Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Αζερμπαϊτζάν: Ο πλούτος της Κασπίας




Μπακού και Κασπία είναι έννοιες αλληλένδετες...
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Αζερμπαϊτζάν: Ο πλούτος της Κασπίας

Στο μακρινό Αζερμπαϊτζάν παίζεται εδώ και χρόνια μια δυνατή παρτίδα με έπαθλο τον ενεργειακό πλούτο της χώρας. Όμως στη θάλασσα του αζέρικου πετρελαίου, κάποιες ξεχασμένες νησίδες Ελληνισμού εξακολουθούν να επιβιώνουν σε πείσμα των καιρών.
Αγναντεύω τον επίπεδο ορίζοντα της μεγαλύτερης λίμνης του κόσμου. Κασπία Θάλασσα! Απέραντη, ακυμάτιστη, γαλήνια! Πίσω μου, εκεί που σβήνει η ρότα του πλοίου, το λιμάνι Τουρκμέμπασι του Τουρκμενιστάν. Πριν από 18 ώρες αποτέλεσε την αφετηρία απ’ όπου ξεκίνησα για να ενώσω τις αντίπερα όχθες της Κασπίας. Μπροστά μου, το λιμάνι-πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, Μπακού. Μέσα στην πρωινή καταχνιά αρχίζω να διακρίνω το αστικό αποτύπωμα της πόλης. Πρώτη εικόνα η παράκτια περιοχή της αζέρικης πρωτεύουσας. Κάνω zoom στα πολυώροφα κτίρια που ξεφυτρώνουν σαν γιγάντια μανιτάρια δίπλα στο κύμα. Ειλικρινά τρομάζω! Χάρη στους πλούσιους φυσικούς πόρους της χώρας, οι ραγδαίοι ρυθμοί ανάπτυξης έχουν μεταβάλει το Μπακού σε Κουβέιτ της Υπερκαυκασίας!
Μετά τις απαραίτητες τελωνειακές διατυπώσεις, οι λιγοστοί επιβάτες -μόλις 12- αρχίζουμε να εγκαταλείπουμε το σαπιοκάραβο. Τέσσερις νταλίκες, ένα φορτηγό, δύο αυτοκίνητα. Και μία μοτοσικλέτα, εγώ! Ένα ταξίδι ρουτίνας στα νερά της Κασπίας τελείωσε. Ένα χερσαίο ταξίδι ξεκινά, αλλά με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Η βίζα επιτρέπει την παραμονή στο Αζερμπαϊτζάν μόνο για πέντε μέρες.

Ο μαύρος χρυσός

Δίτροχε ταξιδευτή, καλωσόρισες στο Αζερμπαϊτζάν! Μια χώρα της πρώην ΕΣΣΔ για την οποία οι γνώσεις μου είναι ελάχιστες, πέρα από το γεγονός ότι έχει μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Γνωρίζω ότι το Αζερμπαϊτζάν κατέχει μια σημαντικότατη γεωπολιτική θέση στην Υπερκαυκασία, καλύπτει 86.600 τετρ. χλμ. και είναι η μεγαλύτερη πληθυσμιακά χώρα της περιοχής με 8.283.000 κατοίκους. Αυτό που επίσης ξέρω είναι η μακροχρόνια πολεμική αντιπαράθεση του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία για τον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Όσον αφορά τα περί πετρελαίου, τα νούμερα ζαλίζουν! Στη χερσόνησο Αμπσερόν του Μπακού υπάρχουν τουλάχιστον 130.000 πετρελαιοπηγές, οι οποίες λειτουργούν εδώ και 130 χρόνια. Η χώρα είναι ένας από τους παλαιοτέρους εξαγωγείς πετρελαίου και παρόλη τη μακροχρόνια εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, τα πιο μεγάλα αποθέματα βρίσκονται ακόμα κάτω από τον πυθμένα της Κασπίας.


Άφιξη στην κωμόπολη Safaraliyev, στη γειτονιά της κυρά Ζώγιας..
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Η ανεμοδαρμένη πολιτεία

Η ίδρυση του Μπακού ανάγεται τον 6ο μ.Χ. αιώνα και το όνομα της πόλης πιστεύεται ότι έχει περσική προέλευση και σημαίνει «ανεμοδαρμένη πόλη». Το γεγονός και μόνο ότι το Μπακού μαστιγώνεται συχνά από ισχυρούς ανέμους και χιονοθύελλες απλώς επιβεβαιώνει την ετυμολογία του ονόματος της πόλης. Μεταγενέστερες αραβικές πηγές αναφέρουν επίσης την πόλη με τα ονόματα Baku, Bakukh και Bakuya, από τα οποία όλα φαίνονται να προέρχονται από την περσική ονομασία.
Η πόλη του Μπακού, γενέτειρα του διάσημου σκακιστή Γκάρι Κασπάροβ και κατοικία σήμερα για περίπου 1.827.500 ψυχές, παρουσιάζει ποικίλο ενδιαφέρον. Μπορεί κάποιος να κινηθεί στο οχυρωμένο ιστορικό κέντρο της παλιάς πόλης που έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Εδώ σκαρφαλώνεις στον άπαρτο πύργο Qiz Qalasy (πύργος της παρθένου), περπατάς στα πετρόκτιστα τείχη του, θαυμάζεις τις γεροδεμένες πολεμίστρες του.
Λίγο πιο μακριά, περιηγείσαι στα νεοκλασικά κτήρια των Ρώσων, τα περίτεχνα αρχοντικά της πόλης. Περπατάς κατόπιν στους άνετους πεζόδρομους της αγοράς, με τα χλιδάτα εμπορικά κέντρα και τα εικοσαώροφα νέα γυάλινα κτήρια. Μπορείς όμως να περιπλανηθείς στις φτωχογειτονιές του Μπακού με τις μίζερες, άθλιες πολυκατοικίες που δεν έχουν σοβά και μοιάζουν έτοιμες να καταρρεύσουν...
Η παραμονή μου στο Μπακού μπορεί να είναι σύντομη χρονικά, αλλά αυτό δεν στέκεται εμπόδιο να έρθω σε επαφή με την τοπική ελληνική κοινότητα. Η ελληνική κοινότητα του Μπακού «Η Αργώ» αριθμεί περί τους 500 ομογενείς, ποντιακής καταγωγής και απόγονους από τους άλλοτε πολιτικούς πρόσφυγες που ήρθαν από τη Τασκένδη.


Εμπορικό καραβάνι με καμήλες πλεγμένο πάνω σε χαλί.
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Άρωμα από Ελλάδα
Η χαρά τους είναι απρόσμενα μεγάλη που βλέπουν έναν Ελληνα να έρχεται σ’ αυτή την καυκάσια χώρα που έγινε η δεύτερη πατρίδα τους, όταν οι γονείς τους έφυγαν από την Ελλάδα σε σκληρές ιστορικές περιόδους, τότε με τον Εμφύλιο. Ολοι τους είναι φανερά συγκινημένοι. «Μας έδωκες μεγάλη χαρά, ρίζα μου» μου λένε και ξαναλένε, κυρίως στα ποντιακά. Ελάχιστοι είναι αυτοί που μιλούν καλά τα ελληνικά.
Μέσα από τις συναντήσεις μου με τους ομογενείς βιώνω δυνατά συναισθήματα. Ειδικότερα όμως, νιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω τον Χρήστο Ποιμενίδη για τη φιλόξενη και ευγενική στήριξη που μου παρέχει. Εκτός από οικοδεσπότης και ξεναγός, ο Χρήστος Ποιμενίδης αντιπροσωπεύει για μένα μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να διευρύνω τους γνωστικούς μου ορίζοντες αναφορικά με τα πολιτικά - οικονομικά δρώμενα του Αζερμπαϊτζάν. Πολλές οι ερωτήσεις που του θέτω, αφού πάμπολλες είναι οι απορίες που κουβαλώ μαζί για τούτο τον τόπο!
Πολύτιμη πηγή γνώσης αποδεικνύεται λοιπόν ο Χρήστος, του οποίου οι γονείς έρχονται στην πρώην Σοβιετική Ενωση με τον Εμφύλιο το 1949. Το 1980 επαναπατρίζονται στην Ελλάδα. Ο Χρήστος όμως επιστρέφει στο Μπακού το 1994. Τον φέρνει πίσω η αναζήτηση της ευκαιρίας και όχι η νοσταλγία του τόπου που μεγάλωσε. Ερχεται εδώ για δουλειές και τελικά μένει: «...Η ζωή από τη στιγμή που βρίσκομαι εδώ έχει αλλάξει προς το καλύτερο. Πριν από το 1993, όπου ακόμα υπήρχε ο πόλεμος, η κατάσταση ήταν δραματική. Τώρα η κατάσταση στο Αζερμπαϊτζάν έχει μεγάλη σταθερότητα, χάρη στις μπίζνες με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Σωθήκαμε, φίλε Κώστα...
Οι Αζέροι, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι παραδοσιακοί μουσουλμάνοι, θέλοντας να χτίσουν ένα κοσμικό κράτος δυτικού-ευρωπαϊκού τύπου, δεν δίστασαν να πετάξουν μακριά προκαταλήψεις και φερετζέδες. Το γειτονικό θεοκρατικό Ιράν αποτελεί για αυτούς παράδειγμα προς αποφυγή».


Παραδοσιακή κατοικία στο κέντρο της Παλαιάς Πόλης του Μπακού. Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Πορεία για τη Γεωργία

Το ασφάλτινο χαλί που τρέχει κάτω από τους τροχούς της μοτοσικλέτας έχει τα μαύρα του τα χάλια! Ο κεντρικός οδικός άξονας που συνδέει την πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν με την Τιφλίδα της γειτονικής Γεωργίας, τον αμέσως επόμενο προορισμό μου, παρουσιάζει σε όλο του το μήκος μια άθλια εικόνα που με κουράζει. Οι αναρτήσεις δουλεύουν πυρετωδώς, τα ρουλεμάν του τιμονιού προσπαθούν να αποφύγουν τις λακκούβες και τα φρένα στριγκλίζουν ανατριχιαστικά. Οι υπολογισμοί μου είναι απογοητευτικοί: θα χρειαστώ περισσότερες από 9 ώρες για να καλύψω τα 542 χλμ. που χωρίζουν τις δύο καυκάσιες πρωτεύουσες.
Ταπεινοί οικισμοί παρεμβάλλονται στη διαδρομή μου, αντανακλώντας μια ατμόσφαιρα μιζέριας και εγκατάλειψης. Σπίτια φτωχικά, σκονισμένοι δρόμοι και απτή εξαθλίωση συνιστούν ένα υπέρμετρα ρεαλιστικό θέαμα που αποτυπώνω με ανάμεικτα συναισθήματα. Μια εικόνα που μαρτυρά τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της χώρας. Γιατί, κακά τα ψέματα, το Μπακού είναι μόνο μια καλοδιακοσμημένη βιτρίνα. Το Αζερμπαϊτζάν σίγουρα δεν είναι Μπακού!
Ψάχνω απεγνωσμένα για παρηγοριά και στρέφομαι στη φύση των βουνών που έχει ντύσει μεγάλο μέρος της διαδρομής. Με εντυπωσιάζει με τον πλούτο της. Δεν μπορώ να πιστέψω πόσο απροσδόκητη ομορφιά με καρτερά σε τούτα τα μέρη του Καυκάσου. Ο Χρήστος είχε τελικά απόλυτο δίκιο...


Κομμάτι της παραλιακής πεζοδρομημένης ζώνης της αζέρικης πρωτεύουσας. Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Η τελευταία Ελληνίδα
Κάποια στιγμή η σκονισμένη μοτοσικλέτα φρενάρει μπροστά από μια φτωχική κατοικία της κωμόπολης Safaraliyev, κοντά στην πόλη Ganja (340 χλμ. δυτικά του Μπακού). Από τις πληροφορίες μου, η γυναίκα που ζει μόνη της σε αυτό εδώ το σπίτι είναι η μοναδική Ελληνίδα (κατά το ήμισυ Πόντια) που έχει απομείνει στην ευρύτερη περιοχή του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν. Είναι η κυρά Ζώγια (Ζωή) που συναντώ καθισμένη στα ξύλινα σκαλοπάτια μιας αγροικίας. Ήθελα να την ανταμώσω και να της σφίξω το χέρι.
Την αρχική έκπληξή της διαδέχεται μια αγκαλιά γεμάτη καλοσύνη. Σαστίζω, πάω να δακρύσω, λες και ανταμώνω κάποιον δικό μου άνθρωπο. Σύντομα, η συζήτησή μας συνεχίζεται στο εσωτερικό της λιτής κατοικίας της κυρά Ζώγιας. Λίγα και παλιά τα έπιπλα, ξεφτισμένη η ταπετσαρία στους τοίχους, σκουριασμένη η μικρή ξυλόσομπα, αλλά μεγάλη η καρδιά της οικοδέσποινας: «...Μπορεί να γεννήθηκα στην Ελλάδα, αλλά μεγάλωσα εδώ μετά τον Εμφύλιο, μακριά από την πατρίδα. Εχασα νωρίς τον άντρα μου και συντηρούμαι τόσα χρόνια με μια μικρή σύνταξη, γύρω στα $40 τον μήνα. Τόσα χρόνια ζω κυρίως με ό,τι μου προσφέρει η γη. Κάποτε η Safaraliyev έσφυζε από ζωή, είχε πολύ κόσμο. Ομως, μετά το 1992 πολλοί έφυγαν. Δεν ήταν εύκολο να μείνουν, αφού δουλειές δεν υπήρχαν. Εγώ έμεινα, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που υπάρχουν. Ποτέ δεν σκέφτηκα να γυρίσω στην Ελλάδα. Τον αγαπώ αυτόν τον τόπο, εδώ θέλω να κλείσω τα μάτια μου...».
Στενοχωριέμαι πολύ. Όχι τόσο με τη βιωματική αφήγηση της κυρά Ζώγιας, αλλά γιατί δεν μπορώ να ενδώσω στις επίμονες παρακλήσεις της να με φιλοξενήσει. Δεν μπορώ, γιατί το ίδιο βράδυ πρέπει να περάσω τα σύνορα με τη Γεωργία. Η βίζα λήγει τα μεσάνυχτα και κάθε μέρα καθυστέρησης πληρώνεται με $200 πρόστιμο! Γνωρίζω ότι οι Αζέροι δεν αστειεύονται!
Το μόνο που κάνω είναι να φάω μαζί της και να πιούμε ένα ποτηράκι κρασί. Πάνω στο τραπέζι, τα χέρια της κυρά Ζώγιας αφήνουν μπροστά μου αζέρικο πιλάφι, φρέσκια ντομάτα και ψιλοκομμένο κρεμμύδι, σκληρό ζυμωτό ψωμί και τυρί πρόβειο! Ταπεινά τα εδέσματα, αλλά οι γεύσεις αξεπέραστες, ανόθευτες, έτσι όπως ακριβώς ήταν πριν κάποια χρόνια και στην Ελλάδα. Οι ώρες κυλούν και η κουβέντα καλά κρατεί. Ο ήλιος, όμως, που αρχίζει να γέρνει δίνει το σύνθημα της αναχώρησης. Και όταν έρχεται η ώρα του αποχαιρετισμού, η πλαστική σακούλα που παίρνω από τα χέρια της κυρά Ζώγιας είναι γεμάτη με φιλέματα: «Τα φρούτα και τα λαχανικά είναι από τον κήπο μου. Σου έχω επίσης και λίγο τυρί με ψωμί, για τον δρόμο. Καλό σου ταξίδι, παιδί μου...».


Ειδυλλιακό τοπίο στα νοτιοδυτικά του Αζερμπαϊτζάν.
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Λίγες κουβέντες ακόμα, μια ζεστή αγκαλιά και απομακρύνομαι γοργά. Ο χρόνος είναι εχθρός. Νιώθω όμως κάτι να με βασανίζει. Παραδόξως, φεύγω από αυτόν τον τόπο με περισσότερες ερωτήσεις από αυτές που έφερα...

Η Ελληνική Κοινότητα του Μπακού

Η ελληνική ομογένεια του Αζερμπαϊτζάν βρίσκεται συγκεντρωμένη κυρίως στο Μπακού. Αριθμεί περί 500 άτομα και έχουν ιδρύσει την ελληνική κοινότητα «Η Αργώ». Οι περισσότεροι κατάγονται από Ελληνες Πόντιους της Μικράς Ασίας και της Γεωργίας και από Ελληνες πολιτικούς πρόσφυγες που πήγαν στην Τασκένδη το 1949.
Κοινότητα των Ελλήνων του Αζερμπαϊτζάν «Η Αργώ». Οδός Αγά-Νεϊματούλλα, 42/44, Μπακού, Αζερμπαϊτζάν. Τηλ. 00994 12 5665967, φαξ. 00994 12 4924835, e-mail: mehtiyevas@yandex.ru, arqo.baku@gmail.com.

Μνημείο της UNESCO

Η Παλαιά Πόλη του Μπακού (Icheri Sheher), περιλαμβάνεται από το 2000 στη λίστα των Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Η Icheri Sheher είναι οχυρωμένη -το κέντρο της- με αμυντικά τείχη του 12ου αιώνα μ.Χ. και αποτελεί ένα αμάλγαμα ιστορικών μνημείων που άφησαν πίσω τους οι εκάστοτε κυρίαρχοι της πόλης (Σασσανίδες, Αραβες, Πέρσες, Οθωμανοί και Ρώσοι).


Παίζοντας τάβλι σε πάρκο της παραλιακής ζώνης.
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Κείμενο - Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Μητσάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: