Από δορυφορικές εικόνες της CIA και
φωτογραφίες από drone οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως τα ερείπιά της
Πώς
εντοπίστηκε η χαμένη πόλη του Αλεξάνδρου στο Ιράκ
Επιμέλεια Σπύρος Μουζακίτης
Στα χνάρια του Έλληνα
στρατηλάτη Μεγάλου Αλεξάνδρου, μιας από τις σημαντικότερες μορφές της Ιστορίας,
βρίσκονται οι αρχαιολόγοι. Τον γύρο του κόσμου έκανε στα τέλη Σεπτεμβρίου του
2017 η είδηση ότι μία ομάδα Ιρακινών και Βρετανών αρχαιολόγων ανακάλυψε μία
χαμένη πόλη για περισσότερα από 2.000 χρόνια, στην ευρύτερη περιοχή του
οικισμού Qalatga Darband, στο Ιράκ, η οποία πιστεύεται ότι ιδρύθηκε από τον
Μέγα Αλέξανδρο το 331 π.Χ. Οι επιστήμονες στηρίχθηκαν σε αποχαρακτηρισμένες
δορυφορικές εικόνες της CIA, αλλά και σε φωτογραφίες που τραβήχτηκαν μέσω
drone.
Φωτογραφίες που, σύμφωνα
με πληροφορίες, υπήρχαν στο αρχείο της CIA από το 1960, αποχαρακτηρίστηκαν 36
χρόνια μετά, το 1996, όταν και δόθηκαν στη δημοσιότητα. Τότε, οι αρχαιολόγοι
έπιασαν δουλειά. Σε αυτές διακρινόταν περίγραμμα ερειπίων, ωστόσο η
συγκεκριμένη περιοχή εκείνη την περίοδο ήταν απαγορευμένη ζώνη, λόγω της
πολιτικής αστάθειας, οπότε ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί επιτόπια έρευνα.
Υπό τον Σαντάμ Χουσεΐν και
στη συνέχεια υπό αμερικανική εισβολή, το να δοθεί στο Ιράκ άδεια για ανασκαφές
ήταν όνειρο θερινής νυκτός. Ωστόσο, από το 2003, όταν πλέον σταθεροποιήθηκε το
πολιτικό σκηνικό, το Βρετανικό Μουσείο ξεκίνησε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης
Ιρακινών αρχαιολόγων, στο πλαίσιο της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Άλλωστε,
οι φανατικοί ισλαμιστές του Χαλιφάτου καραδοκούσαν, έτοιμοι να βανδαλίσουν τη
ζωντανή Ιστορία της ανθρωπότητας.
Μελετώντας τις πιο
πρόσφατες καταγραφές που υπάρχουν μέσω των εικόνων από drone, οι ερευνητές
συμπεραίνουν ότι στο σημείο υπήρχε μία πόλη με ισχυρές ελληνικές, αλλά και
ρωμαϊκές επιρροές. Την ίδια στιγμή, πιστεύουν ότι ιδρύθηκε από τον Μέγα
Αλέξανδρο περί το 331 π.Χ., καθώς και ότι σε αυτήν κατοικούσαν 3.000 βετεράνοι
των εκστρατειών του. Ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι η συγκεκριμένη πόλη
βρίσκεται μια ανάσα (10 χιλιόμετρα) νοτιοανατολικά της Ranya, στην επαρχία
Sulaymaniyah του ιρακινού Κουρδιστάν.
Ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε
από εκεί κατά την εκστρατεία του κατά του Δαρείου (το 331 π.Χ. ο μεγάλος
στρατηλάτης επέλαυνε κατά των Περσών και νίκησε τον Δαρείο Γ' στη Μάχη των
Γαυγαμήλων). Μετά τις έρευνες των αρχαιολόγων, πληροφορίες αναφέρουν ότι στο
σημείο έχουν βρεθεί ελληνικά νομίσματα και δύο αγάλματα. Το ένα πιστεύεται ότι
είναι η Περσεφόνη. Το άλλο είναι ένα γυμνό άγαλμα που θεωρείται ότι απεικονίζει
τον Άδωνη, θεϊκό σύμβολο της γονιμότητας.
Οι αρχαιολόγοι οδηγήθηκαν
για πρώτη φορά στην υπόθεση ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε μία πόλη πριν από τρία
χρόνια, όμως εκείνη τη στιγμή δεν είχαν περισσότερες λεπτομέρειες. Ωστόσο, οι
επιστήμονες επιβεβαίωσαν την αρχική τους ανακάλυψη μέσω του φωτογραφικού υλικού
από drone. Όταν το ερεύνησαν, διέκριναν το περίγραμμα ενός μεγάλου ορθογώνιου
κτιρίου, θαμμένου κάτω από χωράφια με σιτηρά αλλά και άλλα μεγάλα κτίρια, τα
τείχη της πόλης και πέτρινες πρέσες, που εκτιμάται ότι χρησιμοποιούνταν για την
παραγωγή κρασιού.
Ο Τζον ΜακΓκίνις,
επικεφαλής της ομάδας των αρχαιολόγων και υπεύθυνος του εκπαιδευτικού
προγράμματος που χρηματοδοτείται από τη Βρετανία, δήλωσε στους «Times»: «Είναι
ακόμη νωρίς, ωστόσο πιστεύουμε ότι ήταν μια πόλη γεμάτη με κόσμο, στον δρόμο
από το Ιράκ προς το Ιράν. Μπορεί κανείς να φανταστεί ανθρώπους να δίνουν κρασί
στους στρατιώτες που περνούσαν από το σημείο».
Οι
μυστικές υπηρεσίες και η «επιχείρηση Corona»!
Είναι δυνατόν η CIA να
έχει στα… κιτάπια της πληροφορίες που αφορούν τον Μέγα Αλέξανδρο; Ακούγεται ως
θεωρία συνωμοσίας. Ωστόσο, δημοσιεύματα που κυκλοφορούν μετά την ανακάλυψη της
χαμένης πόλης στο Ιράκ, που πιστεύεται ότι ιδρύθηκε από τον μεγάλο στρατηλάτη
το 331 π.Χ., υποστηρίζουν ότι η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των Ηνωμένων
Πολιτειών έχει ψάξει τα μονοπάτια του.
Εάν επιβεβαιωθεί η -ούτως
ή άλλως- σημαντική ανακάλυψη των αρχαιολόγων από το Ιράκ και τη Μεγάλη
Βρετανία, τότε πρόκειται για μια πόλη-κλειδί για την πορεία των κατακτήσεων του
Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μάλιστα, πρόκειται για μια πόλη που χτίστηκε είτε για την
προετοιμασία της μεγάλης Μάχης στα Γαυγάμηλα είτε έπειτα από αυτήν, για την
εδραίωση της κυριαρχίας του Έλληνα στρατηγού στην ευρύτερη περιοχή. Σε κάθε
περίπτωση, πρόκειται για μια πόλη που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην Ιστορία,
καθώς βρίσκεται κοντά στα Γαυγάμηλα. Στην ιστορική αυτή μάχη ο Μέγας Αλέξανδρος
κέρδισε τον θρόνο της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Μπορεί όλα αυτά να μην
έχουν καμία σημασία για τη CIA, ωστόσο οι Αμερικανοί επιθυμούσαν να ερευνήσουν
όσο πιο βαθιά γίνεται μια περιοχή που αποτελεί στρατηγικό σημείο ανάμεσα σε
Τουρκία, Ιράκ, Ιράν και Συρία. Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του 1960 έβαλαν
μπροστά την επιχείρηση Corona. Κατασκοπευτικοί δορυφόροι κατέγραψαν τα πάντα.
Αυτά, άλλωστε, τα στοιχεία βοήθησαν τους αρχαιολόγους να ανακαλύψουν τη χαμένη
πόλη στην ευρύτερη περιοχή του οικισμού Qalatga Darband. Οι εικόνες της
Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ ήταν αυτές που έδωσαν την αφορμή για να ξεκινήσει
η έρευνα, που όπως όλα δείχνουν οδήγησε σε μια σπουδαία ανακάλυψη.
Ο
δρόμος έως τη Μάχη στα Γαυγάμηλα
Το 336 π.Χ., μετά τη
δολοφονία του Φιλίππου, ο Αλέξανδρος έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας σε ηλικία 20
ετών.
Μόλις δύο χρόνια αργότερα
ξεκίνησε την εκστρατεία του στην Περσία, έχοντας στο πλευρό του 50.000 πεζούς
και 6.000 ιππείς.
Η πρώτη μάχη μεταξύ των
Μακεδόνων και των Περσών έγινε στον Γρανικό, τον Μάιο του 334 π.Χ. Οι Πέρσες
δεν κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν την ορμή των Μακεδόνων και τράπηκαν σε άτακτη
υποχώρηση. Στη συνέχεια, ο Αλέξανδρος προχώρησε νότια και απελευθέρωσε τις
ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας.
Τον χειμώνα του 333 π.Χ.
στην Ισσό της Κιλικίας συνάντησε για δεύτερη φορά τον περσικό στρατό, ο οποίος
υπέστη πανωλεθρία.
Ο βασιλιάς Δαρείος γλίτωσε
μόνο με τη φυγή του. Τότε, ο Έλληνας στρατηλάτης προχώρησε νότια για να γίνει
κύριος όλων των παραλιών της Μεσογείου και να εξουδετερώσει τον περσικό στόλο.
Τον Οκτώβριο του 331 π.Χ.
ο Αλέξανδρος ήρθε αντιμέτωπος και πάλι με πολυάριθμο περσικό στρατό. Έπειτα από
ακόμη μία νικηφόρα αναμέτρηση, οι σπουδαιότερες πόλεις της Περσίας -Βαβυλώνα,
Σούσα και Περσέπολη, όπου βρισκόταν και το ανάκτορο του Δαρείου- παραδόθηκαν
στον Έλληνα στρατηλάτη και κατακτήθηκε ολόκληρη η Περσία.
Μετά την εισβολή και το
νικηφόρο πέρασμα στις Ινδίες το 327 π.Χ. οι στρατιώτες του κουράστηκαν και
αρνήθηκαν να προχωρήσουν.
Τέσσερα χρόνια αργότερα ο
Αλέξανδρος αρρώστησε βαριά και άφησε την τελευταία πνοή του στη Βαβυλώνα, το
323 π.Χ., σε ηλικία μόλις 32 ετών.
Οι
κτήσεις του μεγάλου στρατηλάτη
Από τον Αθαν. Ε. Καραθανάση*
Την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου
2017 στην εφημερίδα «δημοκρατία» διαβάζουμε ότι Βρετανοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν
μία χαμένη πόλη του Μεγαλέξανδρου στην περιοχή Καλάτγκα Ντάρμπαντ στο βόρειο
Ιράκ. Οι Βρετανοί αρχαιολόγοι εκτιμούν ότι η πόλη αυτή κτίσθηκε τη χρονιά που ο
Αλέξανδρος νίκησε τον «Μέγα Βασιλέα» των Περσών Δαρείο Γ΄ καθιστάμενος ο
βασιλεύς της Ασίας στην περιώνυμη μάχη των Γαυγαμήλων το 331 π.Χ. Ήταν τότε
Ιούνιος-Ιούλιος του έτους αυτού, όταν ο Δαρείος αντιμετώπισε τον Αλέξανδρο με
1.000.000 πεζούς, 40.000 πεζούς και 20 δρεπανηφόρα άρματα. Ύστερα ο Αλέξανδρος
κατέκτησε τη Βαβυλώνα, τα Σούσα, την Περσέπολη, τα Εκβάτανα, φτάνοντας ως τον
Ινδικό Καύκασο. Είχε στρατηγούς, αξιωματικούς και στρατιώτες απ' όλον τον
Ελληνισμό, Μακεδόνες, Θεσσαλούς, Κρητικούς, Λοκρούς, Φωκείς, Αχαιούς. Κάπου
τότε, περί το 331-329 π.Χ., πρέπει να κτίσθηκε η νέα αυτή πόλη, που βρήκαν οι Άγγλοι
αρχαιολόγοι. από τον Μ. Αλέξανδρο στο βόρειο Ιράκ. Φτάνοντας στον Ινδικό
Καύκασο, ίδρυσε μία άλλη Αλεξάνδρεια.
Ως Έλληνας, ο Αλέξανδρος
είχε το χάρισμα να ιδρύει πόλεις γενόμενες εστίες πολιτισμού. Ο Πλούταρχος
γράφει ότι ίδρυσε περί τις εβδομήντα πόλεις, ενώ ο Καλλισθένης γράφει για
δεκατρείς, μολονότι μνημονεύει εννέα. Ο πραγματικός αριθμός πρέπει να είναι γύρω
στις 35 πόλεις. Ο Αρριανός, που έγραψε για τον Αλέξανδρο, χαρακτηρίζει πόλεις
ακόμη και τους οικισμούς-αποικίες που ίδρυε ο Μακεδόνας στρατηλάτης. Στις
πόλεις που ίδρυε έδινε το δικό του όνομα. Άλλες πηγές μιλούν για δεκαέξι
Αλεξάνδρειες, άλλες για δεκαεπτά. Πρώτη και περιλάλητη, η Αλεξάνδρεια στην
Αίγυπτο. Μόνο σε δύο πόλεις δεν έδωσε το όνομά του, στην Ινδία, στις όχθες του
Υδάσπου. Τη μία την ονόμασε Νίκαια, σε ανάμνηση της νίκης του κατά του Πώρου.
Την άλλη που την ονόμασε Βουκεφάλα, τιμώντας τη μνήμη του αγαπημένου του
αλόγου, που πέθανε από τον πολύχρονο κάματο και την ηλικία.
Οι Αλεξάνδρειες υπήρξαν
εστίες Ελληνισμού και πολιτισμού που ανέπτυξαν οι Μακεδόνες απόμαχοι στρατιώτες
του Αλεξάνδρου σε όλη την Ασία, ως το Πακιστάν και την Ινδία. Άλλοι απ' αυτές
τις Αλεξάνδρειες προχώρησαν παραπέρα και ήρθαν σε επαφή με άλλους λαούς, Ινδούς
και Κινέζους, αφήνοντας ως σήμερα τα ίχνη τους. Και οι πόλεις που ίδρυσε ο
Αλέξανδρος έγιναν, εξωτερικά, πάνω σε ελληνικά πρότυπα και, εσωτερικά, με
διακριτικό την αυτονομία με τους κατοίκους τους να είναι πολίτες και όχι
δουλοπρεπείς υπήκοοι, κατά τα ασιατικά πρότυπα.
Επισημείωση: Τη μέρα που
δημοσιευόταν η είδηση της ανακάλυψης στο Β. Ιράκ της χαμένης πόλης του
Αλεξάνδρου, δεχόμουν την επίσκεψη Τούρκου συναδέλφου, ειδικού στην περσική
φιλολογία, διωγμένου από το πανεπιστήμιό του μαζί με άλλους 76.000
πανεπιστημιακούς από το καθεστώς Ερντογάν. Αυτός μου έλεγε για τα πολλά
λογοτεχνικά περσικά κείμενα από τον 4ο αι. π.Χ. που έχουν ήρωα τον Μ.
Αλέξανδρο, τον Ισκεντέρ των πηγών. Το αυτό ισχύει, προσέθεσε, και για τη
φιλολογία των Σελτζούκων, των Οθωμανών και των άλλων τουρκικών φυλών. Ένα
μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου, που αγνοούμε στην Ελλάδα.
*Ομότ.
καθηγητής ΑΠΘ, πρόεδρος Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
Οι
Έλληνες σε ρόλο εκπολιτιστή
Από τον Σαράντο Καργάκο*
Είναι η πρώτη φορά που
χρησιμοποιώ σε κείμενό μου τη φράση του κορυφαίου ελληνιστή του περασμένου
αιώνα Βιλάμοβιτς - Μέλεντορφ ότι «οι Έλληνες δεν υπήρξαν ποτέ κατακτητές,
υπήρξαν εκπολιτιστές». Οι πρόσφατες ανακαλύψεις Βρετανών και Ιρακινών
αρχαιολόγων σε μια περιοχή του Ιράκ που φέρει την ονομασία Qalatga Darband
επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη. Όντως ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του
έχτισαν στην Ασία πάνω από 70 πόλεις, που για πολλούς αιώνες έγιναν φάροι
πολιτισμού - και κάποιες παραμένουν.
Την εν λόγω περιοχή είχα
επισκεφθεί κατά το έτος 2007, όταν συγκέντρωνα υλικό για τη συγγραφή του
βιβλίου μου «Μέγας Αλέξανδρος, ο άνθρωπος φαινόμενο». Τις περιηγητικές
εντυπώσεις μου κατέγραψα στο βιβλίο μου «Οι Πέρσες κι εμείς». Δυστυχώς, κάποιες
περιοχές δεν μου επιτράπηκε να επισκεφθώ ή κάποιες μου επιτράπηκε αλλά χωρίς
φωτογραφική μηχανή.
Υπήρχαν εκεί μυστικές
στρατιωτικές βάσεις. Στην Galatga Barband ελάχιστα ίχνη ήσαν ορατά. Υπήρχαν
αφθονία πήλινων θραυσμάτων και υποτυπώδη ίχνη τοιχοποιίας. Το ότι η περιοχή
ήταν επί μακρόν υπό εποπτεία διαφύλαξε τον χώρο από τη λεηλασία.
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι
η πόλη χτίστηκε από τον Αλέξανδρο και μάλιστα το 331 π.Χ. Το έτος αυτό ήταν η
κρίσιμη φάση προετοιμασίας για τη μεγάλη μάχη των Γαυγαμήλων (Σεπτέμβριος 331).
Αν όντως οι αρχαιολόγοι, με τα σύγχρονα μέσα που διαθέτουν, μπορούν να
διαβεβαιώσουν ότι ο αρχικός οικιστικός πυρήνας ανάγεται στο 331 π.Χ., τότε -και
το γράφω με κάθε επιφύλαξη- πρόκειται για την Αλεξάνδρεια την «εν Ασσυρία» ή
«εν Αρβαλίτιδι», που χτίσθηκε όντως το 331 π.Χ. στο πεδίο της Μάχης των Αρβήλων
(πρόκειται για τη Μάχη των Γαυγαμήλων). Το γεγονός ότι οι αρχαιολόγοι βρήκαν
γλυπτά λείψανα ελληνικά και ρωμαϊκά (δηλαδή ρωμαϊκής τεχνοτροπίας) δείχνει πως η
πόλη είχε μακρά διάρκεια ζωής.
Σε ό,τι αφορά την
ταυτοποίηση των αγαλμάτων (Περσεφόνη, Αδωνις) θα υπάρξουν ποικίλες απόψεις. Ένα
πάντως είναι βέβαιο: Η εκεί παρουσία Ελλήνων μέχρι της εμφανίσεως των Αράβων
(7ος μ.Χ.) ήταν συντελεστικός παράγοντας για την ανάπτυξη ενός σπουδαίου
πολιτισμού, που ξεπέρασε σε διάρκεια τη χιλιετία.
*Ιστορικός – Συγγραφέας
Άρθρα από την «κυριακάτικη
δημοκρατία»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου