Σφάξε με πασά μου ν’ αγιάσω
Γιώργος Καραμπελιάς
Η οικοδόμηση μιας στοιχειώδους κοινωνικής προστασίας δεν θα πραγματοποιηθεί μέσα από μια ανακατανομή των εισοδημάτων υπέρ των λαϊκών στρωμάτων, αλλά μέσα από τον αυξανόμενο δανεισμό και το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. Έτσι, μέσα σε μια δεκαετία, από το 1980 στα 1990, το δημόσιο χρέος πέρασε από το 20% του ΑΕΠ στο 100%. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ήταν όλοι «ικανοποιημένοι», τόσο τα παρασιτικά μεσαία και ανώτερα στρώματα όσο και ένα μέρος των λαϊκών στρωμάτων, ιδιαίτερα οι λεγόμενοι «μικρομεσαίοι», διότι κανένας δεν εθίγη και όλοι «κέρδισαν». Αυτό ήταν το περιβόητο ΠΑΣΟΚικό «θαύμα».
Στην ίδια κατεύθυνση λειτούργησε και η γενίκευση των μηχανισμών «αναδιανομής», που συγκρότησε η επέκταση της διαφθοράς, η κοινωνικοποίησή της σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Έτσι κατασκευάστηκε ένα γενικευμένο κλεπτοκρατικό σύστημα, στο οποίο κυριολεκτικά ταιριάζει ο τίτλος ενός παλιού ιταλικού κινηματογραφικού έργου του Μονιτσέλι, Ο κλέψας του κλέψαντος. Ολόκληρη η δεκαετία 1980-1990 υπήρξε δεκαετία οικονομικής κρίσης, μηδενικής ανάπτυξης ακόμα και πτώσης του ΑΕΠ, φυγής κεφαλαίων και κρίσης του μικρομεσαίου μοντέλου διαχείρισης. Κρίση η οποία θα κορυφωθεί στα 1989-90, με την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, το «Ειδικό Δικαστήριο», τον Κοσκωτά και τα «νέα τζάκια» του Γιωργάκη. Η μεταπολίτευση έμοιαζε να τελειώνει με την άνοδο των αντιπάλων της στην εξουσία, με τον Μητσοτάκη να συναντάει τον Φλωράκη!
Η ανάσα της παγκοσμιοποίησης
Ωστόσο, το σύστημα διέθετε στην πραγματικότητα μια ακόμα δεκαπενταετία που θα της την προσφέρει η εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η οικονομική κατάρρευση θα αποφευχθεί από μια νέα έξαρση και διεύρυνση της παρασιτικής «ανάπτυξης».
Δεύτερη εξέλιξη, σωστική για το σύστημα, για το λεγόμενο «μεταπολιτευτικό μοντέλο παραγωγής και συσσώρευσης, υπήρξε η επέκταση της χρηματοπιστωτικής-παρασιτικής φάσης της παγκοσμιοποίησης. Πράγματι, σε όλο τον κόσμο, εγκαθιδρύεται ένα διπλό σύστημα συσσώρευσης, με την παραγωγή να δραπετεύει στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, πράγμα που επέτρεψε μια γενικευμένη μείωση της τιμής των βιομηχανικών προϊόντων, ενώ το «κέντρο», οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, συγκροτούσαν το χρηματοπιστωτικό επίκεντρο αυτής της νέας παγκόσμιας δυαδικής οικονομίας: Έτσι, στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ανεβαίνουν οι ρυθμοί ανάπτυξης, παρόλο που το αμερικάνικο έλλειμμα καλπάζει. Φτηνά κινεζικά προϊόντα και αυξημένα κέρδη των εταιρειών, με την επένδυση στις «αναδυόμενες» οικονομίες, στα ηλεκτρονικά, στη φούσκα του χρηματιστηρίου και ένα τέλει στη «φούσκα» του real estate.
Μια κρίση δίχως επιστροφή
Ωστόσο, αυτό το μοντέλο, για να συνεχίζεται, προϋπέθετε την απρόσκοπτη και διευρυνόμενη αναπαραγωγή των μηχανισμών της δυϊστικής παγκόσμιας αγοράς. Όταν αυτοί εισήλθαν στη θανάσιμη αγωνία τους, με την κρίση του 2008, που σηματοδοτεί το τέλος της «αμερικανικής» περιόδου της παγκοσμιοποίησης (όπως ο πόλεμος του 1914 είχε σημάνει το τέλος της «αγγλικής» περιόδου 1890-1914, της περιβόητης belle époque), τότε σήμανε και η ώρα της κρίσης για το «ελληνικό» παρασιτικό μοντέλο συσσώρευσης.
Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει πλέον κανένα –προβλέψιμο τουλάχιστον– περιθώριο αναπαραγωγής του μοντέλου της «μικρομεσαίας δημοκρατίας». Οι ίδιοι οι «μικρομεσαίοι», οι οποίοι ανέλαβαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 να διαχειριστούν την κρίση της ελληνικής κοινωνίας, μετά την εθνική καταστροφή του 1974 στην Κύπρο, καλούνται τώρα να διαχειριστούν την ίδια τους τη συρρίκνωση. Να αποδεχτούν τη μείωση των εισοδημάτων τους, την επέκταση του εργάσιμου χρόνου, την κατακρεούργηση των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων, την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, για τους ίδιους και όχι μόνο για τους μετανάστες.
Η μικρομεσαία δημοκρατία παύει πια να είναι απλά ένα διαφημιστικό σλόγκαν και, από τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, τον αντιμονοπωλιακό ιμπεριαλισμό των «λαϊκών συγκεντρώσεων», την καθημερινή εξαχρείωση του Τύπου της μεταπολίτευσης, περνάει στα υπουργεία, την τηλεόραση, τον κρατικό μηχανισμό. Πρόκειται για την «ιστορική νίκη των μικρομεσαίων», και, όπως δείχνουμε παρακάτω, για μια κωμικοτραγική πανουργία της ιστορίας. Ήδη, η εξουσία απαίτησε τη μεταβολή του ζιβάγκο σε φράκο. Η διαχείριση ενός καπιταλισμού σε κρίση, που χρειάζεται ριζικά φάρμακα και την πραγμάτωση ενός άλματος στη συσσώρευση, δημιουργεί τεράστιες ανάγκες. Ανάγκες για λιτότητα, παραγωγικότητα, χτύπημα του παρασιτισμού, δηλαδή χτύπημα των μικρομεσαίων. Το ζήτημα είναι η προσπάθεια κατάκτησης της συναίνεσης των ίδιων των μικρομεσαίων και των λαϊκών μαζών στις ανάγκες του εκσυγχρονισμού, και γι’ αυτό και η άνοδος τους στην «εξουσία», γι’ αυτό και η μεταβολή του κράτους σε κοινωνικό κράτος, δηλαδή σε ένα κράτος με αυξημένο τον ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης, των συνδικάτων, των συντεχνιών κλπ., έτσι ώστε οι ίδιοι οι μικρομεσαίοι να καμφθούν από μόνοι τους μπρος στις ανάγκες του εκσυγχρονισμού, να γίνουν οι ίδιοι φορείς της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Αυτό ακριβώς είναι το σύγχρονο νόημα της «μικρομεσαίας δημοκρατίας»1.
Αν και τότε δεν φανταζόμαστε βέβαια πως η εκπλήρωση αυτής της πρόβλεψης θα απαιτούσε σχεδόν τριάντα ολόκληρα χρόνια και όχι δέκα, όπως έδειχνε η κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1980: Η κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου και η έκρηξη της παγκοσμιοποίησης πρόσφεραν σχεδόν μια εικοσαετία ακόμα χρόνο ζωής στο «μοντέλο».
Η ατυχής επιβεβαίωση της πρόβλεψης
Και η ελληνική κοινωνία βγαίνει απολύτως εξουθενωμένη και έτοιμη να αποδεχτεί τη δαμόκλειο σπάθη των αγορών, της Γερμανίας και του ΔΝΤ. Το 60 ή 65% των Ελλήνων στηρίζουν τον Γιώργο και την οικονομική πολιτική του, διαβάζουμε στις δημοσκοπήσεις του Φεβρουαρίου, ενώ πάρα πολλοί κρίνουν «ανεπαρκή» τα μέτρα! Και όμως, η ανικανότητα αυτής της κυβέρνησης είναι τόσο μεγάλη ώστε επιδείνωσε σε τεράστιο βαθμό την κρίση, φουσκώνοντας το έλλειμμα του 2009 και αποστέλλοντας τα πιο αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα μηνύματα στις «αγορές».
Ότι θα έπρεπε οι Έλληνες να πάψουν να είναι οι ίδιοι μετανάστες μακριά από την πατρίδα τους, όπως συνέβαινε για αιώνες τώρα, και να αποκτήσουν εν πολλοίς ψυχολογία δουλοκτητών. Πως θα έπρεπε να κτίσουν όλοι από κάποιο αυθαίρετο και να έχουν ή να εποφθαλμιούν ένα 4Χ4 3.500 κυβικών. Πως θα έπρεπε στα Πανεπιστήμια της χώρας να διδάσκεται ο απόλυτος ατομικισμός των «ατομικών δικαιωμάτων» και να λοιδορείται η Επανάσταση του ’21 και ο Κολοκοτρώνης. Πως θα καταγγέλλονταν ο Θεοδωράκης, ο Εγγονόπουλος, ο Ρίτσος ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ως νεκρόφιλοι, εθνικιστές και «πρωτο-φασίστες».
Πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική προϋπόθεση για τη μεταστροφή των μικρομεσαίων από τα θολά, αλλά πάντως αυθεντικά, πατριωτικά και κοινωνιστικά πρότυπα της δεκαετίας του 1970, προς αυτή τη νέα ιδεολογία του εαυτούλη, φοβισμένου καρπαζοεισπράκτορα των αγορών και των απογόνων των ναζί, υπήρξε αυτή η καταπληκτική εκχέρσωση της κοινωνίας και του φαντασιακού της. Γι’ αυτό και εξεπλάγησαν όλοι εκείνοι που πίστευαν σε κάποια γενικευμένη αντίδραση στα νέα μέτρα του Γεωργίου του Μικρού. Όλοι εκείνοι που περίμεναν έναν «λαϊκό Φλεβάρη» να έλθει ως συνέχεια του «νεολαιίστικου Δεκέμβρη», χωρίς να αντιληφθούν ότι ακριβώς η ύπαρξη εκείνου του Δεκέμβρη, με τη μορφή που πήρε και τις βαθιές κοινωνικές διαιρέσεις που δημιούργησε, αποτέλεσε εμπόδιο και όχι «γενική επανάληψη» για την όποια λαϊκή αντίδραση στα πιο αντιλαϊκά μέτρα που έχει πάρει ποτέ κυβέρνηση τα τελευταία εξήντα χρόνια. [Ας ρωτήσουν και τον ΣΥΡΙΖΑ και τον μεγάλο «ηγέτη» Αλαβάνο που, ενώ θεωρούσαν τον Δεκέμβρη ως το μεγάλο τους εφαλτήριο, βρέθηκαν μπροστά στο Βατερλώ τους].
Και είναι πολλοί, παρά πολλοί εκείνοι οι συμπολίτες μας που έχουν φθαρεί τόσο πολύ οι ίδιοι, από τη μικροκλοπή, τη μικροδιαφθορά, τη λούφα, την ιδιώτευση, ώστε δίνουν carte blanche σε μια ανίκανη κυβέρνηση, δεδομένου ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Δεδομένου ότι το πολιτικό σύστημα και το σύστημα των ελίτ δεν παράγει καμία δυνατότητα διεξόδου. Και έτσι ξεχνούν πως όσο και αν είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι, που αφέθηκαν, δεν παύει το ψάρι να βρωμάει από το κεφάλι. Και από εκεί θα έπρεπε να ζητήσουν λογαριασμό. Όμως, η κοινωνικοποίηση της διαφθοράς δημιούργησε μια περίεργη κοινωνική συνενοχή, «φταίμε όλοι», και λαός και Κολωνάκι, γι’ αυτό, ας πληρώσουμε όλοι! Δηλαδή, ας πληρώσουν πρώτα απ’ όλους οι λιγότερο υπεύθυνοι!
Για το χειρότερο και το καλύτερο
Ωστόσο, η κρίση αποτελεί πάντα και μία τομή. Προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Στο άμεσο μέλλον προς το χειρότερο, αυτό είναι προφανές, διότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Η αμερικανοδανική κυβέρνηση θα επιδιώξει, με το πρόσχημα της μειωμένης κυριαρχίας, λόγω της κρίσης, να περάσει όσα περισσότερα μπορεί, με την Τουρκία, το Κυπριακό, τα Σκόπια, το μεταναστευτικό. Και προφανώς, το κοινωνικό πεδίο θα σκοτεινιάσει ακόμα περισσότερο.
Είναι μια ευκαιρία, μεσοπρόθεσμα, ν’ αρχίσουν οι Έλληνες να έρχονται στα συγκαλά τους. Να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη για συλλογικές λύσεις, για επιστροφή στην παραγωγή, για επιστροφή στην παράδοσή τους· «παραδόξως», αυτές οι δύο κινήσεις συμβαδίζουν και μόνον εκσυγχρονιστές τύπου Σημίτη δεν το κατανοούν, οι οποίοι υποτίθεται πως επεδίωκαν τη στροφή προς την παραγωγή, την ίδια στιγμή που διέλυαν το ηθικό της υπόβαθρο, δηλαδή την αγάπη για την πατρίδα, το έδαφος, τον τόπο, την παράδοση. Οι πρώτες μεγάλες μάχες θα δοθούν σε δύο πεδία, εκείνο της εξωτερικής πολιτικής και το πεδίο του πολιτισμού, της ταυτότητας, της παράδοσης, διότι εκεί μπορούν πιο εύκολα και πιο σύντομα να κινητοποιηθούν οι πολίτες, δοθέντος μάλιστα ότι η παρούσα κυβέρνηση περιλαμβάνει στο εσωτερικό της, και από κεκτημένη ταχύτητα, το μεγαλύτερο ποσοστό εθνομηδενιστών, ξεπερνάει ακόμα και εκείνη του Σημίτη.
Βέβαια, σε όλους αυτούς τομείς, μπορεί να συνεχιστούν οι αποσυνθετικές διαδικασίες, και να κατέβουμε και άλλα σκαλιά προς τα κάτω, αν μάλιστα υποστούμε και νέες εθνικές ήττες και ταπεινώσεις. Ωστόσο, με τον ένα ή άλλο τρόπο, θα ενισχυθούν και οι φωνές και οι απόπειρες για μια διαφορετική έξοδο από την κρίση.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. Γιώργος Καραμπελιάς, Η μικρομεσαία δημοκρατία, εκδόσεις Κομμούνα, Αθήνα, Δεκέμβρης 1982, σελ. 244.2. Το παρόν άρθρο αναλύεται στην εκπομπή Ρήξη-κέλευθα της 22.2.10.
Αναδημοσίευση από το Άρδην τ.78 - Ημερομηνία δημοσίευσης: 23-02-10
Πηγή:
http://lomak.blogspot.com/2010/02/blog-post_22.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου