Translate -TRANSLATE -

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Από την Αγορά στις αγορές...





Από την Αγορά στις αγορές...

Tου Παντελη Mπουκαλα

Υπάρχουν βέβαια κι εκείνοι που διαλαλούν πως οι αρχαίοι Ελληνες ήταν φυλή ουρανόπεμπτη (ή ουφόπεμπτη), πως ο πολιτισμός τους ήταν θεϊκά άψογος και δεν δανείστηκε τίποτε από τους γείτονές του. Δεν μπορείς φυσικά να μάθεις σε κανέναν περισσότερη ή βαθύτερη ιστορία από αυτή που του επιτρέπουν οι εμμονές του. Συμπεραίνεις λοιπόν ότι ακόμα και η δεύτερη από τις μέγιστες επινοήσεις των αρχαίων, ο διά–λογος (με πρώτη τη σχεδόν συνώνυμή του δημοκρατία), έχει νόημα όταν γίνεται με ανθρώπους πρόθυμους ν’ αλλάξουν άποψη, να μετακινηθούν από τα δεδομένα τους έστω μία σπιθαμή, ώστε έτσι, δημοκρατικά, να ελπίζουν ότι μπορούν και οι ίδιοι να μετακινήσουν τον συνομιλητή τους, να τον οδηγήσουν σε κάποια αναθεώρηση, σε δεύτερο στοχασμό.

Δεν είναι ζήτημα της λογιστικής, πάντως, πάρα πολλά απ’ όσα γνωρίζουμε για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, δεν τα ξέρουμε γονιδιακώς ή από το έργο Ελλήνων φιλολόγων, αρχαιολόγων, θρησκειολόγων κ.λπ. Τα μάθαμε διαβάζοντας όσα απέδωσε η μελέτη του από ξένους ερευνητές κάθε είδους, γλώσσας και εποχής. Χάρη τούς χρωστάμε· πολύ μεγάλη. Αλλά όχι για το λόγο που έρχεται αυτόματα στο μυαλό μας, καθοδηγημένο όπως είναι παιδιόθεν να βλέπει τα πράγματα υπό το πρίσμα του φυλετικού ναρκισσισμού. Τους χρωστάμε χάρη όχι επειδή τάχα απέδειξαν την ανωτερότητα του αρχαιοελληνικού πνεύματος, που πιστεύουμε ανιστόρητα ότι μας κληροδοτήθηκε δίχως ουσιώδεις απώλειες, αλλά επειδή με τις μελέτες τους πιστοποίησαν ότι το κύριο γνώρισμα της αρχαίας κληρονομιάς είναι πως αποτελεί περιουσία όλης της ανθρωπότητας, και μόνο έτσι λειτουργεί. Οταν λοιπόν ακούμε κάποιον Δυτικό να λέει πως «η Ευρώπη δίχως την Ελλάδα θα είναι σαν παιδί δίχως πιστοποιητικό γεννήσεως», αυτό που πρέπει να σκεφτούμε δεν είναι ότι οι Ευρωπαίοι οφείλουν να μας αντιμετωπίζουν σαν γεννήτορές τους και να μας αποζημιώνουν εσαεί με μονέδες, αλλά ότι και εμείς, σαν Ευρωπαίοι, χρωστάμε στην αρχαιότητα (την ελληνική, αλλά και τη ρωμαϊκή και την εβραϊκή) και δεν έχουμε λαμβάνειν.

Η όρασή μας ως προς την ανάγνωση του παρελθόντος, που ταυτίζεται με την ανάγνωση του παρόντος και την οργάνωση του μέλλοντος, εμπλουτίστηκε και οξύνθηκε χάρη και στον κόπο πολλών ξένων. Οταν όμως από τη συναισθηματικά ανεπηρέαστη ανάγνωσή τους επιλέγουμε να κρατήσουμε στα υπόψη μας μόνο τον έπαινο, τότε περιπίπτουμε στο αμάρτημα του αυτοθαυμασμού. Και αντί να προκόψουμε, μασάμε με μηρυκαστική επιμονή κληρονομημένες δάφνες, για τις οποίες δεν κουραστήκαμε καθόλου, ώστε τουλάχιστον με τη φιλοπονία μας να αποδείξουμε πως είμαστε έστω εις σμικρόν δικαιούχοι. Και μασώντας τες, αυτοϋπνωτιζόμαστε, πέφτουμε σε έκσταση, ξεμακραίνουμε απελπιστικά από τον Λόγο, από τη λογική.

Λογικό είναι πάντως, για να προσγειωθούμε στις άσχημες πλην γκαστρωμένες μέρες μας, να αναζητούμε αγωνιωδώς τον τελευταίο καιρό οτιδήποτε λέγεται στα γερμανικά, τα αγγλικά, τα ιταλικά, τα ισπανικά κ.ο.κ., και δείχνει κατανόηση ή συμπάθεια για τον τόπο μας και τους κατοίκους του, τους εξαναγκασμένους «πειραματανθρώπους» οικονομικών και πολιτικών σχεδιασμών. Λογικό και αναγκαίο, πνευματικά και ψυχολογικά. Ακούμε τόσα δηλητηριώδη και από τόσες πλευρές, γευόμαστε καθημερινά τόση χολή από τους άτεγκτους κριτές μας (αξιωματούχους κυβερνήσεων ή στελέχη χρηματοπιστωτικών οργανισμών, που συγχέονται μεταξύ τους και δεν ξέρεις ποιος έχει το πάνω χέρι), ώστε τίποτα πιο ανθρώπινο από την αγωνία μας να δούμε μια χειρονομία συμπάθειας, ν’ ακούσουμε δύο λόγια τίμια, σταράτα, που να αποδίδουν στον Καίσαρα όσα είναι του Καίσαρα και στον λαό, τον ελληνικό λαό, όσα είναι όντως δικά του.

Πιο κοντά στον Λόγο όμως (δηλαδή πιο κοντά στην πιθανότητα να βγούμε κάποια στιγμή όρθιοι από τον διπλό βραχνά, του αυτοευτελισμού και της αυτοϋπερτίμησης) θα βρισκόμασταν αν σε όσα λένε οι καλόβουοι ξένοι δεν αναζητούσαμε μόνο τον έπαινο αλλά και τον έλεγχο. Αν δηλαδή κρατούσαμε ανοιχτό το ένα αυτί για να υποδέχεται όσα τιμητικά λέγονται για μας (για τις θυσίες, τον φιλελευθερισμό, την αγωνιστικότητά μας), και το άλλο αυτί ανοιχτό για να συγκεντρώνει όχι τους χυδαίους ψόγους της προκατάληψης, όχι τις ελεεινά ρηχές μομφές, αλλά τις αγαπητικές επικρίσεις, για τα τους δώσουμε μια νεοορθοδοξίζουσα ονομασία. Και τούτο γιατί όσοι όντως μας νοιάζονται είναι αυτοί που δεν επιτρέπουν στη συμπάθειά τους να λογοκρίνει και να φιμώσει την τίμια κριτική τους πρόθεση.

Ενας απ’ όσους νοιάστηκαν είναι ο Γκύντερ Γκρας, που μορφοποίησε τα αισθήματά του με το ποίημα «Η ντροπή της Ευρώπης» (πρωτοδημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή», στις 26 Μαΐου, στη στήλη της Ξένιας Κουναλάκη, μεταφρασμένο από την Πατρίτσια Αδαμοπούλου). Ευθέως πολιτικό το ποίημα, συνιστά την απάντηση ενός Ευρωπαίου πολίτη που έγινε μέτοχος της ελληνικής παιδείας και, για να δηλώσει την ευγνωμοσύνη του, αντιθέτοντάς την στην υβριστική αγνωμοσύνη των Ευρωπαίων ηγεμόνων, κρίνει ότι οφείλει να αναπτύξει τη σκέψη του θεμελιώνοντάς την πάνω σε ονόματα –σύμβολα της ελληνικής ιστορίας, μυθολογίας και τέχνης. Η κρισιμότερη λέξη του ποιήματος, ωστόσο, είναι εκείνη που δεν αναφέρεται, δεν χρησιμοποιείται, αλλά κατά κάποιον τρόπο υπονοείται. Είναι η λέξη Αγορά, πανευρωπαϊκή πια. Και υπονοείται ήδη στον πρώτο στίχο, μέσα από μία άλλη λέξη που, αν και τυπικά συνώνυμή της, επί της ουσίας είναι ό,τι πιο αντίθετο (πολιτικά, ηθικά, ιδεολογικά και πολιτισμικά) μπορούμε να φανταστούμε. «Dem Chaos nah, weil dem Markt nicht gerecht», γράφει ο Γκρας. Ελληνιστί: «Στο χάος κοντά (η Ελλάδα), γιατί δεν συμμορφώθηκε στις αγορές». Οι αγορές εναντίον της Αγοράς. Ο πλούτος και η απληστία εναντίον της δημοκρατίας, αφού το βαθύ όνομα της δημοκρατίας είναι η Αγορά, η συνέλευση των διαλεγομένων πολιτών, θεμελιωμένη στο θαυμάσιο «τις αγορεύειν βούλεται;».

Τώρα νικούν οι αγορές. Και νικούν την Αγορά. Το ξέρει ο Γκρας, το νιώθουμε εμείς, το αντιλαμβάνονται σιγά σιγά όλοι. Συνειδητοποιούν δηλαδή ότι αυτό που παίζεται (και προς το παρόν χάνεται) σε εθνικό, ευρωπαϊκό και μάλλον οικουμενικό επίπεδο είναι η δημοκρατία. Καμιά φορά, για να πάμε μπροστά πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Ας πάμε λοιπόν. Ας πάμε στη δημοκρατία, για να της ξαναδώσουμε νόημα. Γιατί, όσο τη θεωρούμε δεδομένη και εκτός κινδύνου, οι ποικίλοι πολέμιοί της, από τις αγορές έως τους διεφθαρμένους ηγεμονίσκους και τους φαιούς φιλοτύραννους, θα συνεχίζουν ανεμπόδιστοι τη δολιοφθορά.

http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_16/06/2012_447432

Δεν υπάρχουν σχόλια: