Τρία
μικρά κορίτσια ουιγουρικής καταγωγής στην κυριακάτικη αγορά της πόλης Χοτάν,
στην αυτόνομη επαρχία Σιντζιάνγκ της Κίνας
Ουιγούροι
Η
περιπέτεια μιας μειονότητας στην κινέζικη «αυτοκρατορία».
Είναι παράδοση των
Ουιγούρων να θάβουν στη γη τα ματωμένα σεντόνια της γέννας, με την προσδοκία
ενός καλού οιωνού για το μέλλον του νεογέννητου. Έτσι έκανε κι ο πατέρας της Ρεμπίγια
Καντίρ, ένας φτωχός μεταλλωρύχος που ποτέ του δεν είχε αντικρίσει το χαμόγελο
της τύχης. Κι εκεί που έσκαβε, ξάφνου αναφώνησε: «Χρυσός!». Και τότε, όπως
αφηγείται η ίδια, οι γονείς της αποφάσισαν ότι ανήκε στον λαό, όχι στους
ίδιους. Είτε είναι μύθος είτε πραγματικότητα η ιστορία, η ζωή της Καντίρ έμελλε
όντως να ακολουθήσει τη δική της μεγάλη πορεία. Για να ξεφύγει από την τροχιά
που είχε προδιαγράψει η καταγωγή της από μια περιφρονημένη μειονότητα, δεν
δίστασε να κολυμπήσει στα βαθιά, να μπλέξει με το λαθρεμπόριο κι έπειτα να
επενδύσει στη ραγδαία αναπτυσσόμενη αγορά ακινήτων της Κίνας. Από παιδί φτωχής
οικογένειας μουσουλμάνων Ουιγούρων στην επαρχία Σινγιάνγκ της βορειοδυτικής
Κίνας, η Καντίρ εξελίχθηκε σε πλούσια επιχειρηματία με δραστηριότητα σε
ολόκληρη την Κεντρική Ασία, διακεκριμένο μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και
παράδειγμα προς μίμηση (και προπαγανδιστική εκμετάλλευση) για την κοινωνική
ανέλιξη στη σύγχρονη Κίνα μιας γυναίκας προερχόμενης από μειονότητα.
Στην πορεία αυτή, όμως,
δεν ξέχασε ότι οι περισσότεροι Ουιγούροι δεν μπορούσαν ούτε να αντιμετωπίσουν
αλλά ούτε να απολαύσουν τη ζωή όπως αυτή. Όταν η φωνή της απέκτησε ισχύ,
άρχισε να μιλάει για όσα ο λαός της υπομένει ως μειονότητα πλέον στην ιστορική
πατρίδα του, μία από τις πλουσιότερες σε φυσικούς πόρους και σημαντικότερες από
γεωστρατηγική άποψη περιοχές της αχανούς χώρας. Γρήγορα ξέπεσε σε άσωτη κόρη
της Κίνας, φυλακίστηκε, εξορίστηκε, κατέφυγε στην Αμερική όπου και αναγορεύτηκε
«Μητέρα των Ουιγούρων» και μετατράπηκε σε επαγγελματία λομπίστρια, που
οργανώνει τον αγώνα για τα δικαιώματα τους από το γραφείο της στην Ουάσιγκτον.
Στο πλευρό της βρίσκονται πέντε από τα έντεκα παιδιά της, ένα ζει στην
Αυστραλία, ενώ από τα υπόλοιπα πέντε, που παραμένουν στην Κίνα, τα δύο
βρίσκονται στη φυλακή.
Για το Πεκίνο, η Καντίρ
είναι το πρόσωπο που κινεί τα νήματα του αυτονομιστικού κινήματος των Ουιγούρων
και η υποδαυλίστρια των ταραχών με τους εκατοντάδες νεκρούς του 2009 (192 επισήμως,
800 σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες) και τους χιλιάδες τραυματίες, που
συγκλόνισαν τη Σινγιάνγκ και εξέθεσαν την κινεζική υπερδύναμη στις αρχές του Ιουλίου
2009, μόλις 18 μήνες μετά τον ξεσηκωμό στο Θιβέτ. Κι αν η γλυκιά φυσιογνωμία
της 62χρονης Καντίρ, ο μειλίχιος τρόπος της και η ηρεμία με την οποία
διατυπώνει τα επιχειρήματα της δεν στηρίζουν, εκ πρώτης όψεως, ένα τόσο βαρύ
κατηγορητήριο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ακίνδυνη για το Πεκίνο, για έναν
απλούστατο λόγο: σε βάθος χρόνου, η συλλογική μνήμη είναι πιο επικίνδυνη από
ένα εξαγριωμένο πλήθος. Και η Καντίρ δεν αφήνει τον λαό της να ξεχάσει...
Μια
«εύφλεκτη» επαρχία
Η Σινγιάνγκ είναι μια
απέραντη πετρώδης έρημος διάσπαρτη με οάσεις, μεγαλύτερη σε έκταση απ' ό,τι η
Γαλλία και η Γερμανία μαζί (1,6 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα, το ένα έκτο
της συνολικής έκτασης της Κίνας). Αν και εξαιρετικά αραιοκατοικημένη, με
πληθυσμό περίπου 20 εκατομμυρίων, θεωρείται υψίστης σημασίας τόσο από
οικονομική όσο και από γεωστρατηγική άποψη: συγκεντρώνει το ένα τρίτο των
κινεζικών αποθεμάτων πετρελαίου -τα κοιτάσματα της υπολογίζονται σε 40 δισεκατομμύρια
τόνους-, είναι πλούσια σε ορυκτές ύλες και μεταλλεύματα και συνορεύει με οκτώ
χώρες (Μογγολία, Ρωσία, Καζαχστάν, Κιργιζία, Τατζικιστάν, Αφγανιστάν, Πακιστάν
και Ινδία). Μολονότι υπήρξε ένα από τα τελευταία μέρη στη Γη που κατοικήθηκαν
(τα αρχαιότερα σημάδια ανθρώπινης παρουσίας χρονολογούνται στο 3800 π.Χ.), με
την πάροδο των αιώνων εξελίχθηκε σε σημαντικό κόμβο του Δρόμου του Μεταξιού,
«χωνευτήρι» φυλών και πολιπσμών.
Δεδομένου ότι η Ιστορία
γράφεται από τους ισχυρούς, η επίσημη εκδοχή της (και μια επιγραφή που δεσπόζει
στην πρωτεύουσα της επαρχίας, Ουρούμτσι) αναφέρει ότι η Σινγιάνγκ, που σημαίνει
«Νέα Κτήση», αποτελεί «αναφαίρετο κομμάτι της κινεζικής επικράτειας». Υπάρχει 1
στις 144 πιθανότητες -αυτή είναι η αναλογία των εννέα εκατομμυρίων Ουιγούρων προς
το 1,3 δισεκατομμύριο ψυχές του συνολικού κινεζικού πληθυσμού- να ακούσει μια
διαφορετική εκδοχή, που θα μιλάει για το ένδοξο παρελθόν της φυλής, για τα
επιτεύγματα και το μεγαλείο της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας τους και για τη
σημερινή καταπίεση και περιφρόνηση που υπομένουν ως μια από τις πολυπληθέστερες
μειονότητες στην Κίνα.
Ανεπαίσθητες ενδείξεις του
παρελθόντος αυτού διατηρούνται και σήμερα στους δρόμους του Ουρούμτσι.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι φαρμακοτρίφτες, συνεχιστές μιας παραδοσιακής
ιατρικής οι ρίζες της οποίας χάνονται χίλια χρόνια πίσω - τότε που οι
Ουιγούροι, τουρκικό φύλο με καταγωγή από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας,
κυριαρχούσαν στην περισχή πριν ηττηθούν από τους Κιργιζίους στα μεσά του 9ου
αιώνα και μεταναστεύσουν νότια, αναζητώντας μια πατρίδα στις οάσεις της
Σινγιάνγκ. Εκεί ίδρυσαν το ανεξάρτητο βασίλειο τους, το οποίο έμελλε να
κατακτηθεί, στις αρχές του 13ου αιώνα, από τον Τζένγκις Χαν. Οι Ουιγούροι
έζησαν υπό μογγολική κυριαρχία ως τον 19ο αιώνα, οπότε η περιοχή πέρασε στον
έλεγχο της κινεζικής δυναστείας των Τσινγκ. Το 1933, με την υποστήριξη Κινέζων
μουσουλμάνων, με τους οποίους λανθασμένα ταυτίζονται, και την παραίνεση των
Σοβιετικών, ιδρύουν την «Τουρκική Ισλαμική Δημοκρατία του Ανατολικού
Τουρκεστάν». Ένα χρόνο μετά, η Κίνα καταστέλλει άγρια την πορεία τους. Έπειτα
από μία δεκαετία, και ενώ ο Μάο και οι Κινέζοι κομμουνιστές έχουν ξεκινήσει τη
«Μεγάλη Πορεία» προς το Πεκίνο, οι Ουιγούροι θα αποπειραθούν και πάλι να
ιδρύσουν τη «Δημοκρατία του Ανατολικού Τουρκεστάν». Αυτήν τη φορά η ανεξαρτησία
θα διαρκέσει για πέντε χρόνια, μέχρι που το 1949 ο Λαϊκός Στρατός του Κόμματος
θα επανακτήσει την περιοχή.
Επιχείρηση
αφομοίωσης
Από εκείνη τη στιγμή και
έπειτα, η αφομοιωτική δύναμη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, πρώτα με την
Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο, μετά με το άνοιγμα στην καπιταλιστική
οικονομία, θα βαλθεί να σβήσει μέσα σε μισό αιώνα ό,τι άντεξε για πάνω από
χίλια χρόνια τη φθορά του χρόνου.
Αρχικά με τη διανομή
εκτάσεων γης σε στρατιώτες και στη συνέχεια με διάφορες παροχές και κίνητρα, το
Κομμουνιστικό Κόμμα προκαλεί απανωτά κύματα εποικισμού της επαρχίας από
Κινέζους Χαν (τη συντριπτική εθνοτική πλειονότητα της Κίνας, με ποσοστό 92%)
και ανατρέπει την παλιά πληθυσμιακή ισορροπία. Σήμερα οι Χαν αποτελούν πάνω από
το 40% του πληθυσμού, ενώ το 1949 αποτελούσαν μόλις το 6 %, Αυτό πείθει τους
Ουιγούρους ότι το Πεκίνο όχι μόνο δεν καλοβλέπει τη διαφορετικότητα τους, αλλά
και απεργάζεται την πλήρη αφομοίωση της ταυτότητας τους. Όσοι επιχειρούν να καταγράψουν
ή να διδάξουν την ουιγουρική εκδοχή της ιστορίας της περιοχής συνήθως
κατηγορούνται για την προβολή εθνικιστικών και αποσχιστικών τάσεων που
υποσκάπτουν την ενότητα της «Μητέρας Πατρίδας» και τα βιβλία τους
απαγορεύονται. Όσοι μιλούν από απόσταση ασφαλείας, όπως η Καντίρ,
στιγματίζονται ως ξένοι δάκτυλοι και όσοι ζουν στη Σινγιάνγκ συνήθως σωπαίνουν
κάτω από το αυστηρό βλέμμα ενός καθεστώτος που επιβάλλει την ποινή του θανάτου
στους «αποσχιστές».
Η ουιγουρική, μια
ιδιαίτερα εξελιγμένη και πλούσια σε λογοτεχνικά επιτεύγματα γλώσσα με βάση το
αραβικό αλφάβητο, θα εγκαταλειφθεί ως «κατάλοιπο του παρελθόντος» από το
καθεστώς, που επιβάλλει τα μανδαρίνικα, επίσημη γλώσσα του κινεζικού κράτους,
στο σχολικό πρόγραμμα και στις υπηρεσίες. Εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία, κομμάτι
της ιστορίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς, καταστρέφονται. Οι Ουιγούροι, οι
οποίοι είναι σουνίτες μουσουλμάνοι στη συντριπτική τους πλειονότητα, βλέπουν
τις θρησκευτικές ελευθερίες τους να περιορίζονται δραματικά: όσοι δουλεύουν για
το κράτος δεν μπορούν να εξασκούν την πίστη τους, ενώ προτρέπονται να μην
τηρούν τη νηστεία του Ραμαζανιού, οι ιμάμηδες δεν μπορούν να διδάσκουν το
Κοράνι, οι επισκέψεις για προσκύνημα στη Μέκκα ελέγχονται ασφυκτικά και η
μελέτη των αραβικών επιτρέπεται μόνο σε ορισμένα δημόσια σχολεία.
Όσο πιο έντονοι είναι οι
περιορισμοί, τόσο μεγαλώνει η φυλετική εχθρότητα και υποδαυλίζεται η βία. Στις
αρχές του '90, η διάλυση της ΕΣΣΔ ενθαρρύνει Ουιγούρους αυτονομιστές, που
διαπράττουν επιθέσεις κατά τοπικών αξιωματούχων. Το 1997, ένα τριήμερο ταραχών
στην πόλη Γινίννκ, κοντά στο Καζαχστάν, προκαλεί την οργή του Πεκίνου, που
προχωρεί σε μια σαρωτική εκστρατεία πάταξης των αυτονομιστών, με χιλιάδες
συλλήψεις και δεκάδες εκτελέσεις. Μετά το 2001 και στο όνομα του πολέμου κατά
της τρομοκρατίας, η επίσημη εξουσία συνδέει κάθε φωνή που μιλάει για δικαιώματα
και αυτονομία των Ουιγούρων με το ριζοσπαστικό Ισλάμ, προκειμένου να τους
απομονώσει ενώπιοντης διεθνούς κοινής γνώμης. Ο τελευταίος γύρος επιθέσεων,
εναντίον στρατιωτικών στόχων, το «ολυμπιακό» έτος 2008, οπότε η Κίνα
ετοιμαζόταν να δείξει το καλύτερο πρόσωπο της στην υφήλιο, σκλήρυνε ακόμη
περισσότερο τη στάση του Πεκίνου, που προπαγανδίζει την «απειλή του Ανατολικού
Τουρκεστάν» και καλλιεργεί το αίσθημα εχθρότητας της κοινής γνώμης προς τη
μειονότητα. Ούτως ή άλλως, οι Ουιγούροι της διασποράς, που κατά κύριο λόγο
είναι συγκεντρωμένοι στο Καζαχστάν, στην Κιργιζία και στο Ουζμπεκιστάν, δεν
ευτύχησαν να έχουν διάσημους υποστηρικτές, όπως οι Θιβετιανοί, ώστε να
προβάλουν τους σκοπούς τους.
Πολίτες
δύο ταχυτήτων
Στο επίπεδο της
καθημερινής διαβίωσης, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Μπορεί το Κομμουνιστικό
Κόμμα Κίνας να έχει ανακηρύξει σε εθνικό στόχο την ανάπτυξη των δυτικών
περιοχών και τα κεφάλαια να έχουν εισρεύσει, μπορεί το ΑΕΠ της Σινγιάνγκ να
έχει υπερδιπλασιαστεί, από τα 28 στα 60
δισ. δολάρια την τελευταία πενταετία, όμως η κατανομή του πλούτου δεν γίνεται
ισότιμα: οι μεγάλες δουλειές πάνε στους Χαν, οι καλές θέσεις επίσης, αφήνοντας
για τους Ουιγούρους τις δυσκολότερες και πιο κακοπληρωμένες εργασίες. Το
αποτέλεσμα είναι η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής τους, το βάσανο της ανεργίας
και του αναλφαβητισμού, καθώς και η έλλειψη βασικών υποδομών. Μέχρι πριν από
λίγα χρόνια λιγότεροι από τους μισούς είχαν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ακόμη
περισσότεροι ήταν ουσιαστικά αναλφάβητοι ή δεν είχαν βασικές γνώσεις για να
ενταχθούν στην παραγωγή, σχεδόν το 80% ζούσε με λιγότερα από 100 δολάρια το
χρόνο. Τα ποσοστά χρήσης ναρκωτικών και μετάδοσης νοσημάτων, κυρίως του ΗIV, είναι από τα υψηλότερα στη χώρα. Κατά καιρούς,
έχουν διατυπωθεί και καταγγελίες, που αφορούν από στειρώσεις γυναικών μέχρι
πυρηνικές δοκιμές... Η μεταμόρφωση του Ουρούμτσι, της πόλης που απέχει από
θάλασσα περισσότερο από κάθε άλλη στον πλανήτη, σε ένα σύγχρονο αστικό κέντρο
κινεζικού τύπου, με τα θηριώδη κατασκευαστικά έργα, τους ουρανοξύστες του και
τα ξενοδοχεία πέντε αστέρων ενισχύει τις ανισότητες μεταξύ των Χαν και των
Ουιγούρων.
Η Κίνα φαίνεται να ελπίζει πως η ανάπτυξη θα αντικαταστήσει κάθε τι
παλιό με έναν γυαλιστερό καινούργιο κόσμο, σβήνοντας ταυτόχρονα τις ενοχλητικές
μνήμες και φωνές. Η πόλη Κασγκάρ, λίκνο του ουιγουρικού πολιτισμού και
υπόδειγμα τυπικής αρχιτεκτονικής της Κεντρικής Ασίας, δέχθηκε στις αρχές του
2009 «επιδρομή » από μπουλντόζες και γερανούς: 50.000 οικογένειες
μετεγκαταστάθηκαν σε σύγχρονες, απρόσωπες κατοικίες. Κι ενώ η πρακτική είναι
συνήθης στην Κίνα, όπου ο οδοστρωτήρας της ανάπτυξης δεν σταματά για κανέναν,
στα μάπα των απομονωμένων Ουιγούρων όλα αυτά συνθέτουν μιαν υπαρξιακή απειλή.
Χωρίς πολιτική δύναμη, περιθωριοποιημένοι και χωρίς διεθνή υποστήριξη,
περιορίζονται μόνο σε σπασμωδικές και βίαιες εκρήξεις, που το καθεστώς
καταστέλλει άγρια. Οι εικόνες με τους χιλιάδες άντρες των σωμάτων ασφαλείας να
παρατάσσονται πριν επιχειρήσουν κατά των διαδηλωτών στην κεντρική πλατεία του
Ουρούμτσι, δεν αφήνουν περιθώριο αμφιβολίας για την αποφασιστικότητα της
κυβέρνησης να επιβληθεί και να προλάβει τα χειρότερα. Η οργισμένη αντίδραση
ξένων ηγετών, όπως ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν, ο οποίος προειδοποίησε την
Κίνα για τις συνέπειες όσων διαπράττει στη Σινγιάνγκ, χρησιμοποιώντας μάλιστα
τη λέξη «γενοκτονία», θα ηχεί στα επίσημα ώτα του Πεκίνου για καιρό, σημειώνουν
διεθνείς αναλυτές: η κινητοποίηση των αντανακλαστικών αλληλεγγύης του
μουσουλμανικού κόσμου και οι πιθανές επιπτώσεις της δεν είναι καθόλου αμελητέος
κίνδυνος...
Από άρθρο του Αποστόλη Φωτιάδη στο «Κ»
Ουιγούροι
Οι Ουιγούροι (ουιγουρικά: ئۇيغۇر,
μεταγραμμένο στο λατινικό αλφάβητο ως Uyghur, απλά Κινέζικα: 维吾尔, στα παδοσιακά Κινέζικα: 維吾爾, στο διεθνές φωνητικό
αλφάβητο IPA με χρήση αγγλικών φωνημάτων: /uː.iˈɡʊr/) είναι τουρκογενής εθνική ομάδα που ζει
στην Ανατολική
και Κεντρική Ασία. Σήμερα, οι Ουιγούροι ζουν κυρίως στην αυτόνομη επαρχία της
Σιντζιάνγκ (αναφέρεται και ως ανατολικό Τουκιστάν) στην Κίνα. Το 80% των
Ουιγούρων της Ξινγιάνγκ ζουν στο νοτιοδυτικό τμήμα της επαρχίας, το Λεκανοπέδιο
Ταρίμ. Εκτός της επαρχίας Σιντζιάνγκ, η
μεγαλύτερη κοινότητα Ουιγούρων στην Κίνα βρίσκεται στην περιοχή Ταογιουάν, στη
νοτιοκεντρική επαρχία της Χουνάν. Έξω
από την Κίνα, σημαντικές κοινότητες Ουιγούρων υπάρχουν στο Καζακστάν, το
Κιργιστάν και το Ουζμπεκιστάν. Μικρότερες κοινότητες υπάρχουν στο Αφγανιστάν,
Πακιστάν, Γερμανία, Βέλγιο, Κάτω Χώρες, Νορβηγία. Ρωσία, Σαουδική Αραβία,
Καναδάς, τις ΗΠΑ και την Τουρκία
Όνομα
Η σημασία του όρου
Ουιγούρος είναι ασαφής. Οι περισσότεροι Ουιγούροι γλωσσολόγοι και ιστορικοί
θεωρούν ότι προέρχεται από την λέξη ουγουχούρ που στην Ουιγουρική γλώσσα
σημαίνει ένωση ανθρώπων. Στο παλαιό Τουρκικό αλφάβητο έχει βρεθεί επιγραφή με
την λέξη ουβχουρ η οποία μεταγράφεται στα Κινέζικα ως Χουί Χέ (回紇) στα χρονικά της
δυναστείας Τανγκ. Αργότερα κατά το 788 ή
809 άλλαξε σε Χουί Χού (回鶻).
Στο βιβλίο Κινέζικης ιστορίας Παλιά Ιστορία των 5 Δυναστειών του Ξουέ Ζουζχένγκ
η οποία δημοσιεύτηκε το 974 διερμηνεύει τον όρο Χουί Χού ως interprets the term
Huí Hú literally as the "ταχύτητα με την οποία γύρισε και όρμησε προς τα
κάτω ως γεράκι".
Εθνική
ταυτότητα
Στην εξέλιξη της ιστορίας,
ο όρος "Ουιγούροι" έχει πάρει έναν όλο και περισσότερο διασταλτικό
ορισμό. Αρχικώς δήλωνε ένα μικρό συνασπισμό φυλών των Γκάο-τσε/Τιέλε
(συνομοσπονδία 9 τουρκικών φυλών) στη Βόρεια Κίνα, Μογγολία και τα Όρη Αλτάι,
αργότερα όμως υποδήλωνε την υπηκοότητα στο Χανάτο των Ουιγούρων. Τελικώς ο όρος
επεκτάθηκε δηλώνοντας μια εθνότητα της οποίας οι ρίζες βρίσκονται στην πτώση
του Χανάτου των Ουιγούρων το 842 μ.Χ., που προκάλεσε τη μετανάστευση των
Ουιγούρων από τη Μογγολία στο Λεκανοπέδιο Ταρίμ. Το μεταναστευτικό αυτό ρεύμα
αφομοίωσε και αντικατέστησε τους Ινδοευρωπαίους στην περιοχή και δημιούργησε
μια ξεχωριστή ταυτότητα, καθώς η γλώσσα και η κουλτούρα των Τούρκων μεταναστών,
εκτόπισε τελικώς τις αρχικές ινδοευρωπαϊκές επιρροές. Ο ρευστός αυτός ορισμός
των Ουιγούρων και η διαφορετική γενεαλογία των σημερινών Ουιγούρων αποτελούν
πηγή σύγχυσης σχετικά με το τι συνιστά την πραγματική ουιγουρική εθνογραφία και
εθνογένεση.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί
θεωρούν τους σημερινούς Ουιγούρους απόγονους πολλών λαών όπως των αρχαίων
Ουιγούρων της Μογγολίας που έφτασαν στο Λεκανοπέδιο Ταρίμ μετά την πτώση του
Χανάτου των Ουιγούρων, Ιρανικές φυλές Σακά αλλά και άλλων Ινδοευρωπαίων που
κατοίκησαν στο λεκανοπέδιο Ταρίμ πριν την έλευση των Μογγόλων Ουιγούρων. Αναλύσεις
DNA δείχνουν ότι οι λαοί της Κεντρικής Ασίας όπως οι Ουιγούροι είναι μίξη
Καυκάσιων και Ανατολικών Ασιάτων. Οι
ακτιβιστές Ουιγούροι θεωρούν ότι είναι ιθαγενείς της περιοχής και απόγονοι των νεκρών
που έχουν βρεθεί στις μούμιες του Ταρίμ. Από την άλλη έρευνα στην γενετική των
αρχαίων Ταρίμ και των σχέσεων με τους σύγχρονους Ουιγούρους δείχνει
αμφιλεγόμενες απόψεις. Λόγω των εθνοτικών αυτονομιστικών τάσεων στην περιοχή,
σε αυτές τις έρευνες εμπλέκονται και αξιωματούχοι Κινέζοι αλλά και Ουιγούροι
ακτιβιστές οι οποίοι θεωρούν ότι το αποτέλεσμα των ερευνών μπορεί να επηρεάσει
τους ισχυρισμούς τους ότι είναι αυτόχθονες στην περιοχή.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου