Rimbaud
20 October 1854 – 10 November 1891)
20 October 1854 – 10 November 1891)
Δικός
σας, Αρτίρ Ρεμπό
Γράμματα
από το Χαράρ
Οι
επιθυμίες, οι ανησυχίες και ο ψυχικός κόσμος του γάλλου ποιητή μέσα από την
αλληλογραφία του με συγγενικά πρόσωπα
Του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ
Ακόμα σήμερα το Χαράρ
είναι ένας τόπος όπου, καθώς διαβαίνεις το διπλό περιτοίχισμά του, βρίσκεσαι
στην καρδιά του δέκατου ένατου αιώνα. Κέντρο της μουσουλμανικής Αιθιοπίας, πολύ
κοντά στα σύνορα με το Τζιμπουτί και τη Σομαλία, είναι χτισμένο σ' ένα υψίπεδο 1.500
μέτρων που μειώνει κάπως την αφόρητη ζέστη της Ερυθράς. Περιβάλλεται από
έρημους: τη φοβερή έρημο της Ντανκάλια προς Βορρά και την έρημο του Ογκάντεν,
που εισχωρεί βαθιά στη Σομαλία, προς Νότον. Ο πρώτος λευκός που πάτησε το πόδι
του εκεί ήταν ο περίφημος οριενταλιστής Ρίτσαρντ Μπάρτον στη δεκαετία του 1850· ακολούθησε ένα μικρό
τάγμα Καπουτσίνων που εγκαταστάθηκαν για να προωθήσουν το ιεραποστολικό τους
έργο. Την ίδια εποχή βορειότερα, στα υψίπεδα της χριστιανικής Αιθιοπίας, ένας
ισχυρός πολέμαρχος, ο Βασίλης Μενελίκ, έκανε μια σειρά πολέμων κατά των τοπικών
αρχηγών, και ιδίως κατά του διορισμένου από τους Εγγλέζους Γιουχάνη, μέσ' από
τους οποίους θα ενοποιούσε τη χώρα δημιουργώντας το σύγχρονο αιθιοπικό κράτος.
Αρχές Δεκεμβρίου του 1880
έφτασε εδώ από το Άντεν, ως αντιπρόσωπος μιας εταιρίας δερμάτων, ελεφαντόδοντου
και καφέ, ένας ευγενής τυχοδιώκτης από τις Αρδένες ονόματι Αρτίρ Ρεμπό. Δεν
θυμόταν πια δύο βιβλιαράκια με ποιήματα που εξέδωσε πριν από μερικά χρόνια στην
πατρίδα του, καταστάλαγμα μιας ταραγμένης εφηβείας. Ήταν το είδος του ανθρώπου
που είναι καταδικασμένος να φεύγει· και όπως όλοι οι καθ' υποτροπήν φυγάδες,
καταδικασμένος να βασανίζεται από άκαρπη νοσταλγία για εκείνο το οποίο ποτέ δεν
θα άντεχε να ξαναβρεί. Ο Ρεμπό θέλει να πλουτίσει· θέλει να μαζέψει χρήματα πληρώνοντας με φρικτές
κακουχίες και κάθε είδους αντιξοότητες, για τις οποίες παραπονιέται διαρκώς στα
γράμματα του χωρίς να εγκαταλείψει μια ιδιόμορφη αίσθηση τιμιότητας που τον συνοδεύει
ακόμα και στις πιο αποκτηνωτικές περιστάσεις. Για ποιο σκοπό; Για να μπορέσει
επιτέλους να ξεκουραστεί από αυτή τη ζωή των ατέλειωτων βασάνων, να γυρίσει
στην πατρίδα, να αγοράσει ένα σπίτι, να παντρευτεί... Είναι η επανερχόμενη
επωδός σε όλη την αλληλογραφία με τους οικείους του, τη μητέρα και την αδελφή
του -όμως ο ίδιος γνωρίζει καλά πόσο λίγο επιθυμεί αυτό που λέει πως θέλει: «Κι
έπειτα, τίνα κάνω στη Γαλλία; Είναι βέβαιο πως δεν μπορώ να κάνω καθιστική ζωή·
φοβάμαι πολύ το κρύο και μετά δεν έχω ούτε αρκετό εισόδημα ούτε δουλειά ούτε
υποστήριξη ούτε γνωριμίες ούτε επάγγελμα ούτε μέσα κάποιου είδους. Να γυρίσω,
θα ήταν να θαφτώ»
Για μια δεκαετία
πηγαινοέρχεται Άντεν - Χαράρ με ενδιάμεσες στάσεις στα παράλια -Τζιμπουτί,
Ταντζούρα, Μασάουα- και το Κάιρο, αλλάζοντας δουλειές και αφεντικά, κάνοντας
πυρετώδεις υπολογισμούς και επιχειρηματικά σχέδια που αποτυγχάνουν παταγωδώς.
Στο τέλος εμπορεύεται παλιές ευρωπαϊκές καραμπίνες για τον Μενελίκ, τις οποίες
περνάει με χίλιες ταλαιπωρίες σε καραβάνια που οδηγεί από το Αντεν- θα φτάσει
να σχεδιάζει μέχρι και την εισαγωγή μιας ρωμαλέας ράτσας γαϊδάρων. Μέχρι την
τελευταία στιγμή διατηρεί μια διαβολεμένη πνευματική εγρήγορση που βρίσκει
διέξοδο σε εξερευνήσεις και κατασκευές: συντάσσει έκθεση προς τη Γεωγραφική
Εταιρεία του Παρισιού για την ανεξερεύνητη έως τότε έρημο του Ογκάντεν,
παραγγέλνει μια ακριβή φωτογραφική μηχανή σχεδιάζοντας να φτιάξει ένα
εμπεριστατωμένο λεύκωμα, ζητάει κυρίως να του στείλουν από τη Γαλλία τεχνικά
βιβλία, Εγχειρίδιο του καροποιού, Εγχειρίδιο του βυρσοδέψη, Οδηγός του
οπλοποιού, Εκμετάλλευση ορυχείων, Υπολογισμοί επιχωματώσεων, Γεωδαισία,
Υδραυλική, Εγχειρίδιο εφαρμοσμένης αστρονομίας, αλλά και δόκανα λύκων για να
παγιδέψει λεοπαρδάλεις... Μαθαίνει τις τοπικές γλώσσες, κάτι που ελάχιστοι
λευκοί ένιωθαν την ανάγκη να κάνουν, σέβεται το τοπικά έθιμα και ελεεινολογεί
όσους τα περιφρονούν, ωστόσο ξαναζεί με τους ντόπιους τη διαρκή ανεπίλυτη
αμφιθυμία του προς τους ανθρώπους: «...Δεν έχω ποτέ γνωρίσει κανέναν που να
πλήττει όσο εγώ. Και μετά, δεν είναι μίζερη αυτή η ζωή, χωρίς οικογένεια, χωρίς
πνευματική ασχολία, χαμένος μέσα στους νέγρους των οποίων θα ήθελε κανείς να
βελτιώσει την τύχη και που αυτοί προσπαθούν να σε εκμεταλλευτούν και σε φέρνουν
σε αδυναμία να τακτοποιήσεις κάθε υπόθεση σου στα γρήγορα; Να είσαι
υποχρεωμένος να μιλάς τ' αλαμπουρνέζικα τους, να τρως τα ελεεινά φαγητά τους,
να υπομένεις χίλιες στενοχώριες που έρχονται από την τεμπελιά τους, την απιστία
τους, τη βλακεία τους!»
Rimbaud (self-portrait) in Harar in 1883
Ομως, «Οι άνθρωποι του
Χαράρ δεν είναι ούτε πιο βλάκες ούτε πιο πρόστυχοι απ' ό,τι οι λευκοί νέγροι
των λεγόμενων πολιτισμένων χωρών· τα πράγματα είναι διαφορετικά, αυτό είναι
όλο. Είναι μάλιστα λιγότερο κακοί και μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να
δείξουν ευγνωμοσύνη και πίστη» Και εν κατακλείδι: «Ποτέ δεν έκανα κακό σε
κανέναν. Αντιθέτως, κάνω κάποιο καλό όταν βρίσκω την ευκαιρία· είναι η μόνη μου
ευχαρίστηση»
Το δράμα θα οδηγηθεί στην
τραγική του έξοδο το 1891 (δύο χρόνια μετά την κατάρρευση του Νίτσε, του οποίου
την αλληλογραφία διαβάζουμε με την ίδια πνευματική έξαψη όπως αυτή του Ρεμπό,
και όχι τυχαία): γενικευμένο οίδημα του αριστερού ποδιού, με φορείο μέχρι το
Αντεν, πλοίο για Μαοσαλία, νοσοκομείο, ακρωτηριασμός και θάνατος από
γενικευμένο καρκίνο (όπως πιστεύουμε σήμερα) τη 10η Νοεμβρίου του 1891. Την
παραμονή σχεδίαζε να ξαναταξιδέψει. Εμείς γνωρίζουμε τον Ρεμπό από εκείνα τα
ασήμαντα για τον ίδιον βιβλιαράκια που πρόλαβε να εκδώσει πριν από τη μεγάλη
δραπέτευσή του. Αναδιφούμε εναγωνίως στην αλληλογραφία του για να βρούμε μια
ένδειξη -βιογραφική, ψυχολογικής περί του τι μπορεί να τον ώθησε να
«αποκηρύξει» την ποίηση. Δεν βλέπουμε ότι αυτό που τον έκανε αληθινό ποιητή
ήταν ακριβώς η επίγνωση πως η ποίηση είναι απονενοημένη φυγή, συντριβή,
«εμπόριο με το άγνωστο» -όχι ταυτότητα... Ο Ρεμπό (όπως και ο Χαΐλντερλιν με
διαφορετικό τρόπο) μας δίδαξε ότι πραγματική αποκήρυξη της ποίησης είναι ο ρόλος,
η αναγνωρισμένη ταυτότητα του «ποιητή» -τα αξιοθρήνητα εύσημα του «λογοτέχνη»,
ασφαλές καταφύγιο των μικρών ψυχών.
Σε έναν από τους
ταχυδρομικούς του φακέλους είναι σημειωμένο με το γραφικό του χαρακτήρα: Aden (Arabie). Αυτή η αμελητέα σημείωση έγινε το
1932 τίτλος του χρονικού της δραπέτευσης ενός άλλου αποστάτη και οιονεί
αυτόχειρα από τη Γαλλία: του Πολ Νιζάν.
“Ο Φώτης Τερζάκης είναι
δοκιμιογράφος.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου