Η συνάντηση του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας έθρεψε τη φαντασία των ζωγράφων. Εδώ όπως τους φαντάστηκε ο Άλμα - Ταντέμα.
ΜΑΡΚΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ:
«Ο τελευταίος ηγεμόνας της ελληνικής Ανατολής»
Πριν
ερωτευθεί την Κλεοπάτρα είχε ελληνική παιδεία και γνώριζε καλά την Ελλάδα.
Συνειδητοποίησε την ελληνικότητα της Ανατολής. Το Άκτιο ανέτρεψε την ιστορία
του κόσμου.
Γράφει η ANGELIQUE BOURLANGES
Ο ΜΑΡΚΟΣ Αντώνιος γεννήθηκε
γύρω στο 83 π.Χ. Ανήκε σε οικογένεια πατρικίων. Όπως όλοι οι αριστοκράτες νέοι
της εποχής του, συμπλήρωσε τη μόρφωση του στην Ελλάδα. Το ίδιο είχαν κάνει,
πριν απ' αυτόν, ο Ιούλιος Καίσαρ και ο Κικέρων, και αργότερα, ο Οκταβιανός. Τον
περισσότερο καιρό οι νεαροί Ρωμαίοι, περιέρχονταν τον ελλαδικό χώρο, προτού
εγκατασταθούν, για μικρό ή μεγάλο διάστημα, στην Αθήνα, στη Ρόδο, ή ακόμη και
στην Αλεξάνδρεια. Το βέβαιο είναι πως ο Αντώνιος είχε πλήρη αντίληψη των
απαιτήσεων της σταδιοδρομίας που επιθυμούσε να ακολουθήσει, καθώς και των
προσπαθειών που έπρεπε να καταβάλλει.
Στην Αθήνα βρήκε τον τρόπο
να πλαισιώσει τη φιλοσοφική και ρητορική του μόρφωση με πάμπολλες αθλητικές
δραστηριότητες, οι οποίες, σύμφωνα με το ελληνικό πνεύμα, αποτελούσαν άριστη
στρατιωτική εκπαίδευση. Ο Αντώνιος αγαπούσε τη σωματική άσκηση και δεν του
έλειπε η τόλμη. Επιδόθηκε με επιμονή στις διάφορες μορφές σωματικής αγωγής,
όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί από πανάρχαιους κώδικες. Στις πάμπολλες αθλητικές
δραστηριότητες, που ανέπτυσσαν τις σωματικές ικανότητες και την αντοχή στον
πόνο, οι Έλληνες είχαν συμπεριλάβει την άσκηση στον χειρισμό των όπλων, την
ξιφασκία, τον ακοντισμό, την τοξοβολία, ακόμα και τη χρήση πολεμικών μηχανών,
υπό την επίβλεψη ειδικευμένων δασκάλων. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα ο
Αντώνιος εξοικειώθηκε, επίσης, με την ιππασία. Δεν άργησε, μάλιστα να αποδειχθεί εξαίρετος ιππέας, γεγονός που
επέσυρε την προσοχή του ανθύπατου Γαβίνιου.
Τέλος, αξίζει να
σημειώσουμε, πως η παραμονή του στην Ελλάδα άσκησε σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση
της προσωπικότητας του. Από την αρχή, η Ελλάδα υπήρξε γι' αυτόν δεύτερη
πατρίδα. Του άρεσε να ντύνεται ελληνικά, να ακολουθεί τον ελληνικό τρόπο ζωής
και να μιλάει τα ελληνικά με την ίδια άνεση όπως και τα λατινικά.
Στην Ελλάδα ένιωσε «σαν
στο σπίτι του» και δεν αρνήθηκε ποτέ, στη μετέπειτα ζωή του, αυτό τον κεραυνοβόλο
έρωτα.
Η διαμονή
του στην Ελλάδα του επέτρεψε επίσης να αποκτήσει τις
πρώτες του στρατιωτικές εμπειρίες. Ο ανθύπατος Γαβίνιος είχε εξασφαλίσει τη
διακυβέρνηση της Συρίας, μιας απέραντης και
πλούσιας επαρχίας, που εκτεινόταν από
τη Μικρά Ασία μέχρι τα σύνορα της
Αιγύπτου. Όπως είπαμε, είχε ξεχωρίσει τον Αντώνιο και
του ανέθεσε μια στρατιωτική διοίκηση.
Ο Αντώνιος αποδείχθηκε ιδιαίτερα
ικανός στην καταστολή μιας εξεγέρσεως στις πύλες της Ιερουσαλήμ. Έδειξε επίσης
την ίδια επιδεξιότητα στην εκστρατεία
για την επαναφορά στον θρόνο της
Αλεξάνδρειας ενός έκπτωτου Λαγίδη βασιλιά.
Διακρινόταν, ιδιαίτερα, για το
θάρρος του στη μάχη, για την
ικανότητα να επιβάλλεται στους άνδρες
του και για
τις στρατηγικές του αρετές.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ
ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡ
Ο Μαρκος Αντώνιος εκφωνεί τον επικήδειο λόγο στην κηδεία του Ιούλιου Καίσαρα
Σημαντικός σταθμός στη ζωή
του Αντώνιου ήταν η γνωριμία του με τον Ιούλιο Καίσαρα, τον οποίο συνάντησε στη
Γαλατία την άνοιξη του 54 π.Χ. Ο Αντώνιος είχε φύγει από την Αλεξάνδρεια με
προορισμό τη Μασσαλία. Δεν πέρασε από την Ιταλία, όπου τον περίμενε, δίχως
άλλο, το πλήθος των πιστωτών του, δεδομένου ότι ο πατέρας του είχε αποδειχθεί ανίκανος
διαχειριστής της οικογενειακής περιουσίας.
Έγινε, συντομότατα, ένας
από τους βασικούς συνεργάτες του Καίσαρα, χάρη στη φήμη για τα στρατιωτικά του
κατορθώματα στην Παλαιστίνη και στην Αίγυπτο. Ανάμεσα στους δύο άνδρες
αναπτύχθηκε οπωσδήποτε μια σχέση μεγάλης εμπιστοσύνης, λίγο πατρική από την
πλευρά του Καίσαρα, ο οποίος ήταν δεκαπέντε με δεκαοκτώ χρόνια μεγαλύτερος από
τον Αντώνιο.
Ο Καίσαρ δεν δίστασε να
προσφέρει τη βοήθεια του, τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον πολιτικό τομέα,
στον πολλά υποσχόμενο νεαρό συνεργάτη του. Οι ελπίδες αυτές δεν άργησαν να αποδειχθούν
βάσιμες. Στα επτά πρώτα βιβλία των «Σχολίων περί του Γαλατικού Πολέμου»,
τα οποία συνέταξε ο ίδιος ο
Καίσαρ σπάνια μνημονεύει τους συνεργάτες του. Παρ' όλα αυτά αναφέρει το
όνομα του Αντώνιου
στην πολιορκία της Αλεσίας, και
επισημαίνει πώς, σε μια δύσκολη στιγμή, όπου οι ρωμαϊκές λεγεώνες που πολιορκούσαν την
πόλη, χρειάστηκε να αποκρούσουν τη διπλή επίθεση
του γαλατικού στρατού αρωγής και
των πολιορκημένων, ο Μάρκος Αντώνιος και ο
Τριβώνιος, με τη
δραστήρια παρέμβαση τους, συνέβαλαν στη ρύθμιση μιας αμφίρροπης
καταστάσεως. Το γεγονός ότι ο Καίσαρ, που δεν συνήθιζε τέτοιου είδους
φιλοφρονήσεις, συγκράτησε και μνημόνευσε το όνομα του Αντώνιου, αποτελεί
αδιαφιλονίκητο στοιχείο της εκτιμήσεως που έτρεφε γι' αυτόν. Στο όγδοο βιβλίο
των Σχολίων — το οποίο συνέταξε ο υπασπιστής του Καίσαρα, Χίρτιος — αναφέρεται
πως ο Αντώνιος είχε αναλάβει πολύ σημαντικές αποστολές, κυρίως στη Βόρεια Γαλατία,
κατά τα τελευταία χρόνια της ρωμαϊκής κατοχής. Την εποχή εκείνη, επίσης, ο
Αντώνιος έκανε την εμφάνιση του στον πολιτικό στίβο. Με τη συγκατάθεση του
Καίσαρα έβαλε στη Ρώμη υποψηφιότητα για
το αξίωμα του
καίστορος (αστυνομικού διευθυντή) και στη συνέχεια εξελέγη στον σύλλογο
των οιωνοσκόπων. Στην περίπτωση αυτή, επωφελήθηκε επίσης από την οικονομική
υποστήριξη του Καίσαρα, χωρίς την οποία, παρά τα χρήματα που είχε κατορθώσει να
κερδίσει στη Γαλατία, δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις σημαντικές δαπάνες
μιας προεκλογικής εκστρατείας.
Ας έλθουμε τώρα στη
συμβολή του Αντώνιου στη μετέπειτα πορεία του Καίσαρα. Ίσως θα ήταν υπερβολικό
να πούμε, πως ο Αντώνιος ενσάρκωνε για τον Καίσαρα, περισσότερο από
οποιονδήποτε άλλο, τον πειρασμό της μοναρχίας. Άλλωστε
ο Καίσαρ δεν είχε ανάγκη να του
βάλει στο μυαλό κανείς τέτοιες ιδέες. Ήταν αναμφισβήτητα ο πρώτος που είχε
αντιληφθεί, πως οι παραδοσιακοί αστικοί θεσμοί, κατάλληλοι για ένα κράτος με
κοινοτικό χαρακτήρα, όπως ήταν στην αρχή η Ρώμη, δεν επαρκούσαν για τη
διακυβέρνηση μιας αυτοκρατορίας. Πάντως, ο Αντώνιος έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο,
κυρίως τη στιγμή της διαμάχης ανάμεσα στον Καίσαρα και την εχθρική προς αυτόν
πλειοψηφία της Συγκλήτου. Ο Αντώνιος, που είχε εκλεγεί τριβούνος του λαού, δεν
ήταν πια σε θέση να υπερασπισθεί τα συμφέροντα του Καίσαρα στη Ρώμη.
Αναγκάστηκε, μάλιστα, να εγκαταλείψει κι αυτός την Αιώνια Πόλη, γιατί τον
απειλούσαν, και να καταφύγει στο στρατόπεδο του Καίσαρα στην εντεύθεν των
Άλπεων Γαλατία.
Το περιστατικό αυτό έδωσε
στον Καίσαρα το πρόσχημα να βαδίσει εναντίον της Ρώμης. Στο σημείο αυτό
τοποθετείται χρονικά το επεισόδιο της διαβάσεως του Ρουβίκωνα. Ο μικρός αυτός
ποταμός ήταν το σύνορο ανάμεσα στη Ρώμη και τις εντεύθεν των Άλπεων επαρχίες.
Καθώς τον διέσχισε ένοπλος, ο ανθύπατος πέρασε στην παρανομία και απειλούσε τη
Δημοκρατία. Ο Καίσαρ συσκέφθηκε δια μακρών με τους υπασπιστές του, πήρε την
απόφαση του, πρόφερε (και μάλιστα στα ελληνικά) την περίφημη φράση: «Ο κύβος
ερρίφθη», διέσχισε τον ποταμό και βάδισε εσπευσμένα προς το Αριμίνιο, το
σημερινό Ρίμινι: ο εμφύλιος πόλεμος είχε αρχίσει. Αργότερα ο Κικέρων κατηγόρησε
τον Αντώνιο ότι είχε προσφέρει στον Καίσαρα το πρόσχημα που εκείνος περίμενε,
για να καταλύσει τη Δημοκρατία.
Στο σημείο αυτό ανακύπτει
το εύλογο ερώτημα πώς ο Καίσαρ υπέδειξε τον Οκταβιανό σαν διάδοχο του.
Οπωσδήποτε δεν τον προόριζε για πολιτικό του διάδοχο. Ο νεαρός Οκταβιανός ήταν
μόλις δεκαεννέα ετών, όταν πέθανε ο Καίσαρ, και η σταδιοδρομία του δεν είχε
ακόμη αρχίσει. Αλλά ο ανθύπατος δεν είχε διαδόχους εξ αίματος, ή, ακριβέστερα,
είχε μόνο ένα, τον Καισαρίωνα, γιο της Κλεοπάτρας, τον οποίο δεν μπορούσε να
αναγνωρίσει επίσημα, γιατί ήταν παιδί ξένης βασίλισσας. Πάντως, επιθυμούσε να
διαιωνίσει το όνομα και να διασφαλίσει την περιουσία του. Διαλέγοντας σαν
διάδοχο τον μικρανεψιό του, ακολούθησε απλώς μια συνήθεια πολύ διαδεδομένη στη
Ρώμη. Ο Καίσαρ δεν μπορούσε να γνωρίζει πως ο ανεψιός του θα εκδήλωνε
υπέρμετρες πολιτικές φιλοδοξίες, και πως θα μονοπωλούσε όχι μόνο το όνομα, αλλά
και τις βλέψεις του θείου του. Και μάλιστα με επιτυχία.
Ο Αντώνιος, πάλι, έπαιξε
πολύ αποφασιστικό ρόλο στη συντριβή των συνωμοτών των ειδών του Μαρτίου και,
κυρίως, στη μάχη των Φιλίππων. Την εποχή εκείνη, ήταν ύπατος της Ρώμης,
περιβεβλημένος με νόμιμη εξουσία. Μπορούσε να βασίζεται όχι στις ένοπλες
δυνάμεις, — γιατί δεν υπήρχαν στρατεύματα στη Ρώμη — αλλά σ' αυτό που θα
μπορούσαμε να αποκαλέσουμε αστυνομικό σώμα. Μπόρεσε μια χαρά να ελιχθεί και να
συνθηκολογήσει προσωρινά με τους δολοφόνους του Καίσαρα, χωρίς να δώσει ούτε
στο ελάχιστο την εντύπωση πως ήταν συνένοχος τους. Εμπόδισε τις ταραχές που θα
μπορούσαν να αιματοκυλίσουν την πόλη και κατόρθωσε να διατηρήσει την τάξη, με
τίμημα, πολλές φορές, τη λήψη πολύ δύσκολων αποφάσεων. Όταν χρειάστηκε να
αγωνιστεί κατά των δολοφόνων του Καίσαρα, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν
ανασυντάξει τις δυνάμεις τους στην Ανατολή και διέθεταν αξιόλογες εφεδρείες, ο
Αντώνιος μπόρεσε να προσεγγίσει τον Οκταβιανό, με τον οποίο είχε ήδη διαφορές.
Σε όλο το διάστημα που προηγήθηκε της μάχης των Φιλίππων, είναι προφανές πως
έπαιξε αποφασιστικό ρόλο, χάρη στην πείρα του, στη στρατηγική του διαίσθηση και
τα στρατιωτικά και ηγετικά του προσόντα.
Από το 43 π.Χ., ο Αντώνιος
και ο Οκταβιανός συνεργάστηκαν με τον Λέπιδο, στον σχηματισμό της δεύτερης
τριανδρίας. Η συμμαχία αυτή έγινε γιατί έπρεπε να ξεμπερδεύουν με τους
δημοκρατικούς. Ενώ, όμως, η πρώτη τριανδρία, που είχε συνασπίσει ο Καίσαρ με
τον Πομπήιο και τον Κράσσο, ήταν μια απλή συμμαχία φιλόδοξων αρχηγών, η δεύτερη
αποτελούσε πραγματική Αρχή με απολύτως προκαθορισμένα διοικητικά πλαίσια.
Οι αρμοδιότητες των μελών
της ήταν χρονικά περιορισμένες, και αυτός ο περιορισμός αποτελούσε την
αδιάσειστη απόδειξη πως επρόκειτο για μια Αρχή και όχι για μια ντε φάκτο
εξουσία. Μ' αυτά τα δεδομένα, η κατανομή των αρμοδιοτήτων έγινε βαθμηδόν. Πήρε
μορφή πραγματικά εδαφική — και λέγοντας αυτό εννοούμε χονδρικά τη διχοτόμηση
του μεσογειακού χώρου με τη Δύση υπό την εξουσία του Οκταβιανού και την Ανατολή
στα χέρια του Αντώνιου — μόνο μετά τη μάχη των Φιλίππων, το 42 π.Χ.
Τότε ο Οκταβιανός
επέστρεψε στη Ρώμη, ενώ ο Αντώνιος διέσχισε την Εγγύς Ανατολή και ιδίως την
Ελλάδα, προσπαθώντας να αποκαταστήσει την τάξη, μετά τη μεγάλη κρίση που
προκάλεσαν ο Βρούτος και ο Κάσσιος. Η κατανομή αυτή δεν αναγγέλθηκε ποτέ
επίσημα, αλλά ήταν προφανές πως ο Αντώνιος ασκούσε την εξουσία εν ονόματι της
Ρώμης σ' ολόκληρο τον ανατολικό κόσμο και ότι άφηνε τον Οκτάβιο ελεύθερο να
πράξει κατά το δοκούν, στην Ιταλία.
Η μόνη απαίτηση του
Αντώνιου ήταν η δυνατότητα να εξακολουθήσει να στρατολογεί στρατεύματα στην
Ιταλία και τη Γαλατία, γιατί θεωρούσε, και δικαίως, τους Ρωμαίους και Γαλάτες
λεγεωνάριους πολύ καλύτερους στρατιώτες, από εκείνους που στρατολογούσε στην
Ανατολή. Κατά βάθος, η βασική αιτία της ρήξεως του Αντώνιου με τον Οκταβιανό
πρέπει να αναζητηθεί σ' αυτή την ιστορία στρατολογίας στην Ιταλία. Ο Οκταβιανός
δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις του και δεν επέτρεψε στους Ρωμαίους να επανδρώσουν
σε ικανοποιητικούς αριθμούς τις στρατιές του Αντώνιου. Γι' αυτό ο Αντώνιος τον
μισούσε.
Αν αναλύσουμε την
κατάσταση, όπως είχε διαμορφωθεί την εποχή εκείνη, διαπιστώνουμε πως
υπήρχαν τεράστιες διαφορές, ανάμεσα στους δύο κόσμους, που
είχε κατακτήσει η Ρώμη: τον δυτικό και τον ανατολικό. Από τη μία πλευρά, στις
δυτικές κτήσεις, που οι περισσότερες ήταν αρκετά πρόσφατες, τα λατινικά
αποτελούσαν την τρέχουσα γλώσσα. Απεναντίας, στην ανατολική πλευρά της
Μεσογείου, τα ελληνικά δεν αντιπροσώπευαν μόνο τη γλώσσα της διανοήσεως, αλλά
αποτελούσαν επίσης τη φυσική γλώσσα της επικοινωνίας. Άλλωστε, οι πολιτιστικές
παραδόσεις στην περιοχή εκείνη ήταν εξαιρετικά πλούσιες, ενώ τίποτα ανάλογο δεν
υπήρχε στη Γαλατία, την Ισπανία ή τη Βόρεια Αφρική. Υπήρχαν, επίσης, τεράστιες
διαφορές οικονομικής φύσεως. Ακόμα και στην εποχή της Κλεοπάτρας, η Αίγυπτος
εθεωρείτο η πιο εύπορη περιοχή της Αρχαιότητας. Όσο για την Ελλάδα, αυτή δεν
διέθετε επαρκείς δικές της πλουτοπαραγωγικές πηγές, μπορούσε, όμως, να
βασίζεται στα πλούτη της Μικράς Ασίας. Με λίγα λόγια, οι ανατολικές επαρχίες
έκρυβαν ένα δυναμικό, το οποίο με τη σωστή οργάνωση, μπορούσε να αποβεί πολύ
σημαντικό. Οπωσδήποτε, δεν γινόταν να τεθεί θέμα εφαρμογής ενός ενωτικού
συστήματος, στις περιοχές αυτές με τους πανάρχαιους πολιτισμούς και τις
διαφορετικές παραδόσεις. Το πρόβλημα ήταν πολύ πιο περίπλοκο στην Ανατολή από
ό,τι στη Δύση, όπου η Ρώμη είχε να κάνει με λαούς λιγότερο προηγμένους στο
πολιτιστικό πεδίο.
Γνωρίζουμε πως επί
Διοκλητιανού, δηλαδή από τα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ., η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
χωρίστηκε αναπόφευκτα σε Αυτοκρατορία της Ανατολής με κέντρο την
Κωνσταντινούπολη, και Αυτοκρατορία της Δύσεως με κέντρο τη Ρώμη. Αν λάβουμε
υπόψη πως τα ελληνικά έγιναν τελικά η επίσημη γλώσσα της επικοινωνίας και της
διοικήσεως στην Αυτοκρατορία της Ανατολής, ενώ στη Δύση παρέμειναν τα λατινικά,
τότε μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, πως όλα αυτά αποτελούσαν την
πραγματοποίηση — έστω και με τριών αιώνων καθυστέρηση —της φιλοδοξίας του
Αντώνιου.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ
ΚΑΙ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ
Και η εκδοχή τον Βενετσιάνου Τιέπολο για τη συνάντηοη των δύο φλογερών εραστιον. Η Κλεοπάτρα με βαρύτιμο φόρεμα τον 18ον αιώνα.
To 41 π.Χ. η όψη του
Κόσμου έμελλε να αλλάξει. Ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα συναντήθηκαν στην Ταρσό
της Κιλικίας. Ποια ήταν η Κλεοπάτρα και ποια Ανατολή εκπροσωπούσε; Ήταν η
διάδοχος της φαραωνικής αυτοκρατορίας ή μια ηγεμών της ελληνιστικής περιόδου,
που το πεπρωμένο της ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με τα ελληνικά πράγματα;
Οφείλουμε κατ' αρχήν να
διευκρινίσουμε πως ο θρύλος της Κλεοπάτρας, που την ήθελε Ανατολίτισσα μάγισσα,
ικανή να κατακτήσει την καρδιά και τις αισθήσεις του απλοϊκού στρατιωτικού,
ήταν πέρα για πέρα ψεύτικος. Η Κλεοπάτρα ήταν Ελληνίδα πριγκίπισσα. Στις φλέβες
της έρρεε αίμα ελληνικό και εθεωρείτο διάδοχος μιας μακράς σειράς ισχυρών και
πλούσιων βασιλέων, και θεματοφύλακας μιας αξιόλογης πολιτιστικής παραδόσεως.
Φυσικά, ζούσε κατά τα πρότυπα των Ελλήνων μοναρχών της ελληνιστικής περιόδου,
σ' ένα περιβάλλον γεμάτο πολυτέλεια και χλιδή, όπως απαιτούσε η ελληνιστική
παράδοση από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ήταν εξαιρετικά
καλλιεργημένη και γλωσσομαθής. Διέθετε σαγηνευτική φωνή, που τη χρησιμοποιούσε
με περίσσια τέχνη. Ήταν θαυμάσια συζητήτρια, με εγνωσμένη πολιτική πείρα. Στα
δέκα χρόνια της βασιλείας της, είχε παντρευτεί διαδοχικά, κατά το έθιμο των
Λαγιδών, τους δύο υστερότοκους
αδελφούς της, που βρήκαν και οι
δύο τραγικό τέλος.
Στα είκοσι της χρόνια
έγινε ερωμένη του Καίσαρα και τον ακολούθησε στη Ρώμη, όπου έμεινε μέχρι τις
ειδούς του Μαρτίου. Όταν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, παραμέρισε τον σύζυγο της,
βασίλεψε μαζί με τον Καισαρίωνα, και έδειξε μεγάλο σθένος στους δυο μεγάλους
λιμούς που έπληξαν το βασίλειο της.
Η Κλεοπάτρα δεν είχε
τίποτα κοινό με πανούργα Ανατολίτισσα, όπως αρεσκόταν, στη συνέχεια, να την
παρουσιάζει, η προπαγάνδα του Αυγούστου. Ο Αντώνιος σαγηνεύθηκε από μια
βασίλισσα με εξαιρετική γοητεία και σπινθηροβόλο πνεύμα. Και όχι από κάποια
σουλτάνα, μολονότι η Κλεοπάτρα ήξερε να είναι, κατά την περίσταση, μια
βασίλισσα με πυγμή, σεβαστή από τους υπηκόους της, και μια αξιολάτρευτη και
σαγηνευτική γυναίκα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως
ήταν πραγματικά ερωτευμένη με τον Αντώνιο. Οπωσδήποτε έτρεφε μεγάλες
φιλοδοξίες, όπως άλλωστε είχε υποχρέωση, σαν διάδοχος των Λαγιδών. Αλλά σαν
γυναίκα, ένιωσε ένα πολύ δυνατό αίσθημα για τον Αντώνιο, ο οποίος τελικά έγινε
σύζυγος της. Και οι δύο επιθυμούσαν να ενωθούν με επίσημο δεσμό. Ο Αντώνιος
έμεινε μέχρι τέλους πιστός στην Κλεοπάτρα, και αυτοκτόνησε, όταν έμαθε την
ανακριβή είδηση του θανάτου της.
Η Κλεοπάτρα προσπάθησε
πιθανώς, μετά τον θάνατο του Αντώνιου, να σαγηνεύσει τον Οκταβιανό, για να
σώσει τη δυναστεία της. Εκείνος χλεύασε τις προσπάθειες της και η βασίλισσα δεν
επέμεινε. Όσα αναφέρει ο Πλούταρχος για τη στάση της όταν έμαθε τον θάνατο του
Αντώνιου, μαρτυρούν αβάσταχτη θλίψη: «Έδερνε το στήθος της και το ξέσχιζε με τα
νύχια, βρέχοντας το πρόσωπο της με το αίμα του πληγωμένου. Καλούσε τον αφέντη
της, τον άντρα, τον αυτοκράτορα».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι,
σαν εραστής της Κλεοπάτρας, ο Αντώνιος είχε την αίσθηση ότι βάδιζε πάνω στ'
αχνάρια του Καίσαρα και ότι είχε αναλάβει, κατά κάποιο τρόπο, το ερωτικοπολιτικό
του έργο. Βέβαια, στην εποχή μας επικρατεί η τάση να ερμηνεύουμε τα πάντα με
ψυχαναλυτικό τρόπο. Ένα είναι βέβαιο: ο Αντώνιος ήταν επιρρεπής στα γυναικεία
θέλγητρα, όπως απέδειξε σε όλη του τη ζωή. Δεν απέφυγε, οπωσδήποτε, στη νεότητα
του, κάποια ομοφυλοφιλική εμπειρία, αλλά η προτίμηση του ήταν σαφώς στραμμένη
προς τις γυναίκες, ενώ συνέβαινε το αντίθετο με τον Καίσαρα ή τον Οκταβιανό.
Παρά τον έρωτα του για την Κλεοπάτρα, παντρεύτηκε την Οκταβία, αδελφή του
Οκταβιανού, που την αγαπούσε ειλικρινά. Το γεγονός αυτό δεν τον εμπόδισε να
ξαναγυρίσει στην Κλεοπάτρα. Ο έρωτας του για τη βασίλισσα της Αιγύπτου ήταν το
κυρίαρχο πάθος των δέκα τελευταίων χρόνων της ζωής του. Δημιούργησε μαζί της
μια πραγματική οικογένεια με πολλά παιδιά. Ο Αντώνιος ήταν πολύ υπερήφανος γι'
αυτά και τα μεγάλωσε μαζί με ένα γιο που είχε αποκτήσει από τον πρώτο του γάμο.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ
ΚΑΙ ΟΚΤΑΒΙΑΝΟΣ
Όλα αυτά επιδείνωσαν τις
σχέσεις του με τον Οκταβιανό. Στην αρχή υπήρξε το δυσάρεστο περιστατικό της
Φουλβίας, γυναίκας του Αντώνιου, η οποία με τη βοήθεια ενός νεώτερου αδελφού
του, εξύφανε συνωμοσία κατά του Οκταβιανού, χωρίς ο ίδιος να έχει ιδέα.
Ακολούθησε ο γάμος του Αντώνιου με την αδελφή του Οκταβιανού Οκταβία και η
αποπομπή της τελευταίας. Όλες αυτές οι ιστορίες δηλητηρίασαν τις σχέσεις των
δύο ανδρών.
Η προπαγάνδα του Αυγούστου
προσπάθησε να παρουσιάσει την Κλεοπάτρα σαν το κακό πνεύμα του Αντώνιου. Η ίδια
προπαγάνδα εμφάνιζε τον Αντώνιο έρμαιο στα χέρια μιας λάγνας και ανήθικης
βασίλισσας με αχαλίνωτες, φιλοδοξίες. Η δυσφημιστική αυτή εκστρατεία δεν
απέδωσε αμέσως καρπούς. Για πολύ μεγάλο διάστημα, ο Αντώνιος διατήρησε τις
συμπάθειες του στη Ρώμη, και πολλοί Ρωμαίοι συσπειρώθηκαν γύρω του, όταν έγινε
η ρήξη με τον Οκταβιανό.
Μια άλλη κατηγορία, που
διατυπώθηκε εις βάρος του Αντώνιου, είναι ότι σχεδίαζε να ξεπουλήσει τη Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία στην Αίγυπτο και ότι επιζητούσε να καταλάβει τη Ρώμη. Η κατηγορία
αυτή φαίνεται τελείως ανυπόστατη, κυρίως αν αναλογισθεί κανείς πως οι ρωμαϊκές
λεγεώνες, που είχαν έλθει από την Ιταλία, σε καμία περίπτωση δεν θα
ακολουθούσαν τόσο πιστά τον Αντώνιο, αν υποψιάζονταν πως σκόπευε να προδώσει τη
Ρώμη. Η διεργασία που οδήγησε τον Ρωμαίο Αντώνιο να συμπεριφερθεί σαν Έλληνας
μονάρχης, εκδηλώθηκε πολύ νωρίτερα από τη συνάντηση του με την Κλεοπάτρα, μολονότι
ο έρωτας που εκείνη του ενέπνευσε, επέσπευσε την εξέλιξη αυτή.
Η σύζευξη ανάμεσα στην
επιθυμία του Αντώνιου να κυβερνήσει την Εγγύς Ανατολή και τη φιλοδοξία της
κληρονόμου των Λαγιδών να αποκαταστήσει το γόητρο του βασιλείου της,
δημιούργησε το μεγαλόπνοο πολιτικό σχέδιο, με το οποίο συνδέεται το όνομα του
Αντώνιου.
Ο Αντώνιος είχε
συνειδητοποιήσει, πως αν η Ρώμη — που τα αποθέματα της δεν ήταν απεριόριστα —
ήθελε να εξακολουθήσει να εξουσιάζει την Ανατολή και να παραμείνει εγγυήτρια
της ειρήνης σ' αυτή την περιοχή, όφειλε να τηρήσει τις τοπικές παραδόσεις. Για
τον λόγο αυτό ήταν απαραίτητο να θέσει η Ρώμη σε εφαρμογή ένα σύστημα πολιτικής
οργανώσεως και ένα διοικητικό μηχανισμό διαφορετικά από εκείνα που εφάρμοζε το
ρωμαϊκό κράτος στις δυτικές επαρχίες. Έπρεπε να σεβαστεί, όσο ήταν δυνατό, τις
γεωγραφικές και ιστορικές διαφορές που χώριζαν τους λαούς της Ανατολής.
Νομαδικές φυλές, ελληνικές πόλεις, βασίλεια ή ηγεμονίες, το καθένα με τα ήθη,
τις παραδόσεις και τον πολιτισμό του. Ήταν, λοιπόν, πρωταρχικής σημασίας η
διατήρηση των ήδη υπαρχουσών δομών, με την προσαρμογή τους στο προκαθορισμένο
σχέδιο της ρωμαϊκής κηδεμονίας σ' ένα ενιαίο σύνολο, και την εγκαθίδρυση ενός
καθεστώτος κοινής υπαγωγής τους στην προσωπική εξουσία ενός μονάρχη. Εξ ού και
η επιθυμία του Αντώνιου να μετατρέψει
την Αλεξάνδρεια, πόλη ελληνική που άκμαζε στα σύνορα μεταξύ
Ασίας και Αφρικής, σε κέντρο αυτής της νέας οργανώσεως.
Ο Αντώνιος είχε συλλάβει
αυτό το ευρύ σχέδιο ανασυγκροτήσεως της Εγγύς Αντολής, με διαύγεια αντάξια της
πολιτικής του ιδιοφυΐας. Στο σημείο αυτό ήταν ο άξιος συνεχιστής του έργου του
Μεγάλου Αλεξάνδρου. Απέδειξε πως είχε αφομοιώσει τέλεια τα διδάγματα που
μπορούσε να αποκομίσει κανείς από τους τρεις αιώνες λειτουργίας των μεγάλων
ελληνιστικών μοναρχιών. Μόνο αυτή η προοπτική τον ενδιέφερε, και δεν διανοήθηκε
ποτέ να σφετεριστεί την εξουσία στη Ρώμη.
Ο Οκταβιανός, πάλι, ήθελε
να εξουδετερώσει έναν πιθανό αντίπαλο. Με τη ζηλότυπη φιλοδοξία του κατέστρεψε
το οικοδόμημα που ήθελε να χτίσει ο Αντώνιος. Η Αίγυπτος ενσωματώθηκε στην
Αυτοκρατορία, θεωρήθηκε προσωπικό κτήμα του κυβερνώντος Καίσαρος και έχασε την
κυρίαρχη θέση που κατείχε στην Ανατολή. Τα εφήμερα βασίλεια που είχαν
δημιουργηθεί χάρη στις «δωρεές» της Αλεξάνδρειας κατέρρευσαν αυτόματα. Η
Κυρηναϊκή παρέμεινε μία απομονωμένη, συγκλητική επαρχία. Η Κιλικία, η Συρία και
η Φοινίκη εξακολούθησαν να είναι αντίπαλες και διαιρεμένες. Η Αρμενία και η
Μηδία σύντομα ξέφυγαν από τον έλεγχο της Ρώμης, η οποία δεν διανοήθηκε να
επεκτείνει τον έλεγχο αυτό πέρα από τον Ευφράτη. Το μεγάλο σχέδιο του Ιουλίου
Καίσαρα, το οποίο ο Αντώνιος είχε αναλάβει για λογαριασμό του, χάθηκε μαζί του.
Με την εγκαθίδρυση της ηγεμονίας του Αυγούστου, η ανατολική λεκάνη της
Μεσογείου πέρασε κατά κάποιο τρόπο στο περιθώριο και βυθίστηκε σε σχετικό
λήθαργο. Μόνο τρεις αιώνες αργότερα, όταν ο Διοκλητιανός δημιούργησε την
Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αναβίωσε εν μέρει το όνειρο του Μάρκου
Αντώνιου.
Και για να ξαναγυρίσουμε
στον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών της έρευνας αυτής, παρατηρούμε
πως ήταν αρκετή η μεγάλη
ναυμαχία στο Άκτιο, το 31 π.Χ.,
καθώς και μερικοί μήνες, για να μπορέσει ο μετέπειτα Αύγουστος να συντρίψει τον
αντίπαλο του και να ξαναπάρει στα χέρια του τον ολοκληρωτικό έλεγχο του ρωμαϊκού
κόσμου. Η ραγδαία αυτή εξέλιξη δεν φαίνεται να δικαιολογείται από τον
συσχετισμό των αντιμαχομένων δυνάμεων.
Στην πραγματικότητα
επαναλήφθηκε αυτό που είχε ήδη συμβεί τρεις φορές στη διάρκεια της ρωμαϊκής
ιστορίας. Αρχικά, την εποχή των αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα στους οπαδούς του
Μάριου και του Σύλλα. Μετά τις τρομερές σφαγές και τον θρίαμβο του Σύλλα, οι
Ρωμαίοι απέκτησαν τη συνήθεια να περνούν από το ένα στρατόπεδο στο άλλο,
ανάλογα με την κλίση της ζυγαριάς. Το ίδιο συνέβη, με πολύ πιο ωμό τρόπο, την
εποχή του ανταγωνισμού ανάμεσα στον Καίσαρα και τον Πομπήιο. Το φαινόμενο
επαναλήφθηκε στη συνέχεια, μετά τη μάχη των Φιλίππων, όταν πολλοί οπαδοί του
Βρούτου και του Κάσσιου αυτομόλησαν στο στρατόπεδο του Αντώνιου και του
Οκταβιανού. Ο τελευταίος φάνηκε σκληρός προς τους αρχηγούς, αλλά ο Αντώνιος
είχε την εξυπνάδα να δεχθεί με επιείκεια
πολλούς μετανοημένους επαναστάτες.
Το Ίδιο πρέπει να συνέβη και μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο, όταν πια έγινε φανερό
πως ο Αντώνιος είχε χάσει την παρτίδα και βρισκόταν αποκομμένος από τα
στρατεύματα του στην ξηρά. Οι στρατιώτες περίμεναν μερικές εβδομάδες, κι
ύστερα, βλέποντας πως ο Αντώνιος δεν κατόρθωνε να πάρει την επάνω βόλτα,
συμμάχησαν με τον Οκταβιανό.
Ο Αντώνιος είχε
συνειδητοποιήσει πολύ νωρίς πως τα πάντα είχαν χαθεί. Αυτό εξηγεί, χωρίς
αμφιβολία, την ηττοπάθεια την οποία έδειξε τη στιγμή της καταστροφής στο Άκτιο,
όταν εγκατέλειψε τη μάχη, για να συναντήσει τη γαλέρα της Κλεοπάτρας. Και
εξηγεί επίσης την έσχατη πράξη της αυτοκτονίας του, παρά το θάρρος που είχε
επιδείξει κατά την υπεράσπιση της Αλεξάνδρειας. Ήξερε πως όλα είχαν τελειώσει
και δεν ήθελε με κανένα τρόπο να εμφανισθεί στον θρίαμβο του νικητή.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Η ζωή του Αντώνιου δεν
στάθηκε ποτέ εύκολη. Από μικρός χρειάστηκε να αντιμετωπίσει πολύ σοβαρές οικονομικές
δυσκολίες, στις οποίες αντεπεξήλθε με μεγάλο ψυχικό σθένος. Ήταν πολύ
θαρραλέος, και σαν μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης, δεν δίσταζε να μοιράζεται τα
βάσανα των ανδρών του. Ήταν όμορφος, αθλητικός — άλλωστε ισχυριζόταν πως
κατάγεται από τον Ηρακλή — αξιαγάπητος, φιλελεύθερος και ανοιχτός στις
ελληνικές επιδράσεις. Ένιωθε το ίδιο άνετα με τους ανθρώπους του λαού όπως και
με τους ευγενείς, και αποδείχθηκε εξαιρετικά γενναιόφρων τόσο σε θέματα φιλίας
όσο και σε οικονομικά ζητήματα. Αγαπούσε τις γυναίκες και το πιοτό, αλλά και οι
δύο αυτές του αδυναμίες, δεν αποτελούσαν, εκείνη την εποχή, αξιόμεμπτες τάσεις.
Μολονότι αγαπούσε την άνεση και την πολυτέλεια, ήταν απόλυτα ικανός, αν το
καλούσε η περίσταση, να ζήσει λιτά, σαν απλός στρατιώτης. Γι' αυτό οι άνδρες
του τον λάτρευαν.
Ο Αντώνιος, επιπλέον, ήταν
άνθρωπος με μεγάλη καλλιέργεια και εξαιρετικά συμπαθής. Παρά την εχθρική
προπαγάνδα του Αυγούστου, που τον παρουσίαζε διεφθαρμένο, μεθύστακα και
φιλόδοξο, η συμπάθεια την οποία ήξερε να εμπνέει διαφαίνεται μέσα από τα
κείμενα ενός σπουδαίου συγγραφέα, όπως ο Πλούταρχος.
ANGELIQUE
BOURLANGES
Ιστορία
Εικονογραφημένη/τ.235
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου