Translate -TRANSLATE -

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Η Γιορτή του πατέρα και μια παρολίγον "πατροκτονία"




Γιορτή του Πατέρα: Εμπνευσμένη από έναν βετεράνο πολέμου…
Γράφει ο Π. Καρβουνόπουλος
Ας μην γελιόμαστε… Η γιορτή του Πατέρα σε σχέση με την αντίστοιχη της Μητέρας θα είναι πάντα στην αφάνεια. Κι ας μην είναι πρόσφατη …εφεύρεση όπως πολλοί πιστεύουμε. Η Παγκόσμια Ημέρα του Πατέρα πρωτογιορτάστηκε στις 19 Ιουνίου 1910 και από τότε  γιορτάζεται κάθε τρίτη Κυριακή του Ιουνίου. Με δώρα απ’ όλη την οικογένεια τιμώνται ο πατέρας, ο παππούς ή ο προπάππους.
Την Γιορτή του Πατέρα καθιέρωσε  η αμερικανίδα Σονόρα Σμαρτ Ντοντ, που θέλησε να καθιερώσει μια γιορτή ανάλογη με την Ημέρα της Μητέρας, προκειμένου να τιμήσει τον πατέρα της Γουίλιαμ Τζάκσον Σμαρτ, βετεράνο του Αμερικανικού Εμφυλίου, που ανέθρεψε μόνος του τα 6 παιδιά της οικογένειας.
Ο πατέρας πάντα ήταν  …ριγμένος στη αναγνώριση των πολλαπλών…αποστολών που έχει να φέρει εις πέρας για να κρατήσει ζωντανή μια οικογένεια. Και στις μέρες μας όλο και συχνότερα -σε σχέση με παλιότερα- καλείται να την κρατήσει ακόμη και μόνος. Δεν θα διαβάσουμε και δεν θα μάθουμε ποτέ πόσο έχουν αυξηθεί και πόσες είναι οι μονογονεϊκές οικογένειες με πρωταγωνιστή πατέρα κι όχι μητέρα.
Στους πατεράδες όλου του κόσμου που πρέπει να είναι “κολώνες” του σπιτιού, που πρέπει να φροντίζουν να μην λείπει τίποτα από τα παιδιά τους, που πρέπει να δείχνουν πάντα δυνατοί και ανεπηρέαστοι ακόμη κι όταν συγκινούνται… Και συγκινούνται εύκολα, ειδικά στις ευχάριστες στιγμές των παιδιών τους… Σ΄ αυτούς που δεν μιλούν πολύ αλλά αγωνιούν διαρκώς και σκέφτονται τις δυσκολίες και το αύριο που έχουν να αντιμετωπίσουν χωρίς αυτές οι αγωνίες να επηρεάζουν την οικογένειά τους.
Σ΄ όλους αυτούς να ευχηθούμε χρόνια πολλά.


«Πατροκτονία»
Όταν το μήλο δεν θέλει να πέσει κάτω από την μιλιά  πρέπει να έχε πολλη δύναμη για να ξεφύγει από τα κλαδιά που το τρέφουν.
Από τον Πέτρο Δεμερτζή
Οι άντρες κάνουν φίλους μικροί. Στο σχολείο, στο γυμνάσιο, στο λύκειο, στον στρατό, άντε και στις πρώτες δουλειές που θα πιάσουν. Δύσκολα κάνεις φίλους μετά τα 2 5 - 30. Ή, τουλάχιστον, δύσκολα δένεσαι τόσο βαθιά με έναν άνθρωπο όταν γύρω σου συμβαίνουν χίλια δυο πράγματα και εσύ έχεις να σκεφτείς σχέσεις, δόσεις, καριέρες και τον εαυτό σου.
Όπως και να 'χει, αυτό που πάντα με έκανε να δυσκολεύομαι να δεθώ με ανθρώπους που συμπαθούσα και ταιριάζαμε από μια ηλικία και πέρα ήταν οι ασύμβατες με την κοσμοθεωρία μου αδυναμίες και τα ελαττώματα τους.
Ο Π. είναι ένας υπέροχος τύπος. Τον γνώρισα σε μία από τις μεγάλες παρέες που μαζεύονται σταθερά μια-δυο φορές το χρόνο μετά το πέρας των σπουδών, ως σύντροφο τότε μιας αγαπημένης φίλης. Παρά τον γρήγορο χωρισμό τους, και αφού είχαμε περάσει 2 - 3 weekends σε ένα (από τα πολλά όπως αποδείχτηκε) εξοχικά του σπίτι στην ορεινή Βοιωτία, ο Π. παρέμεινε κομμάτι της παρέας, αφού και εγώ και οι υπόλοιποι 3 - 4 άντρες του συγκεκριμένου γκρουπ τον είχαμε πια κατατάξει στους «αποδεκτούς» και βάλε της τάχα μου κλειστής μας κάστας. Είχε πάρει το πτυχίο του στα οικονομικά και έκανε το πρώτο του μάστερ στη διοίκηση οργανισμών, επικεντρωμένος σε ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα συνέχιζε με διδακτορικό στο London School of Economics και θα κατέληγε σήμερα με μια πολύ καλή θέση σε μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες. Ο Π. ήταν ο φίλος που οι περισσότεροι θα ήθελαν να έχουν. Ωραίος τύπος, έξυπνος, με καλά αμάξια, πολλά λεφτά, εξοχικά σε διάφορα πανέμορφα μέρη στην Ελλάδα και πρόθυμος να μοιραστεί ό,τι είχε με την παρέα.
Όμως, ο Π. είχε ένα «θέμα». Σοβαρό. Με τον πατέρα του. Το είχα προσέξει για πρώτη φορά τυχαία. Σε μια συζήτηση, από αυτές που το κρασί μιλάει περισσότερο από τη συνείδηση ή το ασυνείδητο σου, αναφέρθηκε η λέξη «πατέρας». Ο Π. έχασε το χαμόγελο του μονομιάς, σοβάρεψε χωρίς λόγο, έχασε τα λόγια του και υστέρα από λίγο σηκώθηκε και έφυγε.
Ο πατέρας του είναι ένας εξαιρετικά επιτυχημένος επιχειρηματίας. Τρομερά φιλόδοξος, από αυτούς που έχουν για σημαία αλλά και κουβέρτα ασφαλείας το χρήμα. Η παραγωγή είναι γι' αυτόν ο απόλυτος σκοπός της ζωής και η επιτυχία -η οικονομική πάντα- ο μόνος δρόμος για τον ίδιο και για τα παιδιά του. Ο Π. είναι ο πρωτότοκος και αυτός που είχε παιδιόθεν το μεγαλύτερο βάρος στους ώμους του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, λοιπόν, τη νύχτα που ο Π. «έσπασε» μπροστά μας, μεθυσμένος και απελπισμένος.
Για κακή τύχη του Π. και της οικογένειας του, ο πατέρας του είχε ως πρότυπο ζωής τον Τζόζεφ Κένεντι, τον πατέρα του JFK, τον πατριάρχη της οικογένειας που μετέτρεψε την πλούσια φαμίλια του από οικογένεια σε «αυτοκρατορία» και τα παιδιά του από πλούσιους γόνους σε «βασιλική οικογένεια» της Αμερικής. «Και όπως ο παππούς Κένεντι είχε θέσει στόχο ζωής τον Λευκό Οίκο, έτσι και ο δικός μου πατέρας πιστεύει πως και η δική του οικογένεια πρέπει κάποια στιγμή να ορίζει τις τύχες αυτού του τόπου. Γιατί, λέει, μόνο κάποιος αυτοδημιούργητος, όπως εκείνος, και «χορτασμένος», όπως τα παιδιά του, μπορεί να πάει τη χώρα μπροστά. Μόνο που, όπως και ο παππούς Κένεντι, έτσι και ο δικός μου πατέρας δεν ρώτησε ποτέ κανέναν, ούτε καν εμάς, αν θέλουμε να τον ακολουθήσουμε».

Η οικογένεια του Joseph Kennedy το 1936 

Και τότε, σαν να 'ταν ο Αίολος, ο Π. άφησε να βγουν από το φουσκωμένο από βιώματα στέρνο του άνεμοι τραυμάτων και σκληρών πατρικών στιγμών.
Ο πατέρας του, όπως άλλωστε οι περισσότεροι από τους πατεράδες αυτής της ηλικίας, δεν είχε παίξει ποτέ με τα παιδιά του. Θεωρούσε ύστατη -αλλά και μόνη- υποχρέωση του προς την οικογενειακοί τα παιδιά του να τους παρέχει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα και υλικά αγαθά μπορούσε. Σε αυτά, βεβαίως, περιλαμβάνονταν και η πλέον ακριβή -άρα και άριστη- εκπαίδευση στα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία. Όταν λοιπόν ο πατέρας βρισκόταν στο σπίτι, τα παιδιά είχαν διάφορες υποχρεώσεις, μία εκ των οποίων ήταν η πιο ιερή: να μην τον « ενοχλούν». Ως γιος, λοιπόν, ο Π. μεγάλωσε πιστεύοντας πως ήταν κάτι ανάμεσα σε ακριβό «καθήκον» και ενοχλητική παρουσία για τον πατέρα του. Μεγαλώνοντας, και όσο τα έξοδα αυξάνονταν, άρχισε να συναναστρέφεται περισσότερο τον πατέρα του. Όχι με σκοπό να γνωριστούν, βέβαια, αλλά με σκοπό να ελέγχει από πρώτο χέρι ο πατέρας του «τι έγιναν τα λεφτά που επένδυε τόσα χρόνια στην εκπαίδευση του». Οι βαθμοί, τα αριστεία και η πρόοδος στο σχολείο ήταν το ιερό καθήκον του πρωτότοκου προς την οικογένεια και ειδικά προς τον «επενδυτή» πατέρα του. «Μια φορά που σε ένα μάθημα είχα πάρει 15, ο πατέρας μου άρχισε να ουρλιάζει στη μάνα μου. Μπροστά σ' εμένα και στα αδέλφια μου, φυσικά. Της φώναζε πως εκείνη έφταιγε που εγώ γινόμουν χαζός και πως, ό,τι κι αν γινόταν, εγώ θα έπρεπε να βγάλω το LSE μέχρι τα 30 μου, γιατί αλλιώς δεν θα γινόμουν τίποτα σημαντικό. Για δέκα λεπτά έλεγε συνέχεια: "Τα παιδιά μου θα γίνουν σημαντικά. Τα παιδιά μου θα γίνουν σημαντικά". Μόνο αυτό έλεγε. Λες και είχε κολλήσει κάποιος δίσκος στο κεφάλι του».
Η νύχτα συνεχίστηκε με αντίστοιχα βιώματα. Πατέρας και γιος δεν είχαν συζητήσει ποτέ και τίποτα πέρα από τους βαθμούς, το επόμενο σχολείο, το πανεπιστήμιο ή κάποιον καθηγητή και πώς θα έπρεπε να τον πλησιάσει ο φίλος μου για να έχει περισσότερα πλεονεκτήματα στο μέλλον. Ο πατέρας του συνέχιζε να μειώνει τους ανθρώπους γύρω του, από το προσωπικό μέχρι τα παιδιά του, να απαξιώνει όλες τις άλλες εργασίες πέραν αυτού που έκανε ο ίδιος ή οι άλλοι αυτοδημιούργητοι άνθρωποι και να ελέγχει μέσω υπόγειων οδών κάθε μικρή ή μεγάλη απόφαση που υπό άλλες συνθήκες θα έπρεπε να πάρουν τα παιδιά του.
Απογοητευμένος, ο Π. είχε αρχίσει να κάνει ψυχανάλυση. «Τον πρώτο καιρό προσπαθούσα να πλησιάσω τους γονείς μου. Μέχρι και Κίπλινγκ τούς είχα δώσει να διαβάσουν. Ματαίως, φυσικά. Ήταν σαν να προσπαθούσα να κάνω έναν τυφλό να δει. Τελικά, στην πορεία, κατάλαβα ότι ο μόνος δρόμος που είχα ήταν να "σκοτώσω" τον πατέρα μου μέσα μου και να πορευτώ μόνος μου προς την ολοκλήρωση μου. Η ψυχίατρος μου, φυσικά, επιμένει πως μόνο όταν γίνω πατέρας, θα φτάσω κοντά σε αυτό, αλλά τελευταία σκέφτομαι πως πρέπει να την αλλάξω », μου είχε πει την τελευταία φορά που ανοίξαμε μεγάλη συζήτηση.
Στην πραγματικότητα, δεν άντεξα ποτέ όλο αυτό το πρόβλημα του Π. Πριν από μερικούς μήνες, ένιωσα μάλιστα την απόλυτη «δικαίωση», όταν η πρώην αγαπημένη του και ακόμα καλή μου φίλη μού είπε πως τον είχε δει σε ένα παλιό μας στέκι να της ανακοινώνει πως θα έφευγε ταξίδι με τον πατέρα του για την Κούβα για να κάνουν «bonding». Η αίσθηση μου από την πρώτη στιγμή ήταν πως, σε αντίθεση με τους περισσότερους άντρες που συνήθως έχουν κάποια θέματα «ανοιχτά» με τους πατεράδες τους, αλλά τα αποδέχονται και προχωρούν, ο Π. είχε αφήσει τη μοίρα του στα χέρια του αυστηρού του πατέρα και απλώς κλαιγόταν για την «κακή του τύχη» να γεννηθεί στο σπίτι ενός πλούσιου και φιλόδοξου άντρα. Σε αντίθεση με τους Κένεντι, βέβαια, η οικογένεια του Π. δεν κυβερνά-ακόμα- αυτό τον τόπο, αλλά επίσης δεν έχει χάσει και κανένα μέλος της από καμία «κατάρα»._
Οκτώβριος 2009
Περιοδικό GK

Δεν υπάρχουν σχόλια: