Γιατί είναι αναγκαία στον οργανισμό η
βιταμίνη D (ή βιταμίνη του ήλιου)
Τoυ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ Ειδικού Παθολόγου
Η
βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη με σημαντικές δράσεις σε
πολλαπλά επίπεδα του ανθρώπινου οργανισμού. Παράγεται μέσω της έκθεσης
του δέρματος στην ηλιακή υπεριώδη ακτινοβολία UV και ελάχιστα με τη λήψη
ορισμένων τροφών πλούσιες σε βιταμίνη D.
Μεταβολίζεται στο συκώτι σε χαλκιδιόλη και ακολούθως στους νεφρούς όπου λαμβάνει ένα υδροξύλιο και μετατρέπεται σε καλσιτριόλη. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για βιταμίνη, αλλά για μία ορμόνη που αλληλεπιδρά με περισσότερα από 2500 γονίδια στο ανθρώπινο σώμα.
Μεταβολίζεται στο συκώτι σε χαλκιδιόλη και ακολούθως στους νεφρούς όπου λαμβάνει ένα υδροξύλιο και μετατρέπεται σε καλσιτριόλη. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για βιταμίνη, αλλά για μία ορμόνη που αλληλεπιδρά με περισσότερα από 2500 γονίδια στο ανθρώπινο σώμα.
Η δράση της
Η βιταμίνη D σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό 432/2012 συμβάλει:
• Στην φυσιολογική απορρόφηση/χρησιμοποίηση του ασβεστίου και του φωσφόρου.
• Στη διατήρηση των φυσιολογικών επιπέδων ασβεστίου στο αίμα.
• Στη διατήρηση της φυσιολογικής κατάστασης των οστών και των δοντιών.
• Στη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας των μυών.
• Στην κυτταρική διαίρεση και ανάπτυξη των κυττάρων, όπου παίζει σημαντικό ρόλο.
• Στην καλή ρύθμιση και ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού και στη μείωση των φλεγμονών.
• Στην έκκριση ινσουλίνης και στην καλή ρύθμιση του σακχάρου.
Έτσι λοιπόν έλλειψη βιταμίνης D πιθανόν να σχετίζεται:
• Με εμφάνιση οστεοπόρωσης (σε ενήλικες), ραχίτιδας (σε παιδιά).
• Με εκδήλωση αυτοάνοσων νοσημάτων (π.χ. ρευματοειδούς αρθρίτιδας, φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, ψωριασικής αρθρίτιδας).
• Με εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη, αντίστασης στην ινσουλίνη, μεταβολικού συνδρόμου.
• Με εκδήλωση κακοηθειών (π.χ. εντέρου, ενδομητρίου, δέρματος, παγκρέατος, προστάτου κ.α.).
• Με εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.
• Με εμφάνιση άνοιας, σκλήρυνσης κατά πλάκας, νόσου Parkinson.
• Στην φυσιολογική απορρόφηση/χρησιμοποίηση του ασβεστίου και του φωσφόρου.
• Στη διατήρηση των φυσιολογικών επιπέδων ασβεστίου στο αίμα.
• Στη διατήρηση της φυσιολογικής κατάστασης των οστών και των δοντιών.
• Στη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας των μυών.
• Στην κυτταρική διαίρεση και ανάπτυξη των κυττάρων, όπου παίζει σημαντικό ρόλο.
• Στην καλή ρύθμιση και ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού και στη μείωση των φλεγμονών.
• Στην έκκριση ινσουλίνης και στην καλή ρύθμιση του σακχάρου.
Έτσι λοιπόν έλλειψη βιταμίνης D πιθανόν να σχετίζεται:
• Με εμφάνιση οστεοπόρωσης (σε ενήλικες), ραχίτιδας (σε παιδιά).
• Με εκδήλωση αυτοάνοσων νοσημάτων (π.χ. ρευματοειδούς αρθρίτιδας, φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, ψωριασικής αρθρίτιδας).
• Με εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη, αντίστασης στην ινσουλίνη, μεταβολικού συνδρόμου.
• Με εκδήλωση κακοηθειών (π.χ. εντέρου, ενδομητρίου, δέρματος, παγκρέατος, προστάτου κ.α.).
• Με εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.
• Με εμφάνιση άνοιας, σκλήρυνσης κατά πλάκας, νόσου Parkinson.
Ποιοι διατρέχουν κίνδυνο λόγω έλλειψης της βιταμίνης D και ποιοι παράγοντες επιδρούν
• Άτομα με περιορισμένη έκθεση στο φως του ήλιου.
• Η υπερβολική χρήση αντιηλιακών.
• Άτομα με σκουρόχρωμο δέρμα.
• Η αστικοποίηση και η τάση της εργασίας σε κλειστούς χώρους.
• Βρέφη που θηλάζουν και παιδιά που βρίσκονται στην ανάπτυξη.
• Εγκυμοσύνη και θηλασμός.
• Μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
• Άτομα > 50 ετών, επειδή η ικανότητα σύνθεσης της βιταμίνης D μειώνεται με την ηλικία.
• Άτομα με δυσαπορρόφηση (κοιλιοκάκη, ν.Crohn, κυστική ίνωση).
• Άτομα με ηπατικές και νεφρικές παθήσεις.
• Άτομα με υποπαραθυρεοειδισμό.
• Άτομα παχύσαρκα.
• Η χρήση φαρμάκων (αντιεπιληπτικά, κορτικοειδή, αντιμυκητισιακα, φάρμακα του AIDS).
• Άτομα που ζουν στο βόρειο ημισφαίριο.
Σήμερα η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας, καθώς περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως έχουν ανεπάρκεια βιταμίνης D με επιπτώσεις στην υγεία και στην ποιότητα της ζωής τους, ενώ και στην Ελλάδα αναφέρεται ότι το 70-75% του πληθυσμού έχει ανεπάρκεια βιταμίνης D. Η ανεπάρκεια αφορά όλες τις ηλικίες, αλλά τα ποσοστά ανεβαίνουν αρκετά στους ηλικιωμένους.
Μέτρηση βιταμίνης D
• Επιθυμητά επίπεδα >30 ng/ml
• Έλλειψη < 11 ng/ml
• Ανεπάρκεια 11 - 29 ng/ml
• Επάρκεια 30 - 100 ng/ml
• Τοξικότητα > 100-150 ng/ml
Πηγές βιταμίνης D
Οι ημερήσιες ανάγκες κυμαίνονται από 25 έως 50 μg ημερησίως (1000 - 2000 ΙU). Ο οργανισμός συνθέτει το 90% της βιταμίνης μέσω της υπεριώδους ακτινοβολίας και μόνο το 10% μέσω των τροφών (λιπαρά ψάρια, συκώτι, κρόκος αυγού και εμπλουτισμένα τρόφιμα με βιταμίνη D όπως χυμός πορτοκαλιού, γάλα, δημητριακά κ.ά.).
Ο πιο φυσικός και αποδοτικός τρόπος αποθήκευσης βιταμίνης D που συστήνεται είναι η έκθεση στον ήλιο το καλοκαίρι (η έκθεση 15 - 20 λεπτά στον ήλιο μεταξύ 10:00 - 14:00 χωρίς τη χρήση αντιηλιακών στο σώμα, τρεις φορές εβδομαδιαίως, αποθηκεύει 10.000 - 20.000 ΙU βιταμίνης D). Προσοχή, όμως, όχι στην υπερβολική έκθεση στον ήλιο (κίνδυνος καρκίνου του δέρματος).
Λήψη συμπληρωμάτων
Επειδή αφενός η έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία δεν είναι πάντα εφικτή και αφετέρου οι προσλαμβανόμενες ποσότητες από τις τροφές εμπλουτισμένες ή μη είναι ανεπαρκείς να καλύψουν τις ανεπάρκειες της βιταμίνης D, προτείνεται η λήψη συμπληρωμάτων σε δοσολογίες ανάλογα με τη μέτρηση των επιπέδων βιταμίνης D, την ηλικία και το αίτιο που προκάλεσε την ανεπάρκεια, καθώς και έλεγχος των επιπέδων 2 φορές ετησίως (αρχές φθινοπώρου, τέλος άνοιξης).
Καλό είναι να αποφεύγεται η συγχορήγηση σκευασμάτων βιταμίνης Α, ενώ προτείνεται η συγχορήγηση και μαγνησίου, καθώς αυξάνει την πρόσληψη βιταμίνης D.
Τέλος καλό είναι για τις γυναίκες τα επίπεδα της βιταμίνης D3 να παρακολουθούνται συνδυαστικά με τα επίπεδα της παραθορμόνης (PTH) και του ασβεστίου (Ca).
Κίνδυνοι από υπερβιταμίνωση D
Η θεραπεία υποκατάστασης της βιταμίνης D είναι ασφαλής και γενικά δεν υπάρχουν παρενέργειες στις συνήθεις συνιστώμενες δόσεις.
Η υπερβολική λήψη βιταμίνης D μπορεί όμως να προκαλέσει συμπτώματα τοξικότητας:
• Λόγω αυξημένης εντερικής απορρόφησης ασβεστίου αυξάνονται τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα, με αποτέλεσμα την απώλεια οστικής μάζας και σχηματισμό νεφρολιθίασης.
• Αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
• Γαστρεντερικά συμπτώματα - ανορεξία, εμετοί, ναυτία.
• Πολυουρία, πολυδιψία, αδυναμία, νευρικότητα, κνησμός.
• Νεφρική ανεπάρκεια.
• Αυξημένος κίνδυνος ισχαιμικής καρδιοπάθειας λόγω ασβέστωσης των αγγείων.
"ΤΟ ΠΑΡΟΝ/ΥΓΕΙΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου