου, και κυρίως ο έλεγχος του αιγαιακού αρχιπελάγους, ήταν πάντοτε ο
μεγάλος πονοκέφαλος της αυτοκρατορίας. Και μόνιμη πολιτική του Διβανίου ήταν
όχι μόνον η ενθάρρυνση των διαφόρων φυλετικών ομάδων της βαλκανικής πανσπερμίας,
νοτίως του Δούναβη, αλλά και η ενίσχυση τους στις συγκρούσεις τους —ένοπλες ή
και μόνον οικονομικές— με τους ελληνικούς πληθυσμούς.
Είναι ακόμα χαρακτηριστικό της αγωνίας της Μεγάλης Πύλης για
το Αιγαίο η αποστολή του Πιρί Ρέις. Ο
μεγάλος Τούρκος ναύαρχος —όσο μεγάλος μπορεί να είναι ένας Τούρκος ναύαρχος—
παίρνει εντολή να χαρτογραφήσει και να δημογραφήσει τα νησιά του Αιγαίου. Κι
εξετέλεσε ευσυνείδητα την αποστολή του. Αλλά, όταν επιστρέφει, η αναφορά του
είναι θλιβερή για το Σουλτάνο: Σ' όλα τα νησιά του Αιγαίου —γράφει— κατοικούν
Έλληνες. Δε βρήκα ούτε έναν Τούρκο.
Αλλ' ακόμη κι όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής αποφάσισαν
να διακόψουν την τεχνητή αναπνοή και ν' αφήσουν το «Μεγάλο Ασθενή» —την
Οθωμανική Αυτοκρατορία— να πεθαίνει, ο γεωπολιτικός χάρτης της περιοχής δεν
είχε χαραχθεί. Η πτώση της αυτοκρατορίας ήταν απλώς το σύνθημα ενός
ανταγωνισμού για την επέκταση των σφαιρών επιρροής μεταξύ των μεγάλων —ενός
ανταγωνισμού που οι σημερινές «ανακατατάξεις» (μετά την κατάρρευση της
σοβιετικής αυτοκρατορίας) αποτελούν, απλώς, πιστή αντιγραφή του. Ο γεωπολιτικός
χάρτης της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου χαράχθηκε και σφραγίσθηκε με την
πτώση της Σμύρνης.
Η παραμονή του ελληνικού κράτους στις ανατολικές ακτές του
Αιγαίου θα καθήλωνε και θα περιόριζε την Τουρκία στην ασιατική ήπειρο. Θα
έστρεφε τις διαθέσεις του τουρκικού έθνους προς τις ασιατικές στέπες —το λίκνο
που το εξέθρεψε.
Μόνο μετά την πτώση της Σμύρνης, ο Κεμάλ προσθέτει στις
πολιτικές υποθήκες του ότι «...η ιστορική πορεία του τουρκικού έθνους πρέπει να
είναι προσανατολισμένη προς τη Δύση». Και δίνει εντολές όλες οι προτομές του να
είναι στραμμένες προς τα δυτικά.
Αν η Σμύρνη, η χερσόνησος της Ερυθραίας, η Μαγνησία
ενσωματώνονταν στην Ελλάδα και συγκέντρωναν τον ελληνισμό της Ανατολής, οι
Τούρκοι θ' αγνάντευαν την Κωνσταντινούπολη από τις ασιατικές ακτές. Ολόκληρη η
Θράκη θα ήταν ελληνική. Ακόμη μετά την ολοκληρωτική νίκη του Κεμάλ στη
Μικρασία, η Κωνσταντινούπολη και η Θράκη αποτέλεσαν αντικείμενο σκληρού
παζαριού μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων. Δεν τις κέρδισε ο Κεμάλ. Του της
πρόσφεραν οι άλλοτε σύμμαχοι μας.
Υπάρχει όμως ένα εύλογο ερώτημα. Ήταν δυνατόν να κρατηθούμε
στη Μικρασία;
Είναι ένα ερώτημα, μια αμφιβολία που την έχει γεννήσει η
προσπάθεια των μεγάλων ενόχων να δικαιολογήσουν, να συγκαλύψουν το έγκλημα
τους. Η απάντηση είναι πολύ εύκολη απ' ό,τι φαίνεται.
Σε εξ αντιδιαστολής προσέγγιση θα πρέπει να λεχθεί τούτο: Η
Μικρασία δε χάθηκε όταν άρχισε η τουρκική επίθεση. Η εγκατάλειψη της είχε
προαποφασισθεί —ήταν ένα έγκλημα εκ προμελέτης. Απόδειξη ένα επίσημο έγγραφο:
Στις 10 Απριλίου του '22 ο διοικητής της χαρτογραφικής
υπηρεσίας στρατού στρ. Αναγνωστόπουλος, σε διαταγή του προς τον υποδιοικητή του
στη Σμύρνη συνταγματάρχη Δ. Πετρίδη, γράφει: «...Η μη μέχρι σήμερον ενίσχυσις
του προσωπικού υμών υπό της Στρατιάς... εμβάλλει ημάς εις σοβαράς ανησυχίας,
ανησυχίας περί της τύχης της αποστολής μας περί χαρτογραφήσεως της Μικράς
Ασίας, δι' ην τόσην ευθύνη έχομεν έναντι του ελληνικού έθνους. Δυστυχώς η
εκκένωσις της Μικρός Ασίας φαίνεται επί του παρόντος αμετάκλητος, άγνωστον δε
πότε θ' αρχίσει...» Η διαταγή αυτή αποκαλύπτει δυο στοιχεία: α) Ότι η
εγκατάλειψη της Μικρασίας είχε αποφασισθεί πολύ πριν εκδηλωθεί η τουρκική επίθεση. Και β) Ότι είχε
αποφασισθεί να εγκαταλειφθούν στην τύχη τους οι Μικρασιάτες, διότι, αν
επέστρεφαν στην Ελλάδα, θα κατεψήφιζαν τον Κωνσταντίνο και τους θεράποντες του.
Και γι' αυτό αφέθηκαν στο έλεος του κατακτητή.
Την απάντηση από στρατηγική σκοπιά τη δίνει ο ίδιος ο Κεμάλ,
διά του βιογράφου του Μεσίν. Στις 28 Αυγούστου του 1921 η ελληνική επίθεση
—στην εκστρατεία του Σαγγάριου— έχει φθάσει στο κορύφωμα της. Η τουρκική
εθνοσυνέλευση έχει καταψηφίσει τον Κεμάλ, που έχει κυκλώσει το κτίριο με τους
Τσέτες του θέλοντας να κερδίσει χρόνο —λίγες ώρες. Όλα κρίνονται στην τρομερή
μάχη του Καλέ Γκρότο, ενός βραχώδους ορεινού όγκου που δεσπόζει της Άγκυρας. Αν
ο Κεμάλ είχε ηττηθεί στρατιωτικά, θα έχει καταρρεύσει και πολιτικά και θα
εγκατέλειπε την εξουσία, ίσως και την Τουρκία.
«...Ο Μουσταφά Κεμάλ», γράφει ο Μεσίν, «έβλεπε ότι είχε
πλησιάσει η κρίσιμη στιγμή. Η ανθρώπινη αντίσταση είχε φθάσει στα όρια της.
Έπρεπε ο ένας από τους αντιπάλους να διακόψει τη μάχη. Η τουρκική άμυνα
εκρατείτο από μια κλωστή... Το παν εκινδύνευε ν' απολεσθεί.
»...Ήταν δύο τα μεσάνυχτα, όταν κτύπησε το τηλέφωνο. Ένας
αξιωματικός μπήκε στο γραφείο κι ανέφερε: Εξοχότατε, ο Φεβζί Πασάς θέλει να σας
μιλήσει στο τηλέφωνο'. Ο Κεμάλ όρμησε: Το είπατε;' φώναξε. Οι Έλληνες ετοιμάζονται
να υποχωρήσουν;»
Κι ο Μεσίν συμπληρώνει:
«Εάν οι Έλληνες κρατούσαν μερικά λεπτά ακόμη, ο Κεμάλ θα
διέτασσε απαγκίστρωση για να προλάβει την καταστροφή».
Μπορούσαν να κρατήσουν οι Έλληνες;
Στο Καλέ Γκρότο πολεμούσε ο Πλαστήρας με το θρυλικό 5/42 κι ο
Φράγκος με το 1/38. Ολέθρια, απίστευτα σφάλματα ανίκανων αξιωματικών έχουν
αποδεκατίσει τη Στρατιά. Κι όμως, οι στρατιώτες πολεμάν. Ο Πλαστήρας έχει
διεισδύσει στο πλευρό της τουρκικής παράταξης και ζητάει την άδεια να επιτεθεί πλευρικά.
Ο μέραρχος δεν επιτρέπει. Αρκετά έχει δοξασθεί ο μόνος
βενιζελικός παλαίμαχος που είχε παραμείνει στη Στρατιά. Ο Φράγκος αγωνιά και
ζητάει την επέμβαση του ενωμοτάρχη αλλά ο «στρατηγός κοιμάται» —αυτή είναι η
απάντηση που παίρνει. Κι όταν ακόμη ο Γονατάς ξυπνάει τον πρίγκιπα Ανδρέα
—αυτός ήταν ο ενωμοτάρχης— η διαταγή δεν αλλάζει. Ο επίορκος συνταγματάρχης
πρίγκιπας Ανδρέας —πατέρας του Φίλιππου— σώθηκε από τα αγγλικά πολεμικά που
έσπευσαν να τον αρπάξουν από την εκδίκηση της Επανάστασης. Η Μικρασία χάθηκε.
Η Μικρασία μπορούσε να κρατηθεί. Δεν ήθελαν να την κρατήσουν
ο Κωνσταντίνος και οι συνένοχοι του. Θα το αντιληφθεί ακόμη κι αυτός ο πιστός
του Κωνσταντίνου, ο στρατηγός Παπούλιας, που διαδέχθηκε το στρατηγό
Παρασκευόπουλο στην αρχηγία της Στρατιάς. Βλέπει ότι οι εμπειροπόλεμοι
αξιωματικοί αντικαθίστανται μ' αποτάκτους των βαλκανικών πολέμων, ότι οι αδειούχοι δεν επιστρέφουν —τα φρουραρχεία
στην Παλιά Ελλάδα παρέτειναν υποχρεωτικά τις άδειες τους. Βλέπει τη συμφορά να
έρχεται. Είναι Κωνσταντινικός αλλά και τίμιος πατριώτης. Σε μια απεγνωσμένη
προσπάθεια να κρατήσει τη Μικρασία, έρχεται σ' επαφή με τους Βενιζελικούς
αξιωματικούς που έχουν καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη: Πάγκαλος, Νίδερ,
Ιωάννου, Κονδύλης, Ζέρβας —μια σειρά εμπειροπόλεμων ηρώων. Είναι έτοιμοι να
πολεμήσουν και πάλι. Το ανέφερε στην Αθήνα, αλλ' η κυβέρνηση Γούναρη αξιώνει να
παρουσιασθούν στην Αθήνα για να τους συλλάβει. Ο Παπούλιας παραιτείται. Και τον
αντικαθιστά ο ημιπαράφρων Χατζηανέστης, που είχε αποστρατευθεί με το βαθμό του
λοχαγού στη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων επί ανικανότητι. Κι από ανίκανος λοχαγός
προήχθη σε αρχιστράτηγο.
Από τον πρόλογο ΤΟΥ
Γιάννη Καψή
στο βιβλίο του Τζόρτζ
Χόρτον "Αναφορικά με την Τουρκία"
Εκδ. ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ -ΑΑ
ΛΙΒΑΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου